Macro

Σοφία Βιδάλη: Αναποδιές (όπως μεμονωμένα περιστατικά) και εγκλήματα του κράτους

«…Δεν έχουμε και πολλά εδώ στον Έβρο, ιδίως στο Σουφλί,
 
τώρα μας στέρησαν και την πλούσια φύση, που ήταν ίσως το σημαντικότερο που είχαμε.
 
Το αμπέλι μου και τα δένδρα μου κάηκαν,
 
δεν πρόλαβα να κλάψω γιατί κάθε μέρα έπρεπε να κλαίμε για κάτι άλλο πολύ πιο σοβαρό….»
 
 
Βαγγέλης Φακούδης,
διευθυντής στο Γυμνάσιο Σουφλίου (από λίστα εσωτερικής αλληλογραφίας
 
 
Η διαδοχή καταστροφικών γεγονότων, απάνθρωπων εγκλημάτων και ταπεινωτικών καταστάσεων το φετινό καλοκαίρι είναι μάλλον πρωτοφανής για τη χώρα μας· εκτός από ανθρώπινα θύματα και ζημιές προκαλεί και ευρύτερες συνέπειες στην κοινωνική ζωή, στην ψυχολογία των πολιτών στις μεταξύ τους σχέσεις και στη στάση τους απέναντι στο κράτος, τα κόμματα, την πολιτική.
 
Δεν είναι μόνο τα γεγονότα που άλλαξαν τις ζωές χιλιάδων ανθρώπων και έχουν σχέση με την κλιματική αλλαγή, όπως οι πυρκαγιές και η πλημμύρα. Είναι και αυτά που δείχνουν πώς λειτουργεί η ελληνική κοινωνία, που αποκαλύπτουν τις συλλογικές πρακτικές και αντιλήψεις για τους ανθρώπους και τις κοινωνικές σχέσεις, όπως το έγκλημα στα Τέμπη, το ναυάγιο της Πύλου, η δολοφονία στο Blue Horizon. Θα μου πείτε όλα αυτά είναι εγκλήματα; Τα περισσότερα τυπικά όχι, θα ήταν η απάντηση. Αυτό όμως που με κάποιο τρόπο συνδέει μεταξύ τους τα γεγονότα που προανέφερα, είναι άλλο: είναι η κοινωνική βλάβη που προκαλούν και η απουσία κράτους, εκεί που όφειλε να είναι παρών και σε πολλές περιπτώσεις, η δια παραλείψεως και η δια της αδιαφορίας παραβίαση του νόμου, τόσο του ποινικού όσο και άλλων νομικών διατάξεων από τις ίδιες τις κρατικές υπηρεσίες. Έτσι μετά από χρόνια προκύπτει ξανά η ανάγκη της παρουσίας του κράτους και ανάδειξής του μεταξύ άλλων σε ρυθμιστή των δημόσιων λειτουργιών, της οικονομίας και σε εγγυητή δικαιωμάτων.
 
 
Όταν το κράτος απουσιάζει
 
 
Σε καθένα από τα παραπάνω γεγονότα οι έρευνες θα δείξουν το μέγεθος της ποινικής ή άλλης ευθύνης. Αλλά είναι βέβαιο, ότι αυτά θα μπορούσαν να έχουν αποφευχθεί ή να έχουν πολύ λιγότερες καταστροφικές επιπτώσεις αν το κράτος ήταν παρών ως όφειλε. Δυστυχώς, φοβάμαι ότι είμαστε ενώπιον μιας κατάστασης, όπου ο κρατικός μηχανισμός παραβιάζει τυπικά ή ουσιαστικά τον νόμο, που καλείται να εφαρμόσει χρόνια τώρα σε διάφορες μορφές. Πρόκειται για τα λεγόμενα εγκλήματα του κράτους, που δεν τυποποιούνται στον ποινικό κώδικα (είναι εγκληματολογικός όρος), αλλά περιλαμβάνουν ένα ευρύ φάσμα κρατικής παρανομίας που διαπράττεται οργανωμένα ή συστηματικά, με πράξεις ή παραλείψεις ή τεχνικές επιλεκτικής εφαρμογής ή παράκαμψης του νόμου. Μέσω αυτών παραβιάζονται θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα, καταστρατηγείται η διαδικασία θέσπισης και εφαρμογής νόμων, εξυπηρετούνται εξωθεσμικά συμφέροντα. Οι συνέπειές τους βλάπτουν το άμεσο θύμα και ευρύτερες κοινωνικές ομάδες ή το κοινωνικό σύνολο. Τα εγκλήματα αυτά όχι σπάνια διαπλέκονται με το “κρατικό -εταιρικό έγκλημα”.
 
Τα εγκλήματα του κράτους εκδηλώνονται μέσα από την παραμόρφωση θεσμικών λειτουργιών (π.χ. έλεγχοι και λογοδοσία στις υποδομές και στις δημόσιες συμβάσεις), μέσα από το θεσμικό χάος (π.χ στις εργασιακές σχέσεις) και έχουν ως κοινό παράγοντα την άρνηση ή την εξουδετέρωση της δυνατότητας των αρμοδίων, να εφαρμόσουν το νόμο ή να δημιουργήσουν πραγματικούς θεσμούς ελέγχου, με στόχο το πολιτικό, οικονομικό ή άλλο όφελος· η απουσία προληπτικών μέτρων, ελέγχων και ουσιαστικής δημόσιας λογοδοσίας στις υποθέσεις της Πύλου και των Τεμπών, όπως και στις πυρκαγιές και τις πλημμύρες, αλλά και ζητήματα επιλεκτικής νομοθέτησης είναι ενδεικτικά. Ακόμα και στην περίπτωση του Blue Horizon, ο έλεγχος και οι κανόνες επαγγελματικής διαμόρφωσης του προσωπικού και έντασης της εργασίας, μπορούσαν να έχουν αποτρέψει την υπερίσχυση ακόμα και ρατσιστικών συμπεριφορών, που είναι διαδεδομένες στην κοινωνία.
 
Εκεί όμως που διαμορφώθηκαν διαστάσεις και συνέπειες, όπως αυτές του πολέμου, είναι η πλημμύρα στη Θεσσαλία και οι πυρκαγιές. Η χώρα μοιάζει να έχει βγει από βομβαρδισμούς με τρομερές συνέπειες. Ωστόσο, οι άνθρωποι χρειάζεται να προχωρήσουν και να δοθεί μια προοπτική μέσα από την αναγέννηση των κατεστραμμένων περιοχών, να αποδοθεί δικαιοσύνη (όπου διαπιστωθούν ευθύνες), να εξορθολογιστούν οι εργασιακές σχέσεις, να σχεδιαστούν πολιτικές πρόληψης, με βάση τα στοιχεία των αιτίων και των αποτελεσμάτων.
 
 
Ξεπερνώντας την καταστροφή
 
 
Στο πλαίσιο αυτό, εκτός από την υλική στήριξη, χρειάζεται να ανοικοδομηθεί η εμπιστοσύνη στους θεσμούς που τα εγκλήματα του κράτους έχουν θρυμματίσει. Προς αυτήν την κατεύθυνση χρειάζεται να αξιοποιηθούν επιστημονικές γνώσεις και τάσεις εγκληματολογικής ανάλυσης, που πέρα από τα στενά δικαστικό μέρος των υποθέσεων μπορούν, να συμβάλουν στην καλλιέργεια εμπιστοσύνης απέναντι στους θεσμούς. Τα εγκλήματα του κράτους ως αναλυτική κατηγορία (ίσως θα μπορούσε να εξετασθεί σε μελλοντικές τροποποιήσεις του Π.Κ.), είναι χρήσιμη και προς αυτήν την κατεύθυνση, διότι κατ’ αρχάς δίνει ένα όνομα σε αυτό που όλοι βλέπουν και «κάνουν πως δεν βλέπουν» και δεν έχει ακόμα «βαπτιστεί» θετικά ή αρνητικά. Η θεώρηση περί εγκλημάτων του κράτους ερευνά τους όρους και το μηχανισμό μέσω του οποίου γίνεται δυνατή η παραβίαση του νόμου από στελέχη και υπηρεσίες του κράτους, σε όλο το φάσμα το φάσμα θεσμικών εξουσιών, ενώ καθοδηγεί τον ερευνητή – ανακριτή και στις άτυπες σχέσεις σε μια υπηρεσία. Βέβαια δεν πρόκειται για εύκολη υπόθεση.
 
Η πρώτη δυσκολία που αντιμετωπίζει η έρευνα για τα εγκλήματα του κράτους είναι η άρνηση, που παρουσιάζεται με πολλές όψεις: δεν είναι έγκλημα (είναι φυσική καταστροφή, ο υπάλληλος βγάζει λεφτά και ευχαρίστως μεταφέρει ποτά στη θάλασσα κ.λπ.)· δεν φταίω εγώ, δεν φταίει η υπηρεσία (φταίει η κλιματική κρίση, οι μετανάστες που φεύγουν από τον τόπο τους κ.λπ.) · δεν ήταν έτσι (ήταν ατύχημα, ήταν εμπρησμός από τούρκους πράκτορες κ.λπ.) και τι ήθελε το θύμα εκεί (π.χ. τι ήθελαν οι μετανάστες στο δάσος) κ.λπ.· μετάθεση ευθυνών –φταίνε οι άλλοι (φταίει ο υπάλληλος, οι ράγες, κλπ). Όταν προβάλλονται ουσιαστικά τέτοιες αιτιάσεις, η έρευνα μάλλον πρέπει να ανοίξει, αντί να κλείσει.
 
Ένα ακόμα χαρακτηριστικό των εγκλημάτων του κράτους είναι οι πρακτικές συγκάλυψης (πάλι μέσα από τη μετάθεση ευθυνών, τον κατακερματισμό αρμοδιοτήτων, την αξιοποίηση πελατειακών σχέσεων αλλά και το μαύρο χρήμα ή ακόμα και εκβιάσεις κλπ). Όλα αυτά δημιουργούν και ένα πέπλο προστασίας πολιτικών και οικονομικών συμφερόντων που βρίσκονται πίσω από κάθε καταστροφή (μια επισκόπηση στην παγκόσμια εμπειρία θα σας πείσει), η αποκάλυψη των οποίων και ιδίως η ποινική καταδίκη τους δεν είναι προφανώς εύκολη, αλλά δεν είναι και ανέφικτη.
 
Δεν είναι εδώ ο χώρος για να αναλύσουμε περισσότερο αυτήν την εγκληματολογική κατηγορία παρανομιών. Ωστόσο υποστηρίζω, ότι αν διερευνήσουμε τα γεγονότα που προαναφέρθηκαν μέσα από το «φακό» αυτής της θεώρησης, προκύπτει, ότι αυτά δεν είναι αποτελέσματα αναποδιάς, ατυχίας, κακών υπαλλήλων ή εργοδοτών, χαλασμένων μηχανημάτων κλπ, αλλά αποτέλεσμα συγκεκριμένων πολιτικών, που τα προηγούμενα χρόνια και σήμερα αποδιάρθρωσαν, αποστελέχωσαν, απαξίωσαν και φτωχοποίησαν από μέσα το δημόσιο τομέα μετατρέποντας τα πάντα σε αγορά και αξιοποιώντας προϋπάρχοντα δίκτυα πελατειακών σχέσεων. Σήμερα βλέπουμε τα αποτελέσματα: δεν φταίει επομένως η πολιτική, ούτε όλοι οι πολιτικοί, αλλά οι συγκεκριμένες πολιτικές (και δευτερευόντως συγκεκριμένοι πολιτικοί). Τα εγκλήματα του κράτους έχουν σχέση με πολιτικές, δεν περιορίζονται στις παρανομίες μεμονωμένων ατόμων. Η αξιοποίηση τέτοιων θεωρητικών εργαλείων στη δικαιοσύνη και στο σχεδιασμό πολιτικής, μπορεί να δώσει μια διαφορετική προοπτική στη δικαστική έρευνα, που να υπερβαίνει τη «μονοκαλλιέργεια των συνακροάσεων», να εμφυσήσει ένα ψήγμα αισιοδοξίας στα θύματα και τις οικογένειές τους και να συμβάλλει στη διαμόρφωση ουσιαστικών πολιτικών πρόληψης και να ξανακαλλιεργήσει την εμπιστοσύνη στους θεσμούς. Διαφορετικά, οι άνθρωποι θα μένουν στο ψυχολογικό, ιδεολογικό και κοινωνικό χάος, στην απόγνωση και στην πλήρη καχυποψία, απέναντι στο μόνο φορέα, που εκτός από την καταστολή, μπορεί να προστατέψει από την εκμετάλλευση των ανθρώπων από ανθρώπους και να αμβλύνει την ανθρώπινη δυστυχία, δηλαδή το κράτος. Γιατί τελικά, ακόμα και οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής δεν είναι φυσικό φαινόμενο, αλλά εντάσσονται στον παγκόσμιο καπιταλισμό και αυτή η διαπίστωση πρέπει να γίνει κοινό κτήμα στους ανθρώπους μέσω της επιστροφής στην πολιτική, πέρα από εφήμερα και ρηχά μιντιακά συνθήματα. Αλλιώς τότε θα χαθούμε.΄
 
Η Σοφία Βιδάλη είναι καθηγήτρια εγκληματολογίας και αντεγκληματικής πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.