Η δήλωση των Ευρωπαίων ηγετών που συνήλθαν την Πέμπτη στις Βερσαλλίες εκφράζει την ισχυρή τους στήριξη στην Ουκρανία, και στο επίπεδο της ανθρωπιστικής βοήθειας και σε αυτό της υποδοχής των προσφύγων, παραπέμπει όμως την υποψηφιότητά της στην Κομισιόν. Για το τελευταίο, ρόλο έπαιξαν χώρες όπως η Ολλανδία που βλέπουν με δυσθυμία την περαιτέρω διεύρυνση της ΈΕ, πόσο μάλλον μιας fast track διαδικασίας για μια υποψήφια χώρα, ακόμα κι αν σε αυτήν έχουν εισβάλει ρωσικά στρατεύματα στο έδαφός της. Μια ενδεχόμενη παραπομπή στις καλένδες της ουκρανικής υποψηφιότητας είναι λανθασμένη επιλογή και σε συμβολικό επίπεδο.
Είναι γεγονός ότι για το πως οδηγηθήκαμε εδώ έχει ευθύνες η Ευρώπη, τόσο γιατί δεν ανέλαβε ισχυρές διπλωματικές πρωτοβουλίες ως Ένωση, όχι ως μεμονωμένες χώρες για να αποτραπεί η εισβολή, όσο και γιατί δεν ανέπτυξε ποτέ ένα στρατηγικό σχέδιο για τη σταθερότητα και την ειρήνη.
Εξάλλου, στο επίκεντρο όσων συμβαίνουν τις τελευταίες μέρες, βρίσκεται το ζήτημα των ορίων της επέκτασης της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας καθώς και η ισορροπία δυνάμεων και εξοπλισμών ΝΑΤΟ-Ρωσίας. Η εγκληματική κίνηση Πούτιν αποτελεί μια προσπάθεια αντίδρασης, πέραν κάθε έννοιας διεθνούς νομιμότητας, σε μια προσπάθεια «περικύκλωσης», όπως ο ίδιος την αντιλαμβάνεται, της Ρωσίας. Ως προς αυτό, οι ευθύνες της Δύσης συνολικά, και ιδίως των ΗΠΑ, επί προεδρίας Μπους, είναι δεδομένες. Η μη ανάπτυξη των δομών πανευρωπαϊκής και αδιαίρετης ασφάλειας που είχαν συμφωνηθεί την περίοδο 1997-2000, και η μη συμπερίληψη της Ρωσίας και των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης σε ένα σύστημα συλλογικής ασφάλειας, στο πλαίσιο του ΟΑΣΕ, αποτέλεσε μια χαμένη ευκαιρία για την Ευρώπη. Δυστυχώς, οι κινήσεις συνεννόησης και συνεργασίας, που είχαν σημειωθεί τη δεκαετία του 1990, όπως η ιδρυτική πράξη ΝΑΤΟ-Ρωσίας, το 1997, ή η «Χάρτα της Κωνσταντινούπολης», το 1999, δεν είχαν συνέχεια.
Αυτή τη στιγμή, όμως, κάτι φαίνεται πως αλλάζει. Η ενιαία φωνή και αντίδραση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, απέναντι στη ρωσική εισβολή, θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια στρατηγικά αυτόνομη εξωτερική πολιτική και άμυνα, την οποία όλοι μας, και ιδιαίτερα η χώρα μας, οφείλει να την αποζητά και να εργάζεται γι’ αυτήν. Μια ΕΕ με ενισχυμένο ρόλο στο διεθνές προσκήνιο, θα μπορούσε να αποτελέσει έναν πόλο εξισορρόπησης και ειρήνης.
Θα πρέπει τέλος να είναι αυτόνομη από το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ, με κατεύθυνση τη σταθερότητα και την ειρήνη. Αντίθετα, εάν οι ως τώρα κινήσεις κρατών μελών της ΕΕ, όπως, για παράδειγμα, ο επανεξοπλισμός της Γερμανίας, οδηγήσουν, απλώς, στην κατεύθυνση της περαιτέρω υπαγωγής της ΕΕ στους νατοικούς σχεδιασμούς, όπως ζητούν χώρες της Βαλτικής ή η Πολωνία, τότε θα ενταθούν ακόμα περισσότερο οι διεθνείς ανταγωνισμοί, και θα οδηγηθούμε σε έναν νέο Ψυχρό Πόλεμο.
Αυτές τις δύσκολες στιγμές, επείγει η παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας στους πληττόμενους, αλλά και η άμεση αντιμετώπιση του προσφυγικού. Να οργανωθούν μόνιμες δίοδοι και δομές επανεγκατάστασης και ανθρωπιστικής στήριξης των προσφύγων στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτό, άλλωστε, αποτελεί πάγια θέση του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, ο οποίος δεν το υποστηρίζει αλά καρτ. Το υποστήριξε όταν οι πρόσφυγες έρχονταν στη χώρα μας και στις χώρες του Νότου από τον πόλεμο της Συρίας και του Αφγανιστάν, τη στιγμή που οι χώρες του Βίσενγκραντ έκλειναν τα σύνορά τους και αρνούνταν κάθε βοήθεια και κάθε μετεγκατάσταση. Διότι, για κάθε αριστερό και προοδευτικό άνθρωπο, οι πρόσφυγες και οι κατατρεγμένοι δεν διακρίνονται ούτε διαχωρίζονται σε «λευκούς και χριστιανούς», και σε «μη ευρωπαίους και αλλόθρησκους», όπως έκαναν πρόσφατα κορυφαία στελέχη της ΝΔ.
Ο ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία στήριξε τις ισχυρές στοχευμένες κυρώσεις, όπως και την παραχώρηση καθεστώτος υποψήφιας χώρας της ΕΕ στην Ουκρανία. Εννοείται πως οι κυρώσεις αυτές δεν θα πρέπει να συγχέονται με τις διώξεις Ρώσων μαέστρων, φοιτητών ή αθλητών. Τέτοιες κινήσεις δεν έχουν καμία σχέση με την ειρήνη. Αντίθετα, είναι πρακτικές που ενισχύουν, τελικά, τον ίδιο τον Πούτιν στο εσωτερικό της Ρωσίας, αφού συμβάλλουν στο φαινόμενο της «συσπείρωσης γύρω από τον ηγέτη». Δεν θα πρέπει, λοιπόν, να απομονώσουμε τον λαό της Ρωσίας, ούτε και να δαιμονοποιήσουμε τον ρωσικό πολιτισμό, επιστρέφοντας στην εποχή και τις λογικές του Ψυχρού Πολέμου. Και, κυρίως, δεν πρέπει να αφήσουμε μόνους, τους χιλιάδες ανθρώπους στη Ρωσία που, αψηφούν τον κίνδυνο σύλληψης, φυλάκισης, περιθωριοποίησης, κατεβαίνουν στους δρόμους για να διαδηλώσουν την αντίθεσή τους στον πόλεμο του Πούτιν.
Διότι, αντίθετα με όσα λέγονται και γράφονται, και στη χώρα μας, από διάφορες πλευρές, η αντίθεση στον πόλεμο και η επιδίωξη της ειρήνης, δεν αποτελεί ούτε τρόπο υπεκφυγής και καλλιέργειας ίσων αποστάσεων, ούτε, βέβαια, υποκρύπτει μια, δήθεν, φιλορωσική στάση, αλλά αποτελεί τη μόνη ορθή και δίκαιη επιλογή, απέναντι στη βαρβαρότητα και τη φρίκη του πολέμου. Και αποτελεί τη μόνη επιλογή για μια πραγματικά ενωμένη Ευρώπη.
Στο επίκεντρο, δε των συζητήσεων στην Ευρώπη βρίσκεται σήμερα η εξαίρεση των εξοπλισμών από τους υπολογισμούς του ελλείμματος. Αν η ΕΕ κάνει το λάθος και υποτιμήσει για μια ακόμα φορά τις κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις τόσο της πανδημίας, όσο και της κρίσης στην Ουκρανία, αυτό θα έχει ανυπολόγιστες ζημιές. Οι προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και του Αλέξη Τσίπρα για τη μεταρρύθμιση των ευρωπαϊκών δημοσιονομικών κανόνων και του Συμφώνου Σταθερότητας, σε κοινωνικά δίκαιη και προοδευτική κατεύθυνση είναι πιο επίκαιρες από ποτέ.
Ράνια Σβίγκου