Macro

Παντελής Μπουκάλας: Oλική κατάρρευση του ΕΣΥ και ολιστικός ναρκισσισμός

Κάθε τόσο, κάποιες λέξεις γίνονται της µόδας και χρησιµοποιούνται κατά κόρον, είτε καταλαβαίνουμε το νόημά τους είτε έχουμε μια… σχετικότατη σχέση μαζί του. Συνήθως πρόκειται για εισαγωγές, σχεδόν αποκλειστικά από την οικουμενικώς κυρίαρχη αγγλική γλώσσα. Αρκετά συχνά οι λέξεις που γίνονται του συρμού είτε είναι ελληνικές, που απέκτησαν όμως νέα διεθνή σημασία, την οποία εισάγουμε, είτε αποτελούνται από ελληνικά δομικά υλικά, πλάστηκαν όμως από ξένους. Η λέξη «τοξικός», που χρησιμοποιείται ευρύτατα τα λίγα τελευταία χρόνια στον πολιτικό μας «διάλογο», υπάγεται στην κατηγορία «δανεισμός έννοιας»: δική μας η λέξη, πολιτική σημασία όμως απέκτησε πρόσφατα, δι’ εισαγωγής, και τα λεξικά, όσο βλέπω, δεν την έχουν προσθέσει ακόμα στο οικείο λήμμα τους. Η αδερφούλα του, η «τοξικότητα», έχει πιο περίπλοκη ιστορία: δεν είναι αρχαία, αφού γεννήθηκε το 1894, σύμφωνα με τη «Συναγωγή νέων λέξεων υπό των λογίων πλασθεισών από της Αλώσεως μέχρι των καθ’ ημάς χρόνων» του Στέφανου Κουμανούδη (Ερμής, 1980). Και γεννήθηκε για να μεταφέρει στα ελληνικά «το ελληνογενές γαλλικό toxicité», όπως σημειώνει ο Γιώργος Μπαμπινιώτης στο «Ετυμολογικό λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας» (Κέντρο Λεξικολογίας, 2009). Το «τοξικός» ανταγωνίζεται την «ενσυναίσθηση» ως προς τα πρωτεία χρήσης από πολιτικούς και δημοσιογράφους. Στο σύνολο της κοινωνίας πάντως, τουλάχιστον έτσι όπως εκδηλώνεται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, σε πρωινάδικα, μεσημεριανάδικα κτλ., η «ενσυναίσθηση» δεν κινδυνεύει να χάσει την πρώτη θέση, αφού εννοιολογικώς κατάντησε σαν την κόκα κόλα: πάει με όλα – χωρίς να ταιριάζει με τίποτε. Τη μοδάτη τριάδα τη συμπληρώνει η λέξη «ολιστικός», αγαπημένη κάποτε όσων αντλούσαν παραδείγματα βίου από την Ανατολή και τώρα λατρεμένη όσων πολιτικών ξεκινούν τη μέρα τους μ’ ένα ωριαίο μίτινγκ με τους επικοινωνιολόγους τους.
 
Hταν Μάρτιος του 2022 όταν ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης χρησιμοποίησε τον όρο «ολιστικός», επιθυμώντας να προσφέρει οδηγίες βίου στους νέους: «Ο σκοπός πλέον δεν είναι απλά πόσα λεφτά θα βγάλω, είναι πολύ σημαντικό αυτό, αλλά δεν είναι το μοναδικό κίνητρο, το να βγάζει κανείς ολοένα και περισσότερα λεφτά, αλλά να βλέπουμε τη ζωή μας λίγο πιο σφαιρικά, λίγο πιο ολιστικά». Ομορφα όλ’ αυτά, δεν πρέπει όμως να υιοθέτησαν πολλοί το ολιστικό πρωθυπουργικό μοντέλο βίου. Και όχι βέβαια επειδή η ελληνική νεολαία είναι παραδομένη στον υλισμό και τον ευδαιμονισμό. Η ανεργία είναι το κύριο πρόβλημά της, όσο μετράει όλο μελαγχολία πτυχία, διπλώματα, γλώσσες, μεταπτυχιακά, διδακτορικά. Εξού και η σαρκαστική υποδοχή των πρωθυπουργικών παραινέσεων. Την Τρίτη, 28 Φεβρουαρίου, στο συνέδριο «ygeiamou», ο κ. Μητσοτάκης επανήλθε στον ολισμό. Και πάλι όμως ο πικρός σαρκασμός υποδέχτηκε τα λεγόμενά του, όπως και τη διαβεβαίωσή του ότι η κυβέρνησή του αρίστευσε (και) στην αντιμετώπιση της πανδημίας. Είπε λοιπόν: «Η κρίση με έφερε και εμένα πιο κοντά στο ΕΣΥ». Τόσο κοντά ώστε να επιλέξει τον απαράσκευο κ. Θάνο Πλεύρη ως υπουργό Υγείας, σε μια χώρα που, καταπώς φαίνεται, ούτε άξιους γιατρούς έχει ούτε διακεκριμένους εμπειρογνώμονες της Υγείας. Η προσέγγιση του κ. Μητσοτάκη σε μια πραγματικότητα ελάχιστα γνωστή του πριν, ήταν διαφωτιστική: «Με έκανε να διαμορφώσω μια πιο ολιστική προσέγγιση για το τι θέλουμε να κάνουμε την επόμενη ημέρα».
 
Πώς όμως θα οργανώσει την επόμενη μέρα, και δη «ολιστικά», αυτός που δεν ακούει την κραυγή της σημερινής; Αλήθεια, ο πρωθυπουργός ήρθε τόσο «πιο κοντά στο ΕΣΥ» ώστε να πληροφορηθεί ότι στο Νοσοκομείο Παίδων «Αγλαΐα Κυριακού», λόγω έλλειψης προσωπικού, τα τακτικά χειρουργεία προγραμματίζονται για 8-10 μήνες μετά τη διάγνωση; Οτι μια επείγουσα σκωληκοειδεκτομή καθυστερεί για δυο-τρεις μέρες, τα δε κατάγματα αντιμετωπίζονται έπειτα από 3-6 μέρες; Ή ότι ο ωτορινολαρυγγολόγος του νοσοκομείου παραιτήθηκε έπειτα από θητεία 26 ετών, επειδή, όπως δήλωσε, «αδυνατεί πια να είναι γιατρός 365 ημερών τον χρόνο και 24 ωρών το εικοσιτετράωρο»; Αν οι πηγές πληροφόρησης του πρωθυπουργού είναι οι διοικητές των νοσοκομείων, οι οποίοι, κατά τα ειωθότα, προκρίθηκαν με γνώμονα τα κομματικά ένσημα και όχι την αξιοσύνη τους, τότε μαθαίνει ότι όλα βαίνουν καλώς – τι καλώς, άριστα. Πιθανότατα λοιπόν δεν θα έχει μάθει για το «σύνδρομο burnout» που άρχισε να πλήττει το ΕΣΥ στη διάρκεια της πανδημίας και κατόπιν κορυφώθηκε. «Δεν έφυγε μεγάλος όγκος γιατρών μόλις άρχισε η πανδημία, δεν ήταν λιποταξία», έλεγε στον συνάδελφο Γιάννη Παπαδόπουλο η αναισθησιολόγος – εντατικολόγος Πατρούλα Μανωλοπούλου, που η εξοντωτική δουλειά στη ΜΕΘ του Γενικού Νοσοκομείου Πατρών την ανάγκασε να παραιτηθεί και να πάει να δουλέψει στην Κύπρο. Πολλοί έφυγαν μετά τον ενάμιση χρόνο. «Πέσαμε στη μάχη, πολεμήσαμε», είχε προσθέσει. «Οι επαγγελματίες υγείας φώναζαν εδώ και χρόνια ότι δεν φτάνουμε, ότι συνταξιοδοτείται προσωπικό και δεν αντικαθίσταται. Το ΕΣΥ ήταν αποδυναμωμένο και η πανδημία έδειξε τη γύμνια του» («Κ», 8.2.2022). «Ο πρόσθετος φόρτος εργασίας των γιατρών στην πανδημία σε συνδυασμό με τα πάγια προβλήματα του ΕΣΥ και το αίσθημα ματαίωσης έχει οδηγήσει έμπειρο προσωπικό σε παραιτήσεις», συνόψιζε ο συνάδελφος το ρεπορτάζ του. Μέσα στο 2022 αποχώρησαν από το ΕΣΥ, με θλίψη τους, τετρακόσιοι γιατροί. Πολλοί για να ξενιτευτούν, και να προστεθούν έτσι στους 20.000 Ελληνες γιατρούς που δουλεύουν στο εξωτερικό. Οχι, δεν ξενιτεύονται, στα τριάντα τους ή έχοντας πατήσει ακόμα και την έκτη δεκαετία του βίου τους, μόνο και μόνο επειδή ο μισθός τους είναι ο μικρότερος στην Ευρώπη. Φεύγουν και επειδή οι συνθήκες εργασίας, λόγω της υποστελέχωσης των δημόσιων νοσοκομείων και των ποικίλων ελλείψεών τους, δεν τους επιτρέπουν να προσφέρουν ποιοτικές υπηρεσίες. Εκθέτουν άθελά τους τον ασθενή τους σε κίνδυνο, και εκτίθενται και οι ίδιοι στο ενδεχόμενο να βρεθούν υπόλογοι σε κάποιο δικαστήριο.
 
Πριν από λίγες μέρες η κ. Κατερίνα Βογιατζή, διευθύντρια της Παθολογικής Κλινικής του Νοσοκομείου Μεσολογγίου, «προστέθηκε στη μακρά λίστα γιατρών του ΕΣΥ που παραιτούνται», διότι, όπως εξήγησε, «το αίσθημα ευθύνης και η αξιοπρέπειά τους δεν τους επιτρέπει να συνεχίσουν». Κι αν η είδηση αυτή είναι φρέσκια και μπορεί να μη διένυσε ακόμα την απόσταση Μεσολόγγι – Μαξίμου, μία παρεμφερής έχει ηλικία δύο μηνών, άρα πρέπει να έφτασε από το Ρέθυμνο στα Χανιά. Αρχές Γενάρη παραιτήθηκε η κ. Ελένη Ιωαννίδου, διευθύντρια της Παθολογικής Κλινικής του Νοσοκομείου Ρεθύμνου. Ιδού ένας από τους λόγους: «Εξαναγκάζομαι να παραιτηθώ γιατί εδώ και τέσσερα χρόνια δεν μπορώ να λειτουργήσω το εξωτερικό παθολογικό ιατρείο και ντρέπομαι τους ασθενείς που νοσηλεύω όταν τους λέω ότι δεν γίνεται επανεξέταση». Αν είναι να αναστήσουμε «ολιστικά» το ΕΣΥ, που οδεύει προς ολική κατάρρευση, πρέπει ν’ αρχίσουν να νιώθουν ντροπή πολλοί ακόμα. Και πρωτίστως οι πολιτικώς υπεύθυνοι.

Παντελής Μπουκάλας