Η κυβέρνηση ανοίγει τα σχολεία με όρους σαν να τραβάμε λαχείο, δεν προετοίμασε το δημόσιο σύστημα υγείας για το δεύτερο κύμα της πανδημίας, προτείνει για την οικονομία το παρωχημένο «σχέδιο Πισσαρίδη» που δίνει έμφαση στην αφαίρεση δικαιωμάτων των εργαζομένων και δημιούργησε ένα αλαλούμ στο θέμα της αντιμετώπισης της υγειονομικής κρίσης, τις ευθύνες του οποίου μετακυλίει στους πολίτες, επεσήμανεο Γραμματέας της Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ και βουλευτής Επικρατείας, Πάνος Σκουρλέτης, μιλώντας στον Ρ/Σ «Στο Κόκκινο 105,5» και στον δημοσιογράφο Νίκο Σβέρκο. Μιλώντας για τον ΣΥΡΙΖΑ, στηλίτευσε τα φαινόμενα «ενός υποτιθέμενου διαλόγου ο οποίος έχει ανοίξει κυρίως στον χώρο του διαδικτύου, που μόνο διάλογος δεν είναι» και τόνισε ότι τα στελέχη του κόμματος πρέπει να επιβεβαιώσουν αυτό που γνωρίζει όλος ο κόσμος, ότι «είναι ένα κόμμα το οποίο ξέρει και συζητάει με όρους δημοκρατίας, αλληλεγγύης και συντροφικότητας».
Ακολουθούν σημεία από τη συνέντευξη:
Για το άνοιγμα των σχολείων
«Οι όροι που ανοίγουν τα σχολεία είναι σαν να τραβάμε λαχείο, σαν να παίζουμε τζόκερ. Αυτή είναι η λογική. […]Το λιγότερο που έχουμε να κάνουμε είναι να δούμε τι γίνεται στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Έχουμε το παράδειγμα της γειτονικής μας Ιταλίας, όπου υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός νέων δασκάλων και καθηγητών που προσλαμβάνονται. Περιορισμός των μαθητών στις αίθουσες -ακριβώς τα αντίθετα κάνουν εδώ- με αξιοποίηση και νέων κτιρίων έτσι ώστε να μη συνωστίζονται οι μαθητές».
Για την αδράνεια της κυβέρνησης ως προς την πανδημία και την μετάθεση των ευθυνών της στους πολίτες
«Η κυβέρνηση φάνηκε τελικά ανίκανη να αξιοποιήσει αυτό που συνολικά ως κοινωνία χτίσαμε στην πρώτη φάση. […] Τώρα, με δική της ευθύνη, η Πολιτεία έχει δημιουργήσει αυτό το αλαλούμ, αλλά μετακυλίει τις ευθύνες της στους πολίτες. […] Η ιδεοληπτική προσέγγιση που αντιμετωπίζει την κοινωνία ως άθροισμα ατόμων και μόνο -γι’ αυτό και η αναφορά στην ατομική ευθύνη- υποβαθμίζει τις συλλογικές ευθύνες και τις ευθύνες μιας οργανωμένης κοινωνίας. Η κοινωνία δεν είναι μόνο μια συνύπαρξη διαφορετικών προσωπικοτήτων».
«Βλέπετε ότι παρά τις διορθωτικές κινήσεις μετά από την κατακραυγή του κόσμου μέρα με την ημέρα, αυτό που αναδεικνύεται είναι ότι όλους τους προηγούμενους μήνες δεν τους εκμεταλλεύτηκε η κυβέρνηση για να έχει έναν σωστό προγραμματισμό, για την επανεκκίνηση των σχολείων για παράδειγμα ή να έχει μια αντιμετώπιση η οποία θα καθιστούσε το δημόσιο σύστημα υγείας πιο ισχυρό απέναντι σε αυτό το δεύτερο κύμα. Δεν έχουμε μόνιμες προσλήψεις. Η καταγραφή του υπουργείου Εσωτερικών πριν από λίγες μέρες έδειξε ότι απασχολείται μικρότερος αριθμός υγειονομικών στο δημόσιο σύστημα υγείας».
Για τα λάθος μηνύματα στην οικονομία, την κρισιμότητα των πραγμάτων και το παρωχημένο «σχέδιο Πισσαρίδη»
«Φοβάμαι ότι τελικά, έτσι όπως πάνε τα πράγματα, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και για το σύνολο της ευρωπαϊκής οικονομίας, αυτό το πακέτο στήριξης θα αποδειχθεί πάρα πολύ λίγο και πολύ σύντομα θα κληθεί η Ευρώπη να αναθεωρήσει την πολιτική της. Διότι μιλάμε για μία κρίση που, αν συνεχίσουν έτσι τα πράγματα, δεν θα έχει προηγούμενο μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Αυτό σημαίνει ότι απαιτείται μια ισχυρή δημόσια παρέμβαση σε όλους τους τομείς, στην υγεία, στην παιδεία, στις δημόσιες επενδύσεις».
«Στα θέματα της οικονομίας το μόνο που έχουμε δει να κατατίθεται είναι αυτό το παλιό “σχέδιο Πισσαρίδη”. Ένα σχέδιο προ δεκαπενταετίας – εικοσαετίας, που βρίθει νεοφιλελεύθερων εμμονών. Είναι σαν να μην έχει υπάρξει υγειονομική κρίση και η μεγαλύτερη ύφεση που απασχολεί την παγκόσμια οικονομία, έτσι όπως εξελίσσεται. Τίποτα από αυτά δεν έχει ενσωματωθεί. Και μας λένε πως θα απολύονται πιο εύκολα οι άνθρωποι, πως θα μειωθεί η αμοιβή της υπερωρίας, πως οι εγκυμονούσες θα παίρνουν μικρότερη άδεια ή δεν θα πληρώνονται».
Η πολιτική για τον τουρισμό «στέλνει ένα σήμα στις αγορές οι οποίες σε λίγο θα αρχίσουν να κλείνουν τα συμβόλαια για την επόμενη τουριστική περίοδο. Τέλος του χρόνου αρχές του επόμενου, κλείνουν τα μεγάλα συμβόλαια. Εάν η χώρα βρίσκεται στη δίνη ενός δεύτερου κύματος κορονοϊού αντιλαμβάνεστε ότι θα υπονομευθεί και η τουριστική σεζόν για του χρόνου, ανεξάρτητα από το αν θα έχει υπάρξει εμβόλιο ως τότε».
Για το συνέδριο του κόμματος και την ανάγκη περιφρούρησης της δημοκρατικής κληρονομιάς εσωτερικού διαλόγου
«Υπάρχει η αναγκαιότητα μιας ισχυρής προγραμματικής παρουσίας και αντιπολίτευσης και θεωρώ ότι έχουμε όλες τις υποκειμενικές προϋποθέσεις να είμαστε σαφείς και ριζοσπαστικοί στον λόγο μας. Ωστόσο κανείς δεν μπορεί να υποτιμάει τα φαινόμενα ενός, δυστυχώς, υποτιθέμενου διαλόγου ο οποίος έχει ανοίξει κυρίως στον χώρο του διαδικτύου, που μόνο διάλογος δεν είναι. Εδώ εξοβελίζεται η διαφορετική άποψη, υπάρχουν νοσηρά φαινόμενα και εκφυλιστικά, θα έλεγα. Υποχρέωση του συνόλου των στελεχών μας είναι να περιφρουρήσουν τη δική μας δημοκρατική κληρονομιά εσωτερικού διαλόγου».
«Καθώς πηγαίνουμε προς το συνέδριό μας, που πρέπει να δούμε μέσα στις σημερινές συνθήκες πως θα γίνει πραγματικότητα, πράγμα πάρα πολύ δύσκολο, αλλά εν πάση περιπτώσει θα το συζητήσουμε τις επόμενες ημέρες, θα πρέπει να επιβεβαιώσουμε αυτό που αναγνωρίζει όλος ο κόσμος για τον ΣΥΡΙΖΑ. Ότι είναι ένα κόμμα το οποίο ξέρει και συζητάει με όρους δημοκρατίας, αλληλεγγύης και συντροφικότητας. Κι όχι αυτό που παρακολουθούμε σήμερα, ευτυχώς όχι με συμμετοχή επώνυμων στελεχών, πλην λίγων ίσως εξαιρέσεων».
«Αυτή η υπόθεση της εξαγγελίας του συνεδρίου το οποίο ένα χρόνο και κάποιους μήνες μετά δεν έχει γίνει, λειτουργεί ως τροχοπέδη από ένα σημείο και έπειτα. Κι εδώ ίσως φάνηκε πως ήταν λάθος το γεγονός ότι καθυστερήσαμε να παρουσιάσουμε τον απολογισμό της τελευταίας περιόδου και του κυβερνητικού έργου -έγινε προς τα τέλη του ’19, αρχές του Γενάρη του ‘20- και κατασπαταλήσαμε το πρώτο διάστημα συζητώντας εάν τελικά ένας αναγκαίος απολογισμός, -που για μένα σε κάθε περίπτωση είναι αναγκαίος, γιατί αυτό σε κάνει πιο πειστικό προς την κοινωνία, όταν μπορείς και βγάζεις συμπεράσματα από τα πεπραγμένα σου-, είναι εσωστρέφεια ή όχι. Αλλά με αυτό τον τρόπο ανοίξαμε το παράθυρο στην εσωστρέφεια και βλέπετε τον άκρατο υποκειμενισμό του καθενός ο οποίος κάνει τον ατομικό του απολογισμό. Εδώ, όμως, έχουμε ανάγκη από συλλογικά συμπεράσματα. Οι ατομικές συμβολές πρέπει να οδηγούν σε κοινά συλλογικά συμπεράσματα. Άρα ίσως ήταν λάθος, το επαναλαμβάνω για δεύτερη, τρίτη φορά το τελευταίο διάστημα το ότι δεν κάναμε νωρίτερα το συνέδριο. Προσωπικά το είχα προτείνει στην Πολιτική Γραμματεία του ΣΥΡΙΖΑ. Είχε θεωρηθεί ότι αυτό ίσως δεν θα διευκόλυνε τη μαζικοποίηση των εγγραφών μας στο κόμμα. Φάνηκε τελικά ότι θα ήταν καλύτερα το αντίθετο. Αυτό θα ενίσχυε και τη διεύρυνση του κόμματος, αλλά και οι αποφάσεις του συνεδρίου θα μπορούσαν να αποτελέσουν ένα νέο εφαλτήριο για μια νέα, πιο δυναμική παρουσία και πορεία».
Πηγή: Left από Στο Κόκκινο