Macro

Σία Αναγνωστοπούλου: Rearm Europe ή από το κράτος ειρήνης στο κράτος πολέμου

Έγραφε ο Ένγκελς το 1882 σε επιστολή του στον Κάουτσκι: «Για να μπορεί να παλέψει κανείς χρειάζεται πρώτα ένα σταθερό έδαφος να σταθεί, αέρα, φως και χώρα. Αλλιώς, όλα είναι σκέτη φλυαρία». Η διατύπωση αυτή του Ένγκελς μου έρχεται διαρκώς στο μυαλό, έστω και από άλλο δρόμο και (σίγουρα) σε άλλη διαδρομή, από τη στιγμή που η νέα «Μεγάλη Ιδέα» –το Rearm Europe (όπως εξάλλου και το Rearm Greece)– είναι το μείζον θέμα της ευρωπαϊκής και ελληνικής πολιτικής. Το Rearm Europe είναι ίσως η πιο κομβική στιγμή των πολλών τελευταίων δεκαετιών όπου η Αριστερά, μετά από ήττες, σοσιαλδημοκρατικές οπισθοχωρήσεις και αμφιταλαντεύσεις, καλείται να ορίσει με δύναμη, επάρκεια και αγωνιστικότητα το σταθερό έδαφος, ώστε να σταθούν αυτοί και αυτές που καλούνται να αγωνιστούν. Αέρας, φως και χώρα!

Είμαστε απέναντι στο Rearm Europe, χωρίς «ναι μεν, αλλά» για πολλούς λόγους, που συμπυκνώνονται σε έναν: Ειρήνη. Ειρήνη, ωστόσο, όχι ως απλό σύνθημα εναντίον του πολέμου. Η ειρήνη ως πολιτική, ιδεολογική δέσμευση, ως θεωρία και πράξη, στο πλαίσιο της οποίας εμπεριέχονται όλες οι άλλες δεσμεύσεις, της δημοκρατίας, της ισότητας, της δικαιοσύνης, της ευημερίας, της ελευθερίας.

Ο επανεξοπλισμός δεν είναι αναγκαιότητα

Εν ολίγοις, αυτό το κράτος –το κράτος ειρήνης– αυτή η Ευρώπη –η Ευρώπη ειρήνης– στα οποία δεσμεύτηκαν οι αριστερές, σοσιαλιστικές και εν μέρει οι φιλελεύθερες δυνάμεις μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, δεν ήταν ένα επίτευγμα που συντελέστηκε κάποτε, ενώ «τώρα οι εποχές άλλαξαν, τα προβλήματα είναι νέα και επομένως χρειάζονται άλλες απαντήσεις». Ποτέ το κράτος ειρήνης δεν ήταν συντελεσμένο σε κάποια ιδανική εποχή και τώρα που «άλλαξε ο κόσμος» επιτάσσεται ως αναγκαιότητα ο επανεξοπλισμός. Το κράτος ειρήνης, η Ευρώπη ειρήνης, ήταν μια διαρκής πρόκληση, ένας διαρκής αγώνας που κέρδιζε έδαφος χάρη στην ετοιμότητα των πολιτικών δυνάμεων που κινητοποιούσαν τις κοινωνίες ως συλλογικά υποκείμενα και αντιστρατεύονταν τη λογική της κοινωνίας των ατόμων. Η επαναφορά της λογικής του πολέμου στα πρότυπα των παραμονών του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου οφείλεται στη δραματική αλλαγή των πολιτικών, κοινωνικών, κινηματικών συσχετισμών δύναμης, ήδη από τη δεκαετία του ’90.

Το Rearm Europe και σε εθνικό επίπεδο το Rearm Greece (λες και η Ελλάδα δεν είναι η τρίτη χώρα διεθνώς σε αμυντικές δαπάνες με 3,2% του ΑΕΠ της), καταφέρνει ισχυρό πλήγμα στη δημοκρατία. Ενώ το πρόβλημα του παρόντος και η δυστοπία του μέλλοντος είναι η κανονικοποίηση των αυταρχικών εξουσιών και η επελαύνουσα (φασιστική) Ακροδεξιά, η λογική του πολέμου, το κράτος και η Ευρώπη του πολέμου, ενισχύουν αυτή την κανονικοποίηση και την ακροδεξιά επέλαση. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα: σε ευρωπαϊκό επίπεδο η ήδη υπονομευμένη θεσμικά παρουσία του Ευρωκοινοβουλίου σχεδόν εξαϋλώνεται. Θα «κλαπούν» από το παρόν και το μέλλον των ευρωπαϊκών λαών 800 δισ. ευρώ με αποφάσεις της Κομισιόν όπου «τις λεπτομέρειες θα τις ρυθμίζει το ΝΑΤΟ» (Φον Ντερ Λάιεν). Οι λαοί δεν θα γνωρίζουν που πάνε τα λεφτά τους (δηλαδή το μέλλον τους) και αντί της διαρκούς διαπαιδαγώγησης στη δημοκρατία, θα διαπαιδαγωγούνται στον πόλεμο. Ας σκεφτούμε απλώς τι έδαφος στήνεται στο γερμανικό ναζιστικό κόμμα AfD, όταν ο κοινός νους συγκροτείται με όρους πολεμικούς και αντιδημοκρατικούς.

Υπονόμευση της δημοκρατίας στην Ελλάδα

Σε εθνικό επίπεδο, ο ήδη «χλιαρός» κοινοβουλευτικός έλεγχος στα εξοπλιστικά της χώρας –τόσο «χλιαρός» που στοίχισε στους πολίτες δισεκατομμύρια ευρώ σε μίζες σε προηγούμενα χρόνια– εξαφανίζεται και αυτός. Στο όνομα του «πολεμικού κατεπείγοντος», λοιπόν, η αρμοδιότητα για τα εξοπλιστικά (δηλαδή για τα 28 δισ. συν όσα δανειστούμε από το SAFE) θα είναι στην αρμοδιότητα του επιτελικού κράτους στο Μαξίμου, μια γραμματεία δηλαδή υπό την άμεση επίβλεψη του πρωθυπουργού. Ναι, πρόκειται για την ίδια μεθοδολογία που βιώσαμε με την ΕΥΠ, τις υποκλοπές και όλα τα υπόλοιπα. Η πλήρης κανονικοποίηση της υπονόμευσης της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου, στο όνομα του «εχθρού» τώρα και όχι πλέον των μητσοτατικών μεταρρυθμίσεων. Στο όνομα του εθνικού συμφέροντος, το οποίο ορίζει, προπαγανδίζει με όλους τους τρόπους και εμπεδώνει έναν πολεμικό κοινό νου. Στην Ελλάδα ειδικά, η πλήρης κανονικοποίηση της λογικής του μητσοτακικού-δεξιού καθεστώτος είναι προ των πυλών, αν δεν υπάρξει σθεναρή αντίσταση.

Σε ό,τι μας αφορά λοιπόν, σε ό,τι αφορά την Αριστερά (σοσιαλιστική, ριζοσπαστική, κλπ) οι παγιδεύσεις σε ρητορείες περί την αμυντική αυτονομία της ΕΕ πρέπει να αποφευχθούν και να αποδομηθούν άμεσα. Η κοινή ευρωπαϊκή αμυντική πολιτική προϋποθέτει πολιτική εμβάθυνσης, ισχυρούς δημοκρατικούς θεσμούς και φυσικά κοινή εξωτερική πολιτική. Το Rearm Europe είναι ένα «μικρό ή διαφοροποιημένο ΝΑΤΟ» μέσα στο ΝΑΤΟ. Ένας παράλληλος «καταμερισμός εργασίας» ανάμεσα σε ΗΠΑ και ΕΕ. Η αμυντική αυτονομία απέναντι στις ΗΠΑ είναι ένας τεράστιος μύθος, αφού, πρώτον, οι αμερικανικές αμυντικές βιομηχανίες θα απορροφούν 40% και πλέον των ευρωπαϊκών αμυντικών δαπανών, αλλά και μέσω του «μικρού ΝΑΤΟ» θα επιτευχθεί η αύξηση των αμυντικών δαπανών στην ΕΕ, όπως έτσι κι αλλιώς ζητούσε ο Τραμπ, στο όνομα όμως της αμυντικής αυτονομίας. Ωστόσο, το κρίσιμο ερώτημα που καλείται να θέτει η Αριστερά, και γύρω από αυτό να συγκροτήσει το δικό της σταθερό έδαφος, αφορά αυτούς που επωφελούνται. Ποιοι επωφελούνται από τη νέα «Μεγάλη Ιδέα», από αυτό το MEGA (Make Europe Great Again); Επωφελούνται σίγουρα κάποια κράτη, με πρώτη τη Γερμανία, τη Γαλλία φυσικά (όπου ο «μικρός Μακρόν» φαντασιώνεται μεγαλεία), την Ιταλία της Μελόνι και υποτάσσονται τα ασθενέστερα κράτη, όπως η Ελλάδα. Ο επανεξοπλισμός μεγαλώνει πολύ περισσότερο την υποταγή απ’ όσο η οικονομική κρίση. Επωφελούνται τα ολιγοπώλια, αμυντικά και τεχνολογικά.

Ενίσχυση των ολιγοπωλίων και της εξάρτησης

Εδώ χρειάζεται μια μεγάλη συζήτηση που η Αριστερά οφείλει να ανοίξει. Αν το πρόβλημα της εποχής είναι τα ολιγοπώλια, αν ο ολιγοπωλιακός έλεγχος των νέων τεχνολογιών –κυρίως της τεχνητής νοημοσύνης– έχουν οξύνει τις ανισότητες, το Rearm θεμελιώνεται σε αυτήν ακριβώς τη λογική.

Αν το ερώτημα, λοιπόν, είναι η αποβιομηχάνιση της Ευρώπης (και της Ελλάδας φυσικά), αν είναι η καθυστέρηση της καινοτομίας, αν είναι ο πλήρης ολιγοπωλιακός έλεγχος, αν το ερώτημα είναι η εξάρτηση και η ανασφάλεια της Ευρώπης –παραγωγική, βιομηχανική, τεχνολογική– με το Rearm αυτά ενισχύονται. Η ΕΕ ως Ένωση λαών μετατρέπεται σε έδαφος ολιγοπωλίων. Η οικονομία πολέμου των ολιγοπωλίων δεν προσφέρει θέσεις εργασίας, προσφέρει την πλήρη νομιμοποίηση της ελαστικοποίησης της εργασίας.

Όσον αφορά το κράτος πρόνοιας, την κοινωνική δικαιοσύνη, την άμβλυνση των ανισοτήτων, το Rearm σηματοδοτεί το τέλος μιας «μεγάλης εποχής». Τόσο σε επίπεδο ευρωπαϊκό –οι πολιτικές συνοχής, κοινής αγροτικής πολιτικής, η θεμελιώδης κατάκτηση του δημόσιου (παιδεία, υγεία, έρευνα, κράτος πρόνοιας)– ως πεδία αποδυνάμωσης των ανισοτήτων εξουδετερώνονται υπό το βάρος του πολεμικού προσκλητήριου. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, το Rearm ολοκληρώνει τον πόλεμο εναντίον των κοινωνιών, αυτόν που άνοιξε η χρηματιστηριακή ενοποίηση και η οικονομική κρίση. Ο νεοφιλελευθερισμός και τα ολιγοπώλια έχουν ανάγκη από άτομα, όχι από κοινωνίες. Και εδώ εντοπίζεται το μεγαλύτερο πρόβλημα. Γιατί η οικονομία του πολέμου δεν ανοίγει πόλεμο μόνο στο παρόν των κοινωνιών, αλλά κυρίως στο αύριο, παροξύνοντας την κλιματική κρίση, τις υγειονομικές κρίσεις, τη στεγαστική κρίση, την ακρίβεια. Η ζωή και ο θάνατος του πλανήτη, των πόρων του και των ανθρώπων του, θυσιάζονται στο όνομα του «σαλπίσματος», να γλυτώσουμε από την υπαρξιακή για την ΕΕ απειλή. Να υπενθυμίσουμε, όμως, ότι η «υπαρξιακή απειλή», δηλαδή η Ρωσία, έχει τόσο αμυντικό προϋπολογισμό όσο …η Ισπανία!

Η ΕΠΟΧΗ