Υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι –μακριά από εμάς– που πριν ακόμα γεννηθούν, έχουν προ-οριστεί να παίξουν σημαντικό ρόλο στα δημόσια πράγματα και, για να μην πολυλογούμε, να μας κυβερνήσουν. Είναι άνθρωποι που έχουν την τύχη –ή και την ατυχία– να γεννηθούν σε μεγάλες πολιτικές οικογένειες, όπου η ενασχόληση με την πολιτική είναι κάτι πολύ περισσότερο από μια υποχρέωση του πολίτη, πολύ περισσότερο κι από κληρονομικό δικαίωμα: είναι δραστηριότητα που ασκείται κατ’ επάγγελμα, υπό την έννοια ότι οδηγεί στη γη της επαγγελίας.
Αυτοί οι άνθρωποι οφείλουν από νεαρή ηλικία να δείξουν –όχι αναγκαστικά να αποδείξουν– ότι πράγματι αυτός είναι ο προορισμός τους. Και χρειάζεται να το δείξουν με έργα. Αυτό επιβάλλει, ακόμα και στους πιο συστηματικούς, προσεκτικούς και υπομονετικούς, να παρουσιάζουν τακτικά έργο που να οικοδομεί το περιπόθητο προφίλ του αποτελεσματικού και καινοτόμου ηγέτη. Που έχει όραμα και τολμά να το υλοποιήσει. Μπορεί να χρειαστεί ν’ αρχίσουν από δημοτικοί σύμβουλοι ή δήμαρχοι, μπορεί κι από απλοί βουλευτές, ο προορισμός όμως παραμένει προορισμός, όσο κι αν απέχει ως στόχος.
Ραντεβού με την εξουσία…
Κοιτάξτε λίγο γύρω μας, ή πίσω μας, ακόμα και μπροστά, στο εγγύς μέλλον. Θα δείτε αρκετούς τέτοιους, που όφειλαν ή οφείλουν να εκπληρώσουν την αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Ο σημερινός πρωθυπουργός ίσως είναι η χαρακτηριστικότερη περίπτωση. Πόσοι δούλεψαν για να τον ετοιμάσουν! Ο πατέρας του –θεοσχωρέστον– διαχώρισε τη θέση του, για να το πούμε ευγενικά, από την Ενωση Κέντρου τη στιγμή που έπρεπε. Κατόπιν, στη μεταπολίτευση, δοκίμασε την τύχη του με ένα προσωπικό κόμμα, των Φιλελευθέρων, που μπορεί να μην είχε καμιά τύχη, είχε όμως τη δυνατότητα να προσφερθεί ως δώρο στη ΝΔ, ώστε να δυνηθεί ο ίδιος να αναδειχθεί αρχηγός της. Να μην ξεχάσουμε την αδελφή του, τη Ντόρα, που έφυγε από τη ΝΔ του Σαμαρά, ενώ διεκδίκησε από εκείνον την προεδρία της, και ίδρυσε και εκείνη ένα βραχύβιο κόμμα, για να επιστρέψει δριμύτερη και να παραμερίσει, ως χρησιμότερη κατ’ αυτό τον τρόπο, για τον σημερινό πρωθυπουργό και αδελφό της. Αυτή τη συσσωρευμένη δυναμική αξιοποίησε ο Κυριάκος Μητσοτάκης κατασκευάζοντας την εικόνα του και κατασκευαζόμενος από αυτήν.
Μπορεί να μην πάει το μυαλό μας σ’ όλα αυτά, όταν παρακολουθούμε τη διαδρομή του σημερινού δημάρχου Αθηναίων και τις απανωτές επιχειρήσεις συστολής του χρόνου, του πολιτικού χρόνου, ώστε να φτάσει στον προ-ορισμό του μια ώρα αρχύτερα; Δικαίωμά του, θα πείτε. Και μπορεί να συμφωνούσαμε, αν, στη βιασύνη του να φτάσει στο ραντεβού με την ιστορία του, δεν έβαζε σε κίνδυνο ακόμα και ιδέες χρήσιμες για την πολύπαθη πόλη των Αθηνών, όπως η ανάπλαση του κέντρου της. Μιλάμε για βιασύνη και προχειρότητα, για απουσία ενδιαφέροντος για τη γνώμη των ίδιων των πολιτών, και ίσως θα έπρεπε να στηρίξουμε κάπως αυτό τον ισχυρισμό.
…ή με τον πολίτη;
Να θυμίσουμε πρώτα απ’ όλα ότι από την ίδια μήτρα είχε σχετικά πρόσφατα προκύψει ένα μεγαλεπήβολο σχέδιο ενοποίησης των χώρων του Αρχαιολογικού Μουσείου και του Μετσόβιου Πολυτεχνείου. Σχέδιο που αποδείχτηκε αμελέτητο, καθώς είναι νομικά αδύνατο να πραγματοποιηθεί – και θα έπρεπε να το γνωρίζουν τουλάχιστον όσοι όφειλαν να το μελετήσουν, πριν το ρίξουν στην επικοινωνιακή αγορά. Σήμερα επιχειρείται κάτι ακόμα χειρότερο: ένα θέμα που, κατ’ αρχήν, φαίνεται να βρίσκει σύμφωνους σχεδόν όλους και ακούγεται όμορφα στ’ αφτιά των κατοίκων και επαγγελματιών του κέντρου, έχει αρχίσει ήδη να υπονομεύεται από την κυρίαρχη λογική του επικοινωνιακού χειρισμού και της υποτίμησης του δημόσιου διαλόγου, αλλά και της γνώμης των κινημάτων, των δημοτών, των εμπλεκομένων κατά οποιοδήποτε τρόπο. Είναι το όραμα του ηγέτη που προέχει, όχι η ανάγκη του πολίτη.
Αποτέλεσμα; Οι ατέλειωτες ουρές αργοκινούμενων γιωταχί, ταξί και λεωφορείων επί ώρες στη διχοτομημένη Πανεπιστημίου. Και χιλιάδες αγανακτισμένοι εγκλωβισμένοι, οι οποίοι ή έπρεπε να έχουν άλλες διεξόδους ή έπρεπε να τους έχει απαγορευτεί η είσοδος ή έπρεπε να τους έχει ήδη εξασφαλιστεί εναλλακτική πρόσβαση, με μέσο μαζικής μεταφοράς, για παράδειγμα τραμ, στο κέντρο της πόλης. Πόσο μυαλό χρειαζόταν για να καταλάβει κάποιος ότι, αν μείνει η Πανεπιστημίου με το μισό οδόστρωμα, χωρίς να έχει προβλεφτεί ότι θα κυκλοφορεί σ’ αυτό ο ίδιος αριθμός οχημάτων, θα μετατραπεί η ίδια σε κόλαση και το σχέδιο σε αγαπημένο θέμα των επιθεωρησιογράφων – αν υπήρχαν;
Με καθυστέρηση μισού αιώνα
Ισως θα πρέπει να προσανατολιστούμε στην εκδοχή ότι δεν είναι θέμα μυαλού, αλλά αντίληψης για τα πράγματα. Αυτό που κυρίως ενδιαφέρει, είναι να δειχτεί ότι κάτι σημαντικό επιχειρείται, και μάλιστα παρά τις αντιδράσεις όσων δεν θέλουν να το αντιληφθούν. Και, βέβαια, να φιλοτεχνηθεί το προφίλ του αποφασιστικού πολιτικού, που δεν διστάζει να πάει κόντρα, προκειμένου να προχωρήσουν οι μεταρρυθμίσεις. Γι’ αυτό και τα φιλοκυβερνητικά μέσα προσπάθησαν να ρίξουν μέρος της ευθύνης για το κυκλοφοριακό κομφούζιο στην πορεία των υγειονομικών, που συνέπεσε με τη δεύτερη μέρα εφαρμογής της προβληματικής ημι-πεζοδρόμησης της Πανεπιστημίου.
Πολύ πριν γεννηθεί ο κ. Μπακογιάννης, ένας άλλος πολιτικός που προαλειφόταν και επειγόταν να μας κυβερνήσει, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο θεοσχωρέστον, σε μια παρόμοια προσπάθεια κατασκευής πολιτικού προφίλ, ξήλωνε στα τέλη της δεκαετίας του 1950 τις ράγες του αθηναϊκού τραμ, για να παραδώσει την πρωτεύουσα στη δικτατορία του αυτοκινήτου και δη του Ι.Χ. Αυτός τα κατάφερε, μας κυβέρνησε κάμποσα χρόνια. Το τραμ, όμως, χρειάστηκε μισόν αιώνα για να ξαναβρεί τη θέση του στον ιστό μιας πολύ πιο κακοποιημένης και περισσότερο δυσλειτουργικής πόλης, που κατάντησε έτσι χάρη και σε πολιτικούς, που το όραμά τους φάνταζε μεταρρυθμιστικό, αλλά, αντί να φροντίζει για την έλευση του μετά, ρύθμιζε με βάση τα καλά και συμφέροντα των ισχυρών τις ίδιες βλαβερές ισορροπίες, όσων διακηρύσσουν ότι όλα πρέπει ν’ αλλάζουν, αλλά για να μην αλλάζει τίποτα.
Χαράλαμπος Γεωργούλας
Πηγή: Εποχή