ΜΙΑ ΥΠΟΥΡΓΙΚΗ απόφαση για τον καθορισμό των προστίμων του ΣΕΠΕ ανήκει στην κατηγορία των γεγονότων που θα προσέξουν ελάχιστοι αλλά θα επηρεάσουν τη ζωή πάρα πολλών. Με την απόφασή του το υπουργείο Εργασίας αλλάζει τον τρόπο υπολογισμού και το ύψος του συνόλου των προστίμων του ΣΕΠΕ –εκτός της αδήλωτης εργασίας– μειώνοντας συντριπτικά και οριζόντια το ύψος των προστίμων, ενώ ταυτόχρονα επιφυλάσσει ευνοϊκότερη μεταχείριση για τους συστηματικά παραβατικούς εργοδότες και τις μεγάλες επιχειρήσεις. Ας μιλήσουμε όμως συγκεκριμένα.
Πλέον, το ανώτατο ύψος των προστίμων πέφτει στα 8.000 ευρώ από τα 50.000, ενώ ενδεικτικό των μειώσεων είναι ότι οι παραβάσεις για αδήλωτη υπερεργασία και υπερωρία που έφταναν συχνά και τα 15.000 ευρώ για μεγάλες και υπότροπες επιχειρήσεις τώρα θα τιμωρούνται με 400 και 1.000 ευρώ, αντίστοιχα. Ταυτόχρονα, η αναλογικότητα στο ύψος των προστίμων με βάση το μέγεθος της επιχείρησης καταργείται τελείως για μια κατηγορία παραβάσεων της εργατικής νομοθεσίας, ενώ για τις υπόλοιπες περιορίζεται στον αριθμό των εργαζομένων στο κατάστημα, αντί στο σύνολο της επιχείρησης όπως ίσχυε μέχρι σήμερα. Αν στα παραπάνω προστεθεί και η ελάχιστη προσαύξηση που θα φτάνει το ανώτερο στο 20% του αρχικού προστίμου, στη θέση του διπλασιασμού που ίσχυε μέχρι τώρα, έχουμε μπροστά μας το ολοκληρωτικό ξήλωμα του συστήματος κυρώσεων του ΣΕΠΕ. Αυτό που κοστολογείται τόσο φτηνά από την τωρινή κυβέρνηση δεν είναι τίποτε άλλο από την προστασία των δικαιωμάτων των εργαζομένων.
ΦΑΙΝΕΤΑΙ πως η προηγούμενη περίοδος άφησε ένα επικίνδυνο παράδειγμα, το ότι είναι εφικτό να αρχίσουν να μπαίνουν κανόνες στην αγορά εργασίας, που πρέπει επειγόντως να αναιρεθεί. Η περίπτωση των ωραρίων είναι χαρακτηριστική. Με τον συνδυασμό της ηλεκτρονικής δήλωσης των υπερωριών και της υπερεργασίας, της στοχευμένης δράσης του ΣΕΠΕ και των αυστηρών κυρώσεων που έφτασαν και στο κλείσιμο τραπεζικών καταστημάτων, είδαμε απτά αποτελέσματα. Οπως τον διπλασιασμό των εργαζομένων και των επιχειρήσεων που δήλωσαν υπερωρία και υπερεργασία τους πρώτους οχτώ μήνες εφαρμογής του μέτρου και τη δήλωση έξι εκατομμυρίων ωρών υπερεργασίας στο ίδιο διάστημα που στο προηγούμενο καθεστώς δεν καταγράφονταν πουθενά.
Μπορούμε πολύ εύκολα να καταλάβουμε το πόσο επιτελικό είναι το πλήγμα στη δυνατότητα του ΣΕΠΕ να παρέμβει στην αγορά εργασίας, αν δούμε ότι για να μπει μια στοιχειώδης τάξη στην τήρηση των ωραρίων στον τραπεζικό κλάδο στο διάστημα 2015-18 πραγματοποιήθηκαν 1.686 έλεγχοι που οδήγησαν σε 385 πρόστιμα συνολικού ύψους 4.000.299 ευρώ. Με τη νέα υπουργική απόφαση το συνολικό ύψος των προστίμων θα περιοριζόταν στο ένα δέκατο του παραπάνω πόσου. Ανάλογα φυσικά θα περιοριζόταν και η δυνατότητα του ΣΕΠΕ να οδηγήσει αυτούς τους εργοδότες σε συμμόρφωση. Δυστυχώς, όπως οι πράξεις και οι αριθμοί δείχνουν, για τον κ. Βρούτση δεν υπάρχει καν δίλημμα ανάμεσα στα συμφέροντα του τραπεζικού κλάδου και τα δικαιώματα των εργαζομένων.
Ακυρώνοντας στην ουσία το σύστημα προστίμων –που αποτελεί το βασικό εργαλείο για να αποτραπεί η παραβατικότητα–, το ΣΕΠΕ οδηγείται στην αδρανοποίηση. Το ότι ο στόχος είναι ακριβώς αυτός, αποδεικνύεται από τη συνέχεια και τη συνέπεια των κινήσεων σε αυτή την κατεύθυνση. Η υποβάθμιση του ΣΕΠΕ άλλωστε έγινε τις πρώτες κιόλας μέρες της νέας κυβέρνησης. Η ίδια κυβέρνηση που δεν χάνει ευκαιρία να μιλάει για τον νόμο και την τάξη, έρχεται να δώσει το μήνυμα ότι η παράβαση του νόμου, όταν αφορά την εργατική νομοθεσία, δεν είναι και τόσο μεγάλο πρόβλημα.
Η αγορά εργασίας έχει αποδείξει ότι έχει τον δικό της τρόπο να παίρνει το μήνυμα κάθε φόρα και γρήγορα μάλιστα. Ηδη τα πρώτα δείγματα γραφής της κυβέρνησης έχουν οδηγήσει σε μια σειρά από ευθείες επιθέσεις στα δικαιώματα των εργαζομένων. Οταν η παραβατικότητα γίνεται επικερδής επιχείρηση με την υπογραφή του υπουργού Εργασίας, η στέρηση και των πιο βασικών δικαιωμάτων των εργαζομένων δεν είναι παρά το φυσικό επακόλουθο της κυβερνητικής πολιτικής.
Ο Πάνος Κορφιάτης είναι πρώην ειδικός γραμματέας ΣΕΠΕ
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών