Macro

Πώς ο καταναλωτής μετατρέπεται σε προϊόν

Ο,τι πράττει κάποιος στο διαδίκτυο, ό,τι κλικάρει, όλα τα δεδομένα αυτά διοχετεύονται σε εξελιγμένα συστήματα τεχνητής νοημοσύνης που δομούν μοντέλα τα οποία προβλέπουν τις πράξεις των χρηστών και πωλούνται στους διαφημιζόμενους.

Το επιχειρηματικό μοντέλο που εφαρμόζουν η Facebook, το Τwitter, το Linkedin, οι υπόλοιπες εταιρείες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης του πλανήτη είναι ενδεχομένως πιο επικίνδυνο και από το αντίστοιχο των εταιρειών παραγωγής όπλων και των μεγάλων εμπόρων… ναρκωτικών.

Βασίζεται και αυτό στον εθισμό, στη χειραγώγηση και στη στυγνή εκμετάλλευση του χρήστη των «δωρεάν» υπηρεσιών που παρέχουν οι πλατφόρμες τους. Ο χρήστης αποτελεί προϊόν, το οποίο διαμορφώνεται από το ίδιο το μέσο κοινωνικής δικτύωσης -και τα εξελιγμένα συστήματα τεχνητής νοημοσύνης που διαθέτει- και πωλείται σε όσες εταιρείες επιθυμούν να διαφημιστούν στην πλατφόρμα του.

Οι δωρεάν υπηρεσίες (επικοινωνίας, ανταλλαγής φωτογραφιών, μηνυμάτων, σχολίων, βίντεο, επιβράβευσης, συζήτησης κ.λπ.) που παρέχει το μέσο έχουν βασικό σκοπό να κρατήσουν όσο πιο πολύ μπορούν στην εφαρμογή τον χρήστη και να αντλήσουν όσο το δυνατόν περισσότερα δεδομένα για τη ζωή του. Κάθε ενέργεια του χρήστη παρακολουθείται και καταγράφεται. Οτιδήποτε σταματά για να κοιτάξει στο κινητό του τηλέφωνο, ο χρόνος που το παρακολουθεί, η συχνότητα των επισκέψεών του σε μια ιστοσελίδα, οι αναρτήσεις του, τα σχόλιά του, οι φωτογραφίες του, τα ενδιαφέροντά του, οι φόβοι του, όλα συνιστούν δεδομένα και συνδιαμορφώνουν μια εικόνα για τον χρήστη και την προσωπικότητά του.

Τα δεδομένα αυτά διοχετεύονται σε εξελιγμένα συστήματα τεχνητής νοημοσύνης τα οποία λειτουργούν με ελάχιστη ανθρώπινη παρέμβαση. Σε απίστευτα γρήγορες ταχύτητες τα συστήματα αυτά αναλύουν τα δεδομένα και δομούν μοντέλα που προβλέπουν τις πράξεις των χρηστών.

Ο,τι πράττει κάποιος στο διαδίκτυο, ό,τι κλικάρει, χρησιμοποιείται για τη δημιουργία ενός πιο ακριβούς μοντέλου το οποίο πωλείται στους διαφημιζόμενους. Ο χρήστης μετασχηματίζεται έτσι σε εμπόρευμά τους, συνιστά προϊόν το οποίο μάλιστα χάρη στις δυνάμεις της τεχνητής νοημοσύνης διαμορφώνεται. Κατανοώντας τις αιτίες που πυροδοτούν τις αντιδράσεις των ανθρώπων, οι μηχανές τεχνητής νοημοσύνης που χρησιμοποιούν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης «φυτεύουν» στον νου των χρηστών (και ειδικά των ιδιαίτερα ευάλωτων παιδιών και εφήβων) ασυναίσθηστες συνήθειες -όπως, π.χ., η αποδοχή μέσω των likes- οι οποίες αλλάζουν σταδιακά τις συμπεριφορές τους και τους επαναπρογραμματίζουν. Απώτερος στόχος αυτής της διαδικασίας είναι η μετατροπή των χρηστών σε βέλτιστο προς πώληση προϊόν στους διαφημιζόμενους.

Οι περισσότερες διαφημίσεις που πωλούνται μέσα από τις πλατφόρμες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης είναι «pay per click». Οι διαφημιζόμενοι πληρώνουν δηλαδή τις εταιρείες social media για κάθε φορά που ένα άτομο κάνει κλικ σε μια διαφήμισή τους η οποία εμφανίζεται στο κινητό του ή στον υπολογιστή του. Παρ’ όλο που κάθε κλικ δεν κοστίζει πολλά, ο όγκος τους είναι τεράστιος και αποφέρει δισεκατομμύρια δολάρια στις εταιρείες.

Η μεγαλύτερη εταιρεία social media, η Facebook, έχει 2,8 δισεκατομμύρια ενεργούς χρήστες μηνιαίως και συνολικά μαζί με τις άλλες μεγάλες πλατφόρμες που κατέχει (Instagram, Messenger, Whatsapp) 2,9 δισεκατομμύρια. Τα δεδομένα αυτής της τεράστιας βάσης χρηστών συγκεντρώνονται και υφίστανται επεξεργασία από τους αλγόριθμους της Facebook με απώτερο στόχο τη στοχευμένη και προσωποποιημένη διαφήμιση. Οι διαφημιζόμενοι πληρώνουν τη Facebook προκειμένου να καταστήσουν τις διαφημίσεις τους ορατές στους χρήστες της. Οι διαφημίσεις τους εμφανίζονται στοχευμένα και μόνο σε άτομα που ταιριάζουν με ορισμένα χαρακτηριστικά τα οποία καθορίζουν οι αλγόριθμοι της Facebook. Και φέρνουν χρήμα.

Πέρυσι κάθε χρήστης της Facebook έφερε σε αυτήν κατά μέσο όρο εισπράξεις 10,14 δολαρίων. Τα συνολικά περσινά έσοδά της άγγιξαν το εκρηκτικό ποσό των 86 δισ. δολαρίων, που αποτελεί νέο ρεκόρ. Ηταν περίπου 15 δισ. δολάρια υψηλότερα από το 2019 και πάνω από το 1/3 αυτών (29,1 δισ. δολάρια) ήταν καθαρά κέρδη. Το 98% των εσόδων προήλθε από τη διαφήμιση, ενώ μόλις το 2% από άλλες μορφές εσόδων, αν και αρκετοί υποψιάζονται ότι τόσο η Facebook όσο και οι άλλες μεγάλες εταιρείες του διαδικτύου που πλουτίζουν χάρη στα δεδομένα των χρηστών τους πουλούν κρυφά μέρος αυτών σε ασφαλιστικές εταιρείες και εταιρείες παροχής υπηρεσιών υγείας, αποκομίζοντας ακόμη μεγαλύτερα έσοδα και κέρδη.

Σε κάθε περίπτωση, τα λεφτά είναι πάρα πολλά και είναι απόρροια του επιχειρηματικού μοντέλου, της τεράστιας βάσης χρηστών και βέβαια των μονοπωλιακών πρακτικών που τόσο η Facebook όσο και οι υπόλοιποι κολοσσοί του διαδικτύου εφαρμόζουν.

Διαθέτοντας τεράστια ποσά για επενδύσεις, οι εταιρείες αυτές αγοράζουν εδώ και χρόνια οποιαδήποτε εταιρεία ξεπηδά στον τομέα τους και αποτελεί δυνητική απειλή για τη δεσπόζουσα θέση που κατέχουν στις αγορές τους. Στη συνέχεια ή τις ενσωματώνουν στις δραστηριότητές τους ή τις… δολοφονούν, σκοτώνοντας μαζί και κάθε έννοια ανταγωνισμού.

Αποκαλύψεις από πρώην στέλεχος

Σήμερα, τρία χρόνια μετά το σκάνδαλο της Cambridge Analytica με τη διαρροή προσωπικών δεδομένων εκατομμυρίων χρηστών, μαθαίνουμε λεπτομέρειες για τις αθέμιτες μεθόδους χειραγώγησης πολιτών χάρη σε ένα πρώην στέλεχός της. Η Σόφι Ζανγκ εργαζόταν στο Facebook από τον Ιανουάριο του 2018 ώς τον Σεπτέμβριο του 2020, οπότε και απολύθηκε για «χαμηλή επίδοση».

Σήμερα η Ζανγκ, σε ένα μακροσκελές υπόμνημα, αποκαλύπτει ότι οι κακές πρακτικές τις οποίες κλήθηκε να εντοπίσει και να διορθώσει ζουν και βασιλεύουν στο μέσο. Oπως καταγγέλλει, εντόπισε «πολυάριθμες κραυγαλέες απόπειρες ξένων κυβερνήσεων να εκμεταλλευτούν την πλατφόρμα για να παραπλανήσουν τους πολίτες τους» και επικρίνει την εταιρεία για την αποτυχία της να αντιμετωπίσει αυτές τις καταχρήσεις. Τα παραδείγματα αυτά αφορούν τουλάχιστον 25 χώρες, οι περισσότερες στην Ασία και τη Λατινική Αμερική, αλλά και την Αλβανία, την Ιταλία, την Πολωνία και την Ουκρανία.