Έξι χρόνια μετά την πτώση του Μουαμάρ Καντάφι, η Λιβύη ζει μέσα σε μια συνεχιζόμενη δίνη στρατιωτικών συγκρούσεων και πολιτικής αστάθειας, όντας ουσιαστικά μοιρασμένη μεταξύ τριών πόλων εξουσίας. Οι στρατιωτικές συγκρούσεις και η σφοδρή επιδείνωση των όρων διαβίωσης του πληθυσμού, λόγω της οικονομικής πετρελαϊκής κρίσης, οδηγούν ολοένα και μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού να αναζητήσει διέξοδο στην Ευρώπη, μέσω της επικίνδυνης μεσογειακής οδού από τις λιβυκές ακτές. Σε συνέντευξή του, o Βόλφραμ Λάτσερ [Wolfram Lacher], ειδικός στη μελέτη της σύγχρονης Λιβύης, αναλύει τους πολιτικούς και στρατιωτικούς συσχετισμούς που διαμορφώνουν την εμφύλια σύγκρουση στη χώρα, τις αποτυχίες της διεθνώς υποστηριζόμενης κυβέρνησης του Σαράζ, αλλά και τον πόλεμο για τον έλεγχο των πηγών.
Συνέντευξη στον Frederic Bobin
Από την πτώση του Μουαμάρ Καντάφι το 2011, η κρίση στη Λιβύη δεν σταματά. Το αδιέξοδο τροφοδοτείται από μια διαδικασία πολιτικής και εδαφικής διάσπασης. Πώς μπορούμε να εξηγήσουμε αυτήν την κατάσταση;
Στο πλαίσιο της επανάστασης ενάντια στο καθεστώς Καντάφι το 2011, οι φυλετικές και τοπικές ταυτότητες απέκτησαν μεγάλη δύναμη. Το γεγονός αυτό δημιούργησε σε πρώτη φάση μια αξιοσημείωτη ενότητα στις πόλεις που ήταν τα προπύργια της επανάστασης. Αλλά από τη στιγμή που ο κίνδυνος του καθεστώτος εξαφανίστηκε μετά την πτώση του Καντάφι, το θέμα ήταν η πρόσβαση στους πόρους τους κράτους. Κι εκεί είδαμε να προκύπτουν ανταγωνισμοί όχι μόνο ανάμεσα στις τοπικές ομάδες, αλλά και στο ίδιο το εσωτερικό των ομάδων. Η πολυδιάσπαση λοιπόν οργανώνεται γύρω από το ζήτημα της διανομής των πόρων. Υπό τον Καντάφι, υπήρχε ένα πολύ αυστηρά προσδιορισμένο κανάλι αναδιανομής, ακόμη κι αν αυτό ήταν αμφισβητήσιμο. Σήμερα, αυτό το πλαίσιο έχει διαρραγεί.
Είναι το ζήτημα της ύπαρξης της Λιβύης ως έθνους-κράτους αυτό που διακυβεύεται;
Όχι, η εθνική ταυτότητα δεν είναι υπό αμφισβήτηση. Σχεδόν κανένας δεν θέτει αυτό το ζήτημα, με εξαίρεση κάποιες αποσχιστικές ομάδες στην Κυρηναϊκή [στην ανατολική Λιβύη, περιοχή όπου υπάρχουν τα μεγαλύτερα αποθέματα υδρογονανθράκων]. Όσον αφορά τις διαφορετικές εθνικές ομάδες που εκφράζουν γλωσσικές και πολιτισμικές διεκδικήσεις –για παράδειγμα οι Αμαζίνγκ, οι Τουαρέγκ– πρόκειται κυρίως για απαιτήσεις αναγνώρισης στo πλαίσιο της εθνικής ταυτότητας της Λιβύης.
Έχει περάσει ένας χρόνος από τότε που η κυβέρνηση εθνικής ενότητας, με επικεφαλής τον Φαγέζ Σαράζ, εγκαταστάθηκε στην Τρίπολη, ως αποτέλεσμα της συμφωνίας που υπεγράφη στην πόλη Σκιράτ, τον Δεκέμβριο του 2015, υπό την επίβλεψη του ΟΗΕ. Ποιος είναι ο απολογισμός;
Αυτή η κυβέρνηση έχει αποτύχει σε όλα τα μέτωπα. Στην αρχή, επωφελήθηκε από την κόπωση που είχε δημιουργήσει ο εμφύλιος πόλεμος. Αλλά δεν μπόρεσε να την αξιοποιήσει για να προχωρήσει παραπέρα. Και ύστερα, η συμφωνία κατέρρευσε σε μεγάλο βαθμό. Πολλές από τις πολιτικές και στρατιωτικές δυνάμεις που είχαν συμμετάσχει σε αυτήν, της γύρισαν την πλάτη. Εδώ και κάποιους μήνες, η δυναμική της κατάστασης στρέφεται γύρω από τη στρατιωτική κλιμάκωση. Για να αποφύγουν μια τέτοια κλιμάκωση, οι δυτικοί διπλωμάτες πιέζουν για μια αναδιαπραγμάτευση της συμφωνίας του Σκιράτ. Όμως δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή πραγματικό πλαίσιο για αναδιαπραγμάτευση.
Πώς εξηγείτε την αποτυχία αυτής της κυβέρνησης που προοριζόταν να φέρει τη συμφιλίωση στη Λιβύη;
Από την αρχή, η επιλογή των πλευρών που προσκλήθηκαν να συμμετάσχουν στις διαπραγματεύσεις του Σκιράτ ήταν προβληματική. Το 2015, υπήρχαν πράγματι σοβαροί λόγοι για να βασιστούν αυτές οι συνομιλίες στις δύο αντιμαχόμενες κυβερνήσεις [τη Συνέλευση του Tομπρούκ και το Γενικό Εθνικό Συμβούλιο με βάση του την Τρίπολη]. Έγινε, ωστόσο, πολύ γρήγορα εμφανές ότι οι δύο αυτές κυβερνήσεις δεν μπορούσαν να αντιπροσωπεύσουν όλα τα μέρη της σύγκρουσης. Ήταν διασπασμένες στο εσωτερικό τους, και οι εκπρόσωποι που έστελναν στις διαπραγματεύσεις είχαν πολύ μικρή επιρροή. Η εντατικοποίηση του ρυθμού των συνομιλιών, κατά τους τελευταίους μήνες του 2015, σε μια στιγμή όπου αυξανόταν ο κίνδυνος της οργάνωσης του Ισλαμικού Κράτους, δημιούργησε μια επιπλέον δυσκολία: υπήρξε μεγάλη πίεση να επιτευχθεί συμφωνία πολύ γρήγορα. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, ήταν αναμενόμενο ότι η συμφωνία δεν θα πήγαινε μακριά, καθώς δεν είχε ρίζες στην πραγματικότητα της Λιβύης.
Ποια είναι η εξουσία του Σαράζ στο πραγματικό πεδίο;
Το Προεδρικό Συμβούλιο, το οποίο ο Σαράζ υποτίθεται ότι διοικεί, δεν λειτουργεί. Δεν έχει συγκληθεί εδώ και πολύ καιρό. Στην πραγματικότητα, ο Σαράζ δεν έχει καμία εξουσία. Βρίσκεται κάτω από την πίεση ενόπλων ομάδων και πολιτικών δυνάμεων. Οι ένοπλες ομάδες στην Τρίπολη, που υποτίθεται ότι συνδέονται με το Προεδρικό Συμβούλιο, δεν είναι σε καμία περίπτωση πιστές σε αυτό. Εκμεταλλεύονται την κατάσταση για διευρύνουν τη σφαίρα επιρροής τους, να εξασφαλίσουν καινούργιους πόρους. H παρεμπόδιση του στρατηγού Χαλίφα Χαφτάρ, του άνδρα που ελέγχει τα Ανατολικά της χώρας και είναι επικεφαλής του Εθνικού Στρατού της Λιβύης (LNA), δεν απέδωσε κάτι. Θα έπρεπε να υπάρξει προσπάθεια διάσωσης της διαδικασίας μέσω της επανενσωμάτωσής του στο παιχνίδι; Είμαι πεπεισμένος ότι ο Χαφτάρ δεν επιδιώκει να είναι μέρος μιας λύσης. Θέλει να είναι ο ίδιος η λύση. Θέλει να είναι ο μόνος που θα έχει την εξουσία στη Λιβύη. Και όλοι οι υπόλοιποι θα πρέπει να υποταχθούν σε αυτή τη φιλοδοξία. H στρατηγική του επενδύει στη σταδιακή έκπτωση της κυβέρνησης του Σαράζ και στην κλιμάκωση των συγκρούσεων με τους αντιπάλους του. Ακόμη κι αν έμπαινε στις διαπραγματεύσεις, ο στόχος του θα ήταν να θέσει εμπόδια σε μια πολιτική λύση. Και αμφιβάλλω για το κατά πόσο οι εξωτερικοί του σύμμαχοι, δηλαδή η Αίγυπτος και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, θα μπορούσαν να κάμψουν αυτή τη στάση ακόμα κι αν το ήθελαν.
Στα ανατολικά της χώρας, ποια είναι η κοινωνική βάση του Χαφτάρ;
Σε επίπεδο βάσης, ο Χαφτάρ επενδύει στην τεράστια δυσαρέσκεια που υπάρχει στο εσωτερικό μεγάλων φυλετικών ομάδων στα ανατολικά και σε αξιωματούχους του παλιού στρατού που στοχοποιήθηκαν από δολοφονικές εκστρατείες τζιχαντιστικών ομάδων στη Βεγκάζη. Έχει επίσης κατορθώσει να κινητοποιήσει τους αυτονομιστές και φεντεραλιστές της Κυρηναϊκής. Αλλά, εδώ περίπου έναν χρόνο, έχει ξεφορτωθεί κάποιες ομάδες που τον υποστήριζαν στα ανατολικά, όπως τους αρχηγούς των φυλετικών πολιτοφυλακών των Αγουαγκίρ [Awagir] και ακόμα και τους αυτονομιστές, των οποίων τα συμφέροντα συγκρούονται με τις δικές του φιλοδοξίες. Σήμερα, δεν στηρίζει πλέον την εξουσία του σε μια κοινωνική βάση όπως παλιότερα. Έχει χτίσει μια δομή εξουσίας, μια στρατιωτική δομή καταστολής.
Έχει παρ΄όλα αυτά υποστήριξη από ένα κομμάτι του πληθυσμού.
Ναι, δεν υπάρχει αμφιβολία για αυτό. Αλλά αυτό που διαπιστώνω είναι ότι οι πολιτικές δυνάμεις που συμμετείχαν στον συνασπισμό του Χαφτάρ στην αρχή, έχουν φύγει στην πλειοψηφία τους. Και ταυτόχρονα, ο μηχανισμός καταστολής έχει ενδυναμωθεί.
H κυριότερη οργανωμένη δύναμη είναι αυτή της Μισράτα. Υπάρχει φόβος για ενδεχόμενη σύγκρουση ανάμεσα στον Χαφτάρ και την πόλη της Μισράτα;
Αν ο Χαφτάρ κατορθώσει να διατηρήσει τον έλεγχο της πετρελαϊκής περιοχής [στον κόλπο της Σύρτης] και αφήσει να γίνονται οι εξαγωγές –πράγμα που μέχρι στιγμής κάνει– η επιρροή του αναμένεται να αυξηθεί, κυρίως στα μάτια της διεθνούς κοινότητας. Σε αυτό το πλαίσιο, ο κίνδυνος μιας άμεσης αντιπαράθεσης με τη Μισράτα υπάρχει αν οι δυνάμεις του Χαφτάρ επιχειρήσουν να αναπτυχθούν στα δυτικά μέσω της Σύρτης, ή στα νοτιοδυτικά μέσω της Τζούφρα. Για τις δυνάμεις της Μισράτα, αυτές οι δύο πόλεις έχουν πολύ μεγάλη στρατηγική σημασία και δεν θα δεχτούν να τις ελέγχει ο Χαφτάρ.
Η Μισράτα έχει αναδειχθεί ως ισχυρή «πόλη-κράτος». Ποιος είναι ο ρόλος της στην παρούσα κατάσταση στη Λιβύη;
Η Μισράτα είναι χωρίς αμφιβολία η μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη στη Λιβύη. Όμως, η χρήση αυτής της δύναμης έχει δημιουργήσει μια αποστροφή για τους κατοίκους της Μισράτα στη Λιβύη. Για αυτούς πρόκειται για ένα σοβαρό πρόβλημα, καθώς είναι έμποροι και χρειάζεται να διατηρούν καλές σχέσεις σε όλη τη χώρα. Αυτή τη στιγμή, τα καμιόνια τους δεν μπορούν να μεταβούν πουθενά. Στην Τρίπολη, ορισμένες ομάδες αξιοποιούν αυτό το μίσος ενάντια στους κατοίκους της Μισράτα. Υπάρχουν αρχηγοί πολιτοφυλακών που κινητοποιούν τις ομάδες τους με το σύνθημα «πρέπει να φύγουν από την πόλη όσοι είναι από τη Μισράτα».
Όσο επιτείνεται το αδιέξοδο, τόσο περισσότερο εκφράζεται ένα είδος νοσταλγίας για το παλιό καθεστώς. Αυτό το γεγονός ανοίγει ένα δρόμο για μια επιστροφή των πρώην κανταφιστών;
Σίγουρα έχουν κάποιο ρόλο να παίξουν. Σχεδόν όλοι σήμερα αποδέχονται αυτή την ιδέα. Ελάχιστοι ανάμεσα στους επαναστάτες του 2011 αρνούνται τη συμμετοχή των κανταφιστών. Το πραγματικό ερώτημα είναι «ποιοι θα είναι οι άνθρωποι που θα αντιπροσωπεύσουν πράγματι αυτό το ρεύμα»;
Το Ισλαμικό Κράτος έλεγχε την πόλη της Σύρτης μέχρι το τέλος του 2016. Μετά από μια αιματηρή μάχη, ηττήθηκε από τις ένοπλες ομάδες της Μισράτα. Τι θα συμβεί στη Σύρτη;
Δεν πιστεύω ότι το Ισλαμικό Κράτος θα είναι σε θέση να ανασυγκροτήσει τη βάση του στη Σύρτη. Αλλά πολλά πράγματα μπορεί να συμβούν σε αυτήν την πόλη. Υπάρχει το ρεύμα των μαντκχαλιστών [σαλαφιστές «ησυχαστές», οπαδοί της σχολής του θεολόγου Rabia Ben Hadi AlMadkhali, που κηρύττει την αυστηρή εφαρμογή της σαρία και την πίστη στα εγκατεστημένα καθεστώτα], που ήταν μέρος του στρατιωτικού συνασπισμού ενάντια στο Ισλαμικό Κράτος και επωφελήθηκαν από αυτόν τον πόλεμο για να επιβληθούν ως η πιο ορατή δύναμη στη Σύρτη. Και φυσικά, υπάρχει μια μεγάλη δυσαρέσκεια από ένα μέρος του πληθυσμού προς τους κατοίκους της Μισράτα – μια δυσαρέσκεια που ανάγεται στην επανάσταση του 2011 [τότε η Σύρτη ήταν η ισχυρή βάση των κανταφιστών]. Δεν πιστεύω ότι μια στρατιωτική δομή που θα διοικείται άμεσα ή έμμεσα από τη Μισράτα θα μπορούσε να σταθεροποιήσει την πόλη. Είναι πιθανόν ότι ο Χαφτάρ επιδιώκει να εκμεταλλευτεί τις εντάσεις ανάμεσα στον τοπικό πληθυσμό και τη Μισράτα. Και μπορούμε να προβλέψουμε ότι οι σαλαφιστές-μαντκχαλιστές θα πάρουν τον έλεγχο της πόλης και θα αυτονομούνται όλο και περισσότερο από τη Μισράτα.
Υπάρχει η αίσθηση ότι αυτή η ομάδα σαλαφιστών-μαντκχαλιστών βρίσκεται σε διαδικασία να ανέβει στην εξουσία στην περιοχή της Τρίπολης και στην Κυρηναϊκή. Και τους βλέπουμε να κινούνται τόσο γύρω από τον Σαράζ, όσο και γύρω από τον Χαφτάρ. Ποιες είναι οι καταβολές τους;
Ήταν ήδη παρόντες στο καθεστώς του Καντάφι. Υποστηρίζονταν τότε από το καθεστώς, και ιδιαίτερα από τον Σάαντι Καντάφι, έναν από τους γιους του Καντάφι, που είχε στενούς δεσμούς με αυτούς τους μαντκχαλιστές στα δυτικά της Λιβύης, όπου εκείνοι έχουν ισχυρές βάσεις. Και στα ανατολικά, έγιναν πολύ πιο ισχυροί μετά τη συμμαχία τους με τον Χαφτάρ. Πριν από την επανάσταση ήταν σε αμυντική θέση γιατί είχαν υποστηρίξει τον Καντάφι. Όμως, έκτοτε, έχουν αυξήσει την επιρροή τους σε λαϊκά προάστια στην Τρίπολη, όπως το Souk AlJouma και το Abou Salim. Στοχεύουν, λοιπόν, στη βάση του πληθυσμού.
Ο Wolfram Lacher είναι ερευνητής στο γερμανικό Ινστιτούτο για τις διεθνείς σχέσεις και την ασφάλεια Stiftung Wissenschaft und Politik. Είναι ειδικός σε ζητήματα της σύγχρονης Λιβύης. Είναι ένας από τους συγγραφείς του βιβλίου Libyan Revolution and its Aftermath (Hurst, 2015) [Η επανάσταση στη Λιβύη και τα επακόλουθά της].
Πηγή: Pass-world από Monde.