Ας ξεκινήσουμε από τον πρώτο χρονικά πόλεμο που ξέσπασε και στήνοντας τον καμβά της κουβέντας μας, ας κάνουμε μια σύντομη αναδρομή των εξελίξεων από την πλευρά των γεωπολιτικών δεδομένων κυρίως για την Ευρώπη.
Αυτός ο πόλεμος εάν έχει μια μεγάλη ηττημένη –πέρα από την Ουκρανία που είναι η Ιφιγένεια της Δύσης, η οποία θυσιάζεται για την εξυπηρέτηση δυτικών και κυρίως αμερικανικών συμφερόντων– αυτή είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση. Πριν ξεκινήσει ο πόλεμος, η ΕΕ και κυρίως η Γερμανία, προμηθευόταν φτηνό φυσικό αέριο από τη Ρωσία, ο Εμανουέλ Μακρόν είχε ανακηρύξει το ΝΑΤΟ «εγκεφαλικά νεκρό» και είχε στην ημερήσια διάταξη το σύνθημα της στρατηγικής αυτονομίας της Ευρώπης, ενώ υπό αυτό το πρίσμα είχε ανοίξει στον Βλαντιμίρ Πούτιν τις πόρτες του ανακτόρου των Βερσαλιών και του θερινού προεδρικού μεγάρου της Μπρεγκανσόν και διατυμπάνιζε ότι δεν υπάρχει ασφάλεια ευρωπαϊκή χωρίς την ασφάλεια της Ρωσίας. Τώρα όλα αυτά είναι σωροί ερειπίων και ο Μακρόν είναι αυτός που υποστηρίζει ότι πρέπει να στείλουμε στρατεύματα στην Ουκρανία, όντας το «περιστέρι» που μεταμορφώθηκε σε γεράκι. Η δε Γερμανία είναι επίσης μια πολύ βαριά ηττημένη, αφού πλέον δεν μιλά κανείς για «γερμανικό θαύμα» και η χώρα περιγράφεται ως η μεγάλη ασθενής της Ευρώπης, γυρίζοντάς την πάλι στη δεκαετία του 1990. Η γερμανική οικονομία βρίσκεται σε ύφεση λόγω της εκτόξευσης του κόστους της ενέργειας –αντί του φτηνού ρωσικού φυσικού αερίου αγοράζει ακριβό υγροποιημένο αμερικανικό φυσικό αέριο– και σε πολιτική αποσταθεροποίηση.
Η Γαλλία, δια του προέδρου της, δηλώνει ότι «αν αφήσουμε τη Ρωσία να κερδίσει, οι κανόνες της διεθνούς τάξης που έχουμε καθορίσει δεν θα είναι πλέον σεβαστοί» και επιχειρεί μια πιο σκληρή και συγκρουσιακή στάση. Τι ακριβώς χρειάζεται να διαβάσουμε πίσω από αυτήν ανησυχία και την αλλαγή τη δεδομένη στιγμή;
Πολλές εξηγήσεις έχουν δοθεί για αυτήν την οβιδιακή μεταμόρφωση του Μακρόν. Σε προσωπικό επίπεδο, ότι ο Μακρόν αισθάνθηκε προδομένος από τον Πούτιν, που τον διαβεβαίωνε μέχρι τελευταία στιγμή ότι δεν επρόκειτο να εισβάλει στην Ουκρανία. Μόνο οι ΗΠΑ επέμεναν ότι τα ρωσικά στρατεύματα που έχουν συγκεντρωθεί στα σύνορα με την Ουκρανία δεν είναι για ασκήσεις αλλά επίκειται εισβολή και δεν το πίστευε ούτε ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι. Ο Μακρόν αισθάνθηκε εκτεθειμένος απέναντι στις ΗΠΑ αλλά και απέναντι στους συμμάχους της Γαλλίας εντός της ΕΕ, κυρίως τις Βαλτικές Χώρες και τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, που είναι παραδοσιακά πιο ρωσοφοβικές. Η γνώμη μου είναι ότι αυτή η γραμμή σκέψης δεν είναι η πιο κυρίαρχη. Άλλωστε ο Μακρόν για αρκετούς μήνες μετά τη ρωσική εισβολή δεν είχε αλλάξει στάση και επέμενε στην εξεύρεση ενός modus vivendi με την Ρωσία. Επομένως νομίζω ότι περισσότερο μέτρησε η εκτίμηση των γεωπολιτικών αλλαγών που επέφερε αυτός ο πόλεμος στην πορεία, για την ευρωπαϊκή ήπειρο. Το ΝΑΤΟ, όχι μόνο δεν αποδείχθηκε «εγκεφαλικά νεκρό», αλλά αναζωογονήθηκε από αυτή την κρίση, ενώ εντάχθηκαν στους κόλπους του η Σουηδία και η Φιλανδία, παραδοσιακά ουδέτερες χώρες. Η Γαλλία λοιπόν αισθάνθηκε ότι επέρχεται απομόνωσή της αν, εκτός από τις Ανατολικές χώρες, και οι Βόρειες χώρες μετακινούνται προς την αμερικανική επιρροή και βεβαίως αυτό θα ήταν εις βάρος και της γαλλικής πολεμικής βιομηχανίας. Στην ίδια γραμμή, υπάρχει και η δεύτερη παράμετρος ότι ο Μακρόν, στο κλίμα στρατιωτικοποίησης της Ευρώπης, θέλησε να επενδύσει στην αμυντική ταυτότητα της Ευρώπης. Δηλαδή: απέναντι σε μια επιθετική Ρωσία, η Ευρώπη πρέπει να φτιάξει τη δική της άμυνα διότι δεν μπορεί να στηρίζεται στον αμερικανό μεγάλο αδελφό, ο οποίος δεν είναι δεδομένος. Ο Μακρόν είχε την εκτίμηση, από την πρώτη φορά που εξελέγη πρόεδρος ο Τραμπ, ότι το φαινόμενο αυτό δεν είναι φευγαλέο, ότι τα συμφέροντα των ΗΠΑ μετατοπίζονται στη γραμμή Ασίας – Ειρηνικού και επομένως δεν μπορεί η Ευρώπη να μην στηρίζεται σε δική της πολεμική βιομηχανία. Μέσα από αυτή τη γραμμή ενισχύεται και ο ρόλος της Γαλλίας, διότι αν η Γερμανία στηρίζει την ηγεμονία της στην οικονομία της, η Γαλλία την στηρίζει στη στρατιωτική της ισχύ – αυτή τη στιγμή είναι η μόνη πυρηνική δύναμη στην ΕΕ μετά και την αποχώρηση της Βρετανίας. Δεν είναι σαφές πόση βασιμότητα έχει αυτή η εκτίμηση του Μακρόν, αφενός διότι δεν είναι βέβαιο ότι θα εκλεγεί ξανά ο Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ –νομίζω ότι το βαθύ κράτος των ΗΠΑ εξακολουθεί να μην εμπιστεύεται τον Τραμπ– αφετέρου διότι η Γερμανία δεν είναι διατεθειμένη να ακολουθήσει μια τέτοια γραμμή, συνεχίζει να τροφοδοτεί την άμυνά της με αμερικανικά και ισραηλινά όπλα.
Η αλλαγή στάσης της Γαλλίας εδράζεται, κατά τη γνώμη σου, και στα συμφέροντα που διακυβεύονται στην αφρικανική ήπειρο μεταξύ Γαλλία και Ρωσίας;
Είναι υπαρκτός ο ανταγωνισμός και η σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ των δύο χωρών, στο Μάλι, την Μπουρκίνα Φάσο, τον Νίγηρα, όπου ένα από τα στηρίγματα των ανατροπών που έγιναν ήταν τα ρωσικά μισθοφορικά στρατεύματα. Νομίζω όμως ότι δεν είναι κυρίαρχος ο ρόλος αυτών των συμφερόντων. Τέτοιοι ανταγωνισμοί στην περιφέρεια του παγκόσμιου συστήματος υπάρχουν πάντα, όπως συνέβη και στη Συρία, όπου είχαμε άμεση ρωσική επέμβαση ενάντια και στη Γαλλία και σε ολόκληρη τη Δύση. Το διακύβευμα είναι κυρίως η μελλοντική αρχιτεκτονική της ίδιας της Ευρώπης.
Τι χρειάζεται να «διαβάσουμε» πίσω από την είδηση για επικείμενη απόφαση, μετά την πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής, για έκδοση ευρωομολόγου μεγάλης κλίμακας που θα χρηματοδοτήσει την ενεργειακή μετάβαση και τις εξοπλιστικές δαπάνες στην ΕΕ;
Η Γαλλία πρωτοστατεί σε οτιδήποτε αφορά κοινό δανεισμό, κοινές δαπάνες της ΕΕ, αυτό το είδαμε και την περίοδο της πανδημίας. Και τότε δεν έλυσε το οικονομικό πρόβλημα η αγορά αλλά το κράτος, δηλαδή με δαπάνες των λιγότερο προνομιούχων. Έτσι λειτουργεί ο καπιταλισμός στις κρίσεις. Στην πανδημία πέρασε η γαλλική γραμμή. Τώρα επιδιώκεται η έκδοση ευρωομολόγου, καί για να ενισχυθεί το σχέδιο που λέγαμε πριν, της στρατιωτικής αυτονομίας, αλλά καί, με αφορμή αυτό το ζήτημα, για να ξεφύγουμε από τη δρακόντεια λιτότητα και δημοσιονομική σταθερότητα που έχει επιβάλει η Γερμανία με το σύμφωνο σταθερότητας, το οποίο ήταν ιστορικό λάθος του Ζακ Ντελόρ και του Φρανσουά Μιτεράν να το δεχθούν. Τώρα η Γαλλία έχει προβλήματα και φοβάται κάποια καμπάνα από τους οίκους αξιολόγησης που θα εκτοξεύσει το χρέος της. Όμως, όπως λένε οι Άγγλοι, το τανγκό θέλει δύο, δηλαδή χρειάζεται να πει το «ναι» και η Γερμανία, η οποία έχει συνταγματικό περιορισμό. Πράγμα για το οποίο δέχεται πιέσεις η γερμανική κυβέρνηση αλλά δεν είναι βέβαιο ότι υπάρχει καν ενδοκυβερνητική συναίνεση, τη στιγμή που χρειάζεται και συναίνεση της αντιπολίτευσης, που δεν έχει κανένα λόγο να την δώσει.
Οι επικείμενες εκλογές στις ΗΠΑ πώς επιδρούν στις εξελίξεις και των δύο πολέμων;
Οι επικείμενες προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ είναι ένας λόγος για τον οποίο δεν πρόκειται να τελειώσει ο πόλεμος στην Ουκρανία. Αυτή τη στιγμή η Ρωσία έχει την πρωτοβουλία σε ένα πολύ μεγάλο γεωγραφικό μέτωπο από τη Χερσώνα, στη Ζαπορίζια, το Ντονέτσκ, το Λούκατσκ έως το Χάρκοβο. Μετά και την κατάληψη της Αβντιίβκα από την Ρωσία, τον περασμένο μήνα, πόλης σημαντικής από πλευράς θέσης και συμβολισμού, η ρωσική πίεση εντείνεται. Η Ουκρανία έχει δύο προβλήματα: αφενός τα πυρομαχικά, που η ρωσική πολεμική βιομηχανία παράγει με πολύ μεγαλύτερη ταχύτητα από εκείνη της Ουκρανίας, συμπεριλαμβανομένης της εισφοράς από τη Δύση. Αφετέρου το έμψυχο δυναμικό, παράμετρος στην οποία έχει αποδυναμωθεί πολύ ο ουκρανικός στρατός, τη στιγμή που η αναλογία των πληθυσμών, ουκρανικού – ρωσικού, είναι 1 προς 4. Πολλοί πλέον φοβούνται χειρότερες εξελίξεις για την Ουκρανία μέσα στο 2024 και σημαντικότερη προώθηση των Ρώσων. Σε αυτές τις συνθήκες, υπάρχουν προϋποθέσεις ώστε ο Ζελένσκι να προσέλθει σε διαπραγματεύσεις με τον Πούτιν, αν και ο τελευταίος έχει διαμηνύσει ότι θέλει να διαπραγματευτεί με τις ΗΠΑ, πιθανώς σε μια γραμμή: εδάφη αντί κυρώσεων. Αλλά αυτό δεν μπορεί να γίνει πριν τις αμερικανικές εκλογές. Ο Τραμπ έχει διαμηνύσει ότι θα λήξει το ουκρανικό σε χρόνο dt, εφόσον η στρατηγική σκέψη που διέπει το επιτελείο του αλλά και τις αμερικάνικες ελίτ, είναι ότι είναι ανόητο να φέρνουν οι ΗΠΑ με την πολιτική τους στο ίδιο μέτωπο Ρωσία και Κίνα, τη στιγμή που ο στρατηγικός τους αντίπαλος είναι η Κίνα – η οποία έχει ΑΕΠ της τάξης των ΗΠΑ ενώ η Ρωσία έχει ΑΕΠ της τάξης της Ιταλίας. Αν ο Μπάιντεν προχωρούσε τώρα σε διαπραγμάτευση με τον Πούτιν θα ήταν εξευτελισμός και θα επωφελούταν ο Τραμπ.
Καθώς όλο αυτό είναι το πλέγμα των εξελίξεων, πώς βλέπεις την κινητοποίηση των ευρωπαϊκών λαών και πώς προβλέπεις να αποτυπωθεί το δικό τους αίσθημα στις επικείμενες ευρωεκλογές;
Οι ευρωπαϊκοί λαοί στην πλειονότητά τους ήταν εναντίον της ρωσικής εισβολής, διότι ό,τι και να καταλογίσει βάσιμα κανείς στη Δύση για το πώς προκλήθηκε η κρίση ήδη από το 2014, αυτό δεν σημαίνει πως η εισβολή της Ρωσίας σε ένα κυρίαρχο κράτος ήταν δίκαιη. Το κλίμα όμως έχει αρχίσει να αλλάζει σε βάρος της Ουκρανίας, λόγω του οικονομικού παράγοντα. Ορισμένες κατηγορίες του ευρωπαϊκού πληθυσμού είναι ιδιαίτερα ενοχλημένες, όπως οι αγρότες. Στις πρόσφατες αγροτικές κινητοποιήσεις, που ακόμα είναι σε εξέλιξη, στην Πολωνία, ένα από τα βασικά αιτήματα ήταν να πάψουν οι αδασμολόγητες εισαγωγές ουκρανικών προϊόντων. Αυτό το κλίμα θα παίξει έναν ορισμένο ρόλο στις ευρωεκλογές. Ίσως μάλιστα ο Μακρόν συνεκτιμά και αυτό το πεδίο για τις κινήσεις του. Θέλει δηλαδή να συσπειρώσει το δικό του στρατόπεδο και να προσελκύσει ψήφους από τον κεντρώο – φιλελεύθερο χώρο, εναντίον της Λεπέν και του Μελανσόν, τους οποίους εμφανίζει ως φιλορώσους. Ωστόσο, δεν νομίζω ότι θα αποφύγει την ήττα από την ακροδεξιά. Το ίδιο κλίμα υπάρχει και στη Γερμανία.
Ας κάνουμε και ένα σχόλιο για τις εξελίξεις στο άλλο πολεμικό μέτωπο, στη γενοκτονία των Παλαιστινίων. Τι μπορούμε να ελπίζουμε μετά τη, για πρώτη φορά, υπερψήφιση από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ της άμεσης κατάπαυσης πυρός στη Γάζα;
Η ειδική εισηγήτρια του ΟΗΕ για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στα παλαιστινιακά εδάφη, Φραντζέσκα Αλμπανέζε μίλησε ανοιχτά την Τρίτη για γενοκτονία στη Γάζα από τον ισραηλινό στρατό και αυτή είναι η πραγματικότητα, που θα ολοκληρωθεί, αν, αυτό που όλοι φοβόμαστε και διακηρύσσει ανοιχτά ο Νετανιάχου, ο ισραηλινός στρατός εισβάλλει με χερσαίες δυνάμεις στη Ράφα, το τελευταίο καταφύγιο των Παλαιστινίων και την τελευταία πόλη υπό παλαιστινιακό έλεγχο. Σε μια πόλη 150.000 κατοίκων όπου τώρα έχουν καταφύγει 1.500.000 Παλαιστίνιοι. Η τελευταία εξέλιξη, που δίνει κάποια ελπίδα, είναι η αλλαγή στάσης των ΗΠΑ, οι οποίες έκαναν αποχή και επέτρεψαν να βγει το ψήφισμα από τα άλλα 14 μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας. Το Συμβούλιο Ασφαλείας, αν θέλει, μπορεί να επιβάλει τις αποφάσεις του και με νέα συνεδρίαση να επιβάλει κυρώσεις, όπως απαγόρευση εξαγωγής όπλων στο Ισραήλ, οικονομικές κυρώσεις μέχρι και ζώνη απαγόρευσης πτήσεων. Το έκαναν στη Λιβύη για μια επαπειλούμενη ανθρωπιστική καταστροφή. Βεβαίως απέχουμε πολύ από αυτό το σημείο. Ωστόσο, η διπλωματική απομόνωση του Ισραήλ προκαλεί πολλά προβλήματα διότι δεν έχουν διακοπεί οι συνομιλίες στην Ντόχα για εκεχειρία και έχει πρόβλημα με τους ομήρους. Αν οξυνθεί η κόντρα με τις ΗΠΑ μπορεί να αποσταθεροποιήσει την κυβέρνηση και να οδηγήσει το Ισραήλ σε εκλογές. Είναι ήδη γνωστό πως ο Μπένι Γκαντζ, ο αρχηγός του κεντρώου κόμματος της αντιπολίτευσης και βασικός αντίπαλος του Νετανιάχου έχει ήδη μπει στο πολεμικό συμβούλιο του Ισραήλ για λόγους εθνικής ενότητας καιροφυλακτεί να τον ανατρέψει. Μάλιστα, πήγε στις ΗΠΑ, χωρίς την άδεια του Νετανιάχου, και συναντήθηκε με την αντιπρόεδρο των ΗΠΑ, Καμάλα Χάρις, γεγονός που αποτελεί ένα έμμεσο αλλά σαφές χρίσμα από την πλευρά των ΗΠΑ. Βεβαίως ο Μπάιντεν βρίσκεται μεταξύ σφύρας και άκμονος. Από τη μία φοβάται την αντίδραση των αράβων, των μουσουλμάνων γενικότερα, των ΗΠΑ, που μπορεί να είναι οι μισοί αριθμητικά από τους αμερικανοεβραίους, αλλά παίζουν ρόλο στις εκλογές διότι είναι συγκεντρωμένοι σε διαφιλονικούμενες πολιτείες, που παίζουν ρόλο στην έκβαση του εκλογικού αποτελέσματος. Επίσης, ένα τμήμα του Δημοκρατικού Κόμματος, νέοι και η αριστερή πτέρυγα, δεν είναι βέβαιο ότι θα ψηφίσουν τον Μπάιντεν λόγω του πολέμου στη Γάζα. Στην άλλη πλευρά, χρειάζεται να υπολογίζει και το ισραηλινό λόμπι που είναι πάρα πολύ ισχυρό έχοντας στα χέρια τους μεγάλο μέρος του τραπεζικού συστήματος.
Ζωή Γεωργούλα