Τις τελευταίες μόνο μέρες έχουν έρθει στη δημοσιότητα 3 υποθέσεις βιασμών ανηλίκων και ενός βιασμού μιας 19χρονης, μέσα μάλιστα στο ΑΤ Ομονοίας, μετά από πλήθος άλλων τέτοιων δημοσιοποιημένων περιστατικών. Παρατηρείται αύξηση των καταγγελιών ή πρόκειται για αύξηση του φαινομένου της σεξουαλικής βίας;
Διαχρονικά δεν έχουμε στοιχεία για τα θύματα σεξουαλικής βίας, οπότε δεν μπορούμε να ξέρουμε τι γίνεται. Το πλήθος όλων αυτών των περιστατικών που δημοσιοποιούνται τώρα και λαμβάνουν μεγάλη έκταση στα ΜΜΕ, είναι προς διερεύνηση αν σημαίνει αύξηση του φαινομένου ή απλά τους δίνουμε μεγαλύτερη σημασία. Το περιστατικό με την 12χρονη στον Κολωνό προκαλεί προφανώς το κοινωνικό αίσθημα, αλλά όλα αυτά δεν είναι καινούργια. Συμβαίνει χρόνια σε διάφορα παιδιά, σε διάφορες καταστάσεις και με διαφορετικούς τρόπους. Επίσης, δεν είναι όλα τα περιστατικά ίδια ως προς τις αιτίες τους: άλλοι παράγοντες οδηγούν σε βιασμούς παιδιών από τον πατέρα, π.χ. ψυχολογικοί, άμεσα κοινωνικοί, κτλ, και άλλοι όταν μιλάμε για οργανωμένο έγκλημα.
Οι βιασμοί ανηλίκων στην Ελλάδα αφορούν κυρίως σε ενδοοικογενειακή βία ή κυκλώματα εκμετάλλευσης;
Και τα δύο. Αυτές οι υποθέσεις δεν εμφανίζονται πάντα με τον ίδιο τρόπο. Αν δούμε, για παράδειγμα την ιστορία της πορνείας, θα διαπιστώσουμε ότι στο παρελθόν και στην Ευρώπη είχαμε πάμπολλες περιπτώσεις φτωχών κοριτσιών 13 και 14 χρονών που εκδίδονταν σε οίκους ανοχής. Να θυμίσουμε επίσης ότι και στην Ελλάδα πολλά κορίτσια από την επαρχία που δούλευαν σε σπίτια σε μεγάλες πόλεις ως οικιακοί βοηθοί, έπεφταν συχνότατα θύματα σεξουαλικής κακοποίησης από τα αφεντικά, πράγμα που ήταν ανεκτό και μάλιστα ενοχοποιούσαν τις ίδιες. Σήμερα η γενική στάση απέναντι σε τέτοιες καταστάσεις έχει αλλάξει. Παραμένει, όμως, γεγονός ότι η εμπορευματοποίηση των πάντων, η εκτεταμένη φτώχεια, η συστηματική κακοποίηση με πλήθος τρόπων, οι κυρίαρχες κοινωνικές αξίες και η απουσία του κράτους, βρίσκονται στη βάση και των δύο κατηγοριών βιασμών ανηλίκων.
Το περιστατικό βιασμού μέσα στο ΑΤ Ομονοίας από 2 αστυνομικούς, καταδεικνύει, κατά τη γνώμη σας, το αίσθημα ατιμωρησίας που κυριαρχεί στους κόλπους της αστυνομίας; Πώς είναι δυνατόν να συνέβη κάτι τέτοιο;
Καταρχήν, ανεξαρτήτως αν πρόκειται για βιασμό ή ερωτική συνεύρεση, να πούμε ότι σε ένα χώρο δουλειάς, πόσο μάλλον όταν είναι αστυνομικό τμήμα, δεν έχει θέση η προσωπική ζωή. Ακόμα και αν το αστυνομικό τμήμα δεν περιλαμβάνει όλους τους χώρους ενός κτιρίου, θεωρείται ότι όλο το κτίριο τελεί υπό μία ειδική κατάσταση. Η εκδήλωση μιας τέτοιας δραστηριότητας εκεί, ακόμα και αν δεν ήταν βιασμός, είναι ούτως ή άλλως ποινικά κολάσιμη. Το δεύτερο ζήτημα είναι πώς όντως μπόρεσε να συμβεί κάτι τέτοιο μέσα σε ένα ΑΤ. Έχουμε κάθε λόγο να υποθέσουμε ότι ο δράστης μιας τέτοιας πράξης νιώθει ασφαλής ότι δεν θα έχει συνέπειες. Για να νιώσει κάποιος ασφαλής, σημαίνει ότι είτε έχει την πεποίθηση, ότι μπορεί να το κάνει επειδή έχει ξαναγίνει κάτι τέτοιο και δεν είχε κυρώσεις, είτε ότι γνωρίζει πως προκειμένου να μην εκτεθεί η υπηρεσία, κανείς δεν θα μιλήσει. Αν πρόκειται για βιασμό, ανοίγει βέβαια το ζήτημα του πώς συμπεριφέρονται οι άνθρωποι που έχουν ταχθεί να υπηρετούν τον νόμο.
Όπως τίθεται το ζήτημα τι συνέπειες έχει αυτό στην κοινωνία. Δηλαδή, η αστυνομία, στην οποία θα πρέπει να απευθυνθούν οι επιζήσασες για καταγγελία, έχει στους κόλπους της ανθρώπους που διέπραξαν το ίδιο και μάλιστα μέσα σε αστυνομικό τμήμα.
Είναι προφανές ότι διαρρηγνύεται κάθε διάσταση εμπιστοσύνης που μπορεί να έχει ο πολίτης στην αστυνομία. Εκεί που ήδη κάποιοι άνθρωποι μπορεί να ήταν επιφυλακτικοί, σε σχέση με την συμπεριφορά της αστυνομίας για παράδειγμα, όταν πήγαιναν στο αστυνομικό τμήμα, τώρα θα υπάρχει ο φόβος της θυματοποίησης αυτού του είδους… Τέτοιες καταστάσεις, όπως ξέρουμε από την έρευνα και τη βιβλιογραφία, συμβαίνουν μόνο σε δικτατορικά καθεστώτα, σε καθεστώτα με μεγάλο έλλειμα δημοκρατίας και άρα σε αστυνομίες που βρίσκονται υπό διάλυση. Δείχνει, επίσης, το μεγάλο πρόβλημα του κράτους στην επαγγελματική διαμόρφωση των στελεχών του. Αν οι αστυνομικοί που ενσαρκώνουν την ιδέα του κράτους ως καταναγκαστικού μηχανισμού για να μας προστατεύει, συμπεριφέρονται έτσι, σημαίνει ότι αποδιαρθρώνεται το κράτος. Γι’ αυτό και οι αντιδράσεις θα πρέπει να είναι τέτοιες που να αποκαθιστούν το αίσθημα εμπιστοσύνης και μέσα στο σώμα και έξω απ’ αυτό.
Έχουμε δει πολλά περιστατικά αστυνομικής βίας στο παρελθόν. Τώρα είδαμε και περίπτωση βιασμού, ταυτόχρονα ακούγεται πιθανή εμπλοκή αστυνομικών στην υπόθεση στον Κολωνό και αυτές τις μέρες έγινε γνωστή και η συμμετοχή αστυνομικών σε κύκλωμα πλαστών εγγράφων στην Κρυσταλλοπηγή. Μπορούμε να μιλήσουμε για φαινόμενο εκτεταμένης διαφθοράς της αστυνομίας και συμμετοχής της σε εγκληματικές δραστηριότητες;
Τη διαφθορά στην αστυνομία δεν την έχουμε διερευνήσει ποτέ στην Ελλάδα. Υπάρχει υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων και άλλες υπηρεσίες που διερευνούν οικονομικά ζητήματα, αλλά δεν έχουμε ερευνήσει το φαινόμενο συνολικά, τις αιτίες και τις διαστάσεις του. Αυτό συμβαίνει λόγω των ελλείψεων του ίδιου του κράτους να ερευνά αυτούς τους οργανισμούς, αλλά και γιατί η μεγάλη κυρίως διαφθορά μπορεί να καταγγελθεί μόνον εκ των έσω, γεγονός που είναι εξαιρετικά δύσκολο στην Ελλάδα, αφού δεν υπάρχουν σοβαρά προγράμματα προστασίας μαρτύρων, υπονομεύονται οι μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος, αλλά και οι εισαγγελικές αρχές αντιμετωπίζουν πλήθος προβλημάτων και οργανωσιακών και άλλων. Την έκταση της διαφθοράς στην αστυνομία δεν την ξέρουμε, ιδίως της μεγάλης διαφθοράς. Αυτό όμως που ξέρουμε σίγουρα, είναι ότι δεν υπάρχει οργανωμένο εγκληματικό δίκτυο που να μην ενδιαφέρεται να έχει πρόσβαση στους μηχανισμούς καταστολής.
Και δεν φαίνεται να υπάρχει και καμία πρόθεση να διερευνηθούν όλα αυτά. Ο Κ. Μητσοτάκης στην τελευταία ομιλία του για την αστυνομία, μίλησε για μεμονωμένα περιστατικά που τροφοδοτούν μια άδικη κριτική εις βάρος της.
Εγώ θα περίμενα από έναν πρωθυπουργό να είναι ενημερωμένος για τις εκθέσεις της Διεθνούς Αμνηστίας, του Συνήγορου του Πολίτη και του Εθνικού Μηχανισμού για την αστυνομική αυθαιρεσία και μια πιο ρεαλιστική απάντηση για όλα αυτά που συμβαίνουν. Το ότι δεν πρόκειται για μεμονωμένα περιστατικά, το δείχνει το νούμερο των ίδιων των περιστατικών! Είναι δεδομένο ότι πολλές κυβερνήσεις, ειδικά οι δεξιές, δεν δέχονται ιδεολογικά ότι μπορεί η αστυνομία να παράγει έγκλημα. Από τη στιγμή που δεν το δέχονται αυτό, θεωρούν ότι για όλα τα περιστατικά φταίνε κάποιοι διεφθαρμένοι αστυνομικοί και δεν βλέπουν ότι το ίδιο το σύστημα οργάνωσης, το σύστημα ελέγχου και εκπαίδευσης, οι συνθήκες εργασίας των αστυνομικών παράγουν έγκλημα.
Τι πρέπει, λοιπόν, να κάνουμε για να αντιμετωπίσουμε τόσο τη σεξουαλική βία, όσο και την αστυνομική βία και αυθαιρεσία;
Όσον αφορά στη σεξουαλική βία, θα πρέπει οι αστυνομικοί να λάβουν ειδική εκπαίδευση για να χειρίζονται τέτοιες υποθέσεις, αλλά και η οργάνωση της αστυνομίας πρέπει να προσαρμοστεί. Δεν επαρκούν τα σεμινάρια, το περιστασιακό και προσχηματικό ενδιαφέρον. Από εκεί και πέρα, μας χρειάζεται ένα σύστημα σοβαρής κοινωνικής πρόληψης. Αντί να μιλάμε για ευνουχισμούς και θανατικές ποινές, που πέραν ότι είναι φασιστικά, είναι και αναποτελεσματικά μέτρα, θα έπρεπε να δούμε πώς δεν θα φτάνουμε στο σημείο παιδιά, γυναίκες και νεαρά αγόρια να βιάζονται. Το μυαλό των βιαστών δεν είναι διαφορετικό από αυτό των υπολοίπων, τα κίνητρα για τα εγκλήματα αυτά διαμορφώνονται και γίνονται ανεκτά μέσα στην κοινωνία. Και μην ξεχνάμε ότι πριν από χρόνια, κάποια από αυτά τα εγκλήματα, δεν θεωρούνταν εγκλήματα. Σε προηγούμενες εποχές ακόμα και 12χρονα κορίτσια αναγκάζονταν να παντρευτούν από τις οικογένειες τους για οικονομικούς λόγους. Τι νομίζουμε ότι τους συνέβαινε; Δεν ήταν βιασμοί αυτοί; Σε σχέση με την αστυνομική βία, χρειάζονται μια σειρά από μεταρρυθμίσεις, που κάποτε πρέπει να συζητήσουμε σοβαρά. Για παράδειγμα, είναι καταστροφική η ύπαρξη αστυνομικών πολλών ταχυτήτων, που έχει διαμορφωθεί τα τελευταία χρόνια. Οι αστυνομικοί θα πρέπει να έχουν την ίδια εκπαίδευση, με τον ίδιο τρόπο και τη δυνατότητα επαγγελματικής εξέλιξης σε όλη την κλίμακα ιεραρχίας. Είναι ο μόνος τρόπος να δημιουργηθεί ένα ενιαίο ιδεολογικά σώμα και να εκπαιδεύεται με τρόπους συμβατούς με ένα κράτος δικαίου… Επίσης, σήμερα η μόνη αστυνομία που βλέπουμε στον δρόμο, είναι τα ΜΑΤ και η ομάδα ΔΙΑΣ: αυτού του τύπου η αστυνόμευση έχει αποτύχει. Εκτός αυτών, χρειάζονται να δει κάποιος και τις συνθήκες δουλειάς των ίδιων των αστυνομικών για να αποφεύγονται οι ποικίλες εντάσεις.
*Η Σοφία Βιδάλη είναι καθηγήτρια Εγκληματολογίας και Αντεγκληματικής Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο