Σε ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα διαχείρισης αγροτικών ενισχύσεων στη σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας, το όνομα του ΟΠΕΚΕΠΕ (Οργανισμός Πληρωμών και Ελέγχου Κοινοτικών Ενισχύσεων Προσανατολισμού και Εγγυήσεων) έχει συνδεθεί με συστηματική κατάχρηση κοινοτικών κονδυλίων, διοικητική ανεπάρκεια και κυβερνητική συγκάλυψη. Οι αποκαλύψεις που έρχονται στο φως μέσω της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, αλλά και κοινοβουλευτικών παρεμβάσεων, δημιουργούν εύλογα ερωτήματα για το πώς λειτουργεί το κράτος δικαίου όταν διακυβεύονται πολιτικά συμφέροντα και εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ.
Η κυβέρνηση προσπαθεί να ξεφύγει από τη δύσκολη θέση στην οποία βρίσκεται για το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ με τη γνωστή μέθοδο που έχει εφαρμόσει σε πλείστες περιπτώσεις, αυτή της διάχυσης ευθυνών και με κατηγορίες περί «βαθέος κράτους» και «επιτήδειων γραφειοκρατών». Μία μεθοδολογία που εφαρμόστηκε και στο έγκλημα των Τεμπών, όταν η Νέα Δημοκρατία έσπευσε να αποδώσει το τραγικό δυστύχημα αποκλειστικά στον σταθμάρχη, επιχειρώντας να εξαιρέσει πλήρως τις ευθύνες της πολιτικής ηγεσίας. Σήμερα, στο σκάνδαλο των παράνομων αγροτικών επιδοτήσεων και του εκτροχιασμού του ΟΠΕΚΕΠΕ, επιχειρείται το ίδιο: να εξαφανισθούν από το προσκήνιο οι πολιτικές παρεμβάσεις και να γίνουν αποδιοπομπαίοι τράγοι οι δημόσιοι υπάλληλοι.
Η «τεχνική λύση» που έγινε καθεστώς
Το σύστημα καταβολής αγροτικών ενισχύσεων πάσχει διαχρονικά λόγω μίας σειράς λόγων (έλλειψη κτηματολογίου, δασικών χαρτών, «ιστορικών δικαιωμάτων», αβελτηρίας της δημόσιας διοίκησης).
Το πρόβλημα έχει ρίζες στη λεγόμενη «τεχνική λύση» που συμφωνήθηκε το 2015 μεταξύ της κυβέρνησης (ΝΔ – ΠΑΣΟΚ) και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής . Αυτή επέτρεπε τη δήλωση βοσκοτόπων σε περιοχές μακριά από τις πραγματικές εγκαταστάσεις των κτηνοτρόφων —μία προσωρινή ρύθμιση για να μη χαθούν ενισχύσεις. Όμως, όπως παραδέχονται ακόμα και κυβερνητικά στελέχη, το μεταβατικό μέτρο ποτέ δεν συνοδεύτηκε από τις απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις: ούτε διαχειριστικά σχέδια βόσκησης, ούτε ολοκληρωμένοι χάρτες.
Το χρονικό της απάτης και η συγκάλυψη
Από το 2019 έως το 2022, πλήθος «νεοεισερχόμενων» κτηνοτρόφων έλαβαν ενισχύσεις δηλώνοντας δημόσιες εκτάσεις ως ιδιωτικές, μέσω πλαστών Ε9 και ενοικιαστηρίων. Στη συνέχεια δήλωναν ανύπαρκτα αιγοπρόβατα, ενεργοποιούσαν δημόσιους βοσκοτόπους και εισέπρατταν επιδοτήσεις. Όλα αυτά γίνονταν με τη σιωπηρή ανοχή –ή και τη συνενοχή– στελεχών του ΟΠΕΚΕΠΕ, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία.
Χαρακτηριστική είναι η δήλωση της Εισαγγελίας: «Η παράνομη πρακτική ενδέχεται να έχει οργανωθεί συστηματικά με τη συμμετοχή μελών του Διοικητικού Συμβουλίου και υπαλλήλων του ΟΠΕΚΕΠΕ». Σε πολλές περιπτώσεις, οι δηλωμένοι βοσκότοποι βρίσκονταν εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά από τους δήθεν ιδιοκτήτες τους.
Οι έρευνες της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας βασίστηκαν σχεδόν αποκλειστικά στην υποστήριξη του Τμήματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος, καθώς ο ΟΠΕΚΕΠΕ αρνήθηκε να συνεργαστεί, αποκαλύπτοντας πιθανή συγκάλυψη από ανώτατα στελέχη του Οργανισμού.
Από το 2020 ο πρόεδρος της ΕΘΕΑΣ έχει καταγγείλει τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί και, στις πλάτες των πραγματικών κτηνοτρόφων, θησαυρίζει το κύκλωμα που ουσιαστικά κλέβει τις ενισχύσεις, κυρίως απ’ το Εθνικό Απόθεμα, εμφανίζοντας εικονικά βοσκοτόπια, ενώ σύμφωνα με τον ίδιο, τόσο η ηγεσία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, όσο και η διοίκηση του ΟΠΕΚΕΠΕ έχουν πλήρως ενημερωθεί. Αντί να προχωρήσει η κυβέρνηση σε διελεύκανση της υπόθεσης, είχαμε την αποπομπή του κ. Βάρρα, προέδρου του ΟΠΕΚΕΠΕ (αν και προσωπικός φίλος του κ. Μητσοτάκη) και της διευθύντριας του ΟΠΕΚΕΠΕ όταν προσπάθησαν να κάνουν ελέγχους για παράνομες επιδοτήσεις.
Το πρόστιμο και η απώλεια της αξιοπιστίας
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν έμεινε αμέτοχη. Επέβαλε πρόστιμο 283 εκατ. ευρώ στην Ελλάδα για πληρωμές των ετών 2020–2022 και έθεσε τον ΟΠΕΚΕΠΕ υπό επιτήρηση. Παρά την επιτήρηση, ο οργανισμός παρέμεινε στάσιμος, και μέχρι σήμερα δεν έχει εφαρμοστεί κανένα ουσιαστικό μέτρο αναδιάρθρωσης.
Επιπλέον, η αποκάλυψη ότι ο πρώην υπουργός Λ. Αυγενάκης προχώρησε, προεκλογικά, στην πληρωμή περίπου 6.000 από 16.000 δεσμευμένα ΑΦΜ, χωρίς έλεγχο, δημιουργεί μείζον πολιτικό ζήτημα. Οι περισσότεροι από αυτούς τους δικαιούχους προέρχονταν από την Κρήτη, κάτι που προκάλεσε ερωτήματα για τις πολιτικές σκοπιμότητες πίσω από την απόφαση.
Στοιχεία που σοκάρουν
Ενδεικτικά, μόνο στην Περιφέρεια Κρήτης, ο αριθμός των δηλωμένων αιγοπροβάτων αυξήθηκε κατά 48% την τελευταία πενταετία. Η πραγματική παραγωγή γάλακτος, όμως, είναι δραματικά χαμηλή: κατά μέσο όρο 8–15 λίτρα ανά ζώο, όταν σε άλλες περιοχές ξεπερνά τα 100 λίτρα. Αυτό υποδεικνύει μαζική υπερδήλωση ζώων που δεν υφίστανται, με αποκλειστικό σκοπό την είσπραξη επιδοτήσεων.
Η διαφορά ανάμεσα στον αριθμό αιγοπροβάτων που δηλώθηκαν στην Eurostat (10,8 εκατ.) και σε αυτούς που εμφανίζει το υπουργείο (16,7 εκατ.) αγγίζει τα 6 εκατ. ζώα –μία απόκλιση που δεν εξηγείται με καμία λογική.
Απομακρύνσεις, εκφοβισμοί και πολιτική ευθύνη
Η προσπάθεια συγκάλυψης φαίνεται και από τις απομακρύνσεις στελεχών του ΟΠΕΚΕΠΕ όταν επιχείρησαν να διενεργήσουν ουσιαστικούς ελέγχους. Η Ευρωπαία Εισαγγελέας έχει μιλήσει ακόμη και για «εκφοβισμό» των λειτουργών της.
Όπως δηλώνει ο τελευταίος πρόεδρος του ΟΠΕΚΕΠΕ, «το 2022 και 2023 διαλύθηκε ο οργανισμός» και «έγιναν μεγάλες κομπίνες». Την ίδια στιγμή, ορισμένα πολιτικά στελέχη συνεχίζουν να αποδίδουν ευθύνες σε «επιτήδειους γραφειοκράτες», επαναλαμβάνοντας το σενάριο που είδαμε και στο έγκλημα των Τεμπών: καμία ευθύνη στην πολιτική ηγεσία.
Η στάση της κυβέρνησης 2015-2019 και οι πολιτικές προεκτάσεις
Παρά τις –όποιες– καθυστερήσεις, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ πιστώνεται με την αλλαγή του κανονισμού επιλεξιμότητας των βοσκοτόπων με το Omnibus (2017), τη θέσπιση διαχειριστικών σχεδίων και την απουσία προστίμων από την ΕΕ κατά την περίοδο 2015–2019. Οι βάσεις τέθηκαν, αλλά έκτοτε τίποτα δεν προχώρησε, με τη σημερινή κυβέρνηση να διατηρεί τη «τεχνική λύση» ως εργαλείο εξυπηρέτησης πελατειακών σχέσεων.
Η στοχευμένη επίθεση της ΝΔ στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ για δήθεν ευθύνες στην υπόθεση αυτή φαίνεται να μην πείθει, καθώς οι αποδείξεις για συστηματική κατάχρηση μετά το 2019 είναι πλέον αδιαμφισβήτητες.
Υπόθεση κρατικής συνενοχής
Το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ δεν είναι απλώς ένα ακόμα κεφάλαιο κακοδιοίκησης. Είναι μια σύνθετη υπόθεση κρατικής συνενοχής, θεσμικής απραξίας και πολιτικής συγκάλυψης. Εκατομμύρια ευρώ χάθηκαν ή κατανεμήθηκαν σε ανύπαρκτους δικαιούχους, ενώ οι πραγματικοί παραγωγοί βρέθηκαν στο περιθώριο. Παράλληλα με την ανοχή της κυβέρνησης, ο οργανισμός ταλανίζεται τα τελευταία χρόνια από εγχώρια επιχειρηματικά συμφέροντα που θέλουν κομμάτι της πίτας, χωρίς να νοιάζονται για τη λειτουργία του προς όφελος των παραγωγών. Η ευθύνη βαραίνει πρώτα και κύρια την κυβέρνηση, που όχι μόνο ανέχθηκε αλλά και ενίσχυσε αυτό το σαθρό σύστημα.
Το ζητούμενο πλέον δεν είναι απλώς η απόδοση ευθυνών, αλλά η ριζική αναμόρφωση του συστήματος αγροτικών ενισχύσεων, με απόλυτη διαφάνεια, δικαιοσύνη και θεσμική αξιοπιστία.
Η πρόταση για μεταφορά των αρμοδιοτήτων του ΟΠΕΚΕΠΕ στην ΑΑΔΕ, αποψιλώνει το ΥΠΑΑΤ από αρμοδιότητες, στερώντας του ένα βασικό εργαλείο στην ανάπτυξη αγροτικής πολιτικής, μέσα από τους πόρους της ΚΑΠ.
Η μόνη διέξοδος είναι η οικοδόμηση ενός συστήματος ελέγχων και πληρωμών των κοινοτικών ενισχύσεων και επιδοτήσεων που θα ακολουθεί ένα σχέδιο για την ανάπτυξη του πρωτογενούς τομέα.
Λύση που, όμως, φαίνεται να είναι μακριά από τη λογική και την πολιτική της ΝΔ.