Αυτή την περίοδο μπαίνει στην τελική ευθεία η διαγωνιστική διαδικασία του ΤΑΙΠΕΔ για τη νέα σύμβαση παραχώρησης της Αττικής Οδού για 25 έτη, με οκτώ ενδιαφερόμενους να έχουν καταθέσει φακέλους. Η λήξη της υφιστάμενης σύμβασης το 2024 μας αφήνει με τρία γεγονότα και μία πιθανή ευκαιρία.
Το πρώτο και αδιαμφισβήτητο γεγονός είναι ότι η εκμετάλλευση της Αττικής Οδού αποφέρει έσοδα και κέρδη που μπορούν να μετρηθούν σε δισεκατομμύρια ευρώ σε βάθος χρόνου, όπως προκύπτει άλλωστε και από τα μέχρι τώρα στοιχεία για τη υφιστάμενη περίοδο παραχώρησης.
Το δεύτερο γεγονός προκύπτει από το πρώτο, αλλά και από τα χαρακτηριστικά του ίδιου του οδικού έργου. Πρόκειται για ένα πολύτιμο περιουσιακό στοιχείο του Δημοσίου και μια εξαιρετικά σημαντική υποδομή για τις μετακινήσεις στην Αττική.
Το τρίτο γεγονός προέκυψε από τον τρόπο που η υφιστάμενη διαχειρίστρια εταιρεία της Αττικής Οδού αντιμετώπισε την πρόσφατη κακοκαιρία, όταν περίπου 2.500 οχήματα και οι χιλιάδες επιβάτες τους εγκλωβίστηκαν σε αυτή επί μακρόν, καθιστώντας μύθο την υπεροχή της ιδιωτικής πρωτοβουλίας για ανάλογες εκμεταλλεύσεις.
Η ευκαιρία προκύπτει από την επερχόμενη λήξη της σύμβασης παραχώρησης. Μια ευκαιρία για την ανάληψη της χρηματοδότησης, λειτουργίας, συντήρησης και εκμετάλλευσης της Αττικής Οδού από έναν Δημόσιο φορέα, που με τη συμμετοχή του ΕΦΚΑ θα συντηρεί την μεγάλη αυτή οδική υποδομή με όρους δημοσίου συμφέροντος, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα μακροχρόνιους πόρους για την πρόσθετη χρηματοδότηση του Ασφαλιστικού Συστήματος.
Δεν υπάρχει κανένας λόγος να δεσμευτεί το ελληνικό Δημόσιο από μια επιλογή 25 ετών, δεν υπάρχει πλέον καμία πίεση για την ανάθεση της Αττικής Οδού σε ιδιωτικό επενδυτικό σχήμα. Λύσεις υπέρ της κοινωνίας υπάρχουν, αρκεί και η πολιτική να είναι προσανατολισμένη προς αυτή την κατεύθυνση.
Πάνος Σκουρλέτης