Συνέντευξη στην εφημερίδα “Political” και στον δημοσιογράφο Αντώνη Γκιόκα
Παρότι το κόμμα σας στηρίζει τις διερευνητικές επαφές με την Τουρκία, σας ακούσαμε να ασκείτε έντονη κριτική προς την κυβέρνηση. Τι είναι αυτό που σας ανησυχεί;
Στηρίζουμε τις διερευνητικές επαφές, στηρίζουμε το διάλογο, με σκοπό μια έντιμη συμφωνία. Η ανησυχία μας προκύπτει από την έλλειψη μιας συνολικής στρατηγικής της ΝΔ αναφορικά με την εξωτερική πολιτική. Όλη τη δύσκολη προηγούμενη περίοδο στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, η ΝΔ πορεύτηκε χωρίς πυξίδα, με αντιφάσεις και αλληλοσυγκρουόμενες κινήσεις. Καταλαβαίνουμε ότι ένας βασικός λόγος αυτής της στάσης της κυβέρνησης πρέπει να αναζητηθεί στο εσωτερικό της ΝΔ. Δυστυχώς, ο κ. Μητσοτάκης βρίσκεται σε πολιτική ομηρία, μάλιστα έχει υποκύψει στον εκβιασμό του κ. Σαμαρά και για αυτόν το λόγο δεν έχει φέρει προς ψήφιση στη Βουλή τις συμφωνίες με τη Βόρεια Μακεδονία. Όλα τα παραπάνω, κάθε άλλο παρά αποτελούν εγγύηση ότι η ΝΔ είναι ικανή να προχωρήσει ένα βιώσιμο διάλογο με την Τουρκία. Μέχρι τώρα, είναι σαφές ότι δεν υπάρχει ενημέρωση, ούτε για την ατζέντα του διαλόγου, ούτε για τους στόχους ή την τακτική που θα ακολουθήσει η κυβέρνηση της ΝΔ. Τα όσα ανέφερα δεν μπορούν να συνεχιστούν, είναι επιτακτική η χάραξη μιας συνολικής και συνεκτικής στρατηγικής.
Από τη στιγμή που η διαδικασία διαλόγου έχει ξεκινήσει, θα επιμείνετε στην ερχόμενη Σύνοδο Κορυφής στην λογική των κυρώσεων κατά της Τουρκίας;
Δεν ζητούσαμε μόνο κυρώσεις, αλλά και μια σειρά από θετικά κίνητρα στην Τουρκία, στο πλαίσιο της ΕΕ, όπως και την ενεργό συμμετοχή της χώρας μας, στον ευρωτουρκικό διάλογο που άρχισε τον περασμένο Μάρτιο. Η απουσία από αυτόν έχει ως αποτέλεσμα η Ελλάδα να μην συνεισφέρει τίποτα στη διαμόρφωση του νέου ευρωτουρκικού πλαισίου, για το οποίο, μάλιστα, αυτές τις μέρες, ανακοινώθηκε και «οδικός χάρτης». Όλα αυτά τα επιδιώκαμε για να τερματιστούν οι προκλητικές κινήσεις, και για να λειτουργήσουν ως εργαλείο, ώστε η Τουρκία να προσέλθει σε έναν βιώσιμο και ουσιαστικό διάλογο, με βάση το διεθνές δίκαιο και χωρίς προβολές ισχύος. Δυστυχώς, η κυβέρνηση Μητσοτάκη άργησε 8 μήνες να θέσει ζήτημα κυρώσεων, κι όταν το έπραξε, απέτυχε να ληφθούν. Αυτή τη στιγμή, σημασία έχει η προώθηση του διαλόγου, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι, αν η Τουρκία ξαναρχίσει τις προκλητικές κινήσεις, δεν θα ανοίξει και πάλι η συζήτηση για τις κυρώσεις.
Πώς μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να ανατρέψει το αρνητικό δημοσκοπικό περιβάλλον και να αποτελέσει ξανά διεκδικητή της εξουσίας;
Απέναντι σε μια αυταρχική και νεοφιλελεύθερη ΝΔ, που εξυπηρετεί συγκεκριμένα συμφέροντα και νομίζει ότι μπορεί να μας γυρίσει στη δεκαετία του 1960, πρέπει να προβάλλουμε ένα ξεκάθαρο όραμα για μια σύγχρονη, προοδευτική Ελλάδα ικανή να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις της νέας εποχής. Αυτό που θα πρέπει να κάνουμε, με ακόμα μεγαλύτερη ένταση απ’ ότι ήδη το κάνουμε, είναι, όχι μόνο να αναδεικνύουμε το κοινωνικά καταστροφικό έργο της κυβέρνησης, αλλά και να αναδείξουμε την προγραμματική μας πρόταση. Σύντομα, εξάλλου, θα δημοσιοποιηθεί το νέο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, στον πυρήνα του οποίου βρίσκεται ένα νέο «κοινωνικό συμβόλαιο». Διότι, μπροστά στις νέες προκλήσεις και στα δύσκολα που έρχονται, είναι απαραίτητη όσο ποτέ η θεμελίωση μιας συμμαχίας του κόσμου της εργασίας με τα νέα μεσαία στρώματα, με έμφαση στους αυτοαπασχολούμενους και τη διανοητική εργασία, παράλληλα με τους αποκλεισμένους και τους ανέργους.. Υπό αυτό το πρίσμα, είναι κρίσιμη τόσο η σχέση με τα κινήματα και τις νέες διεργασίες που φέρνει η πανδημία σε επίπεδο κοινωνίας, όσο και με τον κόσμο, ιδιαίτερα τη νέα γενιά, που απέχει από πολιτικές και εκλογικές διαδικασίες.
Γιατί υποστηρίζετε ότι η κυβέρνηση χρησιμοποιεί την πανδημία ως «ευκαιρία καταστολής»;
Γιατί αυτό ακριβώς κάνει. Η κυβέρνηση της ΝΔ, είναι μια κυβέρνηση καταστολής και κοινωνικής καταστροφής. Μέσα στην πανδημία, αντί να προσλάβει γιατρούς και νοσηλευτές, αντί να αυξήσει τα τμήματα στα σχολεία, αντί να αγοράσει νέα λεωφορεία, ώστε να μη συνωστίζονται οι πολίτες, αντί να εντείνει τους ελέγχους για την τήρηση των υγειονομικών μέτρων στους εργασιακούς χώρους, ιδρύει διαρκώς νέα αστυνομικά σώματα, βάζει την αστυνομία ακόμα και μέσα στα πανεπιστήμια, και απαγορεύει τις διαδηλώσεις. Διότι η μόνη έγνοια της είναι πώς θα προλάβει τις δίκαιες διαμαρτυρίες κατά των πολιτικών που εφαρμόζει. Δεν θέλει εργασιακά δικαιώματα, ούτε δημόσια παιδεία ή υγεία. Αλλά, όσο κι αν νομίζει ότι με την καταστολή και την παραβίαση συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων θα καταφέρει να αποφύγει τις αντιδράσεις, πλανάται πλάνην οικτρά.
Πηγή: Political