Πώς σχολιάζετε τις παρεμβάσεις Γιούροβα την τελευταία εβδομάδα;
Βρίσκω θετικό το γεγονός πως η κυρία Γιούροβα, από τη θέση της ως αντιπροέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Αξιών και Διαφάνειας, ζητά εξηγήσεις από την ελληνική κυβέρνηση για την υπόθεση των υποκλοπών και της ελευθερίας του Τύπου στη χώρα μας. Αυτή είναι η θετική πλευρά της σημερινής Ευρώπης. Δυστυχώς, με ευθύνη της κυβέρνησης, η Ελλάδα κατατάσσεται ανάμεσα σε εκείνες τις χώρες της περιορισμένης δημοκρατίας. Η λίστα Πέτσα, οι παρακολουθήσεις, οι παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη, έχουν πλήξει βαριά τη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος, του κράτους δικαίου και των θεσμών.
Πώς απαντάτε στην κατηγορία της Ν.Δ. ότι η αντιπολίτευση δεν στηρίζει όσο θα έπρεπε τις εθνικές θέσεις έναντι των επιθέσεων της Τουρκίας;
Προκαλεί αλγεινή εντύπωση, σε μια κρίσιμη στιγμή για τον τόπο μας, η κυβέρνηση να απευθύνει τέτοιες κατηγορίες για την αξιωματική αντιπολίτευση. Τέτοιου είδους προσεγγίσεις εκ μέρους της κυβέρνησης παραπέμπουν σε μια διχαστική και επικίνδυνη λογική. Βεβαίως, παρόμοιες καταστάσεις είχαμε βιώσει την περίοδο της Συμφωνίας των Πρεσπών, όπου η εθνικά επιβεβλημένη συμφωνία χαρακτηριζόταν ως προδοτική. Είναι, επίσης, πολύ επικίνδυνη η στάση της εργαλειοποίησης των εθνικών ζητημάτων εκ μέρους της Ν.Δ. για λόγους εσωτερικής σκοπιμότητας. Η σχέση μας με την Τουρκία πρέπει να προσεγγίζεται στο πλαίσιο μιας σαφούς στρατηγικής για ειρηνική επίλυση των διαφορών μας, με βάση τον διάλογο και το Διεθνές Δίκαιο. Αυτή τη στρατηγική υπηρετεί ο ΣΥΡΙΖΑ – Π.Σ. χωρίς δεύτερες σκέψεις.
Γιατί επιμένετε τόσο πολύ στο ζήτημα της ανάκτησης του 51% της ΔΕΗ από το Δημόσιο;
Εδώ διαμορφώνονται δύο διαφορετικές στρατηγικές. Πρέπει να έχει το Δημόσιο ένα δικό του εργαλείο παρέμβασης στον ενεργειακό τομέα; Εμείς απαντάμε, κατηγορηματικά, πως πρέπει. Μια ισχυρή, δημόσια ενεργειακή εταιρεία επιβάλλεται να προτάσσει το δημόσιο συμφέρον, να υπηρετεί τον εθνικό στρατηγικό σχεδιασμό και να διαμορφώνει, σε μεγάλο βαθμό, τους όρους στην ενεργειακή αγορά μέσα από την ισχυρή παρουσία της. Η Ν.Δ. ακολουθεί ακριβώς την αντίθετη στρατηγική. Προχώρησε στην ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ, καθιστώντας τη μία ακόμα ιδιωτική εταιρεία κατ´ ουσίαν, που θέτει ως προτεραιότητα τα συμφέροντα των μετόχων της. Η τάση, βέβαια, ιδιαίτερα στις σημερινές συνθήκες της ενεργειακής κρίσης, είναι ακριβώς η αντίθετη, αυτή των επανακρατικοποιήσεων. Τα τελευταία παραδείγματα της Γαλλίας και της Γερμανίας μιλούν από μόνα τους. Πρέπει, λοιπόν, να κατανοήσουμε ότι, όταν μιλάμε για την ηλεκτρική ενέργεια, μιλάμε για το κοινό αγαθό του ηλεκτρικού ρεύματος, στο οποίο πρέπει να έχουν πρόσβαση όλες και όλοι. Άλλωστε, η ηλεκτρική ενέργεια αποτελεί τη βάση της παραγωγής, της οικονομίας αλλά και των δικτύων επικοινωνίας. Η ΔΕΗ, επί των ημερών της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, δεν αύξησε τα τιμολόγια του ρεύματος από το 2015 έως το 2019. Έδωσε ώθηση στην ανάπτυξη των ΑΠΕ, «έτρεξε» τις μεγάλες ηλεκτρικές διασυνδέσεις και μείωσε τα χρέη της Επιχείρησης κατά 1 δισ. ευρώ, από τα συνολικά 5, που όφειλε στις αρχές του 2015.
Τις τελευταίες ημέρες, το επιτόκιο δανεισμού του Δημοσίου βρίσκεται σε απαγορευτικά επίπεδα. Μήπως τα προγράμματα που ανακοινώθηκαν στη ΔΕΘ είναι μη ρεαλιστικά;
Πράγματι, τα επιτόκια δανεισμού του ελληνικού Δημοσίου ανεβαίνουν ανησυχητικά, υπενθυμίζοντας πως τα διαχρονικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας είναι παρόντα. Γι’ αυτό ακριβώς λέμε πως η μεγάλη ευκαιρία που ανοίγεται μπροστά μας, μέσω των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και του ΕΣΠΑ, είναι να κατευθυνθούν αυτοί οι πόροι σε μια δομική παρέμβαση στο εγχώριο παραγωγικό μοντέλο και όχι σε μια πρόσκαιρη αναθέρμανση της οικονομίας. Δυστυχώς και εδώ βλέπουμε πως η παρούσα κυβέρνηση κινείται με μια κοντόφθαλμη λογική, πολύ παλαιά και πολύ ξεπερασμένη. Δεν διαθέτει μια στρατηγική ενόραση βιώσιμης και δίκαιης ανάπτυξης. Είναι γνωστό πως δεν διαβουλεύτηκε με τους κοινωνικούς φορείς και κινείται σε μια λογική αποκλειστικής εξυπηρέτησης της εγχώριας ελίτ. Για εμάς, λοιπόν, οι προτάσεις που παρουσίασε ο Αλέξης Τσίπρας στη ΔΕΘ, εντάσσονται σε μια τέτοια, συνολικότερη λογική, όπως αυτή που προσπάθησα να σας περιγράψω σε αδρές γραμμές. Βεβαίως, επειδή σήμερα μιλάμε για μια πολλαπλή δομική κρίση, συνολικά της Ευρώπης, υπάρχει ανάγκη να αλλάξουν οι κυρίαρχες ευρωπαϊκές στρατηγικές. Χρειάζεται, λοιπόν, μια νέα ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική για να υπηρετήσει μια νέα βιώσιμη, δίκαιη και πράσινη ανάπτυξη.
Η νέα μελέτη Λύτρα πιστεύετε ότι αφορά μόνο τη διαχείριση της τωρινής κυβέρνησης ή φανερώνει ένα βαθύτερο πρόβλημα στο ΕΣΥ;
Η νέα μελέτη, όπως και η προηγούμενη, αφορά τις διάφορες περιόδους της πανδημίας, άρα την περίοδο διακυβέρνησης της Ν.Δ. Προφανώς το ΕΣΥ κουβαλάει τις διαχρονικές του αδυναμίες, ωστόσο το κύριο σε αυτή την έρευνα είναι η αυτονόητη σχέση της θνησιμότητας με τις ΜΕΘ, αλλά και η διαφοροποίηση των δεικτών θνησιμότητας ανάμεσα στα νοσοκομεία της περιφέρειας και του κέντρου. Στο σημείο αυτό γεννιούνται οι βαρύτατες ευθύνες της κυβέρνησης, διότι δεν εξάντλησε όλες τις δυνατότητες που είχε για τη στήριξη του δημοσίου συστήματος Υγείας. Πως; Μα με γιατρούς, με νοσηλευτικό προσωπικό, με αύξηση των αμοιβών, με ένα ολιστικό σχέδιο στήριξης του ΕΣΥ. Το αποτέλεσμα των επιλογών της κυβέρνησης αναδεικνύεται με δραματικό τρόπο από τους 33.000 νεκρούς λόγω COVID, που μας κατατάσσουν πρώτους σε απώλειες ανά εκατομμύριο στην Ευρώπη. Θυμάστε τι μας έλεγε ο κ. Μητσοτάκης, με αφοπλιστική αφέλεια, εντός της Βουλής, όταν του επισημαίναμε τα τραγικά αποτελέσματα της πολιτικής του; «Μα δεν υπάρχουν στοιχεία για αυξημένη θνητότητα στους διασωληνωμένους εκτός ΜΕΘ». Τώρα, πλέον, διαθέτει στοιχεία. Επομένως, η τεράστια ευθύνη της κυβέρνησης είναι πως, ενώ μπορούσε, δεν επέλεξε να στηρίξει το ΕΣΥ, επειδή δεν πιστεύει σε ένα δημόσιο σύστημα Υγείας. Επειδή θέλει ένα συρρικνωμένο δημόσιο σύστημα, που θα αφήνει μεγαλύτερο χώρο στα ιδιωτικά συμφέροντα, ακόμα και όταν αναφερόμαστε στο δημόσιο αγαθό της υγείας. Πρόκειται για έναν ιδεοληπτικό, νεοφιλελεύθερο δογματισμό.
Ο κύριος Πλεύρης δήλωσε σχετικά με τη λίστα αναμονής των 3.000 χειρουργείων στο Παίδων ότι στα ίδια σχεδόν επίπεδα ήταν και η λίστα που παραδώσατε το 2019. Πώς απαντάτε;
Δεν γνωρίζω ποσό αξιόπιστα είναι τα στοιχεία του κ. Πλεύρη, όταν ανασύρονται μετά τη δημοσιοποίηση των τρομακτικών ελλείψεων των νοσοκομείων Παίδων, αλλά και με βάση το γεγονός ότι το 2019 το απασχολούμενο επιστημονικό προσωπικό, στα συγκεκριμένα νοσοκομεία, ήταν κατά 50% περισσότερο σε σχέση με σήμερα.
Φοίβος Κλαυδιανός
Realnews