Παρά μια σχετική άνοδο της Ανυπότακτης Γαλλίας του Ζαν-Λυκ Μελανσόν, με ένα 22% στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών, ο κατακερματισμός των δυνάμεων της Αριστεράς και της οικολογίας, η συνεχιζόμενη άνοδος της άκρας δεξιάς, και η αύξηση της αποχής, δείχνουν ότι η Αριστερά ως σύνολο βρίσκεται σε υποχώρηση απέναντι σε ένα εκλογικό σώμα απογοητευμένο που επιλέγει όλο και περισσότερο την Λεπέν ή τις παραλλαγές της. Οι απογοητευμένοι είναι κυρίως νέοι, φτωχοί και πρώην ψηφοφόροι της Αριστεράς. Παρ’ όλα αυτά, το σύνολο έξι οικολόγων και αριστερών υποψηφίων συγκέντρωσε το 32%, ένα ποσοστό που υπό διαφορετικές συνθήκες θα μπορούσε να στηρίξει μια άλλη δυναμική.
Οι ομάδες αυτές δεν μπόρεσαν να ξεπεράσουν την εικόνα μεσοαστικών γραφειοκρατιών, χωρίς τη δυνατότητα μιας πραγματικής εθνικής απήχησης, και χωρίς ένα εναλλακτικό σχέδιο για τη χώρα. Οι οικολόγοι παρουσιάστηκαν με ένα δειλό πρόγραμμα, σαφώς λιγότερο ακριβές και ριζοσπαστικό από του Μελανσόν, ενώ η σοσιαλίστρια υποψηφία, δήμαρχος του Παρισιού, δεν μπόρεσε να κάνει τους ψηφοφόρους να ξεχάσουν την τραγική προεδρική θητεία του σοσιαλιστή Ολάντ. Ο ίδιος ο Μελανσόν που δεν φημίζεται για τις δημοκρατικές μεθόδους του, και είχε γοητευτεί από τη “λαϊκιστική στιγμή” (Σαντάλ Μούφ) της ευρωπαϊκής Αριστεράς, αύξησε λίγο την επίδοσή του σε σχέση με το 2017, αλλά δεν μπόρεσε να καθιερωθεί ως ο υποψήφιος του συνόλου της Αριστεράς, οικολογίας συμπεριλαμβανομένης.
Η εμπειρία των “Κίτρινων γιλέκων”, ήταν ιδιαίτερα αποκαλυπτική της δυσκολίας της Αριστεράς να ριζώσει στα δοκιμαζόμενα λαϊκά στρώματα. Ήταν μια εξέγερση που δεν απέκτησε έναν πολιτικό χαρακτήρα, με βάση τις υπάρχουσες πολιτικές δυνάμεις. Το ίδιο είχε συμβεί και με τον θυμό των νέων στα λαϊκά προάστια, που συνάντησε μόνο την αμηχανία της Αριστεράς. Είναι σαν τα μορφωμένα μεσαία στρώματα της γαλλικής κοινωνίας, που στελεχώνουν την Αριστερά, να μην μπορούν να σκύψουν πάνω στα προβλήματα των ευρύτερων λαϊκών στρωμάτων για να βρουν τον τρόπο να συμμαχήσουν με αυτά σε βάρος μιας ελίτ γύρω από τον πλούτο που βρίσκει ακροατές σε όλες τις πολιτικές γραφειοκρατίες.
Η υπεροχή του Μελανσόν οφείλεται στο ότι μπόρεσε να τραβήξει με το μέρος του το κομμάτι αυτό της αριστερής διανόησης που δεν γοητεύεται από την πολιτική ισχύ του χρήματος, και είναι διαθέσιμο για να ασχοληθεί με τα πραγματικά κοινωνικά προβλήματα της πλειοψηφίας του πληθυσμού. Έχει ενδιαφέρον να διαπιστώσουμε ότι μια τέτοια συμμαχία είναι δυνατή και αποδοτική πολιτικά, καθώς στην πραγματικότητα αποτελεί την μόνη κατεύθυνση που μπορεί να υιοθετηθεί για τη συγκρότηση της ταξικής συμμαχίας που θα ξεφορτωθεί τις παραλλαγές του σοσιαλδημοκρατικού ξαναζεσταμένου ονείρου, και της ιδέας του πλούτου που (όταν αποκαταστήσει την απόλυτη κυριαρχία του) θα μπορεί να μοιράζει τα αποφάγια του.
Ένα άλλο δίδαγμα από την εμπειρία της Ανυπότακτης Γαλλίας είναι ότι οι προσπάθειες οικοδόμησης αυτής της νέας κοινωνικής συμμαχίας χρειάζονται ένα συλλογικό υποκείμενο, το οποίο να μπορεί να σκεφτεί τους στόχους και τις μεθόδους, να αξιοποιήσει τις διαθέσιμες γνώσεις και να παράξει νέες. Και να ξεπεράσει την εξάρτηση από ημιμαθή στελέχη που αναζητούν την αναγνώριση από τις υπάρχουσες ταξικές συμμαχίες και τους θεσμούς που τις διατηρούν.
Πέτρος Λινάρδος Ρυλμόν