Τον τελευταίο καιρό, όσοι και όσες εργαζόμαστε σε δομές φιλοξενίας προσφύγων κοιμόμαστε και ξυπνάμε με την ίδια σκέψη, ή μάλλον αγωνία, στο μυαλό μας.
Την εντολή του Υπουργείου Μετανάστευσης να διωχθούν άμεσα από τις εν λόγω δομές όλα τα άτομα με δεύτερη απορριπτική στο αίτημα ασύλου τους και όσα το έχουν ήδη λάβει. Αυτό σημαίνει, για όσους δεν το κατάλαβαν, πως πάρα πολλές εκατοντάδες ανθρώπων, σε όλη την Ελλάδα, θα βρεθούν ξαφνικά στον δρόμο χωρίς καμία εναλλακτική και χωρίς κανένα υποστηρικτικό περιβάλλον και πλαίσιο.
Ανάμεσά τους και πάρα πολλά παιδιά όλων των ηλικιών.
Αρκετά από αυτά απομακρύνθηκαν ήδη από τις δομές και από τα σχολεία τους, πριν καν ολοκληρωθεί το σχολικό έτος κατά παράβαση του άρθρου 55 του νόμου 4939/2022(Α΄111) που ορίζει την υποχρεωτικότητα της εκπαίδευσης και τη μη μετακίνηση οικογενειών πριν τη λήξη του σχολικού έτους.
Λόγω δε της υποστελέχωσης των δομών και της αδυναμίας εξατομικευμένης αξιολόγησης των περιπτώσεων, δεν τηρείται ούτε το άρθρο 19 του νόμου 4939/10-6-2022 που προβλέπει πως με απόφαση του υπουργού Μετανάστευσης και Ασύλου καθορίζονται ειδικές κατηγορίες δικαιούχων για τις οποίες παρατείνεται η παροχή υλικών συνθηκών υποδοχής ή της προθεσμίας αποχώρησης, όπως ιδίως για όσους πάσχουν από σοβαρή ασθένεια.
Η κακοποιητική αυτή πολιτική «μηδενικής ανοχής» εφαρμόζεται ενώ υπάρχουν κενές θέσεις στέγασης σε όλες τις δομές της ενδοχώρας. Το υπουργείο υποστηρίζει ότι απλά εφαρμόζει τον νόμο. Η επίκληση στη νομιμότητα, από ότι έχω αντιληφθεί, χρησιμοποιείται από τους κρατούντες κατά το δοκούν. Υπάρχουν νόμοι που παραβιάζονται κατά κόρον ή που δεν τηρούνται και περί αυτού επικρατεί σιγή ιχθύος ενώ οι ιθύνοντες ποιούν τη νύσσαν. Αντίθετα, υπεραμύνονται άλλων συνήθως όταν πρόκειται να εξαντλήσουν όλη τους την σκληρότητα.
Ένας από τους παράγοντες που οδήγησαν, με μαθηματική ακρίβεια, στην απόρριψη αιτήματος ασύλου μεγάλου μέρους του προς έξωση πληθυσμού, είναι και η ΚΥΑ που αναγνωρίζει την Τουρκία ως ασφαλή χώρα για τους αιτούντες διεθνή προστασία με χώρα καταγωγής τη Συρία, το Αφγανιστάν, το Πακιστάν, το Μπαγκλαντές και τη Σομαλία. Το Συμβούλιο της Επικρατείας είχε ακυρώσει προηγούμενη ΚΥΑ που χαρακτήριζε την Τουρκία ως ασφαλή χώρα, λόγω ελλιπούς αιτιολόγησης. Σε συνεννόηση με τον υπουργό Εξωτερικών, κ. Γεραπετρίτη, ο κ. Βορίδης προχώρησε στην έκδοση νέας απόφασης σύμφωνα με την οποία η Τουρκία επανέρχεται στον κατάλογο των ασφαλών χωρών. Σύμφωνα δε με δηλώσεις του που βρίσκονται αναρτημένες στην ιστοσελίδα του υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου «Αν δεν υφίσταται αυτός ο χαρακτηρισμός, δεν μπορούμε να απορρίπτουμε μαζικά τα αιτήματα ασύλου όσων έρχονται από την Τουρκία –οφείλουμε να τα εξετάζουμε εξατομικευμένα, γεγονός που καθυστερεί τη διαδικασία και επιβαρύνει το σύστημα.»
Η απουσία δε νομικής βοήθειας μέσα στις δομές στέρησε σε αυτούς τους ανθρώπους τη δυνατότητα να λάβουν μια υποστήριξη κατά τη διαδικασία της συνέντευξής τους.
Τι μέλλει γενέσθαι λοιπόν με όσους έχουν λάβει διπλή απορριπτική στην αίτησή τους για άσυλο και βρίσκονται χωρίς κανένα ταυτοποιητικό έγγραφο και προ της εξώσεως; Ποια είναι η προοπτική αυτών των ανθρώπων; Καμία απολύτως!
Ένα καραβάνι πολλαπλά εκτοπισμένων ψυχών που θα πεταχτεί στον δρόμο και που θα πρέπει να ακολουθήσουν για πολλοστή φορά το μονοπάτι της προσφυγιάς, ένα μονοπάτι αέναης μετακίνησης και ξεριζωμού που δεν οδηγεί πουθενά αλλά εξορίζει κι εγκλωβίζει σε μη τόπους. Και με τη ζωή και την ασφάλεια τους έρμαια του καθενός και την επιβίωση τους αβέβαιη.
Και με αυτό να είναι το αισιόδοξο σενάριο. Γιατί το άλλο είναι η φυλάκιση. Μέχρι να καμφθεί κάθε επιθυμία ή ελπίδα τους να μείνουν σε αυτόν τον τόπο που ήρθαν για να ξεφύγουν από ότι κι αν ήταν αυτό που τους έσπρωξε να ξενιτευτούν.
Για όσους τώρα έχουν λάβει άσυλο, και βρίσκονται κι αυτοί αντιμέτωποι με την έξωση από τις δομές, το υποστηρικτικό πλαίσιο είναι από ασθενικό ως ανύπαρκτο. Το ενταξιακό πρόγραμμα «Ήλιος» που άρχισε να λειτουργεί πρόσφατα πάλι, μετά από μεγάλη περίοδο διακοπής του, μπορεί να καλύψει μόνο ένα πολύ μικρό ποσοστό του αναγνωρισμένου πληθυσμού κι αυτό υπό προϋποθέσεις που πολύ δύσκολα πληρούνται.
Ξέρω ότι οι αποφάσεις παίρνονται στα γραφεία των υπουργών. Έχω προσπαθήσει πολλές φορές να φανταστώ αυτά τα γραφεία. Είμαι σίγουρη πως είναι ψυχρά, προστατευμένα με τείχη, νοητά ή πραγματικά, ψηλά όσο και αυτά που περιτριγυρίζουν τη δομή της Ριτσώνας όπου εργάζομαι ως συντονίστρια Εκπαίδευσης, και απομονωμένα, ακόμα κι αν βρίσκονται στο κέντρο της πόλης και ηχομονωμένα από όποια φωνή μπορεί να ακούγεται, ίσως και χιλιάδων διαδηλωτών κάποιες φορές, έξω από αυτά.
Το γραφείο του τωρινού υπουργού Μετανάστευσης δεν χρειάζεται να το φανταστώ. Είμαι σίγουρη ότι ομοιάζει στον ίδιο και τις ιδέες του. Τις οποίες δεν δίστασε να μας τις εκθέσει από την πρώτη στιγμή της ανάληψης του υπουργείου Μετανάστευσης, όχι ότι δεν τις γνωρίζαμε άλλωστε, και δεν παραλείπει να μας τις θυμίζει με κάθε δοθείσα ευκαιρία.
Η υλοποίηση της μεταναστευτικής πολιτικής που σχεδιάζεται σε γραφεία σαν και αυτό μόνο θύματα μπορεί να έχει.
Και η αγωνία μου καθημερινά είναι ότι τα παιδιά μας στις δομές θα είναι ανάμεσα σε αυτά. Βορά στους Βορίδηδες.