Ανελέητο ήταν το κυνηγητό, αμέσως μετά την απελευθέρωση κατά των εφημερίδων της Αριστεράς στη Θεσσαλονίκη. Με αποκορύφωμα την επίθεση, τα ξημερώματα της 30ης Μαρτίου 1947, από “άγνωστους” στις εγκαταστάσεις της εφημερίδας Αγωνιστής, που είχε ως αποτέλεσμα να δολοφονηθούν τρεις τυπογράφοι, να τραυματιστούν βαριά επτά dδημοσιογράφοι και άλλοι εργαζόμενοι και να καταστραφεί πλήρως το τυπογραφείο της εφημερίδας..
Η επίθεση είχε οργανωθεί από το κράτος και το παρακράτος εννέα μέρες μετά τη στυγερή δολοφονία στη Θεσσαλονίκη, στις 20 Μαρτίου 1947, του ηγετικού στελέχους του ΚΚΕ, πρώην υπουργού Γεωργίας στην κυβέρνηση εθνικής ενότητας, Γιάννη Ζεύγου, ενώ μετέβαινε στα γραφεία της εφημερίδας Αγωνιστής για να παραδώσει αντίγραφο υπομνήματος που είχε καταθέσει στην Επιτροπή του ΟΗΕ η οποία διερευνούσε τους διωγμούς εις βάρος της Αριστεράς εκείνα τα ανώμαλα χρόνια που οδήγησαν στον Εμφύλιο πόλεμο.
Τις επόμενες μέρες μετά τη δολοφονία Ζεύγου, η εφημερίδα Αγωνιστής στηλιτεύει την αδράνεια της κυβέρνησης στον εντοπισμό των ενόχων, επισημαίνει το γεγονός ότι οι δύο από τους τέσσερις δράστες φορούσαν στρατιωτική στολή και μπερέ, που ήταν η ενδυμασία των ΕΣΑτζήδων και καταγγέλει ως ηθικό αυτουργό τον υπουργό Δημόσιας Τάξης Ναπολέοντα Ζέρβα.
Μετά τις καταγγελίες αυτές, αντί οι αρχές της Θεσσαλονίκης να εντείνουν τις έρευνες για την ανεύρεση των τρομοκρατών, διατάσσουν το κλείσιμο της εφημερίδας και παραπέμπουν στο δικαστήριο, προκειμένου να δικαστούν για “διέγερση των πολιτών εις διχόνοιαν”, τον διευθυντή του Αγωνιστή, Δημήτριο Μανδάνη και τον διευθυντή τυπογραφείου της εφημερίδας, Θανάση Χαστά.
Έκλειναν τις εφημερίδες της Αριστεράς τη μία μετά την άλλη
Εκείνη την μετά την απελευθέρωση από τους Γερμανούς εποχή οι διώξεις κατά του τύπου της Αριστεράς ήταν συνεχείς, ιδιαίτερα στη Μακεδονία, όπου η τρομοκρατία βρισκόταν στο αποκορύφωμά της, ανοίγοντας διάπλατα την κερκόπορτα που οδηγούσε στον αδελφοκτόνο εμφύλιο πόλεμο. Είναι πολύ χαρακτηριστική η περίπτωση των εφημερίδων που επιχείρησε να εκδώσει το Γραφείο Περιοχής Μακεδονίας-Θράκης (το λεγόμενο και “Μακεδονικό Γραφείο”) του ΚΚΕ.
-Η Λαϊκή Φωνή που κυκλοφορούσε μυστικά κατά περιοδικά διαστήματα τα μαύρα χρόνια της Κατοχής και έγινε κανονική ημερήσια εφημερίδα από την ημέρα απελευθέρωσης της Θεσσαλονίκης, στις 30 Οκτωβρίου 1944, έχοντας μάλιστα πολύ μεγάλη κυκλοφορία, με διευθυντή αρχικά τον Παναγιώτη Μαυρομάτη και στη συνέχεια τον Κώστα Συρινιώτη, παύθηκε στις 13 Σεπτεμβρίου 1946 με απόφαση του εκτάκτου στρατοδικείου Θεσσαλονίκης.
-Η Νέα Λαϊκή Φωνή, που εκδόθηκε την επόμενη ημέρα, 14 Σεπτεμβρίου 1946 στη θέση της, κατάφερε να έχει διάρκεια ζωής λιγότερη των δύο μηνών, καθώς έκλεισε κι αυτή πάλι με απόφαση του Βασιλικού Επιτρόπου του Εκτάκτου Στρατοδικείου Θεσσαλονίκης στις 2 Νοεμβρίου 1946. Διευθυντές της διετέλεσαν οι Γιάννης Κανάκης, Χρήστος Ταμουρίδης και Τάσος Καραγκιόζης.
-Ο Συμφιλιωτής, που κυκλοφόρησε στις 3 Νοεμβρίου 1946 για να καλύψει το κενό της Λαϊκής Φωνής, με διευθυντή τον Γιάννη Γιαννόπουλο και υπεύθυνο τυπογραφείου τον Θεόδωρο Κιμισκή, επέζησε κι αυτή σχεδόν για ένα δίμηνο, καθώς απαγορεύθηκε η συνέχιση της έκδοσής της από τις 12 Ιανουαρίου 1947, ενώ Γιαννόπουλος και Κιμισκής καταδικάστηκαν σε ισόβια δεσμά, ενώ λίγο πριν, “άγνωστοι” είχαν προσπαθήσει να ανατινάξουν το τυπογραφείο της εφημερίδας, στην οδό Αγίας Σοφίας.
-Ο Οδηγητής, εκδόθηκε στις 12 Ιανουαρίου 1947 και πάλι ως όργανο της επιτροπής περιοχής Μακεδονίας-Θράκης του ΚΚΕ, με διευθυντή τον Αντώνη Βαρβούρτη, διευθυντή τυπογραφείου τον Δημήτρη Τσακιρόπουλο και γραφεία στην οδό Πλάτωνος 1. Οι επιθέσεις κατά της νέας εφημερίδας της αριστεράς άρχισαν από την παραμονή ακόμη της έκδοσής της, όταν τρομοκράτες επέδραμαν στο τυπογραφείο της, στην οδό Αγίας Σοφίας 26, καταστρέφοντάς το. Πριν ακόμη η εφημερίδα συμπληρώσει μιας εβδομάδας ζωή, απαγορεύτηκε από το έκτακτο στρατοδικείο η συνέχιση της έκδοσής της και ο Βαρβούτης καταδικάστηκε σε φυλάκιση 5 χρόνων.
-Ο Αγωνιστής, εκδόθηκε στη θέση των προηγούμενων εφημερίδων στις 19 Ιανουαρίου 1947, με διευθυντή-εκδότη τον Δημήτρη Μανδάνη και διευθυντή τυπογραφείου τον Θανάση Χαστά. Ο Αγωνιστής λίγες εβδομάδες αργότερα, έγινε στόχος μιας πρωτοφανούς στα ελληνικά χρονικά επίθεσης τρομοκρατών που επέδραμαν στο τυπογραφείο της οδού Αγίας Σοφίας, σκότωσαν τρεις τυπογράφους του, τραυμάτισαν σοβαρά άλλους επτά και προκάλεσαν σημαντικές καταστροφές στις εγκαταστάσεις.
Οι αρχές για να φιμώσουν και αυτή την εφημερίδα της Αριστεράς, άσκησαν δίωξη κατά των υπευθύνων της με την κατηγορία ότι, δημοσιεύοντας επιστολή ενός σημαντικού μάρτυρα με αποκαλύψεις για την οργάνωση και εκτέλεση του ηγετικού στελέχους του ΚΚΕ, Γιάννη Ζεύγου “διέγειραν τους πολίτες δημοσία εις διχόνοιαν και αμοιβαίαν περιφρόνησιν”!!
Το αποτέλεσμα εκείνης της δίωξης; Να απαγορευθεί η συνέχιση έκδοσης του Αγωνιστή για ένα χρόνο και να καταδικαστούν οι δύο υπεύθυνοί της σε κάθειρξη δέκα ετών και μεγάλο χρηματικό πρόστιμο 3.000.000 δραχμών ο καθένας, με αποτέλεσμα να κλειστούν στις φυλακές Επταπυργίου.
-Τέλος να πούμε ότι την ίδια τύχη είχε και η εφημερίδα Ενότητα που κυκλοφόρησε στις 9 Απριλίου 1947 στη θέση του Αγωνιστή και μπόρεσε να αντέξει έως τις 2 Ιουλίου 1947 όταν συνελήφθησαν ο εκδότης-διευθυντής της Θανάσης Τσαούσογλου, ο διευθυντής τυπογραφείου Χρήστος Τσικάρας, καθώς και ο Τάκης Πάλλας που τον διαδέχθηκε μετά τη σύλληψή του, ενώ είχε κλειστεί στη φυλακή και ο δημοσιογράφος της εφημερίδας Νϊκος Παπαπερικλής, τα χρονογραφήματα του οποίου είχαν απήχηση σε πολίτες και πέραν των τακτικών αναγνωστών της εφημερίδας.
Επίσης να συμπληρώσουμε ότι τις ίδιες διώξεις είχαν υποστεί και οι εφημερίδες που εκδόθηκαν από το ΕΑΜ στη Μακεδονία. Έτσι η Ελευθερία που είχε εκδοθεί μυστικά από το καλοκαίρι του 1941 και ήταν η πρώτη παράνομη εφημερίδα στην γερμανοκρατούμενη Ελλάδα, πριν εξαναγκαστεί να κλείσει με απόφαση του εκτάκτου στρατοδικείου στις 12 Δεκεμβρίου 1946, είχε καταδίκες για τους υπευθύνους της συνολικά 23 χρόνων, ενώ εκκρεμούσαν και άλλες 12 δίκες της. Ανάλογη τύχη είχαν και οι εφημερίδες που κυκλοφόρησε η Παμμακεδονική Επιτροπή του ΕΑΜ μετά την παύση της Ελευθερίας: Η Ανεξαρτησία, εκδόθηκε στις 13 Δεκεμβρίου 1946 και παύθηκε στις 17 Μαρτίου 1947, έχοντας διαπράξει το … φοβερό αδίκημα, να αναδημοσιεύσει από το αθηναϊκό Βήμα ανταπόκριση από τη Νέα Υόρκη. Η Αναγέννηση που τη διαδέχθηκε, κυκλοφόρησε στις 7 Απριλίου 1947 και αναγκάστηκε να διακόψει την έκδοσή της δύο μήνες αργότερα, στις 15 Ιουνίου 1947, λόγω της άγριας τρομοκρατίας που είχε εξαπολυθεί στην Ελλάδα του Εμφυλίου και του καθεστώτος των συλλήψεων, εκτοπίσεων και εκτελέσεων με βάση το περιβόητο Γ΄ Ψήφισμα και τον Α.Ν. 509/1947.
Ο .. τουρισμός του Χαστά στις φυλακές
Σε ένα ιδιόχειρο σημείωμα που άφησε λίγο πριν το θάνατό του, σε ηλικία 90 ετών ο άλλοτε διευθυντής τυπογραφείου του “Αγωνιστή”, Θανάσης Χαστάς (6/9/1911 – 18/8/2001) περιέγραψε την ταλαιπωρία που πέρασε και τις απανωτές μεταγωγές του από φυλακή σε φυλακή ύστερα από την καταδίκη του για την υπόθεση της εφημερίδας.
Ο Χαστάς, που κατάγονταν από τον Πόρο Γρεβενών, υπήρξε από τους πρώτους αντάρτες του ΕΛΑΣ στη Δυτική Μακεδονία και στη διάρκεια των εκκαθαριστικών επιχειρήσεων των Γερμανών στην Πϊνδο και των κακουχιών της αντάρτικης ζωής, προβλήθηκε από φυματίωση και νοσηλεύθηκε αρχικά στο Θεραπευτήριο Φυματικών που είχε δημιουργήσει η Ομάδα Μεραρχιών Μακεδονίας του ΕΛΑΣ στο χωριό Βυθός Κοζάνης και αργότερα, μετά την απελευθέρωση, μεταφέρθηκε μαζί με άλλους φυματικούς στο Σανατόριο Ασβεστοχωρίου. Μετά την αποθεραπεία του, πρόσφερε τις υπηρεσίες του στον τεχνικό μηχανισμό του Μακεδονικού Γραφείου του ΚΚΕ στη Θεσσαλονίκη. Έγραψε σχετικά:
“Είχα αναλάβει να ετοιμάσω συνεργείο γραφομηχανών και πολυγράφου που δακτυλογραφούσε και εκτύπωνε όλο το υλικό που κατέφθανε καθημερινά, με καταγραφές σχετικά με το όργιο βιασμών, βασανιστηρίων και δολοφονιών που γίνονταν συνέχεια. Ντοκουμέντα που θα χρησιμοποιούσε το κόμμα στο κλιμάκιο του ΟΗΕ το οποίο είχε έρθει στην Ελλάδα για να αποδειχθεί η αλήθεια για το ποιος φταίει για τον δεύτερο ξεσηκωμό του ελληνικού λαού.
Μετά από αυτό, εργάστηκα στην εφημερίδα “Λαϊκή Φωνή”, όργανο του Γραφείου Περιοχής Μακεδονίας-Θράκης. Καταδικάζονταν οι εφημερίδες του κόμματος η μία μετά την άλλη, ήρθε και η σειρά μου να αναλάβω διευθυντής τυπογραφείου στη νέα εφημερίδα που έβγαλε το κόμμα με τίτλο “Αγωνιστής”, με διευθυντή της εφημερίδας τον Δημ. Μανδάνη και διευθυντή τυπογραφείου τον Αθαν. Χαστά.
Τον Απρίλη του 1947 για ένα άρθρο σχετικά με τη δολοφονία του Γιάννη Ζεύγου, καταδικάστηκε η εφημερίδα σε κλείσιμο και οι διευθυντές της σε φυλάκιση 10 χρόνια και από 3.000.000 πρόστιμο ο καθένας”
Ο Τάκης Μανδάνης, που είχε γεννηθεί στη Νάουσα από γονείς αγρότες και μέχρι στον ΕΛΑΣ, το Μάρτιο του 1943 εργαζόταν ως υπάλληλος στα κλωστήρια Λαναρά, εξαιτίας των κακουχιών, της κακής διατροφής και των εξοντωτικών συνθηκών που επικρατούσαν στις φυλακές την περίοδο του Εμφυλίου, θα πεθάνει στο νοσοκομείο “Σωτηρία” των φυλακών της Αθήνας δύο χρόνια αργότερα, στις 8 Απριλίου 1949.
Ο Θανάσης Χαστάς, μετά από παραμονή πέντε χρόνων στις φυλακές, κάνοντας… τουρισμό από το ένα κάτεργο στο άλλο (Γεντί Κουλέ, Γιούρα, φυλακές Αβέρωφ, “Σωτηρία” κ.α.) αποφυλακίστηκε στις 15 Μαίου 1952 με τα μέτρα ειρήνευσης του Πλαστήρα κι έτσι μπόρεσε να επιστρέψει στην οικογένειά του, η οποία όμως παρέμενε άστεγη και φιλοξενούνταν σε συγγενείς, καθώς οι Γερμανοί είχαν κάψει το σπίτι του σε χωριό των Γρεβενών, ενώ η γυναίκα του ήταν εξόριστη στο Τρίκερι για τη συμμετοχή της στην Εθνική Αντίσταση.
Μάρτυρας κατηγορίας ο Καμουτσής
Όμως η καταδίωξη κατά του Θ. Χαστά δεν σταμάτησε εκεί, καθώς τρία χρόνια αργότερα, τον Σεπτέμβριο του 1955, παραπέμφθηκε και πάλι σε δίκη με την κατηγορία της παράβασης του περιβόητου “Γ΄ Ψηφίσματος” με το οποίο, μαζί με τον Αναγκαστικό Νόμο 509 του 1947 καταδιώκονταν όλοι οι αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης. Και μάλιστα, ένας από τους μάρτυρες κατηγορίας εναντίον του, που κατέθεσαν ότι είχε αναπτύξει παράνομη δραστηριότητα εκείνη την εποχή στη Θεσσαλονίκη, ήταν ο τότε μοίραρχος της χωροφυλακής Ευθύμιος Καμουτσής, ο οποίος αργότερα, το 1963, ως αστυνομικός διευθυντής Θεσσαλονίκης, είχε διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στη συγκάλυψη τω ν δολοφόνων του Γρηγόρη Λαμπράκη. Τελικά σ’ εκείνη τη δίκη του 1955, ο Θανάσης Χαστάς αθωώθηκε πανηγυρικά, όταν αποδείχθηκε ότι κατά το διάστημα που τον κατηγορούσαν δεν βρίσκονταν στη Θεσσαλονίκη, αλλά ήταν στο Βελεστίνο του Βόλου όπου είχε γίνει σεισμός και δούλευε εκεί ως οικοδόμος μέχρι το 1957.
Περισσότερα για την δολοφονική επίθεση στο τυπογραφείο του Αγωνιστή και τη δολοφονία του Γιάννη Ζεύγου:
https://farosthermaikou.blogspot.com/2018/03/30-1947_29.html
https://farosthermaikou.blogspot.com/2015/03/68.html
Σπύρος Κουζινόπουλος