Η εποχή του καθημερινού ανορθολογισμού είναι εδώ. Άνθρωποι κάνουν επιλογές που φαντάζουν ανεξήγητες, ακόμα και για το συμφέρον των ίδιων. Ζούμε στην εποχή στην οποία τα θύματα ψηφίζουν τους θύτες τους και οι ψηφοφόροι επιλέγουν το πιο ακραίο, το πιο γκροτέσκο, το πιο καταστροφικό, το πιο εξόφθαλμα λάθος. Οι πόλεμοι, ο εργασιακός μεσαίωνας, οι κοινωνικο-οικονομικές ανισότητες που συνεχώς διευρύνονται, η προσφυγιά, αποτελούν μόνο κάποια από τα προβλήματα που συνθλίβουν τη συντριπτική πλειονότητα των ανθρώπων. Όσοι δεν έχουν επιλέξει την ηττοπάθεια, την παραίτηση και τη μοιρολατρία, αγωνίζονται για να αλλάξουν τα πράγματα, όχι μόνο για τον εαυτό τους, αλλά και για τους άλλους. Κι αυτοί, παραδόξως, δεν ανήκουν πάντα στους καταπιεσμένους.
Ωστόσο, ένα πρόβλημα αυτής της αντίστασης στα σημερινά κοινωνικά, οικονομικά, πολιτικά και οικολογικά προβλήματα είναι η πολυδιάσπαση του αγώνα. Οι αγωνιστές και οι αγωνίστριες αναλώνονται σε μονοθεματικές καμπάνιες, σε μικρούς στόχους, σε στενά εργασιακά ή τοπικά ζητήματα, αναπαράγοντας τη διάσπαση που επιβάλει η εξουσία. Επιπλέον, στον χώρο της Αριστεράς είναι εμφανής μια ιεράρχηση των προβλημάτων και των ζητημάτων που πρέπει να αντιμετωπιστούν. Το ταξικό ζήτημα και o ρατσισμός είναι από τα ζητήματα που απολαμβάνουν το μεγαλύτερο ενδιαφέρον, ενώ άλλα θεωρούνται δευτερεύοντα και «πολυτέλεια» να ασχοληθεί κανείς σε σχέση με τα μεγάλα προβλήματα. Ένα απ’ αυτά τα δευτερεύοντα θεωρείται ότι είναι και το ζήτημα των ζώων. Για μέρος της Αριστεράς το ζήτημα των ζώων δεν είναι απλά υποδεέστερο, αλλά κάτι που αφορά μόνο τους αστούς, τους μεταμοντέρνους ή όσους δεν βλέπουν καθαρά ποιος είναι ο πολιτικός στόχος.
Σύμφωνα με μια ανάλυση, το ζήτημα των ζώων μάς φέρνει αντιμέτωπους και με πολλές άβολες αλήθειες για τον δικό μας τρόπο ζωής. Όπως γράφει ο Κώστας Αλεξίου, η ιδιαιτερότητα του κινήματος των ζώων είναι ότι «εν αντιθέσει με τα άλλα κοινωνικά κινήματα, όταν κάποιος αναγνωρίζει το πρόβλημα της εκμετάλλευσης των ζώων, αυτή δεν χάνεται εύκολα σε μια αφαίρεση γύρω από τον καπιταλισμό, τη βιομηχανική παραγωγή ή κάποιον αντίπαλο πολιτικό πόλο, αλλά επιβάλλει μια αυτοκριτική που αφορά σε πολλές πτυχές του τρόπου ζωής του» (Κώστας Αλεξίου, «Λευτεριά στα ζώα», στο Κ. Γαλανόπουλος και Δ. Παπανικολόπουλος (επιμ.), Τι να κάνουμε, Αθήνα: Θεμέλιο, σ. 294).
Έτσι, το ερώτημα που γεννάται απ’ αυτή τη στάση είναι: Πώς μπορούμε να μιλάμε, να διαμαρτυρόμαστε και να αγωνιζόμαστε ενάντια στην εκμετάλλευση, την υποδούλωση και τον θάνατο που λαμβάνει χώρα σε οποιοδήποτε μέρος του πλανήτη όταν είμαστε εμείς οι ίδιοι μάρτυρες –και πολλές φορές συνένοχοι– στην εκμετάλλευση, την υποδούλωση και τον θάνατο εκατομμυρίων ζώων; Πώς γίνεται να διαμαρτυρόμαστε για τα βάσανα των συνανθρώπων μας και όχι για το κομμάτι κρέας που βρίσκεται στο πιάτο μας, αποτέλεσμα μιας αλυσίδας εκμετάλλευσης, βασανισμού και θανάτωσης; Αν η απάντηση είναι ότι αυτό είναι ένα ζώο, ενώ ο πρόσφυγας είναι ένας άνθρωπος, τότε είμαστε ειδιστές (ή σπισιστές), αφού το κριτήριό μας για να δώσουμε αξία στον άλλον είναι το είδος στο οποίο ανήκει. Το κριτήριο για να δείξουμε τη συμπόνοια μας, για να στρέψουμε το πολιτικό μας ενδιαφέρον και να κάνουμε τον αγώνα μας πρέπει να είναι ο πόνος και όχι το είδος. Όπως κι εμείς –τα ανθρώπινα ζώα– έτσι και τα ζώα της βιομηχανικής κτηνοτροφίας, δηλαδή οι αγελάδες, τα γουρούνια, οι κότες, ή τα ζώα των εργαστηρίων, όπως τα κουνέλια και τα ποντίκια, ή τα ζώα που τα χρησιμοποιούν για διασκέδαση, όπως τα άλογα ή οι ελέφαντες, έχουν την ικανότητα να υποφέρουν. Έχουν ανάγκη να συνάψουν κοινωνικούς δεσμούς με τους ομοίους τους, να φροντίσουν τα μικρά τους, να ζήσουν ελεύθερα. Εκεί είναι που πρέπει να στρέψουμε την προσοχή μας.
Και είναι λάθος να ιεραρχούμε τους κοινωνικούς αγώνες ή να ασχολούμαστε με μονοθεματικές καμπάνιες. Αυτό που χρειάζεται είναι ένας αγώνας για την ολική απελευθέρωση όλων των ζώων, ανθρώπινων και μη. Πρέπει να εντάξουμε το ζήτημα της εκμετάλλευσης των μη ανθρώπινων στην πολιτική μας ατζέντα, και να μην αφήσουμε να πέσει στα χέρια των εταιριών και του «πράσινου» καπιταλισμού που προσφέρει ψεύτικες λύσεις, όπως το συνθετικό κρέας και η αγορά βίγκαν προϊόντων, βλέποντας απλώς μια νέα επιχειρηματική ευκαιρία και μεταφέροντας τον φαύλο κύκλο της καπιταλιστικής βαρβαρότητας σε άλλα πεδία.
Ο Σταύρος Καραγεωργάκης είναι δρ. φιλοσοφίας, εκπαιδευτικός
Η ΕΠΟΧΗ