Macro

Ψηφιακό Κόμμα: Πανάκεια ή Απειλή;

Το τελευταίο διάστημα έχει αναπτυχθεί προβληματισμός γύρω από το θέμα του Ψηφιακού Κόμματος, ενώ στην απόφαση της τελευταίας Π.Γ. περιέχεται η δημιουργία Ψηφιακής Πλατφόρμας για τα μέλη και τους οπαδούς του ΣΥΡΙΖΑ.

Η συζήτηση αυτή δεν προκαλεί έκπληξη. Τα τελευταία χρόνια στην Ευρώπη -αλλά και πέραν αυτής- αναπτύσσεται έντονος προβληματισμός για το οργανωτικό κομματικό μοντέλο και τη συμβολή της τεχνολογίας στο μετασχηματισμό των κομματικών σχηματισμών. Προβληματισμός που προέρχεται από μία γενική διαπίστωση για τα φαινόμενα απαξίωσης της κομματικής συμμετοχής, ειδικά στις νεότερες ηλικίες.

Ταυτόχρονα, πέραν της θεωρητικής προσέγγισης, παρατηρούμε την πρακτική εφαρμογή της ενσωμάτωσης ψηφιακών μέσων στη λειτουργία και τις διαδικασίες κομμάτων, όπως οι Podemos, το Εργατικό Κόμμα της Μ. Βρετανίας και το κίνημα των 5 Αστέρων στην Ιταλία.

Θα ήταν περίεργο εάν αυτός ο προβληματισμός δεν άγγιζε ένα κόμμα της Ριζοσπαστικής Αριστεράς όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, ιδιαίτερα στην παρούσα συγκυρία, η οποία χαρακτηρίζεται μεταξύ άλλων και από την αδιαμφισβήτητη βούληση για το μετασχηματισμό, την ενδυνάμωση και το άνοιγμα του κόμματος στην κοινωνία.

Το παρόν δεν φιλοδοξεί να αναλύσει πλήρως το θέμα, ούτε να προτείνει το ιδανικό οργανωτικό μοντέλο, αλλά με αφορμή επιχειρήματα -πολλές φορές αντικρουόμενα- τα οποία έχουν τεθεί ήδη στον δημόσιο διάλογο να εκφράσει κάποιες διαπιστώσεις και ερωτήματα.

Γενικότερα, η ριζοσπαστική Αριστερά οφείλει να αντιμετωπίζει την ψηφιακή τεχνολογία θετικά, χωρίς φόβο αλλά ταυτόχρονα χωρίς διάθεση μυθοποίησης των ψηφιακών μέσων. Η ψηφιοποίηση αποτελεί μέσο για την υλοποίηση πολιτικών αποφάσεων. Εν προκειμένω η χρήση μιας ψηφιακής πλατφόρμας καλείται να υπηρετήσει συγκεκριμένες ανάγκες και να βοηθήσει στην επίτευξη συγκεκριμένων στόχων. Η προσέγγιση των νεότερων ηλικιών, η ενίσχυση του εσωτερικού διαλόγου, η σωστή και έγκαιρη ενημέρωση στο εσωτερικό του κόμματος είναι ενδεικτικά -αν και όχι εξαντλητικά- κάποιοι από αυτούς.

Όσο και εάν η χρήση της ψηφιακής τεχνολογίας αποτελεί και σημειολογικά μία τομή στη λειτουργία μας και ανασχηματίζει τις διαδικασίες μας, από μόνη της δεν μπορεί να οδηγήσει στο κόμμα που οραματιζόμαστε. Αναγκαία προϋπόθεση για την αξιοποίηση της, είναι ο καθορισμός των οργανωτικών στόχων μας με σαφήνεια, επαρκή ανάλυση και ειλικρίνεια.

Ισχυρό επιχείρημα για τη λειτουργία ηλεκτρονικής πλατφόρμας αποτελεί η ενίσχυση της συμμετοχής των μελών του κόμματος που η παραδοσιακή λειτουργία των οργανώσεων δεν προάγει στο βαθμό που επιθυμούμε. Πραγματικά, η ψηφιακή συμμετοχή με την καταγεγραμμένη έκφραση άποψης μπορεί να αξιοποιηθεί θετικά από το κόμμα. Όμως, η ίδια αυτή η μορφή άμεσης δημοκρατίας μπορεί να καταντήσει κενό γράμμα, εάν δεν συνοδεύεται από την ύπαρξη ενός διαφανούς μηχανισμού o οποίος θα έχει τα μέσα και τη βούληση και θα θέτει κανόνες, ώστε οι απόψεις που κατατίθενται να αξιοποιούνται από το κόμμα, και δεν θα επιτρέπει τη μετατροπή της πλατφόρμας σε εργαλείο εκτόνωσης. Ας μην παραγνωρίζουμε ότι η συμμετοχή δεν ταυτίζεται αναγκαία με την συνδιαμόρφωση της άποψης, που αποτελεί το ζητούμενο του συμμετέχοντα σε έναν διάλογο. Παράδειγμα αποτελούν οι δημόσιες διαβουλεύσεις των νομοθετικών πρωτοβουλιών, οι οποίες κατά γενική ομολογία ελάχιστα έχουν αποδώσει.

Η διεθνής εμπειρία εμφανίζεται πολλές φορές ως έτοιμη και δοκιμασμένη λύση. Η πιο προσεκτική ανάλυση όμως της εμπειρίας των άλλων κομμάτων καταδεικνύει ότι η άνοδος και η πτώση της επιρροής τους δεν συνδέονται μονοσήμαντα με τη διαδικασία μετατροπής τους σε ψηφιακό κόμμα. Επίσης, δεν μπορούμε να αγνοούμε τις ιδιαιτερότητες κάθε περίπτωσης, πχ οι Podemos ξεκίνησαν ως κόμμα-δίκτυο και ταυτόχρονα είναι ένα βαθιά αρχηγικό και ιδιαίτερα πολυτασικό κόμμα. Αντίθετα, το Labor Party του Κόρμπυν, με διαφορετική μακρόχρονη κομματική παράδοση, διατηρεί έναν ισχυρό παραδοσιακό κομματικό μηχανισμό που διαθέτει «βαρύ» καταστατικό λειτουργίας. Επομένως, στην υλοποίηση της ψηφιακής πλατφόρμας του ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να ληφθούν υπόψη παράγοντες όπως: η ιστορία του κόμματος, η ψηφιακή και πολιτική ωριμότητα της ελληνικής κοινωνίας, η αντίληψη για τη συλλογικότητα στον τόπο μας.

Η συζήτηση για την ηλεκτρονική πλατφόρμα εμφανίζεται ως Η ΛΥΣΗ για τα οργανωτικά προβλήματα του κόμματος, εξοστρακίζοντας από τον διάλογο άλλα ζητήματα εξίσου ή περισσότερο καθοριστικά. Οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι πέραν της συζήτησης και της απόφασης επί των θέσεων του κόμματος, η δράση των μελών -και των φίλων- είναι βασικός στόχος. Η αδράνεια των μελών μας και η μη συμμετοχή σε συλλογικές δράσεις -παραδοσιακές ή μη- εκφυλίζουν το κόμμα σε χώρο συζητήσεων και ζυμώσεων και όχι σε ενεργό μηχανισμό με κοινωνική παρέμβαση των μελών του.

Με δεδομένο ότι δεν υπάρχει πουθενά η έτοιμη μαγική συνταγή για να την εισάγουμε και να την εφαρμόσουμε αυτούσια -εξάλλου όλα μας τα βήματα τα τελευταία χρόνια χαρακτηρίζονται από την «πρωτοτυπία» τους-, πρέπει να αντιμετωπίσουμε τη νέα αυτή πρόκληση ως πείραμα με σταδιακή και προσεκτική υλοποίηση βημάτων (αυτό που οι τεχνοκράτες θα ονόμαζαν οδικό χάρτη – roadmap). Η εμπειρία εξάλλου διδάσκει ότι η υλοποίηση κάθε έργου απέχει συνήθως σημαντικά από την αρχική εξαγγελία. Αυτή η απόσταση μπορεί να καλυφθεί ικανοποιητικά μόνο εάν το εγχείρημα αντιμετωπισθεί με επαγγελματισμό και εκμετάλλευση της διαθέσιμης τεχνογνωσίας εντός και εκτός κόμματος.

Τέλος, μια πτυχή η οποία δεν πρέπει να αγνοηθεί είναι το γεγονός ότι η εισαγωγή νέων μέσων επικοινωνίας και συμμετοχής των μελών μπορεί να οδηγήσει στον αποκλεισμό μιας άλλης μερίδας. Στο σχεδιασμό των νέων διαδικασιών και εργαλείων πρέπει να προβλεφθεί η δυνατότητα ισότιμης συμμετοχής όλων, ανεξάρτητα από το επίπεδο των ψηφιακών δυνατοτήτων τους, υπηρετώντας την αρχή του μη αποκλεισμού. Επιθυμούμε να εντάξουμε νέα μέλη, αλλά αυτό δεν μπορεί να σημάνει τον αποκλεισμό και επομένως τη σταδιακή περιθωριοποίηση των παλιότερων συντρόφων μας.

Συμπερασματικά, η ψηφιακή πλατφόρμα είναι μια αναγκαιότητα που απαιτεί ταυτόχρονα τόλμη και σύνεση στην εφαρμογή της. Η ορθή εφαρμογή της -που έχει λάβει υπόψη όλους τους παράγοντες- δεν είναι απειλή για την λειτουργία και την ανάπτυξη του κόμματος, μπορεί να αποτελέσει μοχλό ενίσχυσης, όμως δεν αποτελεί από μόνη της τη λύση για την επίλυση όλων των προβλημάτων.

Δεν πρέπει να λησμονήσουμε ότι το ιδεολογικό στίγμα, οι θέσεις στα προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας, και η δράση μας μέσα στους χώρους και τις συλλογικότητες, θα καθορίσουν την πορεία μας το επόμενο διάστημα και σε αυτό τον αγώνα η τεχνολογία μπορεί να σταθεί πολύτιμος αρωγός.

 

Η Νίκη Μπουλιγαράκη είναι στέλεχος Πληροφορικής, Μέλος του συντονιστικού του Τμήματος Ψηφιακής Πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ

Πηγή: Η Αυγή