Micro

Ράνια Σβίγκου: Ο πόλεμος στην Ουκρανία και η Ευρώπη

Οι διπλωματικές διεργασίες συνεχίζονται χωρίς να είναι αυτή τη στιγμή ορατή η διέξοδος από την κρίση στην Ουκρανία. Κάθε μέρα που περνά, η ωμή ρωσική εισβολή, που παραβίασε κάθε έννοια διεθνούς δικαίου, ισοδυναμεί με ανθρωπιστική καταστροφή. Τίποτα δεν δικαιολογεί, τίποτα δεν νομιμοποιεί τη ρωσική εισβολή και τον πόλεμο στην Ουκρανία. Και σίγουρα, οι αναθεωρητικές δηλώσεις του Πούτιν και των εκπροσώπων του δημιουργούν ακόμα μεγαλύτερη ανησυχία συνολικά για την Ευρώπη.

Η δήλωση των Ευρωπαίων ηγετών που συνήλθαν την Πέμπτη στις Βερσαλλίες εκφράζει την ισχυρή τους στήριξη στην Ουκρανία, και στο επίπεδο της ανθρωπιστικής βοήθειας και σε αυτό της υποδοχής των προσφύγων, παραπέμπει όμως την υποψηφιότητά της στην Κομισιόν. Για το τελευταίο, ρόλο έπαιξαν χώρες όπως η Ολλανδία που βλέπουν με δυσθυμία την περαιτέρω διεύρυνση της ΈΕ, πόσο μάλλον μιας fast track διαδικασίας για μια υποψήφια χώρα, ακόμα κι αν σε αυτήν έχουν εισβάλει ρωσικά στρατεύματα στο έδαφός της. Μια ενδεχόμενη παραπομπή στις καλένδες της ουκρανικής υποψηφιότητας είναι λανθασμένη επιλογή και σε συμβολικό επίπεδο.

Η σημερινή τραγωδία δεν αποτελεί έναν «κεραυνό εν αιθρία»

Είναι γεγονός ότι για το πως οδηγηθήκαμε εδώ έχει ευθύνες η Ευρώπη, τόσο γιατί δεν ανέλαβε ισχυρές διπλωματικές πρωτοβουλίες ως Ένωση, όχι ως μεμονωμένες χώρες για να αποτραπεί η εισβολή, όσο και γιατί δεν ανέπτυξε ποτέ ένα στρατηγικό σχέδιο για τη σταθερότητα και την ειρήνη.

Η σημερινή τραγωδία δεν αποτελεί έναν «κεραυνό εν αιθρία». Θα πρέπει να αναλυθεί και στο πλαίσιο των συνολικών συμφραζομένων της τελευταίας 30αετίας. Δεν μπορούμε να μην σημειώσουμε την κατάρρευση των συμφωνιών του Μινσκ, και από τις δυο πλευρές, την εμφύλια σύρραξη στην Νοτιοανατολική Ουκρανία, με χιλιάδες θύματα, η οποία ξέσπασε το 2014. Και, βέβαια, δεν μπορεί κανείς να λησμονήσει, ούτε τους «ανθρωπιστικούς πολέμους» στη Γιουγκοσλαβία, το Ιράκ και αλλού, ούτε το πλήθος παραβιάσεων του διεθνούς δικαίου, από διάφορες πλευρές, την τελευταία τριακονταετία.

Εξάλλου, στο επίκεντρο όσων συμβαίνουν τις τελευταίες μέρες, βρίσκεται το ζήτημα των ορίων της επέκτασης της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας καθώς και η ισορροπία δυνάμεων και εξοπλισμών ΝΑΤΟ-Ρωσίας. Η εγκληματική κίνηση Πούτιν αποτελεί μια προσπάθεια αντίδρασης, πέραν κάθε έννοιας διεθνούς νομιμότητας, σε μια προσπάθεια «περικύκλωσης», όπως ο ίδιος την αντιλαμβάνεται, της Ρωσίας. Ως προς αυτό, οι ευθύνες της Δύσης συνολικά, και ιδίως των ΗΠΑ, επί προεδρίας Μπους, είναι δεδομένες. Η μη ανάπτυξη των δομών πανευρωπαϊκής και αδιαίρετης ασφάλειας που είχαν συμφωνηθεί την περίοδο 1997-2000, και η μη συμπερίληψη της Ρωσίας και των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης σε ένα σύστημα συλλογικής ασφάλειας, στο πλαίσιο του ΟΑΣΕ, αποτέλεσε μια χαμένη ευκαιρία για την Ευρώπη. Δυστυχώς, οι κινήσεις συνεννόησης και συνεργασίας, που είχαν σημειωθεί τη δεκαετία του 1990, όπως η ιδρυτική πράξη ΝΑΤΟ-Ρωσίας, το 1997, ή η «Χάρτα της Κωνσταντινούπολης», το 1999, δεν είχαν συνέχεια.

Κάτι φαίνεται να αλλάζει

Αυτή τη στιγμή, όμως, κάτι φαίνεται πως αλλάζει. Η ενιαία φωνή και αντίδραση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, απέναντι στη ρωσική εισβολή, θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια στρατηγικά αυτόνομη εξωτερική πολιτική και άμυνα, την οποία όλοι μας, και ιδιαίτερα η χώρα μας, οφείλει να την αποζητά και να εργάζεται γι’ αυτήν. Μια ΕΕ με ενισχυμένο ρόλο στο διεθνές προσκήνιο, θα μπορούσε να αποτελέσει έναν πόλο εξισορρόπησης και ειρήνης.

Πρέπει όμως να υπογραμμιστεί ότι για να μπορέσει να προχωρήσει αυτή η κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας θα πρέπει και να έχουν προχωρήσει οι διαδικασίες εμβάθυνσης και πολιτικής ενοποίησης στο πλαίσιο της ΕΕ, θα πρέπει να είναι ενισχυμένος ο ρόλος του Ευρωπαϊκού και των εθνικών κοινοβουλίων. Οι ίδιοι οι ευρωπαϊκοί λαοί θα πρέπει να έχουν λόγο. Η λεγόμενη στρατηγική αυτονομία της Ευρώπης στο επίπεδο της εξωτερικής πολιτικής και άμυνας δεν μπορεί να προχωρήσει ερήμην των ευρωπαϊκών λαών, όπως προχώρησε η οικονομική της ενοποίηση.

Θα πρέπει τέλος να είναι αυτόνομη από το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ, με κατεύθυνση τη σταθερότητα και την ειρήνη. Αντίθετα, εάν οι ως τώρα κινήσεις κρατών μελών της ΕΕ, όπως, για παράδειγμα, ο επανεξοπλισμός της Γερμανίας, οδηγήσουν, απλώς, στην κατεύθυνση της περαιτέρω υπαγωγής της ΕΕ στους νατοικούς σχεδιασμούς, όπως ζητούν χώρες της Βαλτικής ή η Πολωνία, τότε θα ενταθούν ακόμα περισσότερο οι διεθνείς ανταγωνισμοί, και θα οδηγηθούμε σε έναν νέο Ψυχρό Πόλεμο.

Τα παραπάνω, αποτελούν ζητήματα που ανοίγουν σήμερα, αλλά αφορούν την επόμενη μέρα. Αυτό που επείγει σήμερα, είναι ο τερματισμός του πολέμου. Διότι δεν υπάρχει τίποτα πιο βάρβαρο από μια πολεμική αναμέτρηση.

Αυτές τις δύσκολες στιγμές, επείγει η παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας στους πληττόμενους, αλλά και η άμεση αντιμετώπιση του προσφυγικού. Να οργανωθούν μόνιμες δίοδοι και δομές επανεγκατάστασης και ανθρωπιστικής στήριξης των προσφύγων στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτό, άλλωστε, αποτελεί πάγια θέση του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, ο οποίος δεν το υποστηρίζει αλά καρτ. Το υποστήριξε όταν οι πρόσφυγες έρχονταν στη χώρα μας και στις χώρες του Νότου από τον πόλεμο της Συρίας και του Αφγανιστάν, τη στιγμή που οι χώρες του Βίσενγκραντ έκλειναν τα σύνορά τους και αρνούνταν κάθε βοήθεια και κάθε μετεγκατάσταση. Διότι, για κάθε αριστερό και προοδευτικό άνθρωπο, οι πρόσφυγες και οι κατατρεγμένοι δεν διακρίνονται ούτε διαχωρίζονται σε «λευκούς και χριστιανούς», και σε «μη ευρωπαίους και αλλόθρησκους», όπως έκαναν πρόσφατα κορυφαία στελέχη της ΝΔ.

Εκτός από τις κυβερνήσεις, να ακουστούν και οι λαοί

Ο ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία στήριξε τις ισχυρές στοχευμένες κυρώσεις, όπως και την παραχώρηση καθεστώτος υποψήφιας χώρας της ΕΕ στην Ουκρανία. Εννοείται πως οι κυρώσεις αυτές δεν θα πρέπει να συγχέονται με τις διώξεις Ρώσων μαέστρων, φοιτητών ή αθλητών. Τέτοιες κινήσεις δεν έχουν καμία σχέση με την ειρήνη. Αντίθετα, είναι πρακτικές που ενισχύουν, τελικά, τον ίδιο τον Πούτιν στο εσωτερικό της Ρωσίας, αφού συμβάλλουν στο φαινόμενο της «συσπείρωσης γύρω από τον ηγέτη». Δεν θα πρέπει, λοιπόν, να απομονώσουμε τον λαό της Ρωσίας, ούτε και να δαιμονοποιήσουμε τον ρωσικό πολιτισμό, επιστρέφοντας στην εποχή και τις λογικές του Ψυχρού Πολέμου. Και, κυρίως, δεν πρέπει να αφήσουμε μόνους, τους χιλιάδες ανθρώπους στη Ρωσία που, αψηφούν τον κίνδυνο σύλληψης, φυλάκισης, περιθωριοποίησης, κατεβαίνουν στους δρόμους για να διαδηλώσουν την αντίθεσή τους στον πόλεμο του Πούτιν.

Πέρα από τις κινήσεις των κυβερνήσεων, θα πρέπει να ακουστούν και οι λαοί. Διότι, σήμερα, είναι πιο αναγκαίο από ποτέ, ένα διεθνές, πανευρωπαϊκό, αντιπολεμικό, φιλειρηνικό κίνημα, που να πιέζει και τις επιμέρους κυβερνήσεις, στην κατεύθυνση της προάσπισης του θεμελιώδους αγαθού της ειρηνικής συνύπαρξης. Ενάντια στον πόλεμο, τις πυρηνικές απειλές του Πούτιν, αλλά και την προσπάθεια εδραίωσης, από διάφορες πλευρές, ενός ψυχροπολεμικού κλίματος, είναι απαραίτητη η συγκρότηση ενός ευρύτατου παλλαϊκού μετώπου υπέρ της ειρήνης, της διπλωματίας, του διεθνούς δικαίου και της φιλίας των λαών.

Διότι, αντίθετα με όσα λέγονται και γράφονται, και στη χώρα μας, από διάφορες πλευρές, η αντίθεση στον πόλεμο και η επιδίωξη της ειρήνης, δεν αποτελεί ούτε τρόπο υπεκφυγής και καλλιέργειας ίσων αποστάσεων, ούτε, βέβαια, υποκρύπτει μια, δήθεν, φιλορωσική στάση, αλλά αποτελεί τη μόνη ορθή και δίκαιη επιλογή, απέναντι στη βαρβαρότητα και τη φρίκη του πολέμου. Και αποτελεί τη μόνη επιλογή για μια πραγματικά ενωμένη Ευρώπη.

Τέλος, υπάρχει ο κίνδυνος ο πόλεμος να μετατοπίσει την συνολική ατζέντα, στη χώρα μας και διεθνώς, προς μια κατεύθυνση που υποτιμά τις κοινωνικές διεκδικήσεις και τα κοινωνικά προβλήματα, και που δικαιολογεί τις αρνητικές επιπτώσεις μιας οξυμένης κοινωνικής κρίσης στο όνομα εξωτερικών παραγόντων όπως ο πόλεμος. Ήδη, ο ίδιος ο Μητσοτάκης χαρακτήρισε «πρόσκαιρο τίμημα» τις ανατιμήσεις και την κρίση εξαιτίας των διεθνών αναταράξεων. Ανατιμήσεις και κρίση, βέβαια, η οποία προϋπήρχε του πολέμου στην Ουκρανία.

Στο επίκεντρο, δε των συζητήσεων στην Ευρώπη βρίσκεται σήμερα η εξαίρεση των εξοπλισμών από τους υπολογισμούς του ελλείμματος. Αν η ΕΕ κάνει το λάθος και υποτιμήσει για μια ακόμα φορά τις κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις τόσο της πανδημίας, όσο και της κρίσης στην Ουκρανία, αυτό θα έχει ανυπολόγιστες ζημιές. Οι προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και του Αλέξη Τσίπρα για τη μεταρρύθμιση των ευρωπαϊκών δημοσιονομικών κανόνων και του Συμφώνου Σταθερότητας, σε κοινωνικά δίκαιη και προοδευτική κατεύθυνση είναι πιο επίκαιρες από ποτέ.

Ράνια Σβίγκου

Πηγή: Έθνος