Κύριε Σκουρλέτη, το προηγούμενο Σάββατο, από τη ΔΕΘ, ο Αλέξης Τσίπρας παρουσίασε το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ. Η αντιπολίτευση σας κατηγορεί για «ακατάσχετη παροχολογία». Είναι ρεαλιστικά τα όσα είπε ο πρόεδρος του κόμματος σας;
Νομίζω πως η κοινωνία δεν έχει ανάγκη από κούφιες υποσχέσεις, ούτε από ανέξοδες υποσχέσεις. Εκείνο που σίγουρα έχει ανάγκη είναι από ένα συνεκτικό πρόγραμμα, κοστολογημένο και με αυτή την έννοια εφαρμόσιμο, που να απαντά στα μεγάλα προβλήματα ανοίγοντας ταυτόχρονα μια νέα προοπτική για την οικονομία και τη χώρα.
Η μεγάλη διαφορά,από όσα παρουσίασε αναλυτικά ο ΑλέξηςΤσίπρας, δεν προκύπτει από το μέγεθος των ποσών που απαιτούνται για τον έναν ή τον άλλο τομέα άσκησης πολιτικής, αλλά κυρίως από τη διαφορετική στρατηγική για την έξοδο από το σημερινό τέλμα και την οικονομική κρίση.
Στο πρόγραμμά μας είναι ορατές οι διαφορετικές προτεραιότητες σε σχέση με την εφαρμοζόμενη πολιτική. Για μας καθοριστικό είναι το δημόσιο συμφέρον σε αντιδιαστολή με τα συμφέροντα των οικονομικών ελίτ.
Η αλλαγή του εγχώριου παραγωγικού και οικονομικού μοντέλου, η κινητοποίηση των αυθεντικών παραγωγικών δυνάμεων, έναντι του παρασιτισμού. Και, βεβαίως,η αναβάθμιση του κόσμου της εργασίας. Το μεγάλο δίλημμα σήμερα είναι αν θα μπορέσουμε να απαλλαγούμε από τις στρατηγικές που οδήγησαν στη χρεωκοπία της χώρας ή θα μείνουμε προσκολλημένοι στις αντικοινωνικές, εγχώριες νεοφιλελεύθερες στρατηγικές που οδήγησαν σ’ αυτήν.
Το πρόγραμμά μας είναι επαρκώς κοστολογημένο και τεκμηριωμένο, παρά τα ασύστολα ψεύδη και τους εσκεμμένα λανθασμένους υπολογισμούς του Υπουργείου Οικονομικών. Άλλωστε, το τελικό δημοσιονομικό αποτέλεσμα των δικών μας προτάσεων, σε σχέση με αυτό της κυβέρνησης, είναι περίπου στο ίδιο ύψος. Το στρατηγικό πλαίσιο και οι στοχεύσεις διαφέρουν.
Σας απασχολεί το ότι μπορεί να κληθείτε να αναλάβετε τη διακυβέρνηση της χώρας ξανά σε μια περίοδο μεγάλης κρίσης και να δυσκολευτείτε να κάνετε πράξη τις εξαγγελίες σας;
Μα ακριβώς αυτή η πιθανότητα, να ξαναβρεθεί η χώρα στη δίνη μιας νέας μεγάλης κρίσης, καθιστά αναγκαία την αλλαγή της οικονομικής πολιτικής το συντομότερο δυνατό. Πρέπει, λοιπόν, να αλλάξουμε ρότα, για να αποφύγουμε τα χειρότερα.
Άλλωστε, οι πολιτικές δυνάμεις δεν πρέπει να αρκούνται σε μια εκ του ασφαλούς κριτική των πραγμάτων, αλλά να επιχειρούν να δοκιμάζουν τις προτάσεις τους μέσα στην ίδια τη ζωή. Ούτε, βέβαια, η σύγχρονη ευρωπαϊκή Αριστερά, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ έχει την πολυτέλεια να επιλέγει πότε θα αναλάβει ευρύτερες ευθύνες. Η ελληνική κοινωνία δεν αντέχει μια νέα περίοδο φτωχοποίησης.
Το πρόβλημα με τις τιμές της ενέργειας είναι πανευρωπαϊκό. Γιατί εσείς δηλώνετε ότι ευθύνεται η κυβερνητική πολιτική;
Μπορεί το πρόβλημα με τις τιμές της ενέργειας να είναι πανευρωπαϊκό, ωστόσο δεν εμφανίζεται με την ίδια ένταση σε όλες τις χώρες. Είναι νομοτελειακό η χώρα μας να βρίσκεται εδώ και ένα χρόνο στην πρώτη ή τη δεύτερη θέση, ως προς το ύψος των τιμών στη χονδρική αγορά ηλεκτρικήςενέργειας;
Όχι βέβαια. Η κυβέρνηση με τις επιλογές της επιδότησε την κερδοσκοπία, τίναξε στον αέρα τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς και έχει φέρει σε οριακή κατάσταση ένα πολύ μεγάλο μέρος των επιχειρήσεων. Σας θυμίζω εν τάχει πως συρρίκνωσε την λιγνιτική παραγωγή με παράλληλη αύξηση της εξάρτησης από το φυσικό αέριο.
Αποθάρρυνε τις επενδύσεις σε ΑΠΕ μέσω των ενεργειακών κοινοτήτων και δεν καθιέρωσε τα διμερή προθεσμιακά συμβόλαια εκτός της ημερήσιας αγοράς. Αρνήθηκε την αποσύνδεση του φυσικού αερίου από τις άλλες μορφές παραγωγής ηλεκτρικήςενέργειας, δεν υιοθέτησε το μοντέλο της Ιβηρικής χερσονήσου, που μείωσε τις τιμές του ρεύματος.
Με δυο λόγια, αρνήθηκε να παρέμβει στον μηχανισμό του χρηματιστηρίου ενέργειας και επέλεξε να επιδοτεί με τα λεφτά των φορολογουμένων και του Ταμείου Ενεργειακής Μετάβασης, τις εταιρείες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας.
Γιατί πιστεύετε ότι για το θέμα των παρακολουθήσεων -ειδικά πολιτικών προσώπων, όπως ο Νίκος Ανδρουλάκης- ευθύνεται ο Κυριάκος Μητσοτάκης, από τη στιγμή που ο ίδιος, αλλά και οι άμεσοι εμπλεκόμενοι ισχυρίζονται ότι δεν γνώριζε τίποτα;
Ακόμα και αυτοί που είχαν κάποιους ενδοιασμούς ως προς τις ευθύνες του κ. Μητσοτάκη, τώρα ξέρουν ότι γνώριζε τα πάντα και πως με δική του εντολή κινήθηκε η ΕΥΠ. Η υπόθεση αυτή συνιστά ένα σοβαρό πλήγμα στη λειτουργία της Δημοκρατίας, του κράτους δικαίου και των θεσμών.
Το περιβάλλον του κ. Μητσοτάκη κάνει τα πάντα για να κουκουλώσει τα πράγματα. Σβήνουν αρχεία, επικαλούνται το απόρρητο ενώπιον της Βουλής. Εκτιμώ,όμως, ότι τελικώς δεν θα μπορέσει να ξεφύγει από την πολιτική απομόνωση στην οποία έχει περιέλθει.
Εκτιμάτε ότι υπάρχει σύνδεση της ΕΥΠ με τις προσπάθειες παγίδευσης κινητών τηλεφώνων μέσω κακόβουλων λογισμικών που εμπορεύονται ιδιώτες;
Υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις για κάτι τέτοιο. Μου προκαλούν εντύπωση οι πολύ αργοί ρυθμοί και η διστακτικότητα με τους οποίους κινείται η πολιτεία, σε σχέση με τον έλεγχο της εταιρείας που εμπορεύεται το Predator. Η ΕΥΠ θυμίζει σήμερα μια μπάμπουσκα με πολλά υποσυστήματα στο εσωτερικό της.
Τις τελευταίες εβδομάδες έχουμε μια ανοιχτή σύγκρουση που εξελίσσεται στα πανεπιστημιακά ιδρύματα της χώρας, με αφορμή την παρουσία της πανεπιστημιακής αστυνομίας. Θεωρείτε ότι η κυβέρνηση επενδύει πολιτικά στην πόλωση;
Ο θεσμός της Πανεπιστημιακής Αστυνομίας δεν υπάρχει σε καμία ευρωπαϊκή χώρα. Άλλο η αναγκαία φύλαξη των ΑΕΙ και άλλο η στρατοπέδευση των ΜΑΤ, η βί καιο αυταρχισμός. Πρόκειται για μια καθαρά ιδεοληπτική και εχθρική, προς τοελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο, επιλογή.
Η κυβέρνηση της ΝΔ δεν σταμάτησε ούτεμια μέρα να υπονομεύει το κύρος των Πανεπιστημίων παρ´ όλο που αυτά κατέχουνυψηλότατες θέσεις στις διεθνείς αξιολογήσεις. Το μόνο που την ενδιαφέρει είναι νασπρώξει τους νέους στην ιδιωτική εκπαίδευση, γι’ αυτό άλλωστε καθιέρωσε τηνειδική βάση εισαγωγής.
Είναι φανερό πως η ύπαρξη της ΠανεπιστημιακήςΑστυνομίας συνιστά παράγοντα ανωμαλίας και όξυνσης.Βεβαίως, όπως σωστά το επισημαίνετε, πρόκειται ταυτόχρονα για μια επιλογή πόλωσης με σκοπό την απεύθυνση σε ένα υπερσυντηρητικό κοινό.
Τελικώς υπάρχουν οι προϋποθέσεις για μια προοδευτική διακυβέρνηση;
Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ πιστεύει ακράδαντα στην ανάγκη διαμόρφωσης ευρύτερων κοινωνικών και πολιτικών πλειοψηφιών, γι’ αυτό, άλλωστε, ψήφισε την απλή αναλογική, που εκτός του ότι αποτυπώνει ανόθευτα τους πραγματικούς συσχετισμούς, διευκολύνει μια τέτοια προοπτική.
Βεβαίως, η φερεγγυότητα των συνεργασιών κρίνεται στις ουσιαστικές προγραμματικές συγκλίσεις. Νομίζω πως, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, υπάρχουν οι προϋποθέσεις για μια τέτοια εξέλιξη. Μια εξέλιξη που ενδυναμώνεται μέσα από την πρωτιά του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ στις επόμενες εκλογές.
Αντώνης Γκιόκας