Tο φάντασμα που πλανιέται πάνω από τον πλανήτη σήμερα δεν είναι αυτό του κομμουνισμού, σύμφωνα με τη διάσημη φράση του Κομμουνιστικού Μανιφέστου, αλλά της ακροδεξιάς που αενάως μεταμορφώνεται, αποκτά νέα πρόσωπα και κρύβεται εντέχνως πίσω από διαφορετικά προσωπεία.
Καθοδηγητικός μίτος του σημαντικού βιβλίου του Πέτρου Παπακωνσταντίνου είναι η ανίχνευση των ιστορικών απαρχών της ακροδεξιάς και η εξέταση των σημερινών εκφάνσεών της σε όλο τον πλανήτη.
Παραδόξως, οι απαρχές ανασυγκρότησης των φασιστικών μορφωμάτων εντοπίζονται ήδη μετά το τέλος του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου. Με νωπές τις μνήμες της ναζιστικής θηριωδίας, θα περίμενε εύλογα κάποιος/α τον οριστικό ενταφιασμό του φασισμού στα συντρίμμια και τις στάχτες που αυτός προκάλεσε. Η επίπονη έρευνα του συγγραφέα καταδεικνύει τον ρόλο που διαδραματίζουν το ΝΑΤΟ και οι μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ στη μεταπολεμική ανασύσταση του φασισμού.
Στελέχη της Βέρμαχτ και των SS στρατολογήθηκαν ως «πολύτιμοι συνεργάτες» της CIA και «αρωγοί» στον αγώνα εναντίον του κομμουνισμού στο πλαίσιο του Ψυχρού Πολέμου, ενώ η μεταπολεμική γερμανική κυβέρνηση έγινε η κολυμβήθρα του Σιλωάμ, στην οποία οι ναζιστές αναβαπτίστηκαν σε υπουργούς αποδεικνύοντας, όπως γράφει ο συγγραφέας, «πώς η γερμανική ακροδεξιά στις χειρότερες εκφάνσεις της είχε εξαρχής πολύτιμα ερείσματα στο βαθύ κράτος».
Την ίδια περίοδο, το ΝΑΤΟ οργανώνει σε όλες τις χώρες της δυτικής Ευρώπης το παρακρατικό δίκτυο “Stay Behind,” ο ελληνικός βραχίονας του οποίου ήταν η «Κόκκινη Προβιά», τη στελέχωση της οποίας διευκόλυνε η παγκόσμια πρωτοτυπία της Ελλάδας να αποτελεί τη μόνη χώρα που η αντίσταση στον ναζισμό τιμωρήθηκε ενώ η συνέργεια με αυτόν, ο δωσιλογισμός, επιβραβεύθηκαν με περίοπτες θέσεις στον κρατικό μηχανισμό.
«Εκλεκτικές συγγένειες» ακροδεξιάς και νεοφιλελευθερισμού
Αν ο κοινός παρονομαστής των μεταπολεμικών φασιστικών μορφωμάτων ήταν να επιτελέσουν ρόλο αναχωμάτων στα ισχυρά κομμουνιστικά και σοσιαλιστικά κόμματα της Ευρώπης, η ακροδεξιά σήμερα γίνεται συνέταιρος και «χρυσή» εφεδρεία στις κρίσιμες ώρες που απειλούνται τα άρθρα πίστεως της νεοφιλελεύθερης ορθοδοξίας από προγράμματα κοινωνικής αναδιανομής, διαψεύδοντας εκκωφαντικά τη «θεωρία των δύο άκρων». Άλλωστε, το πρώτο νεοφιλελεύθερο εγχείρημα, όπως το εμπνεύστηκαν τα “Chicago boys” έλαβε χώρα μέσω ενός πραξικοπήματος: του Πινοτσέτ εναντίον της δημοκρατικά εκλεγμένης κυβέρνησης του Αλιέντε στη Χιλή το 1973, προκειμένου να μπει ταφόπλακα στο σοσιαλιστικό πρόγραμμα και να ιδιωτικοποιηθούν η δημόσια περιουσία και οι πλουτοπαραγωγικές πηγές.
Σταχυολογώ κάποια παραδείγματα των «εκλεκτικών συγγενειών» ακροδεξιάς και νεοφιλελευθερισμού που φέρνει στο φως η εξονυχιστική αναδίφηση της Ακροδεξιάς σε τριάντα δύο χώρες και βάθος οκτώ δεκαετιών από τον συγγραφέα:
Το «πατρίς-θρησκεία-οικογένεια» του Εθνικού Μετώπου του Z. M. Λεπέν, η υποστήριξή του στη θανατική ποινή και η ετυμηγορία του για το Ολοκαύτωμα ως απλώς μια λεπτομέρεια του πολέμου, συμπορεύονται αρμονικά με τη μείωση των κρατικών δαπανών και της φορολόγησης του μεγάλου πλούτου. Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού και πολλές δεκαετίες αργότερα, η επωδός της προεκλογικής εκστρατείας του Τραμπ, «να κάνουμε την Αμερική ξανά μεγάλη» ισοδυναμούσε με τη λευκή, χριστιανική Αμερική, που όρθωνε τείχη στα σύνορα με το Μεξικό, αλλά στο πεδίο της οικονομίας, με μια πολιτική ευνοϊκή για τα υψηλά εισοδήματα και τοξική για τα λαϊκά στρώματα.
Στη Βραζιλία, το υβρίδιο νεοφιλελευθερισμού και ακροδεξιάς αποτυπώνεται στα τρία Β του Μπολσονάρο: Bala (σφαίρα), που παραπέμπει στον «νόμο και τάξη», Boi, (βόδι) που αναφέρεται «στους μεγαλοεπιχειρηματίες του αγροτικού και κτηνοτροφικού τομέα, τους οποίους ο Μπολσονάρο άφησε ανενόχλητους να καταβροχθίζουν την Αμαζονία» ως αρνητής της κλιματικής αλλαγής, και Biblia (Βίβλος), που υποδηλώνει την Ευαγγελική Εκκλησία η οποία απαγορεύει τις αμβλώσεις και τους γάμους ομοφυλοφίλων. Ένας κλόουν του τικ τοκ, που πρόσφερε άφθονο θέαμα στα τηλεοπτικά πλατό και εκλέγεται πρόεδρος της Αργεντινής, ο Μιλέι, υπερθεματίζει για το ελεύθερο εμπόριο των ναρκωτικών και των ανθρώπινων οργάνων, αλλά όχι για το δικαίωμα μιας γυναίκας να απαλλαγεί από μια ανεπιθύμητη κύηση.
Στα καθ’ ημάς, οι βουλευτές της Χ.Α υπερψήφιζαν άπαντα τα νομοσχέδια που ευνοούσαν τους έλληνες εφοπλιστές και εξαπέλυαν δολοφονικές επιθέσεις σε όσους αντιμάχονταν τα συμφέροντά τους.
Εν τη απουσία δημοκρατικής επανίδρυσης της ΕΕ
Ηχεί παράδοξη η σύμπλευση της στράτευσης του νεοφιλελευθερισμού στην ατομική ελευθερία με την ίδρυση ενός αυταρχικού κράτους. Μόνο μέσω του τελευταίου, ωστόσο, δύναται να εφαρμοστεί το νεοφιλελεύθερο εγχείρημα κάμπτοντας προσκόμματα και αντιστάσεις που προκαλούν οι αλλεπάλληλες κρίσεις που το ίδιο πυροδοτεί.
Η κατεξοχήν μορφή της νεοφιλελεύθερης ευθανασίας της δημοκρατίας, ως μετάλλαξης της πολιτικής σε υποχείριο μιας οικονομίας που εμφανίζεται ως ένας «αόρατος Λεβιάθαν», σύμφωνα με τον τίτλο του βιβλίου του Κωνσταντίνου Τσουκαλά, είναι η σύγχρονη ΕΕ, την οποία εξετάζει το βιβλίο υποστηρίζοντας ότι η ίδια η λειτουργία της αθετεί την υπόσχεση από την οποία δεσμεύτηκε η πράξη ίδρυσής της πάνω στα συντρίμμια του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου: αυτής του οριστικού τέλους των πολέμων και του φασισμού.
Η «ανεξαρτησία» θεσμών, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την ΕΚΤ, η εκτροπή του κοινού νομίσματος σε μηχανισμό πειθάρχησης που οδηγεί στην άλωση του κοινωνικού κράτους και την «εσωτερική υποτίμηση», λειτούργησαν ως το «σιδερένιο κλουβί» της συνταγματοποίησης του νεοφιλελευθερισμού όπως την εμπνεύσθηκε ο Χάγιεκ.
Εν τη απουσία μιας δημοκρατικής επανίδρυσης της ΕΕ, με μια σοσιαλδημοκρατία που προσυπέγραψε τη νεοφιλελεύθερη συναίνεση και μια Αριστερά αμήχανη, με απολεσθείσα την κοινωνική της γείωση, το brexit, υποστηρίζει ο συγγραφέας, «ανέδειξε το αλλόκοτο φαινόμενο δύο ακραιφνώς νεοφιλελεύθεροι πολιτικοί, σαν τους Τζόνσον και Φαράζ, να εκφράζουν πολιτικά ένα κοινωνικό μπλοκ, έντονα πολωμένο προς τα εργατικά στρώματα».
Αντεστραμμένες όψεις του νεοφιλελευθερισμού
Ο Πέτρος Παπακωνσταντίνου καταδεικνύει τον ρόλο που διαδραμάτισε η αντιμετώπιση του μεταναστευτικού ζητήματος τόσο στην εφιαλτική διόγκωση της ακροδεξιάς όσο και στον «εξαγνισμό» των ιδεών της διαμέσου της προοδευτικής ενσωμάτωσής τους στις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Η «δαιμονοποίηση» του μετανάστη, η εν τοις πράγμασι ακύρωση της συνθήκης της Γενεύης, με αποκορύφωμα την πρόταση 15 χωρών της ΕΕ για μεταφορά μεταναστών ακόμη και στη Ρουάντα, μεταλλάσσουν την Ευρώπη σε φρούριο που ορθώνει τείχη για να μη μολυνθεί από τους «υπανθρώπους». Γίνονται περίτρανη απόδειξη μιας Ευρώπης που κατέβασε τον διακόπτη των Φώτων και απώλεσε τη μνήμη του αντιφασιστικού παρελθόντος της.
Το τελευταίο μέρος του βιβλίου σκιαγραφεί το ανθρωπολογικό υλικό του νεοφιλελευθερισμού ως εύφορου εδάφους της ακροδεξιάς: πρόκειται για τον επισφαλή και αναλώσιμο, τον άνθρωπο «χωρίς ιδιότητες» και δικαιώματα που απορφανισμένος από κοινωνική και πολιτική εκπροσώπηση, διεκδικεί στην αρένα της αγοράς ακόμη και την επιβίωσή του ως «έπαθλο» με μοναδική σκευή την «ατομική του ευθύνη».
Αυτός ο homo economicus ως ο φοβικός παρατηρητής ενός παγκόσμιου συναλλακτικού παίγνιου, ερμητικά κλεισμένος στο καβούκι των «σόσιαλ», ξορκίζει τον φόβο του στις έμπλεες εχθροπάθειας διαδικτυακές ατραπούς και τρέφεται με συνωμοσιολογικές θεωρίες. Κατασκευάζει εχθρούς, βλέπει στον «ξένο» τον αποδιοπομπαίο τράγο στον οποίο προβάλλει τη δυστυχία του, παρηγορείται από εθνικιστικά παραληρήματα περιούσιων λαών και αναμένει πάντα ένα «Μεσσία» να τον σώσει. Ο νεοσυντηρητισμός και η ακροδεξιά δεν είναι «παράπλευρες απώλειες» του νεοφιλελευθερισμού αλλά οι αντεστραμμένες όψεις του, μια ιδιότυπη Νέμεση στην Ύβρη των ανισοτήτων.
Ιστορική ύλη στην κρησάρα της θεωρίας
Το βιβλίο δεν είναι ένα λεπτομερές ρεπορτάζ στη συγκαιρινή δυστοπία της ακροδεξιάς ούτε ένα ιστορικό πόνημα που ανιχνεύει τις ρίζες της. Η αχανής ιστορική ύλη που χρησιμοποιεί διυλίζεται προσεκτικά στην κρησάρα της θεωρίας και αποκρυσταλλώνεται σε σημαντικές θέσεις. Όπως γράφει ο ίδιος ο συγγραφέας:
«Η αντιμετώπιση του μεταφασισμού δεν μπορεί να είναι αποτελεσματική αν περιοριστεί σε “woke” πολέμους πολιτισμών και ταυτοτήτων εναντίον του ρατσισμού, του εθνικισμού, της πατριαρχίας, της ομοφοβίας και οτιδήποτε άλλου στο πεδίο των ατομικών δικαιωμάτων. Όσο σημαντικά και αν είναι -και βέβαια είναι- όλα αυτά, ο αντιφασιστικός λόγος θα λειτουργεί σαν τροχός που περιστρέφεται στον αέρα χωρίς αποτέλεσμα, αν δεν πασχίζει να ανατρέψει την ίδια την υλική πραγματικότητα που γεννά τον μεταφασισμό».
Στην «εποχή των τεράτων» λοιπόν, καλό να ξαναθυμηθούμε τη διάκριση Δεξιάς-Αριστεράς και τη διάσημη ρήση του Χορκχάιμερ: «Όποιος δεν μιλά για καπιταλισμό, δεν μπορεί να μιλήσει για φασισμό».