Κύριε Σκουρλέτη, το προσχέδιο του προϋπολογισμού, που κατέθεσε η κυβέρνηση, δείχνει ότι ακολουθεί μία νέα “αφαίμαξη” των εισοδημάτων των πολιτών. Θα μπορούσε το οικονομικό επιτελείο να κινηθεί σε άλλη φιλοσοφία;
Νομίζω πως ο προϋπολογισμός αποτυπώνει τη μέχρι τώρα λογική της κυβέρνησης αλλά και την παρατείνει. Μέχρι τώρα δεν παρενέβη ώστε να περιορίσει την ακρίβεια ή να μειώσει το κόστος της ενέργειας. Αντίθετα, στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας επιδοτεί την αισχροκέρδεια και από την άλλη, «αξιοποιεί» τις διαρκώς αυξανόμενες τιμές των προϊόντων, για να αυξάνει και τα έσοδά της από τον ΦΠΑ. Με δυο λόγια, αντί να αναχαιτίσει την πληθωριστική έκρηξη, μειώνοντας τον ειδικό φόρο κατανάλωσης στα καύσιμα και τους συντελεστές ΦΠΑ σε βασικά προϊόντα, αλλά και παρεμβαίνοντας στον μηχανισμό διαμόρφωσης της χονδρικής τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος, κάνει τα λιγότερα δυνατά. Κατ’ ουσίαν, όσα επιστρέφει στους πολίτες είναι ένα πολύ μικρό μέρος σε σχέση με αυτά που τους παίρνει λόγω των επιλογών της. Υπάρχει, όμως και μια άλλη διάσταση σχετικά με την απροθυμία της να χτυπήσει την ακρίβεια. Κατ´ αρχάς προστατεύει τα κέρδη μιας πολύ μικρής ομάδας μεγάλων επιχειρήσεων, ενώ ταυτόχρονα, λόγω του υψηλού πληθωρισμού, εμφανίζει μια σχετική βελτίωση στη σχέση του χρέους ως προς το ΑΕΠ.
Οι πολίτες ασφυκτιούν από την ακρίβεια κάτι το οποίο αποτυπώνεται και στις δημοσκοπήσεις. Παρ’ όλα αυτά τα ευρήματα οδηγούν σε αντιφατικά συμπεράσματα, αν διαβάσει κανείς την πρόθεση ψήφου…
Θα συμφωνήσω πως έχουμε αντιφατικά ευρήματα στις δημοσκοπήσεις. Δεν μπορεί ο κόσμος να απορρίπτει πλειοψηφικά τους χειρισμούς της κυβέρνησης στην υπόθεση τις ακρίβειας ή να αναγνωρίζει την ανάγκη στήριξης του δημόσιου συστήματος υγείας, ιδιαίτερα μετά την τραγική πρωτιά σε θανάτους λόγω της πανδημίας και, ενώ βλέπει πως η κυβέρνηση κινείται προς την αντίθετη κατεύθυνση, αυτό να μην αποτυπώνεται στην πρόθεση ψήφου. Νομίζω πως βρισκόμαστε σε μια βουβή περίοδο διεργασιών, οι οποίες ενδεχομένως θα οδηγήσουν σε αποτελέσματα που θα εκπλήξουν πολλούς. Ωστόσο, σε ό,τι αφορά τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, εμείς οφείλουμε να κάνουμε πολιτική με βάση τα πραγματικά προβλήματα και όχι τόσο με βάση τα δημοσκοπικά ευρήματα.
Η κυβέρνηση λέει με έμμεσο τρόπο “υποκλοπές τέλος” και πλέον με το σκάνδαλο των τηλεφωνικών παρακολουθήσεων ασχολούνται μόνο η αντιπολίτευση αλλά και οι ευρωπαϊκοί θεσμοί. Εκτιμάτε πως παρά τα εμπόδια η αλήθεια θα έρθει στην επιφάνεια;
Δεν ξέρω πόσο είναι εφικτό, μέσα σε ένα τόσο ασφυκτικό και χειραγωγούμενο περιβάλλον, να μάθουμε σε σύντομο χρονικό διάστημα τις πραγματικές λεπτομέρειες αυτού του μεγάλου πολιτικού σκανδάλου, που χτυπά τον πυρήνα της δημοκρατίας. Ωστόσο, η αλήθεια είναι ήδη γνωστή και βαθιά χαραγμένη στη συνείδηση των πολιτών. Ποιος, σήμερα, δεν καταλογίζει στον πρωθυπουργό την πρώτη ευθύνη για τις παρακολουθήσεις; Είναι το δικό του σύστημα διοίκησης, που, στο όνομα του επιτελικού κράτους, εγκαθίδρυσε ένα καθεστώς παρακολουθήσεων, ελέγχου της πληροφόρησης, παρεμβάσεων στη Δικαιοσύνη, με σκοπό να στηρίξει την αντικοινωνική του πολιτική.
Πιστεύετε ότι το σκάνδαλο των υποκλοπών επηρεάζει την κοινωνία ασχέτως του ότι αυτό δεν φαίνεται στις αντιδράσεις της;
Νομίζω πως ορισμένες καταστάσεις χαρακτηρίζονται από ένα ειδικό πολιτικό βάρος. Και στη προκειμένη περίπτωση, η υπόθεση των υποκλοπών είναι ειδικού πολιτικού βάρους, επιδρώντας καταλυτικά στη συνείδηση των πολιτών σχετικά με τον χαρακτήρα της παρούσας κυβέρνησης.
Ο πληθωρισμός καλπάζει, 12,1% για τον Σεπτέμβριο στη χώρα μας, όμως η κυβέρνηση δεν παίρνει μέτρα για τη συγκράτηση των τιμών. Θεωρείτε ότι έρχονται ακόμη πιο δύσκολες ημέρες;
Νομίζω πως, αν δεν αλλάξουμε ρότα, τα πράγματα θα οδηγηθούν σε αδιέξοδο. Οι καταστάσεις απαιτούν την εγκατάλειψη των χρεοκοπημένων νεοφιλελεύθερων στρατηγικών, που ωφελούν τελικώς τους λίγους και διευρύνουν τις ανισότητες. Τα θέματα της προστασίας του δημοσίου συμφέροντος και της αναβάθμισης της εργασίας αποκτούν κατεπείγοντα χαρακτήρα. Βεβαίως, η υπόθεση της αλλαγής των κυρίαρχων στρατηγικών προϋποθέτει αλλαγές στην ίδια την Ευρώπη και την αρχιτεκτονική της.
Η κυβέρνηση δεν έχει πάρει ακόμη μέτρα για την αντιμετώπιση της αισχροκέρδειας στην ενέργεια. Γιατί να το κάνει από εδώ και πέρα;
Η άρνησή της να παρέμβει στον υφιστάμενο κερδοσκοπικό μηχανισμό της αγοράς ενέργειας, εδώ κι ένα χρόνο, δείχνει πως θα κάνει ότι μπορεί για να μην θίξει τα συμφέροντα που υπηρετεί. Βεβαίως, σε όλη την Ευρώπη σήμερα έχει ανοίξει η συζήτηση για την αλλαγή του μοντέλου των ενισχύσεων, αλλά και για πιο ισχυρές παρεμβάσεις. Κάποιες χώρες ήδη το έχουν κάνει. Εδώ, όμως, τα πράγματα είναι συνολικότερα. Η κυβέρνηση αυτή πρέπει να φύγει το συντομότερο δυνατό, είναι προϋπόθεση για να μη οδηγηθούμε σε μια νέα κοινωνική ισοπέδωση.
Ποιο θα είναι το διακύβευμα της επόμενης εκλογικής αναμέτρησης;
Η ελληνική κοινωνία έχει πλέον μια πλούσια αρνητική εμπειρία από την περιπέτεια των μνημονίων. Φάνηκε, τελικά, πως αυτοί που την χρεοκόπησαν οικονομικά και κοινωνικά δεν έβγαλαν κανένα συμπέρασμα και ακολουθούν ξανά τον ίδιο δρόμο. Αυτές οι δυνάμεις της υποβάθμισης της εργασίας, της κρατικοδίαιτης επιχειρηματικότητας, του αυταρχισμού και του περιορισμού των δικαιωμάτων, πρέπει να ηττηθούν. Σήμερα υπάρχουν οι δυνατότητες για μια νέα πορεία του τόπου, μέσα από την υιοθέτηση ενός νέου παραγωγικού μοντέλου, που θα σέβεται την εργασία, το περιβάλλον και θα εξασφαλίζει σε όλους και όλες την πρόσβαση στα δημόσια αγαθά, μειώνοντας τις ανισότητες και τις αδικίες. Αυτό, σε τελική ανάλυση, είναι το διακύβευμα των επόμενων εύκολων, πώς δηλαδή θα τεθούν οι βάσεις για μια νέα πορεία. Εδώ πάνω διαμορφώνεται και το πεδίο των αναγκαίων προγραμματικών συγκλίσεων ανάμεσα στις προοδευτικές και αριστερές δυνάμεις που μπορεί να οδηγήσει σε μια νέα κυβερνητική πλειοψηφία.
*Ο Πάνος Σκουρλέτης είναι βουλευτής Επικρατείας και κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ.
Βούλα Κεχαγιά