Οι καταιγίδες στη Λήμνο και στη Ρόδο, με τις επαναλαμβανόμενες ζημιές στις υποδομές και τις οικονομικές δραστηριότητες, και δυστυχώς με δύο νεκρούς στη Λήμνο, επιβεβαιώνουν πριν απ’ όλα ότι ζούμε πλέον τη εποχή της κλιματικής αλλαγής, και ότι η προστασία των κατοίκων, των κατασκευών και του φυσικού περιβάλλοντος απαιτούν μακροχρόνιες, ισχυρές και πρωτότυπες παρεμβάσεις. Όπως και ότι η διευκόλυνση της ροής των υδάτων σε ρέματα και αποχετεύσεις δεν αρκεί, ούτε είναι επαρκείς οι στελεχώσεις υπηρεσιών υγείας και πυροσβεστικών υπηρεσιών, αν και πρέπει να οριστεί εκ νέου τι είναι η επάρκεια στις νέες συνθήκες.
Οι καταστροφές στη Θεσσαλία, πριν ένα χρόνο και τρείς μήνες, έδειξαν ότι για την αντιμετώπιση των “ακραίων καιρικών φαινομένων” δεν αρκούν οι εκ των υστέρων παρεμβάσεις, και πόσο μάλλον η πολιτική των αποζημιώσεων. Και ότι οι κίνδυνοι που απειλούν τις περιοχές της χώρας, λόγω του νέου περιβάλλοντος της Κλιματικής Αλλαγής, πρέπει να αντιμετωπιστούν με προβλέψεις των απειλών και επομένως με έργα ή αλλαγές πρακτικών και πολιτικών που επιτρέπουν την πολύπλευρη προστασία. Πρόκειται για ένα από τα συμπεράσματα μιας μελέτης σχετικά με τις επιπτώσεις και την αντιμετώπιση της προηγούμενης καταιγίδας στη Θεσσαλία[1].
Σχετικά με τα πλέον πρόσφατα συμβάντα, μια σχηματισθείσα επιστημονική ομάδα παρουσίασε μια πρώτη έκθεση σχετικά με τις επιπτώσεις του Daniel και τις παρεμβάσεις που είναι αναγκαίες[2]. Η ομάδα αυτή αποφάσισε να συνεχίσει την επεξεργασία των απαιτούμενων πολιτικών, σχετικά με συμπληρώσεις των αναλύσεων και των προτεινόμενων πολιτικών σχετικά με την προστασία των κατοίκων, την αναδιάρθρωση και προστασία καλλιεργειών και οικονομικών δραστηριοτήτων, την αποκατάσταση και προστασία των υποδομών και την ολοκληρωμένη διαχείριση των φυσικών πόρων, ειδικότερα δε των υδάτων.
Στο πρώτο κείμενο που παρέδωσε η ολλανδική εταιρία την οποία προσέλαβε ο Μητσοτάκης για να διαχειριστεί τις επιπτώσεις του Daniel, καταγράφεται πλήθος κακοδιαχειρίσεων και παραβιάσεων κανονισμών και νόμων, και αναδεικνύεται η κρισιμότητα του προβλήματος της ανεπαρκούς αν όχι κακής διαχείρισης των ζητημάτων περιφερειακής και τοπικής πολιτικής. Η απόλυτη σχέση πελατειακών σχέσεων και μίκρο ως μάκρο διαφθοράς με την ανεπαρκή ή αναποτελεσματική διοίκηση είναι ένα σταθερό χαρακτηριστικό του ελληνικού καπιταλισμού, που έχει ενταθεί με την υιοθέτηση του νεοφιλελεύθερου μοντέλου, το οποίο –ας μη το ξεχνάμε– εγκαθίδρυσαν υπομονετικά οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ κατά τη διάρκεια διαδοχικών ιστορικών φάσεων.
Η αμφισβήτηση αυτού του μοντέλου, από τη στιγμή μάλιστα που έχουμε μπει στην εποχή της κλιματικής αλλαγής, απαιτεί την υιοθέτηση πρακτικών σχεδιασμού και μάλιστα δημοκρατικού σχεδιασμού, αν επιδίωξη ενός εναλλακτικού συστήματος διακυβέρνησης είναι η επιβίωση των πληθυσμών και των παραγωγικών δυνατοτήτων σε υλικά προϊόντα και υπηρεσίες. Στην καρδιά του θέματος βρίσκεται η μορφή που έχει πάρει κατά τη σημερινή περίοδο η ταξική πάλη. Η επιθετικότητα της άρχουσας τάξης και της πολιτικής ελίτ που την εκφράζει, εκδηλώνεται με πολλαπλούς τρόπους για να αντισταθμιστεί με ενέργειες που αφορούν σε διεθνές ή τοπικό επίπεδο, την υποχώρηση της δυνατότητας αναπαραγωγής του καπιταλισμού, και ειδικότερα την καθήλωση της αναπαραγωγής του ελληνικού καπιταλισμού.
Η παρακμή του χώρου που αναφέρεται σε μια ανύπαρκτη Αριστερά, ο οποίος χαρακτηρίζεται από διάσπαρτες και απολύτως αστήρικτες αναφορές σε κάποια σοσιαλδημοκρατία, δεν εκφράζει τίποτε άλλο από την αδυναμία των οργανώσεων και των στελεχών να τοποθετηθούν σχετικά με την όξυνση της ταξικής πάλης, με τις εντεινόμενες πρωτοβουλίες του κεφαλαίου. Από τη στιγμή μάλιστα που προστίθεται σε αυτή τη συγκυρία, η δυναμική της κλιματικής αλλαγής την οποία αρνείται να συγκρατήσει η διεθνής αστική τάξη, με την πρόθυμη υποστήριξη της άκρας δεξιάς, που όπως σε άλλες ιστορικές περιόδους συγκροτείται στην πραγματικότητα για να υπηρετήσει τις όποιες στοχεύσεις των ισχυρών.
Η προσπάθεια μιας υπαρκτής Αριστεράς να φροντίσει την προστασία των πληθυσμών σε μια εποχή κατά την οποία στους κινδύνους της φτώχειας και της ελλειμματικής κοινωνικής προστασίας, προστίθενται οι κίνδυνοι που αφορούν τις παραγωγικές δραστηριότητες και τα κατοικημένα περιβάλλοντα, όπως και το φυσικό περιβάλλον, πρέπει να αποκτήσει τη δυνατότητα να προτείνει σχέδια που μπορούν να ανταποκριθούν σε αυτές τις ανάγκες. Χρειάζονται όμως και τρόποι που θα μπορέσει να εκφράσει τις ανάγκες του ο κόσμος των κοινωνικών τάξεων που δέχονται τις πολύπλευρες επιθέσεις του κεφαλαίου. Είτε πρόκειται για τον εγχώριο πληθυσμό, είτε για τους πρόσφυγες που προκαλεί η κρίση και οι κραυγαλέες αποτυχίες του διεθνούς καπιταλισμού, όπου συμπεριλαμβάνονται και οι πόλεμοι, ή η παγκόσμια διάχυση της κλιματικής αλλαγής.
Σημειώσεις:
1. Pantoleon Skayannis, Ersi Zafeiriou, Risk – Uncertainty – Complexity and Foresight as Alternative Planning Tools for Natural Disasters: The Medicane “Ianos” in Greece, 2021
2. Νέα Αριστερά, “Ομάδα Εργασίας για τη Θεσσαλία”, Τοποθέτηση για το παρόν και το μέλλον της Θεσσαλίας.
Πέτρος Λινάρδος Ρυλμόν