Macro

Σοφία Βιδάλη: Αστυνομική βία και αυθαιρεσία: Δεν είναι πρόβλημα, είναι πολιτική επιλογή

Δύο ακόμα περιστατικά ακραίας βίας μέσα σε ΑΤ ήρθαν να προστεθούν στον μακρύ τελικά κατάλογο των ωμοτήτων που βαρύνουν την Ελληνική Αστυνομία εδώ και αρκετά χρόνια. Δεν πρόκειται για μεμονωμένα περιστατικά: κανείς πια δεν μπορεί να επικαλείται αυτό το «παραμύθι». Και δεν είναι μεμονωμένα περιστατικά επειδή επαναλαμβάνονται συνεχώς παρόμοιες περιπτώσεις, επειδή οι υπαίτιοι πέφτουν «στα μαλακά» ή αθωώνονται, επειδή κανένα ουσιαστικό μέτρο δεν φαίνεται να θεσπίζεται για την αποτροπή τέτοιων περιστατικών (από την κάλυψη λειτουργικών αναγκών έως την ειδική εκπαίδευση για την ήπια αστυνόμευση), επειδή ούτε οι προϊστάμενοι των δραστών έχουν συνέπειες και επιπλέον οι έρευνες έχουν συχνά χαρακτηριστεί ως ανεπαρκείς και από τα δικαστήρια. Το πρόβλημα παραμένει. Και δεν είναι πρόβλημα, είναι πολιτική επιλογή: η καταστολή, ο φόβος απέναντι στον οποιοδήποτε «δεν μας μοιάζει», ο ρατσισμός, ο εξευτελισμός με πρόσχημα την αποτροπή αντιδράσεων των συλλαμβανομένων, η αοριστία των διατάξεων για την προσαγωγή, η άγνοια νόμου από τους αστυνομικούς, η πρόσληψη προσωπικού πολλών ταχυτήτων στην αστυνομία και η ελλιπής περιοδική αξιολόγηση ικανότητας και άλλα πολλά δείχνουν ότι δεν είναι μόνον η ατιμωρησία και η ανοχή που πλαισιώνει την κατάχρηση εξουσίας από την αστυνομία, αλλά ότι είναι πολιτική επιλογή να φέρονται οι αστυνομικοί βάναυσα και κάποια αστυνομικά τμήματα να είναι χώροι μαρτυρίου για τους κρατούμενους.
 
«Μα δεν είναι όλοι οι αστυνομικοί έτσι και αυτοί που έκαναν τέτοιες πράξεις θα τιμωρηθούν», είναι ο αντίλογος. Προφανώς δεν είναι όλοι οι αστυνομικοί έτσι και προφανώς, υπάρχουν χιλιάδες αστυνομικοί που δεν συμφωνούν με αυτά και δεν λειτουργούν έτσι. Το θέμα είναι όμως ότι οι δολοφονίες και τα βασανιστήρια μέσα σε χώρους που το κράτος έχει υπό τον έλεγχό του δεν αποτιμώνται ποσοτικά: η ανθρώπινη αξιοπρέπεια και η ζωή δεν είναι στατιστικό δεδομένο. Επίσης, είναι κρίσιμο ότι αυτές οι πρακτικές δεν αφορούν όλους, αλλά κάποιες ομάδες ατόμων ημεδαπών και αλλοδαπών, νέων που είναι οι πλέον ορατοί στον δρόμο, οι πλέον στιγματισμένοι, οι πλέον απαξιωμένοι από το κράτος και από εμάς όλους, είναι τα εύκολα θύματα για κάθε τι που απασχολεί τον δημόσιο χώρο. Αυτές οι ομάδες πληθυσμού ζουν με τον φόβο της αστυνομίας.
 
Υπάρχει όμως και ένα άλλο ζήτημα που δείχνει ότι πρόκειται για πολιτική επιλογή: οι αστυνομικοί που υπηρετούν σε μονάδες στον δρόμο, αλλά και σε ΑΤ υποβάλλονται υπό αυτές τις συνθήκες σε μια διαδικασία άτυπης εκπαίδευσης – πρακτικής μέσω της οποίας, αφενός, μαθαίνουν ότι ο νόμος δεν ισχύει γι’ αυτούς (μια ματιά στις Εκθέσεις του Συνηγόρου του Πολίτη θα μας πείσει) και, αφετέρου, μαθαίνουν ότι έτσι λύνονται τα προβλήματα και ότι αν δεν προσαρμοστούν στις πρακτικές που έρχονται από παλιά, δεν μπορούν να επιβιώσουν μέσα στην υπηρεσία. Το κράτος «εκπαιδεύει» τα στελέχη του σε αυτές τις μορφές βίας. Αυτό είναι το ζήτημα.
 
Θα μπορούσε κάποιος να περιγράφει επί μακρόν τα όσα καταμαρτυρούνται σε βάρος και της αστυνομίας, αλλά και μεμονωμένων αστυνομικών. Όμως έχει νομίζω σημασία να επισημάνουμε μια άλλη διάσταση των πραγμάτων που φαίνεται να αποτελεί μέρος μιας πρακτικής συγκάλυψης. Δηλαδή ότι τα δύο περιστατικά που έχουν προκύψει τις τελευταίες μέρες –ο βασανισμός στο ΑΤ του Αγ. Παντελεήμονα και ο απαγχονισμός- αυτοκτονία (;) στο ΑΤ Ομόνοιας– όχι μόνον αποτελούν ακραίες καταστάσεις που πρέπει να προβληματίσουν και τους απλούς αστυνομικούς και να προκαλέσουν συζητήσεις και ανακατατάξεις, έχουν «εξαφανιστεί» από την επικαιρότητα. Πώς; Προβάλλοντας και υπερ-προβάλλοντας ένα άλλο σημαντικό ζήτημα, την εγκληματικότητα ανηλίκων. Έτσι συγκαλύπτονται, αφενός, οι πραγματικοί υπεύθυνοι (όπως εξάλλου για τα Τέμπη κλπ) και, αφετέρου, διαχέεται τόσος φόβος και ανησυχία στην κοινωνία για τα «παιδιά της», που είναι προϋπόθεση για την αποδοχή κάθε είδους καταστολής. Ποιος κερδίζει από όλα αυτά; Να ένα ζήτημα που πρέπει να απασχολήσει.
 
Η Σοφία Βιδάλη είναι καθηγήτρια εγκληματολογίας και αντεγκληματικής πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.