Ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. Π. Σκουρλέτης μιλά στην ΑΥΓΗ της Κυριακής για τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν προκειμένου να αντιμετωπιστεί η κρίση της ακρίβειας, ενώ εκτιμά πως ο Κ. Μητσοτάκης αλλάζει το αφήγημα του γιατί συνειδητοποιεί ότι χάνει. Μιλά ακόμα για το συνέδριο, τις συνθέσεις και τις ενστάσεις, τα επίδικα και την επόμενη μέρα. “Δεν θεωρώ σκόπιμη την εκλογή του προέδρου απευθείας από τα μέλη, πολύ δε περισσότερο όταν δεν υπάρχει άλλη υποψηφιότητα ή αμφισβήτησή του” σημειώνει, επισημαίνοντας πως εξαιρετική σημασία έχει η καθημερινή του λειτουργία και δράση. “Αυτό είναι κυρίως το πεδίο όπου κρίνεται η δημοκρατική και συλλογική του λειτουργία” υπογραμμίζει.
Μιλάτε για ένα πρόγραμμα έκτακτων μέτρων για την αντιμετώπιση της ακρίβειας. Είναι κοστολογημένο; Δεν σας ανησυχεί η δημοσιονομική επιβάρυνση την οποία επικαλείται η κυβέρνηση;
Όταν μιλάμε για ένα πακέτο έκτακτων μέτρων, εννοούμε μέτρα που στοχεύουν στον πυρήνα της ακρίβειας με σκοπό να την αναχαιτίσουμε και να προλάβουμε τη διάχυση στο σύνολο της οικονομίας. Για παράδειγμα, η μείωση στους ειδικούς φόρους κατανάλωσης στα καύσιμα μεταφράζεται σε μειωμένο κόστος μεταφοράς, κατανάλωσης και παραγωγής. Με δυο λόγια, θα είχαμε αποφύγει, αν ήδη είχαμε πάρει τα συγκεκριμένα μέτρα, την αύξηση όσων τιμών επηρεάζονται από τα προηγούμενα κόστη. Κάτι τέτοιο με τη σειρά του θα περιόριζε τις πληθωριστικές πιέσεις και την απώλεια της αγοραστικής δύναμης των εργαζόμενων.
Την ίδια στιγμή, ενώ η κυβέρνηση κάνει λόγο για δημοσιονομικές επιβαρύνσεις, παίρνει μέτρα όπως η κατάργηση του συμπληρωματικού φόρου στον ΕΝΦΙΑ (αφορά τις μεγάλες περιουσίες και μόνο) ή την αύξηση του ορίου γονικής παροχής στα 800 χιλ. ευρώ ανά παιδί. Διαπιστώνουμε πως υπάρχουν φοροαπαλλαγές για τους λίγους, αλλά δεν υπάρχουν για τους πολλούς. Για να μην μιλήσουμε για τις αδιαφανείς, απευθείας αναθέσεις κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Δεν πρέπει, επίσης, να ξεφεύγει από την οπτική μας ότι τα έσοδα του Δημοσίου από τον ΦΠΑ ανέβηκαν λόγω της αύξησης των τιμών, αλλά και ότι για την τρέχουσα χρονιά ισχύει η ρήτρα διαφυγής σε σχέση με τις δημοσιονομικές δαπάνες. Προφανώς, η κυβέρνηση έχει άλλο μοντέλο στον νου της, γι’ αυτό και δεν ακολουθεί τα κοστολογημένα μέτρα που της προτείνουμε.
Θεωρείτε ότι μπορεί η Ελλάδα να βρεθεί μπροστά σε μια επισιτιστική κρίση; Υπάρχει τρόπος αυτό να αποφευχθεί; Αρκούν τα μέτρα που λαμβάνει η κυβέρνηση;
Δηλώσεις αρκετών ηγετών μέχρι στιγμής αλλά και εκτιμήσεις διεθνών οργανισμών αναφέρονται με βεβαιότητα σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, όχι μόνο για τη χώρα μας, αλλά συνολικά για την Ευρώπη. Ήδη από την περίοδο της πανδημίας χώρες όπως η Κίνα ή Ινδία έχουν αυξήσει τα αποθέματά τους σε σιτηρά και άλλα βασικά προϊόντα. Ο συνδυασμός αυξημένου κόστους παραγωγής, πολέμου στην Ουκρανία και κλιματικής κρίσης δημιουργούν ένα εκρηκτικό μείγμα και μια εφιαλτική προοπτική. Εδώ απαιτούνται κινήσεις σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, αλλά και σε εθνικό.
Ιδιαίτερα για τη χώρα μας, θα έπρεπε να επιχειρηθούν διακρατικές συμφωνίες προμήθειας συγκεκριμένων αγαθών και παράλληλα να σχεδιαστούν προγράμματα επιδότησης καλλιεργειών βασικών προϊόντων για την επόμενη καλλιεργητική περίοδο. Αντιλαμβάνεστε ότι μιλάμε για έκτακτες συνθήκες, που επιβάλλουν έναν ιδιαίτερο σχεδιασμό. Η εντύπωση που μου δίνει η κυβέρνηση είναι ότι τα έχει χαμένα. Για άλλη μια φορά επιβεβαιώνεται πως δεν μπορούμε να περιμένουμε την αγορά να αντιμετωπίσει από μόνη της τα προβλήματα. Απαιτούνται ισχυρές δημόσιες παρεμβάσεις και πολιτικές.
Οι προσυνεδριακές διαδικασίες ολοκληρώνονται, οι Ο.Μ. εκλέγουν τους αντιπροσώπους για το συνέδριο και ψηφίζουν τα κείμενα θέσεων και καταστατικού. Έχετε εκφράσει ενστάσεις, μεταξύ άλλων, ως προς την πρόταση για εκλογή της ηγεσίας από την κομματική βάση, για τον ρόλο των μελών και των φίλων. Πού έγκεινται οι διαφωνίες σας;
Πιστεύω πως δεν πρέπει να συγχέουμε και να ταυτίζουμε την έννοια του φίλου του κόμματος, πολύ δε περισσότερο του ψηφοφόρου, με εκείνη του μέλους. Όταν αυτά ταυτίζονται, τότε οδηγούμαστε σε καταστάσεις ρευστοποίησης που αποδυναμώνουν την ουσιαστική συμμετοχή στη λειτουργία του κόμματος. Για ένα κόμμα που επιδιώκει τη γείωση και την καθημερινή παρέμβαση στην κοινωνία πρέπει να εξασφαλίζουμε τους τρόπους της διαρκούς συμμετοχής των μελών μας και να προσδιορίζουμε τη συμβολή των φίλων μας.
Τη λογική της ανάθεσης πρέπει να την απορρίψουμε και στο κόμμα, και στην κοινωνία. Ταυτόχρονα, μου είναι πολιτικά ακατανόητο να εκλέγεται μια Κεντρική Επιτροπή όχι από το συνέδριο που διαμορφώνει το πλαίσιο των αποφάσεων στο οποίο πρόκειται να κινηθεί για το επόμενο διάστημα, αλλά μετά από αυτό και ερήμην των αποφάσεων και των συζητήσεων που διαμορφώνονται εντός του συνεδρίου. Αυτή η πρακτική παραπέμπει σε μια λογική μεταδημοκρατίας. Δεν είναι, άλλωστε, τυχαίο ότι δεν έχει υιοθετηθεί από κανένα άλλο κόμμα.
Επίσης, δεν θεωρώ σκόπιμη την εκλογή του προέδρου απευθείας από τα μέλη, πολύ δε περισσότερο όταν δεν υπάρχει άλλη υποψηφιότητα ή αμφισβήτησή του. Πέρα, όμως, από τον τρόπο εκλογής της ηγεσίας ενός κόμματος, έχει εξαιρετική σημασία η καθημερινή του λειτουργία και δράση. Αυτό είναι κυρίως το πεδίο όπου κρίνεται η δημοκρατική και συλλογική του λειτουργία.
Την ίδια στιγμή, ο εσωκομματικός χάρτης αναδιατάσσεται. Ποια είναι τα κεντρικά επίδικα του συνεδρίου; Τι κόμμα πρέπει να είναι ο ΣΥΡΙΖΑ την επόμενη μέρα;
Νομίζω πως η ίδια η ζωή μας δείχνει τι θα έπρεπε κυρίως να συζητάμε στο συνέδριο. Για την ακρίβεια, τον πόλεμο, την πανδημία, την ενεργειακή και την κλιματική κρίση. Πάνω σε αυτά τα ζητήματα θα κριθούμε το επόμενο διάστημα. Η ενίσχυση της αξιοπιστίας μας περνάει μέσα από την κατάθεση ενός ισχυρού αντινεοφιλελεύθερου προγράμματος για να ηττηθεί η κυβέρνηση της Ν.Δ. Αυτό το σχέδιο μπορεί να υπηρετηθεί από ένα κόμμα με σαφή πολιτική ταυτότητα και ιδεολογικές αναφορές. Οι θέσεις που έχουν εγκριθεί και θα συζητηθούν στο συνέδριό μας είναι σαφείς. Αναφέρονται σε ένα κόμμα της σύγχρονης Αριστεράς, ξεκαθαρίζοντας πως δεν μιλάμε για ένα κόμμα της Κεντροαριστεράς ή για τον μετασχηματισμό του σε μια πλαδαρή και άχρωμη παράταξη. Φοβάμαι ότι κάποιες στιγμές η συζήτηση χάνει τον προσανατολισμό της, υποτιμώντας τα πραγματικά και μεγάλα επίδικα. Ελπίζω να μην διαψεύσουμε τον κόσμο.
Πώς σχολιάζετε την αλλαγή γραμμής σε σχέση με την αυτοδυναμία από τον πρωθυπουργό; Επιμένετε να απευθύνετε πρόσκληση στην ελάσσονα αντιπολίτευση για μετεκλογική συνεργασία; Σε ποιους και με ποια προγραμματική συμφωνία;
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης συνειδητοποιεί ότι χάνει, γι’ αυτό και αλλάζει το αφήγημα περί των αυτοδύναμων κυβερνήσεων, όπως είδαμε στις πρόσφατες δηλώσεις του. Αυτή η τελευταία δήλωσή του έρχεται μετά τις διαρροές για πρόωρες εκλογές και για ενδεχόμενη αλλαγή του εκλογικού νόμου. Έχει συμφιλιωθεί με την ιδέα πως η επόμενη κυβέρνηση -το πιο πιθανό- θα είναι κυβέρνηση συνεργασίας. Για τον ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. το θέμα αυτό είναι λυμένο. Οι συνεργασίες, για να είναι φερέγγυες, πρέπει να βασίζονται σε ισχυρές προγραμματικές συγκλίσεις. Η απεύθυνσή μας είναι προς το σύνολο της προοδευτικής και αριστερής αντιπολίτευσης.