Η καταστροφική πλημμύρα που γνωρίσαμε την εβδομάδα της 4ης Σεπτεμβρίου στη Θεσσαλία ήταν το αποτέλεσμα ενός ιδιαίτερα ακραίου καιρικού φαινομένου, ενώ η άνοδος της μέσης θερμοκρασίας στον πλανήτη δεν έχει ακόμα φθάσει στον επιδιωκόμενο στόχο του 1,5 βαθμού. Και με την κατανόηση που δείχνουν κυβερνήσεις και διεθνείς οργανισμοί σχετικά με την κατανάλωση ορυκτών καυσίμων, ο στόχος αυτός θα ξεπεραστεί σίγουρα και οι απειλές λόγω κλιματικής αλλαγής θα ενταθούν. Οι αφηγήσεις σχετικά με τα αίτια των διαστάσεων που πήρε η καταστροφή, περιλαμβάνουν αποκαλύψεις σχετικά με τη διαφθορά στα δημόσια έργα, και λανθασμένους χειρισμούς της Περιφέρειας, ελλειμματική λειτουργία της πολιτικής προστασίας. Αλλά οι επιστημονικές αναλύσεις του φαινομένου δεν αρκούνται σε τέτοιες ερμηνείες ενώ είναι σαφές ότι το ισχύον θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας του κράτους και ειδικότερα των περιφερειών, δεν αρκεί για να προστατευτούν πληθυσμοί, καλλιέργειες και υποδομές, από τέτοιας έντασης βροχοπτώσεις.
Είναι πριν απ’ όλα αναγκαίο να διαπιστωθεί η πραγματική έκταση της απειλής. Οι κατολισθήσεις σε ορεινούς δρόμους είναι συχνά και ευρύτερες μετακινήσεις εδαφών, και αυτό σημαίνει ότι η προστασία υποδομών μπορεί να είναι και σταθεροποίηση ορεινών όγκων. Η προστασία των καλλιεργειών, μπορεί να αφορά τον κίνδυνο πλημμύρας, τον κίνδυνο κατολίσθησης ή και την προστασία από χαλαζοπτώσεις, ενώ μπορεί να χρειάζεται οι καλλιέργειες να μετακινηθούν ή να συμπληρωθούν, και δεν πρέπει να ξεχνάμε τις πυρκαγιές. Σε ό,τι αφορά την κατασκευή κατοικιών ή και τις υπάρχουσες κατοικίες, πρέπει να προβλέπονται ενισχύσεις των κτιρίων, ή ακόμα και μετακινήσεις, όπως και σε ό,τι αφορά τα δημόσια κτίρια, ειδικά δε τα νοσοκομεία και ιατρεία. Όλες αυτές οι επιλογές πρέπει να γίνονται με τη σύμφωνη γνώμη επιστημονικού προσωπικού, το οποίο θα λειτουργεί συμβουλευτικά σε μόνιμη βάση. Πρόκειται για ενέργειες που δεν μπορεί πλέον να ακολουθούν τα συμβάντα, αλλά να προκύπτουν από εκτιμήσεις προβλέψεων και επομένως να παρουσιάζουν μια σταθερότητα, όπως λ.χ. πρέπει να παρουσιάζει η προστασία από τον κίνδυνο των πανδημιών.
Αναγκαίες δράσεις και παρεμβάσεις
Το σημερινό καθεστώς των ρυθμιστικών σχέσεων πολιτικού προσωπικού και επιχειρηματιών δεν μπορεί πλέον να βρίσκεται στο επίκεντρο της χάραξης πολιτικής, ακόμα κι αν για μια στιγμή ξεχαστεί η πανταχού παρούσα διαφθορά. Πολλές αναγκαίες σήμερα παρεμβάσεις αφορούν δημόσιους χώρους, εκτάσεις ή δραστηριότητες, που θεσμοί δημόσιοι ή κοινωνικοί πρέπει να φροντίζουν αποτελεσματικά και σταθερά. Ενώ υπαρκτές δραστηριότητες για να συνεχίζουν να υπάρχουν χρειάζονται τον συνδυασμό ενός συνόλου ιδιωτικών και δημόσιων παρεμβάσεων. Και από την άλλη μεριά, πρέπει να συνδυαστεί η υποστήριξή τους με τη δημιουργία νέων οικονομικών δραστηριοτήτων, ειδικότερα δε στον τομέα της ενεργειακής μετάβασης. Οι μόνιμες πλέον αναγκαίες δράσεις χρειάζεται να ξεκινάνε από την επιστημονική συμβουλευτική παρέμβαση, στη συνέχεια την υιοθέτηση ενός τοπικού σχεδίου από έναν θεσμό δημοκρατικής εκπροσώπησης της κοινωνίας, και πρέπει να καταλήγουν στην υλοποίηση από δημόσιους ή κοινωνικούς φορείς υπό κοινωνικό έλεγχο. Τα σχέδια προετοιμασίας για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, χρειάζεται να συνδυαστούν με σχέδια ανάκαμψης, παραγωγικής, περιβαλλοντικής και κοινωνικής της περιφέρειας. Για να υπάρξουν πραγματικά τέτοια σχέδια πρέπει να συγκροτηθούν οι τοπικές κοινωνίες ως υποκείμενα μιας ενεργού πολύπλευρης αλληλεγγύης.
Ο ρόλος των επιστημόνων και διανοουμένων
Καθοριστικό ρόλο έχει να παίξει το επιστημονικό προσωπικό της χώρας στα ακαδημαϊκά ή ερευνητικά ιδρύματα ή σε άλλους φορείς. Η δυνατότητα αυτή είναι ήδη ορατή, αλλά για να εισέλθει αυτή η παρέμβαση αποφασιστικά στην πολιτική σκηνή, πρέπει να πάρει κινηματικά χαρακτηριστικά και να συγκροτηθεί θεσμικά. Ο επιστημονικός κόσμος, και ο κόσμος της διανοητικής εργασίας ευρύτερα, πρέπει να κινητοποιηθεί όχι μόνο για την αξιολόγηση των επιπτώσεων μιας καταστροφής, αλλά για να προετοιμαστεί η κοινωνία για την αντιμετώπιση μιας τέτοιας απειλής. Με την ενίσχυση των αναγκαίων φορέων, τη στελέχωσή τους, την χρηματοδότησή τους, την ένταξή τους σε έναν ενιαίο σχεδιασμό. Και αυτός ο σχεδιασμός δεν μπορεί να βασίζεται κυρίως στις γνώσεις και τις αποφάσεις κεντρικών υπηρεσιών, αλλά πρέπει να προκύπτει από δημοκρατικές διαδικασίες στις τοπικές κοινωνίες κατά κύριο λόγο, καθώς οι ανάγκες είναι πολλές και ιδιαίτερες κάθε φορά, ενώ οι αλλαγές στους διάφορους τομείς δραστηριοτήτων, υποδομών και υπηρεσιών, είναι αποφασιστικής σημασίας, και δεν μπορούν να υλοποιηθούν χωρίς την έκφραση των απόψεων και των θέσεων της κοινωνίας.
Αποφασιστικές μεταρρυθμίσεις
Η αποφασιστική αναβάθμιση των δημοκρατικών λειτουργιών στην κοινωνία έχει ευρύτερη σημασία, καθώς είναι ο τρόπος με τον οποίο οι λαϊκές τάξεις όχι μόνο θα ακουστούν, αλλά θα έχουν τη δυνατότητα να επιβάλουν την ικανοποίηση αναγκών, όχι μόνο σε σχέση με εισοδήματα και κοινωνικές υπηρεσίες, αλλά και σε σχέση με τις ίδιες τις παραγωγικές δραστηριότητες που από την εποχή των μνημονίων θεαματικά, αλλά και από πιο πριν, έχουν συρρικνωθεί και έχουν προκαλέσει αύξηση της φτώχειας, αλλά και ερήμωση πολλών περιοχών της υπαίθρου. Ενώ μια μεταρρύθμιση προς αυτή την κατεύθυνση αποτελεί απαραίτητο στόχο για να μπορέσει να επιβιώσει η κοινωνία την εποχή της κλιματικής αλλαγής αλλά και της παρακμής του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής. Η ανασυγκρότηση των δυνάμεων της Αριστεράς πρέπει να ξεκινήσει αφενός με την κινητοποίηση της επιστημονικής κοινότητας για να δίνονται απαντήσεις σε άμεσες ή προβλεπόμενες ανάγκες κατά περιοχές της χώρας, και αφετέρου με τη συγκρότηση φορέων εκπροσώπησης του συνόλου των λαϊκών τάξεων, και αν είναι δυνατό του συνόλου της κοινωνίας, για τον προσδιορισμό με δημοκρατικές διαδικασίες των αναγκών σε όλους τους τομείς, και των λύσεων που είναι δυνατόν να προταθούν.
Πρόκειται προφανώς για κατευθύνσεις αποφασιστικής μεταρρύθμισης του καθεστώτος της χώρας, με την κατάργηση του νεοφιλελεύθερου μοντέλου, του πελατειακού συστήματος, αλλά και της πολύπλευρης κυριαρχίας του κεφαλαίου, επιχειρηματικού και τραπεζικού. Η κινηματική δραστηριοποίηση του επιστημονικού κόσμου, αλλά και των λαϊκών εκπροσωπήσεων, μπορούν να συγκροτήσουν σχέδια δράσης και νέας θεσμικής γεωγραφίας, τα οποία να συνδυαστούν με τη δημιουργία συνεταιριστικών τραπεζών και κοινωνικών επιχειρηματικών δραστηριοτήτων για να επηρεάσουν τους κοινωνικούς συσχετισμούς δυνάμεων, αλλά και την προώθηση τοπικών μεταρρυθμιστικών παρεμβάσεων. Παρεμβάσεις για την αναβάθμιση της χρηματοδοτικής ικανότητας του δημόσιου και του κοινωνικού τομέα, ώστε να ενισχυθεί άμεσα η δυνατότητα αναβάθμισης υπηρεσιών, υποδομών και παραγωγής τοπικά, πρέπει να συνδυαστούν άμεσα με τις νέες σχεδιαστικές ικανότητες των τοπικών κοινωνιών.
Μετά την πρόσφατη καταστροφή στη Θεσσαλία, έχουν διατυπωθεί και πάλι προτάσεις για “Μακροχρόνιο Σχέδιο Οικονομικής, Περιβαλλοντικής και Κοινωνικής Ανάκαμψης της Θεσσαλίας” (Γιώργος Σταθάκης), και για “Αλλαγή του Μοντέλου Οργάνωσης του Κράτους και της Οικονομίας” (Λόης Λαμπριανίδης). Τέτοια σχέδια έχουν να αντιμετωπίσουν, όπως και στο παρελθόν, την κυριαρχία της καπιταλιστικής επιχειρηματικότητας και την κρατική λειτουργία με βάση το πελατειακό σύστημα και την εξυπηρέτηση του κεφαλαίου. Μια πρόταση ουσιαστικής τροποποίησης του καθεστώτος που διέπει τη λειτουργία της οικονομίας και της κοινωνίας, όπως και την περιβαλλοντική στρατηγική, πρέπει να δώσει απαντήσεις σχετικά με την κινητοποίηση και παρέμβαση της κοινωνίας απέναντι στα προβλήματα και τις απειλές, σχετικά με την αντιμετώπιση της παρακμιακής κυριαρχίας του κεφαλαίου, και σχετικά με την αναζωογόνηση των δημοκρατικών λειτουργιών για το σύνολο των λαϊκών τάξεων.
Πέτρος Λινάρδος Ρυλμόν