Συνεντεύξεις

Πέτη Πέρκα: «Είναι απαραίτητη μια καθαρή, αριστερή φωνή, που δεν θα κάνει εκπτώσεις»

Η φθορά της κυβέρνησης συνεχίζεται, αλλά η καθίζηση της αντιπολίτευσης παραμένει. Με αφορμή τη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής της Νέας Αριστεράς το Σαββατοκύριακο και ενόψει του Συνεδρίου της, η «Εποχή» μιλά με την Πέτη Πέρκα, βουλεύτρια Φλώρινας, γραμματέα της κοινοβουλευτικής ομάδας, για το ευρύτερο πολιτικό σκηνικό, τα επίδικα και τη στρατηγική του κόμματος το επόμενο διάστημα.

Η διάλυση του δημόσιου τομέα συνεχίζεται, αυτή τη φορά με το κλείσιμο εκατοντάδων καταστημάτων των ΕΛΤΑ, γεγονός που έχει προκαλέσει αντιδράσεις στην κοινωνία, την αντιπολίτευση, μέχρι και κάποιων βουλευτών της ΝΔ. Πώς κρίνετε το ζήτημα και τι προτίθεται να κάνει η Νέα Αριστερά γι’ αυτό;

Η Νέα Αριστερά ήμασταν το πρώτο κόμμα που κατέθεσε σχετική ερώτηση και έχουμε σηκώσει πολύ ψηλά το ζήτημα κοινοβουλευτικά, όπως και θα συνεχίσουμε να το κάνουμε. Το κλείσιμο των ΕΛΤΑ είναι απαράδεκτο. Δεν γίνεται η κυβέρνηση να μιλά δήθεν για το δημογραφικό και την ίδια στιγμή να αφήνει την περιφέρεια στο έλεος. Να υπενθυμίσω ότι τα προηγούμενα χρόνια έκλεισαν και τα υποκαταστήματα των τραπεζών σε πολλές πόλεις και κωμοπόλεις της επαρχίας. Τι θα γίνει με τους ηλικιωμένους που δεν μπορούν να εξυπηρετηθούν από τις ηλεκτρονικές εφαρμογές και τι θα απογίνουν οι εργαζόμενοι των ΕΛΤΑ; Με άλλα λόγια, άνθρωποι θα χάσουν τη δουλειά τους, η κοινωνία θα μείνει χωρίς εξυπηρέτηση, η περιφέρεια θα παραμεληθεί για ακόμη μια φορά, και όλα αυτά ώστε η κυβέρνηση, όπως έχει κάνει πολλάκις, να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα ιδιωτικών εταιρειών. «Το κέρδος πάνω από την κοινωνία», σ’ αυτό συνοψίζεται η πολιτική της. Και δεν μπορεί να κρυφτεί πίσω από το γεγονός ότι τα ΕΛΤΑ είναι στο Υπερταμείο, γιατί αυτό δεν αφορά, όπως το ΤΑΙΠΕΔ, την εκποίηση της δημόσιας περιουσίας, αλλά την ανάπτυξη αυτής. Ιθύνων νους, λοιπόν, πίσω από το κλείσιμο των ΕΛΤΑ είναι ο κ. Μητσοτάκης και το δεξί του χέρι ο κ. Χατζηδάκης, και εννοείται ότι φέρει ευθύνη ο υπουργός Οικονομικών, που χωρίς τη δική του σύμφωνη γνώμη δεν μπορεί προφανώς να μπει λουκέτο σε τίποτα.

Παράλληλα παραμένουν και όλα τα υπόλοιπα μέτωπα –ακρίβεια, ενεργειακή και στεγαστική κρίση, σκάνδαλο ΟΠΕΚΕΠΕ, έγκλημα Τεμπών κ.ά– που προκαλούν επίσης την οργή των πολιτών. Παρά, όμως, τη φθορά της κυβέρνησης, η αντιπολίτευση εν γένει δεν φαίνεται να μπορεί να αντιπροσωπεύσει αυτή τη δυσαρέσκεια. Πού οφείλεται αυτό, κατά τη γνώμη σας;

Επικρατεί μία περίεργη κατάσταση, όπου η κυβέρνηση βρίσκεται εν μέσω πλήθους σκανδάλων, αλλά παραμένει στη θέση της. Σε ένα σοβαρό κράτος, ήδη το πρώτο σκάνδαλο, αυτό των υποκλοπών, θα μπορούσε να είχε ρίξει μια κυβέρνηση. Η ΝΔ έχει χάσει τη δύναμή της και το αφήγημά της δεν περνάει πια με την ίδια ευκολία – αν και η υπεροπλία της στα συστημικά μίντια, που αλλάζουν συνεχώς το αφήγημα όταν είναι αρνητικό για την κυβέρνηση, παραμένει. Υπάρχει, όμως, σημαντική αδυναμία της αντιπολίτευσης να αρθρώσει έναν πιο καθαρό και αιχμηρό λόγο υπέρ του κόσμου που βάλλεται από την κυβέρνηση, δηλαδή υπέρ του κόσμου της εργασίας και της κοινωνικής πλειοψηφίας. Ρόλο, βέβαια, στην αδυναμία της αντιπολίτευσης να εκφράσει την κοινωνική δυσαρέσκεια, έχει διαδραματίσει και η εξαΰλωση του ΣΥΡΙΖΑ, που έχει μετρήσει πολύ αρνητικά για την Αριστερά εν γένει. Ταυτόχρονα, όταν στην πολιτική σκηνή επικρατούν πολλά σκάνδαλα, είναι εύκολο να αναπτυχθεί και ένα αφήγημα αντι-πολιτικής, που δεν επηρεάζει μόνο την κυβέρνηση, αλλά όλο το πολιτικό σύστημα. Αυτό είναι ένα πολύ επικίνδυνο φαινόμενο, από το οποίο μπορεί να ωφεληθεί μόνο η Ακροδεξιά. Αν λάβουμε υπόψιν και την παγκόσμια πολιτική κατάσταση, καταλαβαίνουμε ότι είναι ένας ορατός κίνδυνος και για την Ελλάδα. Η Αριστερά, λοιπόν, πρέπει να σηκώσει το ανάστημά της και να παλέψει για την τήρηση των θεσμών, της δημοκρατίας, της δικαιοσύνης και της αλήθειας.

Όσον αφορά συγκεκριμένα στη Νέα Αριστερά, σε ποιους λόγους έγκεινται οι χαμηλές δημοσκοπικές πτήσεις; Και τι πρέπει να γίνει για ν’ αλλάξουν αυτές;

Σίγουρα ρόλο παίζει και η ευρύτερη κρίση αντιπροσώπευσης, ιδίως σε μία περίοδο που η Αριστερά παγκοσμίως δεν τα πάει καλά. Από εκεί και πέρα, πιστεύω πως ανασταλτικός παράγοντας είναι πως δεν έχουμε ξεκαθαρίσει πλήρως τη γραμμή μας και έχουμε κάποιες αμφισημίες που μπερδεύουν τον κόσμο. Στην επίλυση αυτού θα βοηθήσει πάρα πολύ το προγραμματικό συνέδριο, ειδικά εφόσον ανοίξει τη συζήτηση και στα ζητήματα στρατηγικής – και νομίζω πως σ’ αυτόν τον διευρυμένο χαρακτήρα θα καταλήξουμε. Το γεγονός πως όποτε μας καλούν σε συνεντεύξεις, η πρώτη ερώτηση που μας θέτουν είναι «τι πιστεύετε για το κόμμα Τσίπρα», το οποίο δεν υπάρχει καν ακόμα, δείχνει ότι επικρατεί μία σύγχυση στον κόσμο για τον ρόλο που παίζει η Νέα Αριστερά. Πρέπει, λοιπόν, να θέσουμε πιο καθαρά και τολμηρά τις θέσεις μας και τι πρεσβεύουμε. Πάντα λέγαμε πως αν κάνεις μια πολιτική μέσων όρων, προσπαθώντας να τους έχεις όλους ευχαριστημένους, το αποτέλεσμα είναι να τους χάσεις όλους. Το ζήσαμε αυτό στις εκλογές του ’23 με τον ΣΥΡΙΖΑ. Έχω, λοιπόν, πολλές ελπίδες για το Συνέδριο και το πώς θα κινηθούμε μετά.

Ένα από τα βασικά ζητήματα που τίθενται για το πώς θα κινηθεί η Νέα Αριστερά αφορά τις συμμαχίες. Προς το παρόν, έχουν επικρατήσει δύο προσεγγίσεις. Σχηματικά θα λέγαμε, η μία στρέφεται προς τις «προοδευτικές» δυνάμεις για συγκρότηση αντιπαραθετικού ψηφοδελτίου προς την κυβέρνηση και η άλλη εστιάζει στην ανασυγκρότηση της Αριστεράς, κοιτάζοντας προς την εξωκοινοβουλευτική πλευρά. Για αρχή, υπάρχει έδαφος/πρόθεση στη ΝεΑρ για γεφύρωση αυτών των δύο προσεγγίσεων;

Να πούμε, βέβαια, πως στις προσεγγίσεις αυτές υπάρχουν διάφορες αποχρώσεις. Εγώ πιστεύω και εύχομαι ότι υπάρχει δυνατότητα γεφύρωσης και θα ήταν πραγματικά κρίμα το αντίθετο, γιατί έχουμε δουλέψει πολύ και ως κοινοβουλευτική ομάδα και ως κόμμα, με σοβαρές επεξεργασίες και παρεμβάσεις, και η φωνή της Νέας Αριστεράς είναι απαραίτητη, και εντός της Βουλής, και στην κοινωνία και τα κινήματα. Πρέπει, λοιπόν, να υπερβούμε κάποιες αγκυλώσεις και να γίνει μία συζήτηση σε πολύ συντροφικό κλίμα, με πολύ καθαρές τοποθετήσεις. Άλλωστε, πολλές φορές η ίδια η ζωή λύνει τα προβλήματα. Συζητάμε τόσο καιρό για τις συμμαχίες, και ναι είμαστε υπέρ των προγραμματικών συνεργασιών, με ποιον όμως; Το ΠΑΣΟΚ έχει επιλέξει μία αυτόνομη γραμμή και έχουμε ούτως ή άλλως βαθιές προγραμματικές διαφορές που δεν γεφυρώνονται. Ο ΣΥΡΙΖΑ αυτοδιαλύεται για να τρέξει προς το, ανύπαρκτο προς το παρόν, κόμμα Τσίπρα, το οποίο δεν ξέρουμε τι θα πρεσβεύει – οι μέχρι τώρα δηλώσεις του δείχνουν ότι έχει πάρει αποστάσεις από την Αριστερά και επιμένει σε έναν μεσσιανισμό. Με τα δε εξωκοινοβουλευτικά σχήματα συνεχίζει να υπάρχει απόσταση λόγω των πληγών του παρελθόντος και δεν φαίνεται ότι έχει έρθει ακόμη η ώρα να ξεπεραστούν, παρότι δεν το θεωρώ αδύνατο για το μέλλον, δεδομένης και της πολύ δυστοπικής συγκυρίας. Σίγουρα πάντως μπορούμε να βρισκόμαστε σε κοινές δράσεις και στα κινήματα.

Ήταν λάθος, άρα, να δοθεί εξαρχής τόση έμφαση σ’ αυτό το σκέλος, προτού καλά-καλά η Νέα Αριστερά εδραιώσει την ταυτότητά της και τα πατήματά της ως νέο κόμμα, τον λόγο ύπαρξής της;

Αυτό πιστεύω. Δεν είχε διαμορφωθεί, άλλωστε, μία τέτοια κατάσταση, στην οποία καλούμασταν να πάρουμε θέση. Είμαστε ένα νέο κόμμα, μόλις δύο ετών, θα έπρεπε όλο το βάρος να πέσει στο να το φτιάξουμε πιο «δυνατό», με καθαρές και δυναμικές προγραμματικές βάσεις και λόγο, και να βρούμε τους κατάλληλους τρόπους προβολής τους. Για παράδειγμα, έχουμε λάβει σημαντικές πρωτοβουλίες για το πάγωμα των εξορύξεων –που αυτές τις μέρες πανηγυρίζουν τα κανάλια για τις συμφωνίες, την ώρα που φλέγεται ο πλανήτης!– κατά πόσο, όμως, είναι γνωστό; Θα πρέπει, επίσης, να δοθεί έμφαση στην εμπλοκή μας με τις κοινωνικές δυνάμεις και τα κινήματα. Εκεί βρίσκεται η όποια ελπίδα για το μέλλον. Περάσαμε μια περίοδο που δεν υπήρχε καμία κινητικότητα, αλλά τώρα ο κόσμος ξεσηκώνεται και πάλι, από τα Τέμπη με τις μεγαλειώδεις συγκεντρώσεις, μέχρι τα τοπικά κινήματα διεκδικήσεων και το παγκόσμιο κίνημα για τη Γάζα. Υπάρχουν, δηλαδή, ρωγμές σ’ αυτό το σύστημα και είναι απαραίτητο να είμαστε παρόντες εκεί. Όχι να καθοδηγούμε, αλλά να εμπλακούμε και να συνδιαμορφώσουμε μαζί με αυτά τα κινήματα ένα καλύτερο μέλλον για τον κόσμο. Αντί να κάνουμε, όμως, όλα αυτά, ξαφνικά συμπεριφερόμαστε σαν η πολιτική μας επιβίωση να εξαρτάται από το με ποιον θα συνεργαστούμε. Δεν δημιουργήθηκε, όμως, γι’ αυτό η Νέα Αριστερά, αλλά για να παίξουμε έναν καταλυτικό ρόλο: να υπάρχει μια αριστερή φωνή, να ξαναεμπνεύσουμε τον κόσμο, να παλέψουμε για τον σοσιαλισμό του 21ου αι. Θα τα συζητήσουμε όλα αυτά συντροφικά και διεξοδικά στην Κεντρική Επιτροπή και στο Συνέδριο, αλλά, κατά τη γνώμη μου, ζητούμενο είναι να ενδυναμώσουμε το κόμμα μας και να μην απογοητεύσουμε τον κόσμο που εκπροσωπούμε. Μπορεί να είμαστε ένα μικρό κόμμα, αλλά έχουμε οργανώσεις ενεργές, με εξαιρετικούς ανθρώπους, σε όλη την Ελλάδα, και αν βγούμε από το καβούκι μας, κάνουμε τη δουλειά που πρέπει, και πάψουμε να κοιτάμε δεξιά – αριστερά, ειλικρινά πιστεύω ότι υπάρχει δυνατότητα και κοινοβουλευτικής εκπροσώπησής μας όταν γίνουν εκλογές.

Ο αντίλογος που προβάλλεται συνήθως, είναι πως έτσι δεν μπορεί να πέσει άμεσα, όμως, η κυβέρνηση Μητσοτάκη.

Κοντεύω τα 65 και αυτό το ερώτημα το απαντούσα και όλα τα προηγούμενα χρόνια της ζωής μου, όταν ο Συνασπισμός ήταν 3% ή δεν έμπαινε στη Βουλή, ή όταν ήμουν στην εξωκοινοβουλευτική Αριστερά. Δεν νομίζω πως σήμερα ένα κόμμα με μικρές δυνάμεις μπορεί να απαντά ότι «δεν με νοιάζει ποιος θα βγει, αρκεί να είναι καλύτερος από τον Μητσοτάκη». Πράγματι αυτή η κυβέρνηση έχει ξεπεράσει κάθε όριο και είναι η χειρότερη που έχει υπάρξει. Δεν πρέπει, όμως, να μας ενδιαφέρει και με τι θα αντικατασταθεί; Δεν θα πρέπει να μας ενδιαφέρει πρώτα απ’ όλα η ενεργοποίηση του κόσμου και η διαμόρφωση μιας άλλης κουλτούρας από την κυρίαρχη του νεοφιλελευθερισμού; Ούτως ώστε να αποφύγουμε και τα χειρότερα, γιατί υπενθυμίζω πως είμαστε σε μία εποχή που, αφενός, ηχούν τα τύμπανα του πολέμου από τη Γάζα μέχρι την Ουκρανία, και ανεβαίνουν επικίνδυνες δυνάμεις όπως ο Τραμπ, και, αφετέρου, είμαστε εν μέσω μιας κλιματικής κρίσης, με τραγικές επιπτώσεις, και μιας φτωχοποίησης της κοινωνίας. Μπροστά σε όλα αυτά, για μένα είναι ξεκάθαρο ότι είναι απαραίτητη μια καθαρή, αριστερή φωνή, που δεν θα κάνει εκπτώσεις. Π.χ. στο ζήτημα των υπερεξοπλισμών τι θα κάνουμε, όταν και το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ ψηφίζουν υπέρ; Για τις εξορύξεις δεν τολμάνε, επίσης, να πουν όχι… Μιας και αυτή την εβδομάδα είχαμε το φαινόμενο Μαμντάνι στη Ν. Υόρκη, ας μας προβληματίσει πώς έγινε αυτή η μεταστροφή και ενέπνευσε τον κόσμο, κερδίζοντας τη δημαρχία όντας μετανάστης, με πολύ αριστερό λόγο κτλ.

Τα σενάρια για δημιουργία σχήματος από τον Τσίπρα πώς τα εκτιμάτε και, εφόσον υλοποιηθούν, πώς πιστεύετε θα επιδράσουν στο πολιτικό τοπίο;

Από μία άποψη, θα ξεκαθαρίσει το πολιτικό τοπίο. Από τις μέχρι στιγμής δημόσιες εμφανίσεις του και τον λόγο του, καταλαβαίνω πως προσανατολίζεται προς ένα κεντρώο κόμμα – αυτό, άλλωστε, επιθυμούσε από το ’19. Εφόσον συμβεί αυτό, δεν ξέρω πως θα αναδιαταχθεί το πολιτικό σκηνικό, εμένα, πάντως, δεν με εμπνέει κάτι τέτοιο. Όπως είπα και πριν, με την αντιπολιτική προσέγγιση του «όλοι ίδιοι είναι, όλη η αντιπολίτευση είναι χάλια, θα έρθει ο σωτήρας να μας σώσει», εγώ διαφωνώ κάθετα. Η Αριστερά ποτέ δεν τα έλεγε αυτά τα πράγματα. Και επειδή έχουμε δείγματα γραφής για τις ευθύνες του Αλέξη Τσίπρα για τη στροφή που πήγαινε να πάρει ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και για τη διάλυσή του με τον Κασσελάκη κτλ, νομίζω ότι έχει χαθεί και η αξιοπιστία.

Αναφερθήκατε πριν στην έμφαση που πρέπει να δοθεί στην εμπλοκή με τα κοινωνικά κινήματα. Εσείς λάβατε μέρος στο March to Gaza και στο Global Sumud Flotilla, τι συμπεράσματα βγάζετε από την εμπειρία σας; Μπορούν να αποτελέσουν τέτοια παραδείγματα οδοδείκτη για την ανασύνθεση της Αριστεράς;

Και στο Κάιρο, όπως και στο Global Sumud Flotilla, βρεθήκαμε πολλοί διαφορετικοί άνθρωποι, διαφορετικών γενεών και διαδρομών, μέσα όμως σ’ ένα έντονο κλίμα συντροφικότητας. Ήταν τόσο σοβαρό αυτό που πηγαίναμε να κάνουμε, που εκεί φαίνονται και οι δυνατότητες που υπάρχουν. Χρειάζεται δουλειά για να αποκτήσει όλο αυτό πολιτική έκφραση, αλλά ήταν ένα βήμα για έναν νέο διεθνισμό. Πιστεύω ότι όλο αυτό έχει πολλές δυνατότητες και πρέπει να επεκταθεί και σε άλλα κοινωνικά ζητήματα. Για μένα εκεί είναι ελπίδα και γι’ αυτό θα συνεχίσω να συμμετέχω σε αυτές τις δράσεις, χωρίς βέβαια να παραμελούμε και τη Βουλή και τη θεσμική παρέμβαση. Αλλά μόνο αυτή, δεν αρκεί…

Τζέλα Αλιπράντη
Η ΕΠΟΧΗ