Συνεντεύξεις

Παντελής Μπουκάλας: «Ανήκω και εγώ στη μεγαλύτερη «φράξια» της Αριστεράς, τη φράξια των απογοητευμένων»

Είναι το τελευταίο μας φύλλο για το καλοκαίρι και μολαταύτα δεν μας είναι εύκολο να ευχηθούμε καλές διακοπές. Τουλάχιστον οι μισοί από εμάς δεν θα μπορέσουν να πάνε και αρκετοί θα πάνε «λίγες μέρες στο χωριό». Πώς περνάει έτσι η ζωή μας, χωρίς να σταματάμε ποτέ σε ένα νέο μέρος…
 
Η ουτοπία είναι ακόμα πολύ μακριά για να δικαιούνται όλοι διακοπές. Σήμερα τουλάχιστον ένας στους τέσσερις εργαζόμενους στην Ελλάδα και την Ευρώπη αδυνατεί να ξεκουραστεί κάπου το καλοκαίρι αλλά ποτέ δεν μπορούσαν να κάνουν διακοπές όλοι. Η κοινωνική ανισότητα εκδηλώνεται και εδώ. Η έννοια διακοπές δεν υπήρχε στο μυαλό της μισής Ελλάδας τις πρώτες δεκαετίες της Μεταπολίτευσης. Το να πηγαίνεις στο χωριό σου δεν είναι διακοπές. Διακοπές σημαίνει μπαίνω σε ένα καράβι και πηγαίνω σε νησί. Αλλά τα νησιά έχουν γίνει πια απροσπέλαστα. Τα πάντα είναι πανάκριβα, από τη βενζίνη, τα δωμάτια και τις «υπηρεσίες» των οργανωμένων παραλιών μέχρι τα ακτοπλοϊκά εισιτήρια, για τα οποία ο κ. Μητσοτάκης έδωσε μια σαφή και αποφασιστική οδηγία… Είπε «θα το δούμε»! Τι να πρωτοπρολάβουν κι αυτοί…
 
Ένας επιπλέον λόγος που απομακρύνει τους Έλληνες από τα νησιά δεν είναι βέβαια οι εκκλήσεις μερικών εκλεκτών του έθνους να αποφεύγουμε να ταξιδεύουμε εκεί τον Αύγουστο, για να μη δυσκολεύονται οι τουρίστες, αλλά το ότι έχει διαλυθεί οποιαδήποτε νοσταλγία, έχει ακυρωθεί οποιαδήποτε διάθεση επιστροφής σε μέρη που κάποτε ήταν όμορφα αλλά τα έφθειρε και τα διέφθειρε η κατάχρηση, η υπερεκμετάλλευση. Είναι ότι διαλύουν οποιαδήποτε διάθεση νοσταλγίας. Τα μαγευτικά ακρογιάλια υπάρχουν πια μόνο στις περιγραφές των τουριστικών οδηγών. Από το “room to let”, όταν σε περίμεναν ση αποβάθρα, έχουμε φτάσει στο να σε διώχνουν αχάραγα, για να μπει στο δωμάτιο ο επόμενος. Δεν βλέπω όμως να δημιουργείται και στην Ελλάδα αντι-υπερτουριστικό κίνημα, όπως το βλέπουμε στην Ισπανία. Ο κόσμος των νησιών πιστεύει ότι δικαιούται και αυτός να γίνει πλούσιος, όπως έγιναν οι προηγούμενοι κάτοικοι του τόπου ή στα διπλανά νησιά. Όμως το εμπορεύσιμο «ειδυλλιακό» και «γραφικό» έχουν φτάσει στα όριά τους. Θέλεις να δεις το τάχα μου ωραιότερο ηλιοβασίλεμα του κόσμου στη Σαντορίνη; Πρέπει να στριμωχτείς με δυο-τρεις χιλιάδες ανθρώπους σε μια γωνίτσα, από την οποία δεν φροντίζουν καν να αποσύρουν τα σκουπίδια.
 
 
Έχουμε μάθει όμως ότι ο τουρισμός θα μας σώσει, είναι η βαριά μας βιομηχανία. Οφείλουμε να κάνουμε κάποιες θυσίες για το καλό του τόπου και το δικό μας καλό.
 
Το χρήμα του τουρισμού δεν κατανέμεται σε όλα τα μέλη μιας τοπικής κοινωνίας. Δεν ανήκει καν στην τοπική κοινωνία ο έλεγχος της τουριστικής βιοτεχνίας ή βιομηχανίας. Δείτε τη Μύκονο… Θεωρείται πλέον εξαιρετικά δυσάρεστο και αρνητικό παράδειγμα τουριστικής υπερανάπτυξης, γι’ αυτό και πληρώνει φέτος, για δεύτερη συνεχή χρονιά, μαζί με τη Σαντορίνη, με μείωση του τουρισμού τους. Τα νησιά αυτά έχουν χάσει το χαρακτήρα τους. Οι άνθρωποί τους ζουν εξαιρετικά στενάχωρα πάνω τους, δεν τα αντέχουν. Κι όσοι τα επισκέπτονται, καταναλώνουν τη φήμη τους και τη φλούδα τους μέσα από την κάμερα του κινητού. Δεν ζούμε οτιδήποτε, αν δεν το ανεβάσουμε στα κοινωνικά μας δίκτυα. Αν δεν το αναρτήσουμε είναι ως μη γενόμενον.
 
 
Θυμάμαι συζητήσεις που κάναμε με τον Άγγελο Ελεφάντη, ο οποίος ήταν ενάντια στον τουρισμό και έλεγε ότι θα φτάσουμε να απεχθανόμαστε τον τόπο μας. Πώς μπορεί να προφυλαχθεί το δικαίωμα στις διακοπές;
 
Οι κάτοικοι της Μαγιόρκας που βγήκαν στις παραλίες και τους δρόμους λένε ότι το χρήμα που εισρέει στις Βαλεαρίδες νήσους δεν φτάνει στις τσέπες όλων. Όσοι δουλεύουν στον τουρισμό 12ωρο, 7ήμερο δεν πλουτίζουν, απλώς επιβιώνουν. Το τουριστικό χρήμα δεν καταλήγει ακέραιο στον παραθεριστικό προορισμό. Ένα τμήμα του μένει στον τόπο εκκίνησης του τουρισμού, στην πατρίδα του τουρίστα. Ένα άλλο τμήμα είναι το διεθνές κεφάλαιο που εκμεταλλεύεται τουριστικά τους δημοφιλέστερους προορισμούς, Μύκονο, Σικελία, Μαγιόρκα κτλ. Αυτό το ρυπαρό κεφάλαιο δεν έχει πατρίδα. Ο χυδαίος τουρισμός που αφήνει υποτίθεται τα πολλά λεφτά (αναφέρομαι στο εμπόριο γυναικών για τους πλουσιότερους τουρίστες, ανθεί μπροστά στα μάτια της αστυνομίας, της Εκκλησίας και της κυβέρνησης, η οποία έκπληκτη ανακαλύπτει ότι υπάρχει μαφία στην Μύκονο. Και κάθε λίγο εκστρατεύει εναντίον της, αλλά ποτέ δεν είναι ούριος ο άνεμος κι έτσι τα καράβια μένουν δεμένα στο Μαξίμου.
 
 
Είναι τόσο άπληστοι οι παράγοντες του τουρισμού που δεν δίνουν καν αξιοπρεπείς μισθούς στους εργαζόμενους στις σεζόν. Και παράλληλα, έχουμε μια κυβέρνηση, που ανοίγει θέσεις εργατών του τουρισμού, κλείνοντας θέσεις πανεπιστημίων.
 
Γυρνώντας τις πόλεις και τα νησιά βλέπουμε ταμπέλες που ζητάνε προσωπικό. Η ζήτηση είναι μικρότερη από τη προσφορά, και γι’ αυτό δεν φταίει η «οκνηρία των νέων», όπως διατείνονται μερικοί ιεροκήρυκες. Πλέον το να δουλεύεις σεζόν δεν σου προσφέρει τα προς το ζην. Ίσα ίσα που μαραίνεσαι. Παλεύεις μέσα στον ήλιο, ορθοστασία, να βγάλεις τα λεφτά του χειμώνα, και δεν το καταφέρνεις. Και από πάνω φθείρεις την ψυχή σου, βλέποντας τη χύμα χλιδή.
 
 
Η γη είναι άρρωστη και εμείς λαπάδες
 
 
Να αλλάξουμε θέμα. Αποχαιρετούμε τον πλανήτη που ξέραμε, το περιβάλλον έχει χάσει τη μάχη με την ανθρωπότητα.
 
Τρομάζω όσο σκέφτομαι ότι ενδέχεται να έχουμε το 2025 πρόεδρο των ΗΠΑ τον Ντόναλντ Τραμπ, έναν άνθρωπο που στρέφεται χυδαία και τραμπούκικα εναντίον των υποστηρικτών του περιβάλλοντος. Δεν παραδέχεται καν την ύπαρξη της κλιματικής κρίσης. Ο δε αντιπρόεδρός του είναι δύο φορές χειρότερος ακόμα και από τον Τραμπ. Αν ο πλανητάρχης αδιαφορεί για το μείζον πρόβλημα που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα σημαίνει ότι αυτοί που αποφασίζουν (και όπως ξέρουμε η απόφαση του μέσου Αμερικανού αξίζει δέκα φορές περισσότερο από την απόφαση του μέσου Έλληνα ή του Ιταλού, και χίλιες φορές περισσότερο από τη απόφαση του Αιθίοπα ή του Πακιστανού) θα μας πάρουν μαζί τους στην καταστροφή.
 
 
Όπως και να έχει, τη χάσαμε τη μάχη με την κλιματική κρίση. Οι συκιές στην Λακωνία δεν μπόρεσαν να κρατήσουν τα σύκα, στην Ζάκυνθο οι ελιές ρήμαξαν. Τώρα δεν χρειάζεται να επιχειρηματολογήσουμε, το ζούμε. Δεν είναι ότι θα ζήσουν χειρότερα τα μελλοντικά δισέγγονά μας, εμείς και τα παιδιά μας ζούμε σε έναν πλανήτη που ψήνεται.
 
Και όμως, είμαστε και πάλι στο μηδέν. Η ίδια η Φύση, παρά τη φθορά της, δεν έχει καταφέρει να πείσει αυτούς που κυρίως αποφασίζουν ότι υπάρχει εξαιρετικά σοβαρό πρόβλημα και μάλλον πρέπει να μειώσουν λίγο την απληστία τους. Δυστυχώς, δεν έχουν χρονικό ορίζοντα πέρα από το επόμενο μηνιάτικο του CEO τους. Ούτε ο χρόνος είναι πλατύς στο κεφάλι τους, ούτε αντιμετωπίζουν τον χώρο ως κόσμο. Δεν τους νοιάζει. Από την άλλη, και εμείς οι ίδιοι είμαστε σωματικά καταπονημένοι και επομένως και ψυχολογικά. Και μηρυκάζουμε τα παράπονά μας και την αδυναμία μας να αλλάξουμε τα πράματα. Από τον Μάιο και μετά, είναι ώρες που δεν μπορούμε να βγούμε από τα σπίτια μας από την παρατεταμένη ζέστη. Εδώ φτάσαμε να έχουμε κανόνα να κλείνουν τα πάρκα όταν έχει ζέστη. Θα περίμενε κανείς ότι εκείνο το μαθητικό κίνημα «Παρασκευές για το μέλλον» που ξεκίνησε η Γκρέτα Τούνμπεργκ θα είχε αφήσει πίσω του κάποια ουρά. Βλέπω τους Οικολόγους να πολιτεύονται στη Γερμανία και όταν πάρουν το κομματάκι της εξουσίας, να συμπεριφέρονται «κανονικά»: βάζουν στον ύπνο τα περιβαλλοντικά αιτήματά τους, κατεβάζουν τους τόνους και έχουν πλέον το «εθνικό» στο κεφάλι τους, όχι το οικουμενικό. Έχει υποχωρήσει ο ολιστικός τρόπος που σκεφτόταν τα πράγματα το οικολογικό κίνημα. Είμαστε εξατομικευμένοι μη πολίτες, τα δε αριστερά και οικολογικά κόμματα είναι σε τραγική υποχώρηση, μέχρι διαλύσεως σε ορισμένες χώρες.
 
 
Μπήκαν όλα τα κόμματα στην πράσινη πολιτική και ουσιαστικά έφτασε να χάσει η οικολογία το νόημα και την κατεύθυνσή της. Οικειοποιήθηκε ο νεοφιλελευθερισμός τις ιδέες και τις έραψε στα μέτρα του.
 
Έχει γίνει ένας λαπάς με τον οποίο σιτιζόμαστε όλοι. Χρήσιμος ο λαπάς, αλλά όταν είσαι άρρωστος. Η γη είναι άρρωστη αλλά αν εμείς μείνουμε λαπάδες δεν θα σώσουμε τον πλανήτη ούτε για τις επόμενες γενιές ούτε για τον εαυτό μας. Ποιος θυμάται τη Συνθήκη του Παρισιού; Καταντήσαμε στο μηδέν, να συζητάμε από την αρχή αν υπάρχει κλιματική κρίση. Στην Αμερική πιο πολλοί πιστεύουν πως υπάρχουν εξωγήινοι, και μας έχουν ήδη κατακτήσει μεταμορφωμένοι σε δίποδα, παρά ότι υπάρχει κλιματική κρίση.
 
 
Η ιδεολογική ηγεμονία της Δεξιάς έχει απλωθεί σε όλα τα πεδία. Ζούμε την περίοδο της «μεταρρύθμισης» στο ΕΣΥ, στην παιδεία, στην εργασία και φέρνει πληρωμένα χειρουργεία, ιδιωτικά πανεπιστήμια, εξαήμερο. Και όλα αυτά εμφανίζονται ως «πρόοδος».
 
Το παιχνίδι με την ακύρωση του νοήματος των λέξεων είναι πιο παλιό και από την εποχή του Πελοποννησιακού πολέμου, όταν ο Θουκυδίδης έγραφε πως οι λέξεις έχασαν την «ειωθυία» σημασία τους, τη συνηθισμένη, την πραγματική. Λες ειρήνη και εννοείς πόλεμο, λες μεταρρύθμιση και το ακούς σαν κάτι ανατρεπτικό και πρωτοποριακό, πλην όμως και είναι οπισθοδρόμηση. Η διάλυση του ΕΣΥ θα έπρεπε να είχε ήδη κινητοποιήσει τον κόσμο. Κλαίμε, γκρινιάζουμε, παραπονιόμαστε, αλλά ο Αδωνις Γεωργιάδης παραμένει δημοφιλής, ένας «ήρωας της παράταξής του», που έχει το ελεύθερο να βγαίνει δέκα φορές την ήμερα στα ραδιόφωνα και τα κανάλια για να πει την τσιριχτή του γνώμη: ότι όλοι οι άλλοι είναι καταστροφείς και αυτός είναι ο μόνος δημιουργός. Και είναι κρίμα βαρύ που αντί να συζητάμε για τη διάλυση της Ψυχικής Υγείας αυτές τις μέρες, ο κ. Παύλος Πολάκης τα κατάφερε άλλη μια φορά να δώσει άλλοθι, δικαιολογίες, προσχήματα ώστε να μην συζητιέται. Λυπάμαι όσους έχουν απομείνει στον ΣΥΡΙΖΑ, εννοώ όσους κρατάνε από το Εσωτερικό, και όσους κάποτε τον ψηφίσαμε. Και τον εαυτό μου λυπάμαι, που δεν έχω να μοιραστώ καμία αισιοδοξία για το μέλλον της Αριστεράς, όσο είναι πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ ο κ. Κασσελάκης.
 
 
Μακάρι να μην αυτοαφοπλιστούμε
 
 
Πώς οδηγηθήκαμε σε αυτή την παρακμή;
 
Ο Άγγελος Ελεφάντης θα έλεγε ότι ήταν μοιραίο από τη στιγμή που ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε ΠΑΣΟΚ να υποστεί πλήρη pasokification. Κι αυτό ξεκίνησε πριν γίνει κυβέρνηση, αφού ψηφοθήρευσε πολιτευόμενο με μεσσιανική ελαφρότητα, σαν ΠΑΣΟΚ: τα λύνω όλα, τα σκίζω όλα, τα αλλάζω όλα. Αυτό το υψηλό παιχνίδι όμως μόνο ο Αντρέας Παπανδρέου μπορούσε να το φέρει εις πέρας. Οι δικές του ψήφοι, έτσι κι αλλιώς ελάχιστα αριστερές, πέρασαν στον χώρο του ΣΥΡΙΖΑ. Είμαι ιδιαίτερα απογοητευμένος, ανήκω δηλαδή και εγώ στη μεγαλύτερη «φράξια» στον κόσμο της Αριστεράς, τη φράξια των απογοητευμένων. Δεν ξέρω στ’ αλήθεια ποια αριστεροσύνη πιστοποιεί η σφαγή που γίνεται καθημερινά στο διαδίκτυο. Ούτε την περίοδο της διάσπασης του ΚΚΕ δεν έζησαν οι πρώην σύντροφοι κάτι τέτοιο. Υπήρχε σαφώς συναισθηματική βιαιότητα και τότε εις βάρος των «ρεφορμιστών» κτλ., αλλά οι χαρακτηρισμοί ήταν ή προσπαθούν σαν να είναι πολιτικοί, όχι αντλημένοι από μια λούμπεν ορολογία
 
 
Είναι πάντως πολύ λυπηρό όσες και όσοι νιώσαμε την ελπίδα για την Αριστερά, να βλέπουμε αυτή την κατάντια.
 
Γιατί πρέπει να συγκαταλέγουμε ακόμα τον ΣΥΡΙΖΑ στον χώρο της Αριστεράς; Με τον Κασσελάκη επικεφαλής και τον Πολάκη δεύτερον τη τάξει; Το κομμάτι που λατρεύει τον Πολάκη πρέπει να το απαρνηθεί η Αριστερά ρητά και κατηγορηματικά, αν θέλει να ξαναϋπάρξει. Ο ΣΥΡΙΖΑ, υπό την ενός ανδρός αρχή, του Αλέξη Τσίπρα, πολιτεύτηκε με αφελή δογματισμό, αναπαράγοντας τακτικές και αξίες των αστικών κομμάτων, και έγινε ένα μικροαστικό κόμμα, γιατί ποτέ δεν είχε ριζώσει στον κοινωνικό ιστό και στα συνδικάτα
 
 
Η μαγιά του κόσμου που πιστεύει ακόμα στις Αριστερά υπάρχει, διάσπαρτη αλλά με ριζωμένες τις ιδέες. Αυτό δεν σου αφήνει περιθώρια αισιοδοξίας; Μπορεί η Γαλλία να είναι ένας φάρος.
 
Μένουμε πάντα στο επίπεδο της ευχής. Μακάρι να υπάρχει τέτοια μαγιά και μακάρι να βοηθήσει και ο καθένας από τον μικρό του χώρο να μην αυτοαφοπλιστούμε, να μην πείσουμε ο ένας τον άλλον ότι δεν υπάρχει δυνατότητα. Η ιστορία παραμένει γκαστρωμένη και ποτέ δεν ξέρουμε τι θα βγάλει στον τοκετό της. Μας φαίνεται παντοδύναμος ο Μητσοτάκης τώρα, όπως φαινόταν παντοδύναμος ο Μακρόν στη Γαλλία. Ο Μακρόν είναι ένας απολυταρχίσκος. Αν καταφέρει να διασπάσει το μέτωπο της Αριστεράς, το φταίξιμο θα είναι των αριστερών και των οικολόγων. Η πρόταση του Νέου Λαϊκού Μετώπου να αναλάβει πρωθυπουργός η Λουσί Καστέ είναι η μόνη που μπορεί να αναγκάσει τον Μακρόν να μιλήσει στα σοβαρά. Διότι αν κατέβαινε ο Μελανσόν ήταν καμένος εξαρχής. Έπρεπε όμως αυτή η σοφή επιλογή και πρόταση να γίνε από τη δεύτερη μέρα, να μη δοθούν δύο βδομάδες στον Μακρόν να «παίζει». Περισώθηκε και πάλι χάρη στις ψήφους της εν γένει Αριστεράς και θέλει να τη διαλύσει για να διασώσει το κόμμα του. Ο Σιράκ τουλάχιστον είχε πει και ένα ευχαριστώ για το 72% που είχε πάρει. Το ερώτημα είναι πόσες φορές θα στήσει η ιστορία το ίδιο δίλημμα στους γάλλους πολίτες και μήπως κάποια στιγμή φερθούν και αυτοί σαν τους Ιταλούς, που μετά την ακροδεξιά τύπου Σαλβίνι, κανονικοποίησαν και την ακροδεξιά τύπου Μελόνι;
 
 
Δεν ψέλλισαν καν την εκεχειρία
 
 
Έχουμε δύο ενεργούς πολέμους, που μας αφορούν άμεσα. Και δύο τελείως διαφορετικές αντιμετωπίσεις. Οι νεκροί συνεχώς αυξάνονται, η γενοκτονία συνεχίζεται και ουδείς επιτρέπεται να μιλά για την Παλαιστίνη ή να φέρνει το Ισραήλ αντιμέτωπο με τις ευθύνες του, ενώ και την ίδια ώρα ο πόλεμος στην Ουκρανία χρησιμοποιείται προς το συμφέρον του εμπορίου όπλων και πυρομαχικών.
 
Φαντάζομαι όλοι είμαστε τουλάχιστον ανακουφισμένοι που για δύο βδομάδες, όσο διαρκούν οι Ολυμπιακοί, θα εφαρμοστεί η εκεχειρία. Τι; Όχι; Όχι βέβαια. Οι «Αθάνατοι» των ολυμπιακών επιτροπών όχι μόνο δεν την εφάρμοσαν ούτε την ψέλλισαν ως λέξη. Δεν συζητήθηκε καν να πάει η ΔΟΕ στον Μακρόν, που είναι ένας από τους τρεις-τέσσερις ηγέτες του κόσμου, και στον Μητσοτάκη, που είναι ο πρωθυπουργός της χώρας καταγωγής των αγώνων, και να τους ζητήσει να κάνουν τη συμβολική πρόταση να σταματήσουν οι πόλεμοι έστω για τις μέρες των Ολυμπιακών αγώνων. Η αντιμετώπιση των δύο πολέμων είναι ριζικά αντίθετη. Όσοι κλαίμε όμως πρέπει να κλαίμε για όλα τα παιδιά που σκοτώνονται. Αν υπάρχει κάτι που να μας παρηγορεί για την ψυχή της ανθρωπότητας είναι ότι στο αντιπολεμικό ή ειρηνιστικό κίνημα για τη Γάζα πρωταγωνιστούν οι διαμαρτυρόμενοι Εβραίοι. Είναι φοβερά δύσκολο, όταν η πατρίδα σου πολεμάει, να διαδηλώνεις σχεδόν καθημερινά και να διεκδικείς την πτώση του Νετανιάχου. Είναι παρήγορο ότι ακόμα και μέσα στη μαυρίλα ορισμένοι αντιστέκονται, αποτελώντας παράδειγμα για μας. Δεν ξέρω πόσες χιλιάδες Παλαιστίνιοι θα σκοτωθούν ακόμα. Όλη η περιοχή έχει καταντήσει ένα απέραντο συντρίμμι. Το ένα τρίτο των νεκρών υπολογίζεται ότι είναι παιδιά και τα δύο τρίτα άμαχοι. Οι ιδέες όμως δεν σκοτώνονται, το παραδέχτηκε έως και κάποιος υπουργός του Ισραήλ. Η αντίσταση των Παλαιστινίων είναι μια ιδέα, ένα φρόνημα, ένα όνειρο. Όσους και να σκοτώσουν, αυτά δεν θα χαθούν. Απλώς τώρα η αιματοχυσία γεννάει τις επόμενες γενιές αυτών που το Ισραήλ θα αποκαλεί τρομοκράτες. Το Ισραήλ της ακροδεξιάς κυβέρνησης εξανεμίζει όλο το ηθικό κεφάλαιο που οφείλει στο Ολοκαύτωμα. Το να μας απαγορεύουν να μιλάμε για τα εγκλήματα του Ισραήλ στο όνομα του Ολοκαυτώματος είναι μια βαρύτατη προσβολή στους ίδιους τους νεκρούς της Σοά.
 
 
Τον τελευταίο καιρό ζούμε την τύχη της «Αυγής». Έναν τελευταίο λόγο για την ιστορική αυτή εφημερίδα.
 
Είναι ντροπή να μην κυκλοφορεί η «Αυγή». Ντροπή για όσους το αποφάσισαν, επικαλούμενοι μια ποικιλία «εξηγήσεων». Ντροπή και για την προηγούμενη ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, που δεν μερίμνησε να θεραπεύσει όποια προβλήματα υπήρχαν. Λυπάμαι βαθιά για τους συναδέλφους μου, για τα χρόνια της «Αυγής» που σαν να μη μέτρησαν καθόλου, για την ιστορία της εφημερίδας που ήταν –και είναι– η ταυτότητα ενός εξαιρετικού τμήματος της Αριστεράς. Αλήθεια, οι Αδιαμεσολάβητοι δεν αντέχουν ούτε και το Μέσον του ίδιου του κόμματός τους;
 
Ιωάννα Δρόσου, Παύλος Κλαυδιανός