Η ύπαρξη ενός πολιτικού καθεστώτος που αναφέρεται με κάποιο τρόπο στην Αριστερά προϋποθέτει ότι υπάρχει μια πολιτική οργάνωση που υπερασπίζεται στη θεωρία και στην πράξη τις ανάγκες και τα συμφέροντα των εργαζομένων και των λαϊκών τάξεων, όχι αναγκαστικά με το να κατέχουν οι εκπρόσωποι των τάξεων αυτών την εξουσία επί των θεσμών διοίκησης τoυ κράτους, αλλά με το να έχουν εξασφαλίσει μέσα από διαπραγματεύσεις, στο πλαίσιο δημοκρατικών διαδικασιών, ότι αυτές οι ανάγκες και αυτά τα συμφέροντα πρέπει να ικανοποιούνται με σταθερό και ικανοποιητικό τρόπο, ακόμα κι αν μια κυρίαρχη τάξη συνεχίζει να υποτάσσει τις λαϊκές τάξεις. Ως γνωστόν, η Ιστορία δεν μας διδάσκει μόνο τη δυνατότητα της «εξουσίας στα σοβιέτ», της εξουσίας στην ίδια την εργατική τάξη, που όπως γνωρίζουμε ήταν μια περισσότερο σύνθετη και αντιφατική περιπέτεια, αλλά και τη δυνατότητα σοσιαλ-δημοκρατικών και «φορντιστικών» καθεστώτων, που ενώ αναγνώριζαν την κυριαρχία και την ηγεμονία των καπιταλιστικών σχέσεων και ιδεολογιών παραχώρησαν στο παρελθόν, σε κάποιες χώρες, εργασιακά και κοινωνικά δικαιώματα, που διαμόρφωσαν καθεστώτα σχετικής ευημερίας για τις εργατικές τάξεις.
Ολα αυτά συνέβησαν μόνο στην Ευρώπη, και όταν το διεθνές κεφάλαιο θεώρησε αναγκαίο να κηρύξει το τέλος αυτής της περιόδου, εμπνεύστηκε από την πραγματικότητα του καπιταλισμού των Ηνωμένων Πολιτειών και έσπευσαν να δείξουν ότι το νεοφιλελεύθερο μοντέλο μπορούσε να φτάσει ώς το πραξικόπημα στη Χιλή. Στην Ευρώπη, όπου γνωρίζουμε ότι οι ιδιοκτήτες και οι πρόθυμοι εκφραστές του κεφαλαίου είναι ικανοί για τα χειρότερα, παραμένει ισχυρή η ανάμνηση της σοσιαλ-δημοκρατικής εκδοχής καθεστώτος, καθώς αποτελεί στην πραγματικότητα μια εκδοχή που βασίστηκε στην κινητοποίηση, αν όχι στη στράτευση, των ίδιων των παραγωγικών και πολιτικών δυνάμεων του κεφαλαίου. Οι διανοούμενοι και τα πολιτικά στελέχη της Αριστεράς –με την ευρεία έννοια– που υποστηρίζουν έναν τέτοιο προσανατολισμό ισχυρίζονται ότι μπορούν να εξασφαλίσουν μια τέτοια κινητοποίηση, την ίδια στιγμή που δεν υπάρχουν ούτε ενδείξεις μιας τέτοιας διαθεσιμότητας.
Η Nαόμι Κλάιν στο εκτενές ρεπορτάζ της για τη δυναμική της κλιματικής αλλαγής –This changes everything / Αυτό αλλάζει τα πάντα– εξηγεί ότι οι δυνάμεις του κεφαλαίου και οι πολιτικές δυνάμεις που τις εκφράζουν αρνούνται κατά κανόνα να εφαρμόσουν τις πολιτικές που εισηγείται το IPCC και άλλοι επιστημονικοί οργανισμοί, και ο λόγος είναι ότι αρνούνται να αλλάξουν τις στρατηγικές που υλοποιούν, και κατά βάση τη νεοφιλελεύθερη στρατηγική. Ακόμα κι αν οι πιο πρόσφατες μετρήσεις δείχνουν ότι οι στόχοι που θέτουν διεθνείς διασκέψεις για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, και επομένως για τη συγκράτηση της υπερθέρμανσης, απειλούνται από τη διατήρηση της κατανάλωσης ορυκτών καυσίμων, ενώ δεν αντιμετωπίζονται πραγματικά οι επιπτώσεις των ακραίων καιρικών φαινομένων, και της κλιματικής αλλαγής ευρύτερα. Χωρίς να ξεχνάμε την τροφοδότηση της συνεχούς ενίσχυσης της Ακρας Δεξιάς με την υλοποίηση φασιστικών και δολοφονικών πολιτικών από πολλαπλές κυβερνήσεις, σχετικά με τα κύματα προσφύγων που προκαλεί η κλιματική κρίση, που δεν πρόκειται να εκλείψουν, αλλά αντίθετα θα ενισχυθούν.
Η κλιματική κρίση είναι μια εξέλιξη πολλαπλών διαστάσεων, που απειλεί από πολλές απόψεις τη ζωή των ανθρώπων και την αναπαραγωγή των ανθρώπινων κοινωνιών στον πλανήτη. Οι σημερινές διαδικασίες με τις οποίες τα καπιταλιστικά καθεστώτα αναπαράγονται δεν είναι βιώσιμες και η επιβίωση και προστασία των κοινωνιών απαιτεί τον αναπροσανατολισμό των στρατηγικών σε ό,τι αφορά την οικονομική δραστηριότητα, την κοινωνική φροντίδα και την προστασία της υγείας, την εκπαίδευση και την έρευνα, τη λειτουργία των δημοκρατικών διαδικασιών και ελέγχων, με λύσεις οι οποίες για πρώτη φορά θα εφαρμοστούν στον πλανήτη Γη, ενώ θα χρειαστεί να γίνουν μεγάλες αναθεωρήσεις σε σχέση με τις βασικές επιλογές των καπιταλιστικών κοινωνιών. Μια κοινωνία που απειλείται τόσο σοβαρά με μια συγκυρία που έχουμε φτάσει να ονομάζουμε «πολυκρίση» δεν μπορεί να προστατευτεί χωρίς τη ριζική αναβάθμιση της αλληλεγγύης και της δημοκρατίας.
Από την εμπειρία που ήδη διαθέτουμε συμπεραίνουμε αφενός ότι είναι αναγκαίο να υπάρξουν θεσμοί στον πανεπιστημιακό χώρο, που να παράγουν γνώση σχετικά με την εξέλιξη της κλιματικής αλλαγής στην περιοχή μας, αλλά και σχετικά με τις αλλαγές που είναι αναγκαίο να πραγματοποιηθούν στην παραγωγική και οικονομική δραστηριότητα, αλλά και στις υποδομές και στο φυσικό περιβάλλον. Παράλληλα, χρειάζεται να δημιουργηθούν θεσμοί σχεδιασμού αυτού που ονομάζουμε αναπτυξιακή διαδικασία σε επίπεδο περιφερειακών ενοτήτων (νομαρχιών), ώστε να είναι δυνατόν να αντιμετωπιστούν τόσο οι αλλαγές που έχουν προκληθεί όσο και αυτές που μπορεί να προβλεφθούν, και να διαμορφωθεί η βάση του εθνικού σχεδιασμού.
Είναι επίσης αναγκαίο στο επίπεδο των περιφερειακών ενοτήτων να συγκροτηθούν λαϊκές συνελεύσεις, από εκπροσώπους όλων των επαγγελματικών και κοινωνικών ομάδων, οι οποίες θα εγκρίνουν και θα τροποποιούν τα αναπτυξιακά σχέδια. Οι συνελεύσεις αυτές μπορούν να ενισχυθούν μέσω εκπαιδευτικών διαδικασιών που προσφέρουν γνώσεις, βασισμένες στην εμπειρία της τοπικής κοινωνίας, αλλά και στις επιστημονικές γνώσεις που είναι διαθέσιμες στην περιοχή και στη χώρα.
Πέτρος Λινάρδος – Ρυλμόν