Ο Αλέξης Τσίπρας δημοσίευσε προ ημερών μακροσκελές κείμενο με τον τίτλο «Νέα εθνική πυξίδα». Σ’ αυτό αναφέρεται εκτενώς στον πόλεμο της Ουκρανίας, στις συνέπειές του για την Ευρώπη καθώς και στην ελληνική εξωτερική πολιτική. Πρόκειται για ένα σαφώς ενδιαφέρον κείμενο, μάλλον ρηξικέλευθο σε μια χώρα, όπου οι πολιτικοί κατά κανόνα αποφεύγουν τα ζητήματα αυτά ή τα θίγουν με μια επιφανειακή συνθηματολογία.
Ωστόσο, το κείμενο Τσίπρα σχολιάστηκε όχι τόσο για το περιεχόμενό του, αλλά ως μία (ακόμη) προσπάθεια του πρώην πρωθυπουργού να επιστρέψει σε κεντρικό ρόλο στην εθνική πολιτική σκηνή και ειδικότερα στην υπόθεση της ενότητας των προοδευτικών δυνάμεων.
Όσοι βλέπουν αρνητικά μια τέτοια επιστροφή, επέκριναν ή και ειρωνεύτηκαν την προτεινόμενη «πυξίδα», με ακραία εκδοχή το αλαζονικό «δεν δικαιούται δια να ομιλεί», εκπορευόμενο από το «αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο» που κάποιοι προσπαθούν να αναβιώσουν.
Αντίθετα, φωνές που καλοδέχονται την ενεργοποίηση Τσίπρα στη συγκρότηση του «Λαϊκού Μετώπου», είδαν θετικά και το περιεχόμενο του κειμένου, υποτιμώντας, κατά τη γνώμη μου, τις προβληματικές πλευρές του.
Θα προσπαθήσω εδώ, προσποιούμενος τον πολιτικά αφελή, να εξετάσω τι λέει ο Τσίπρας στο κείμενο αυτό και όχι γιατί το λέει. Διότι, κατά τη γνώμη μου, πολιτική δεν είναι να υποτάσσουμε τα πάντα σε σκοπιμότητες της στιγμής. Τα ζητήματα διεθνούς και εξωτερικής πολιτικής είναι κεντρικά και δικαιούνται να εξετάζονται αυτόνομα.
Ουκρανικό και Ευρώπη
Το πρώτο μισό του κειμένου Τσίπρα αναφέρεται στον πόλεμο της Ουκρανίας και στη στάση της Ευρώπης. Πρόκειται κατά τη γνώμη μου για μια εξαιρετική ανάλυση και τοποθέτηση που, αν δεν κάνω λάθος, δεν έχουμε δει από άλλους πολιτικούς μας.
Με αυτονόητη την καταδίκη της ρωσικής εισβολής, ο Τσίπρας εξηγεί πως τα βαθύτερα αίτια της κρίσης βρίσκονται στην μακρόχρονη αντιρωσική πολιτική της Δύσης. Η προσπάθεια συντριβής της Ρωσίας απέτυχε. Και η Ευρώπη είναι -εκτός από τους Ουκρανούς- ο μεγάλος «χαμένος» από τον πόλεμο.
Ο Τσίπρας τάσσεται υπέρ της ευρωπαϊκής άμυνας. Όμως, προσθέτει, η Ευρώπη «πρέπει να αποτελέσει γεωπολιτική δύναμη όχι μόνο αποτροπής, αλλά και ειρήνης και σταθερότητας». Με τη στάση της υπέρ της διαιώνισης του πολέμου και κατά της διπλωματίας, την ώρα που ο Τραμπ επιδιώκει την ειρήνη, η Ευρώπη βρίσκεται «δυστυχώς με την πλάτη στον τοίχο» και «πυροβολεί τα πόδια της». Χρειάζεται μια ριζική στροφή στη στρατηγική της.
Κατά τη γνώμη μου, η ορθή αυτή τοποθέτηση -που θα έπρεπε να έχει γίνει από καιρό, και πριν από τις πρωτοβουλίες Τραμπ- μπορεί να αποτελέσει τη γραμμή των προοδευτικών δυνάμεων για το ουκρανικό και την Ευρώπη.
Μέση Ανατολή / Γάζα
Σε αντίθεση με τη εκτενή αναφορά στο ουκρανικό, εντύπωση προκαλεί η συνοπτική και άνευρη κάλυψη του άλλου μεγάλου πολεμικού μετώπου στη γειτονιά μας, της Μέσης Ανατολής. Ο συγγραφέας αφιερώνει σ’ αυτό μόλις οκτώ αράδες (με άλλες τέσσερεις σε άλλο σημείο). Καλεί στον τερματισμό των ισραηλινών επιχειρήσεων, στην παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας και στην επανεκκίνηση των συνομιλιών για δύο κράτη στη βάση των αποφάσεων του ΟΗΕ.
Δεν υπάρχει όμως ρητή καταδίκη του καθεστώτος Νετανιάχου, της πολιτικής των ΗΠΑ και της σύμπλευσης της Ευρώπης στα συντελούμενα εγκλήματα (καλεί μόνο την ΕΕ «να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων»). Δεν υπάρχει καν η λέξη γενοκτονία (προτιμάται το «ανθρωπιστική καταστροφή»).
Ο αναγνώστης αποκομίζει την εντύπωση πως η Ευρώπη επικρίνεται σκληρά για το ουκρανικό, αλλά οι ΗΠΑ καθόλου για το μεσανατολικό.
Ο πιο πιστός σύμμαχος
Το δεύτερο μισό του κειμένου Τσίπρα που αφορά την ελληνική εξωτερική πολιτική είναι κατά τη γνώμη μου προβληματικό, ιδιαίτερα στο σκέλος για την Τουρκία, όπου ο πρώην πρωθυπουργός όχι μόνο υπερασπίζεται την εθνικιστική πολιτική του ως κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση, αλλά προτείνει την επανάληψή της σήμερα.
Ο Τσίπρας ορθώς καταγγέλλει την πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη που θέλει τη χώρα μας τον «πιο πιστό σύμμαχο» των ΗΠΑ. Περιορίζει όμως την κριτική του στο ουκρανικό. Δεν αναφέρει καθόλου την εμπλοκή μας (και της Κύπρου) στο πλευρό του Νετανιάχου και της Ουάσιγκτον στη Μέση Ανατολή, εμπλοκή που είναι για μας ακόμη πιο επικίνδυνη από αυτήν στο ουκρανικό.
Δεν είναι δύσκολο να υποθέσει κανείς γιατί αυτή η παράλειψη: η εμπλοκή μας στη Μέση Ανατολή ξεκίνησε επί κυβέρνησης Τσίπρα. Τότε άρχισε η αναβάθμιση των στρατιωτικών σχέσεων με τις ΗΠΑ, τότε προωθήθηκε το τριμερές σχήμα με το Ισραήλ (για το οποίο μάλιστα ο Τσίπρας κομπάζει και στο σημερινό του κείμενο).
Τότε ο ίδιος ο Τσίπρας αγκαλιαζόταν με τον εγκληματία ακροδεξιό πρωθυπουργό του Ισραήλ. Τώρα δε ερωτά «πού είναι το Ισραήλ» για να μας στηρίξει κατά των Τούρκων, λες και επί ημερών του θα μας στήριζε.
Μια νηφάλια τοποθέτηση για τη στάση της χώρας μας στο μεσανατολικό, ανάλογη με αυτή που προβάλλεται για το ουκρανικό, προϋποθέτει αναπόφευκτα μια γερή δόση αυτοκριτικής για τα πεπραγμένα και της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.
Τα ελληνοτουρκικά
Ως γνωστόν, η αχίλλειος πτέρνα της εξωτερικής πολιτικής του Τσίπρα, ως κυβέρνηση και ως αξιωματική αντιπολίτευση, ήταν τα ελληνοτουρκικά. Το «πνεύμα των Πρεσπών», το μεγάλο επίτευγμά του, δεν έφτασε στα ανατολικά μας σύνορα. Δυστυχώς σ’ αυτό τίποτε δεν φαίνεται να άλλαξε.
Το τμήμα του κειμένου για τα ελληνοτουρκικά ξεκινά με έναν παράξενο συλλογισμό: Η Ελλάδα, διαβάζουμε, αισθάνεται ως υπαρξιακή απειλή την Τουρκία, ενώ η Πολωνία και οι Βαλτικές χώρες «δικαιολογημένα» τη Ρωσία.
Η εξωτερική πολιτική Μητσοτάκη (υποθέτω της ευθυγράμμισης με την «ευρωπαϊκή αντιρωσική υστερία»), είναι «λογική» γι’ αυτές, όχι όμως για την Ελλάδα. Ο αναγνώστης μπορεί άρα να συναγάγει πως η χώρα μας κατ’ αναλογία θα ήταν λογικό να υιοθετήσει μια «αντιτουρκική υστερία».
Κατ’ αρχάς το ότι η Τουρκία αποτελεί για μας υπαρξιακή απειλή ελέγχεται. Η θεωρία πως η γείτονας αποσκοπεί στην εξαφάνισή μας ως κράτος δεν πείθει. Όμως και αν ακόμη υφίσταται υπαρξιακή απειλή και μάλιστα από μια μεγαλύτερη γείτονα, πώς την αντιμετωπίζουμε; Ασφαλώς με αποτροπή, αλλά και με διπλωματία, διάλογο, αμοιβαίους συμβιβασμούς. Όχι βέβαια με πόλεμο, μονομερείς ενέργειες και προκλήσεις.
Δεν είναι λογική η πολιτική των Πολωνών και των Βάλτων να συντάσσονται με τα «γεράκια», να προκαλούν ρητορικά τη Μόσχα, να καταπιέζουν τη ρωσική μειονότητα. Δεν είναι λογική μια πολιτική της Ελλάδας που με διάφορα προσχήματα αποφεύγει τον διάλογο, αναγορεύει σε αδιαπραγμάτευτες ή και ανύπαρκτες όλες τις διαφορές μας με την Τουρκία, αρνείται το δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού στη μειονότητα της Θράκης.
Το περίεργο είναι πως το κείμενο Τσίπρα αναγνωρίζει μεν πως η αποτροπή πρέπει να συνοδεύεται από διπλωματική στρατηγική «ώστε να μην φτάσουμε σε σημείο σύγκρουσης», ταυτόχρονα όμως επικαλείται ως παράδειγμα προς μίμηση την «αποφασιστικότητα» που επέδειξε το 2018 η κυβέρνησή του με την περίφημη «επανακούμβηση» και κομπάζει για τη στρατηγική περικύκλωσης και αποκλεισμού της Τουρκίας από την Ανατολική Μεσόγειο που εφάρμοσε (σχήμα «3+1», EastMed).
Φθάνει δε μέχρι να επαναφέρει την τυχοδιωκτική πρόταση για μονομερή επέκταση των χωρικών μας υδάτων στην Ανατολική Μεσόγειο στα 12 μίλια. Φαντασθείτε, εν μέσω δύο πολέμων στη γειτονιά μας, με την Τουρκία ενισχυμένη και περιζήτητη από όλους, να διακινδυνεύαμε έναν τρίτο πόλεμο, δοκιμάζοντας την αξιοπιστία της Τουρκίας! Πρόκειται φυσικά για «διπλωματία» σε λογική σύγκρουσης, όχι επίλυσης διαφορών και ειρήνης.
Μα ακόμη και για τις ευρωτουρκικές σχέσεις ο συγγραφέας του κειμένου δεν φαίνεται να κατανοεί πως ναι μεν είναι εύλογο να διασυνδέουμε την πρόοδό τους με την προώθηση εθνικών στόχων, όμως σήμερα, περισσότερο από ποτέ, θα ήταν ολέθριο για μας να καταγραφούμε ως η χώρα που εμποδίζει την προσέγγιση της Άγκυρας με την Ευρώπη.
Συνοψίζω:
Η «Νέα Εθνική Πυξίδα» του Αλέξη Τσίπρα περιέχει πράγματι όσον αφορά την Ουκρανία και την Ευρώπη θέσεις που δεν είναι μεν νέες διεθνώς, δεν έχουν όμως διατυπωθεί τόσο σαφώς από τις προοδευτικές δυνάμεις στη χώρα μας και θα έπρεπε κατά τη γνώμη μου να αποτελέσουν τη βάση για μια προοδευτική ή και εθνική θέση. Αξίζει και να προβληθούν σε ευρωπαϊκό επίπεδο, όπου, ακόμη και στην Αριστερά, κυριαρχούν επικίνδυνες φιλοπόλεμες αντιλήψεις.
Η «Πυξίδα» Τσίπρα «μασάει τα λόγια της» όσον αφορά το μεσανατολικό, αποφεύγοντας την κάθετη αντιπαράθεση με την πολιτική και τα εγκλήματα του καθεστώτος Νεντανιάχου και των ΗΠΑ.
Όσον αφορά την ελληνική εξωτερική πολιτική, η ορθή καταδίκη της πολιτικής Μητσοτάκη στο ουκρανικό, δεν επεκτείνεται στην ακόμη πιο επικίνδυνη στάση του στο Μεσανατολικό.
Στα ελληνοτουρκικά η «Πυξίδα» δεν κομίζει τίποτε το νέο, αλλά αντίθετα επαναφέρει, άμεσα ή έμμεσα, την εθνικιστική πολιτική που ο Αλέξης Τσίπρας ακολούθησε ως κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση. Είναι πρόβλημα ο Τσίπρας να επανέρχεται στην εθνική σκηνή χωρίς ίχνος αυτοκριτικής για τα «εθνικά».
Δεδομένου πως η «Πυξίδα» εγγράφεται σε ένα εγχείρημα για ενότητα των προοδευτικών δυνάμεων, και με δεδομένα τα όσα λένε σήμερα για τα «εθνικά» θέματα ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ και όσα δεν λέει η Νέα Αριστερά, χρειάζεται νομίζω μεγάλη προσοχή ώστε το κρίσιμο τμήμα του κειμένου για την ελληνική εξωτερική πολιτική και τα ελληνο-τουρκικά να μην καταστεί η ενοποιητική πλατφόρμα για το εγχείρημα της ενότητας, οπότε θα βρισκόμασταν να οικοδομούμε αντί για λαϊκό, ένα «πατριωτικό», δηλαδή εθνικιστικό, μέτωπο.