Βρισκόμαστε πλέον κοντά στην εφαρμογή της Ευρωπαϊκής Οδηγίας, που αποσκοπεί στη διαμόρφωση ενός σχεδίου δράσης, που θα ευνοεί την προώθηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Ωστόσο, η ποιότητα και η έκταση της εφαρμογής δεν παύει να είναι στα χέρια αφενός της πλέον αντεργατικής κυβέρνησης της μεταπολίτευσης, αφετέρου στα χέρια ενός συνδικαλιστικού κινήματος, που η πλειονότητα της ηγεσίας του έχει σοβαρές ευθύνες για τις βαριές ήττες της τελευταίας δεκαπενταετίας και την συνεπακόλουθη αποδυνάμωση των συνδικάτων.
Το γεγονός ότι σήμερα η χώρα μας βρίσκεται στο 30% της κάλυψης από ΣΣΕ με το όριο της ΕΕ να έχει τεθεί στο 80% είναι ενδεικτικό της κατάστασης στην οποία βρισκόμαστε (και με ευθύνες της ίδιας). Είναι τέτοιας έκτασης η απορρύθμιση του εργατικού δικαίου και τόσο χαμηλότερα τα επίπεδα κατώτατου και μέσου μισθού από τις βασικές μας ανάγκες, που και το ελάχιστο να δοθεί, θα φανεί και θα είναι στ’ αλήθεια κάτι. Όταν υπάρχουν ολόκληροι κλάδοι, αλλά και οριζοντίως μια γενιά νέων εργαζομένων, που δεν έχει γνωρίσει μια υποτυπώδη εργασιακή ασφάλεια, τότε και πάλι το ελάχιστο μπορεί να φανεί και να είναι όντως κάτι. Όμως αυτό αποτυπώνει την κοινωνία των χαμηλών προσδοκιών, η οποία έχει διαμορφωθεί από τις αλλεπάλληλες ήττες της εργατικής τάξης/πρεκαριάτου, από την άγρια εφαρμογή των νεοφιλελεύθερων πολιτικών, ενώ αυτό που χρειαζόμαστε τώρα περισσότερο από ποτέ είναι ένα κοινωνικό και συνδικαλιστικό μπλοκ υψηλών προσδοκιών, που θα δράσει από κοινού για να επιβάλλει τις αλλαγές που πραγματικά χρειαζόμαστε.
Η ρωγμή που φαίνεται να έγινε εντός της ΕΕ και αποτυπώθηκε ως μια παραδοχή -επιτέλους- ότι η εργασία ως μέγεθος δεν αποτελεί τροχοπέδη για τις οικονομίες, είναι κάτι που πρέπει να εκμεταλλευτούμε. Το ζήτημα είναι ποιες συνδικαλιστικές δυνάμεις θα διαπραγματευτούν και υπό ποιο εργατικό πλαίσιο. Γιατί αν είναι να υπογράψουμε ΣΣΕ που θα επεκτείνουν π.χ. την 6ημερη εργασία και ο κατώτατος θα εξακολουθεί να ορίζεται από την κυβέρνηση, αν είναι να παραμείνει διαλυμένο το ΣΕΠΕ, τότε θα πρόκειται για επέκταση και κατοχύρωση της μιζέριας. Αν είναι όμως να βάλουμε στόχο να αποκαταστήσουμε παράλληλα όλες τις προτεραιότητες του συλλογικού εργατικού δικαίου, να κερδίσουμε λιγότερες ώρες εργασίας και μισθούς με αυξήσεις πάνω από τον πληθωρισμό, τότε ναι. Να παλέψουμε να διανοίξουμε κι άλλο τη ρωγμή. Άλλωστε τίποτα δε μας χαρίζεται. Όλα κερδίζονται με αγώνες.
Σέβη Στάικου