Ανήκουν σε διαφορετικές γενιές, είναι από διαφορετικές χώρες και τους χωρίζει μια απόσταση 1.100 χιλιομέτρων. Αλλά οι τύχες του Σουλεϊμάν Αγκαλντάι και της Νάσουα Νασρ συναντώνται και εξαρτώνται από τις πολιτικές που μεταμορφώνουν τον ποταμό Τίγρη, ο οποίος αρδεύει τις κοινωνίες τους επί αιώνες.
Σήμερα και οι δυο κινδυνεύουν με εκτοπισμό. Στη νοτιοανατολική Τουρκία ο 39χρονος Αγκαλντάι θα δει τις αρχέγονες σπηλιές και τους βράχους της πατρίδας του, του Χασάνκεϊφ (Κιφάς), να χάνονται κάτω από τα νερά που ανεβαίνουν εξαιτίας του αμφιλεγόμενου φράγματος του Ιλισού. Έως το τέλος του μήνα οι μηχανικοί θα αρχίσουν να γεμίζουν το φράγμα. Κατά τους επόμενους μήνες σπίτια, κήποι και χιλιάδες χρόνια ιστορίας θα καταβυθιστούν.
Η καταβύθιση του σπιτιού του Σουλεϊμάν Αγκαλντάι συνιστά απειλή και για τους βαλτότοπους όπου ζει η Νάσουα Νασρ στο νότιο Ιράκ, εκεί όπου καταλήγουν τα δυο μεγάλα ποτάμια της Μεσοποταμίας, ο Τίγρης και ο Ευφράτης, οι οποίοι ξεκινούν από τα υψίπεδα της Τουρκίας. Όπως οι πρόγονοί της, η Νάσουα Νασρ εκτρέφει νεροβούβαλους. Όταν ήταν παιδί, η στάθμη ήταν τόσο ψηλά, ώστε μπορούσε να απλώσει το χέρι της από το παράθυρο της καλύβας της και να πιει νερό με τη χούφτα της.
Σήμερα, ακόμα και αν η 78χρονη γυναίκα μπορούσε να φτάσει το νερό από την καλύβα της, δεν θα μπορούσε να το πιει γιατί είναι μολυσμένο. Η Νάσουα και η οικογένειά της ζουν κάθε μέρα με την αγωνία ότι θα αναγκαστούν να εγκαταλείψουν το σπίτι τους: «Όλοι μιλάνε για μετανάστευση, αλλά για πού; Εμείς το μόνο που ξέρουμε είναι να μεγαλώνουμε βουβάλια. Πώς θα ζήσουμε; Παρακαλούμε τον Θεό να μας λυπηθεί. Εδώ το νερό είναι ευλογία και όσο πάει και λιγοστεύει».
Η κατασκευή των φραγμάτων στον Τίγρη αποτελεί μια πολιτισμική τραγωδία, λένε οι ακτιβιστές προειδοποιώντας επίσης για πιθανές βαθιές γεωπολιτικές επιπτώσεις. Σε συνδυασμό με την κλιματική αλλαγή, το έργο απειλεί να πυροδοτήσει μετακινήσεις πληθυσμών, γεγονός που θα αποσταθεροποιούσε ακόμα περισσότερο και τις δύο χώρες, τους γείτονές τους και ενδεχομένως θα προκαλούσε ακόμα ένα μεταναστευτικό ρεύμα την ώρα που η Ευρώπη προσπαθεί απεγνωσμένα να ανακόψει τις ροές.
Η Τουρκία υποστηρίζει ότι το φιλόδοξο πρόγραμμά της για την κατασκευή 22 φραγμάτων στον Τίγρη και στον Ευφράτη -που αναμένεται να έχει ολοκληρωθεί έως το τέλος της επόμενης χρονιάς- θα παραγάγει ενέργεια και θα δημιουργήσει θέσεις εργασίας. Αλλά το Πρόγραμμα της Νοτιοανατολικής Τουρκίας, γνωστό με το τουρκικό ακρωνύμιο GAP, συνδέεται άμεσα με τη σκληρή εσωτερική σύγκρουση ανάμεσα στο τουρκικό κράτος και την κουρδική μειονότητα της χώρας, καθώς και με την ένοπλη εξέγερση της οποίας ηγείται το Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν, το PKK.
Ειδικοί σε θέματα ασφάλειας υποστηρίζουν με έμφαση ότι οι ελλείψεις πόρων απειλούν τις κοινωνίες και δημιουργούν πρόσφορο έδαφος για στρατολόγηση. Η κυβέρνηση του Ιράκ νίκησε το ISIS στο στρατιωτικό επίπεδο, αλλά, για να διατηρήσει την υπεροχή της απέναντι στην ισλαμική οργάνωση, θα πρέπει να προσφέρει ένα καλύτερο μέλλον στη χώρα. Το νερό είναι ζωτικής σημασίας γι’ αυτό το μέλλον, καθώς πάνω από το 80% των υδάτων στο Ιράκ διοχετεύεται στη γεωργία, από την οποία εξαρτάται περισσότερο από το ένα τρίτο του πληθυσμού των 37 εκατομμυρίων.
Πριν ακόμα γεμίσει το φράγμα του Ιλισού, το υπουργείο Υδάτων του Ιράκ ανέφερε ότι η ροή εφέτος είχε πέσει 40% κάτω από τον μέσο όρο. Στις αρχές Ιουνίου προκλήθηκε πανικός στη χώρα όταν η στάθμη του νερού στον Τίγρη έπεσε τόσο χαμηλά ώστε οι κάτοικοι της Βαγδάτης μπορούσαν να περπατήσουν από τη μια όχθη στην άλλη. Οι αρχές διέταξαν να περιοριστεί η σπορά του ρυζιού και άλλων φυτών που απαιτούν πολύ νερό για να μειώσουν τη ζημιά.
Ερευνητές υπολογίζουν ότι οι θερμοκρασίες στη Μέση Ανατολή αυξάνονται με διπλάσιο ρυθμό σε σχέση με τον παγκόσμιο μέσο όρο -εξαιτίας του ενισχυτικού ρόλου της ερήμου-, κάτι που θα μπορούσε να καταστήσει μη κατοικήσιμες μεγάλες εκτάσεις της περιοχής μέχρι το τέλος του αιώνα.
Ο ρους του Τίγρη είναι ζωτικής σημασίας καθώς η Συρία και η Τουρκία έχουν κατασκευάσει ήδη πολλά φράγματα στον Ευφράτη, ενώ η Βαγδάτη αντιμετωπίζει τις συνέπειες της δικής της κακοδιαχείρισης των υδάτων επί δεκαετίες. «Μέχρι το 2035 θα έχουμε απολέσει 11 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα νερού» λέει ο Γιασίμ Αλ Ασάντι, περιβαλλοντολόγος στην οργάνωση Nature Iraq -μια απώλεια που θα δυσκολέψει ακόμα περισσότερο το να καλυφθεί η προβλεπόμενη για τότε ετήσια ζήτηση των 71 δισ. κυβικών μέτρων.
Καθώς ανεβαίνει η θερμοκρασία, οι επιπτώσεις από τα φράγματα θα είναι όλο και χειρότερες λόγω των μειωμένων χιονοπτώσεων στις περιοχές από όπου πηγάζει ο Τίγρης, καθώς και του υψηλότερου ρυθμού εξάτμισης. «Το μέλλον των υδάτων στο Ιράκ είναι ζοφερό, πολύ ζοφερό».
Στη Βαγδάτη αξιωματούχοι και διπλωμάτες προσπαθούν να διαχειριστούν τη μετα – ISIS κατάσταση και την επικίνδυνη διαπάλη δι’ αντιπροσώπων μεταξύ των αντίπαλων πατρώνων της Βαγδάτης, δηλαδή μεταξύ της Ουάσιγκτον και της Τεχεράνης. Το πρόβλημα με την Τουρκία και η κλιματική αλλαγή μπορούν να περιμένουν, όπως υποστηρίζουν. Αλλά στο νότιο Ιράκ οι ντόπιοι προειδοποιούν ότι ο χρόνος τελειώνει.
Αν λέγαμε ότι οι βαλτότοποι της Νάσουα Νασρ είναι υπό πίεση, τότε οι γειτονικές αγροτικές περιοχές της επαρχίας Μαϊσάν καίγονται. Την περασμένη άνοιξη, καθώς ο ρους του Τίγρη μειωνόταν δραστικά, περίπου 650 χώρια έμειναν χωρίς νερό επί ημέρες. Ανάμεσά τους η πόλη Αλ Αντέλ, όπου οι γεωργοί λένε ότι ήταν η πιο ζεστή άνοιξη που θυμούνται και αυτή με τις λιγότερες βροχές τα τελευταία 30 χρόνια. Εκτιμούν ότι φέτος η σοδειά τους θα είναι μισή σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια.
«Πρώτα είχαμε μια μαζική έξοδο από τις αγροτικές περιοχές στα αστικά κέντρα» λέει ο M. Φαρτούσι περιγράφοντας τις επιπτώσεις της έλλειψης νερού τα τελευταία χρόνια. «Αν όμως και οι πόλεις βρίσκονται στην ίδια κατάσταση, τότε πού μπορείς να πας;».
Υπάρχουν και άλλα προβλήματα, κάτω από την επιφάνεια. Οι κάτοικοι του Νότου κατατάχθηκαν μαζικά και εθελοντικά στις Δυνάμεις Λαϊκής Κινητοποίησης (PMF), πολέμησαν και έδωσαν τη ζωή τους στον αγώνα κατά του ISIS. Πολλοί επιστρέφουν τώρα σε μια κατεστραμμένη ύπαιθρο ή απλώς δεν επιστρέφουν καν -προτιμώντας να παραμείνουν στις ένοπλες ομάδες, οι οποίες θα μπορούσαν να εξελιχθούν σε μια παράλληλη δύναμη απειλητική προς το κράτος, όπως φοβούνται πολλοί Ιρακινοί.
Παρακάτω στο ποτάμι, στο χωριό Αλ Καΐρ, ο δήμαρχος Χουσεΐν Αλ Γιασίν αναγκάστηκε να ζητήσει τη συνδρομή των δυνάμεων ασφαλείας για να σταματήσουν τις ένοπλες συγκρούσεις για το νερό. Τώρα συζητάει με τους ντόπιους σεΐχηδες κάτι που ήλπιζαν ότι δεν θα χρειαστεί να αντιμετωπίσουν ξανά: τον εκτοπισμό.
Η κοινότητά τους ήταν μια από τις πολλές που αναγκάστηκαν να φύγουν τη δεκαετία του 1990 όταν ο Σαντάμ Χουσεΐν έκανε εκτροπές ποταμών για να αποξηράνει τους βάλτους και να «ξεριζώσει» τους αντιπάλους του που κρύβονταν εκεί. Μετά την ανατροπή του Σαντάμ με την αμερικανική εισβολή του 2003 οι ντόπιοι γκρέμισαν τα φράγματα και το νερό έτρεξε ξανά στον τόπο τους.
Όμως η κατασκευή των μεγάλων φραγμάτων βορειότερα, ο περιορισμός των βροχοπτώσεων και η ανεξέλεγκτη άρδευση είχαν αποτέλεσμα να μειωθεί σε μόλις 5.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα η έκταση των βάλτων -που ιστορικά έφτανε τα 15.000 τετρ. χλμ- και αναμένεται ότι θα μειωθεί ακόμα περισσότερο.
Οι γέροι του χωριού δεν ξέρουν τι να συμβουλέψουν τους ντόπιους, που επί γενιές ασχολούνται με τη γεωργία, αλλά πλέον ίσως δεν έχουν άλλη επιλογή από το να προστεθούν σε εκείνους που συρρέουν στις φτωχογειτονιές των ιρακινών μεγαλουπόλεων -εκεί όπου στρατολογούν τα μέλη τους οι ένοπλες οργανώσεις.
«Οι άνθρωποί μας φοβούνται πράγματα που οι άλλοι δεν καταλαβαίνουν» λέει ο δήμαρχος Χουσεΐν Αλ Γιασίν. «Πώς θα επιβιώσουν στην πόλη; Δεν μπορούν να εκθρέψουν βουβάλια εκεί, δεν μπορούν να καλλιεργήσουν τη γη και φυσικά δεν μπορούν να ψαρέψουν».
Περισσότερο από 1.000 χιλιόμετρα βορειότερα, σε μια γωνιά της ανατολικής Τουρκίας όπου παλαιότερα η ζωή κυλούσε με αργούς ρυθμούς, το τιτίβισμα των πουλιών διακόπτεται από τις μπουλντόζες καθώς οι εργάτες γκρεμίζουν το Χασάνκεϊφ. Πέρυσι μετέφεραν ένα μνημείο του 15ου αιώνα σχεδόν δυο χιλιόμετρα, σε υψηλότερο σημείο. Τώρα οι εργάτες ανατινάζουν βράχους και μοιράζουν εντολές εξώσεων σε μαγαζιά. Κανείς δεν γνωρίζει πότε ακριβώς θα πλημμυρίσει η κοιλάδα, αλλά πολλοί τρέμουν στην ιδέα και μόνο.
«Ζω εδώ όλη μου τη ζωή» λέει ο Αγκαλντάι, που πουλάει τσάι στους τουρίστες σε ένα μικρό καφενείο με θέα την πόλη. «Η γιαγιά μου ζούσε σε εκείνη τη σπηλιά, εκεί πάνω». Στο βάθος διακρίνονται τα γκρίζα συγκροτήματα από τσιμέντο του Νέου Χασάνκεϊφ, του οικισμού των 700 σπιτιών που προορίζονται για τους εκτοπισμένους. Θεωρητικά, σε ένα από αυτά θα βρει στέγη ο Αγκαλντάι. Αλλά εκείνος επιμένει ότι δεν πρόκειται να ζήσει εκεί.
Γέρνοντας στην πλαστική καρέκλα του, κλείνει τα μάτια και προσπαθεί να φανταστεί πώς θα είναι η ζωή του στην άλλη πλευρά της κοιλάδας. « Προσπαθώ να δω ότι τα παιδιά μου γυρίζουν από το σχολείο και παίζουν» λέει. «Αλλά δεν μπορώ να το φανταστώ. Στο μυαλό μου επιστρέφω πάντα στο παλιό Χασάνκεϊφ».
Αξιωματούχοι υποστηρίζουν ότι το πρόγραμμα GAP θα διασφαλίσει πως το ένα τέταρτο της ενέργειας της Τουρκίας θα προέρχεται από το νερό. Επιπροσθέτως τονίζουν ότι θα κλείσει την ψαλίδα ανάμεσα στη νοτιοανατολική Τουρκία -την πιο φτωχή περιφέρεια της Τουρκίας- και την υπόλοιπη χώρα επεκτείνοντας μαζικά την έκταση αρώσιμης γης και δημιουργώντας χιλιάδες δουλειές.
Αλλά το φιλόδοξο σχέδιο της κατασκευής φραγμάτων έχει ταυτιστεί με την κουρδική σύγκρουση. Κατά τη δεκαετία του 1980 η απόφαση για την κατασκευή του τεράστιου φράγματος Ατατούρκ είχε θεωρηθεί ως η απάντηση στην επιλογή της Συρίας να υποστηρίξει το PKK, το οποίο συνεχίζει τον ένοπλο αγώνα κατά του τουρκικού κράτους.
Σήμερα οι Τούρκοι αξιωματούχοι ελπίζουν ότι με την ενίσχυση της ανάπτυξης στα νοτιοανατολικά θα μειωθεί η υποστήριξη προς την οργάνωση. Αλλά Κούρδοι ακτιβιστές λένε ότι η περιβαλλοντική, πολιτιστική και κοινωνική ζημιά από το φράγμα του Ιλισού θα επιδεινώσει αντί να επουλώσει τις βασικές αιτίες της σύγκρουσης.
Κάποιοι ισχυρίζονται πως με την κατασκευή των φραγμάτων η κυβέρνηση στοχεύει να συντρίψει τις πολιτικές φιλοδοξίες των Κούρδων. «Θέλουν να αναγκάσουν τον κόσμο να φύγει από την ύπαιθρο και να πάει στις πόλεις» λέει ο Ριντβάν Αϊχάν, τοπικός ηγέτης του Κόμματος Δημοκρατίας των Λαών (HDP), που κυριαρχείται από το κουρδικό στοιχείο. «Οι άνθρωποι που είναι πολιτικά ενεργοί θα εξαναγκαστούν να φύγουν από τη γη τους».
Ακόμα και τα φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ περιγράφουν ανοιχτά το φράγμα του Ιλισού ως ένα τμήμα του αγώνα κατά του PKK υποστηρίζοντας ότι, όταν πλημμυρίσουν οι κοιλάδες, θα περιοριστούν οι κινήσεις της οργάνωσης. Κάτοικοι και ακτιβιστές παραδέχονται ότι με τα φράγματα ίσως να επιτευχθεί αυτός ο στόχος. Όμως λένε ότι μακροπρόθεσμα θα ενισχυθεί η οργή που τροφοδοτεί το κουρδικό πολιτικό κίνημα -και την υποστήριξη προς το PKK.
Ο ξεριζωμός των ανθρώπων και η καταστροφή της γης τους θα διαιωνίσει τον κύκλο των εκτοπίσεων και της απογοήτευσης, λέει ο Ταλάτ Κετίνκαγια, ένας από τους ακτιβιστές εναντίον του φράγματος. “Θα δημιουργήσει μια new underclass” προσθέτει.
Όταν εγκαινιάστηκε το φράγμα Ατατούρκ, το 1992, προκλήθηκαν διπλωματικές εντάσεις. Τις πυροδότησε ο τότε Πρόεδρος Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ, ο οποίος προειδοποίησε τους γείτονες της χώρας του ότι εκείνοι μπορούν μεν να εκμεταλλεύονται τους πετρελαϊκούς πόρους τους, αλλά και η Τουρκία έχει παρόμοιο δικαίωμα με το νερό που πηγάζει από τα εδάφη της.
Σήμερα οι Τούρκοι αξιωματούχοι εμφανίζονται με έναν πιο συμβιβαστικό τόνο επιμένοντας ότι στόχος τους είναι να διασφαλίσουν πως το νερό θα μοιράζεται στην περιοχή με «δίκαιο, λογικό και βέλτιστο τρόπο».
Όμως ο Ιρακινός υπουργός Υδάτων Χασάν Αλ Τζανάμπι κατηγορεί την Άγκυρα ότι χρησιμοποιεί το νερό σαν να είναι κάποιο εμπόρευμα προς διαπραγμάτευση. Το Ιράκ, λέει, θα παραμείνει ευάλωτο όσο δεν υπάρχει κοινή ανάγνωση του διεθνούς δικαίου ύδατος.
Τον προηγούμενο μήνα οι δυο χώρες διαπραγματεύτηκαν για ακόμα μια καθυστέρηση στο γέμισμα του φράγματος του Ιλισού. Ο Ιρακινός υπουργός δήλωσε στο ιρακινό κανάλι Alsumaria TV ότι κατέληξαν σε μια «δίκαιη» συμφωνία με την οποία η Τουρκία θα απελευθερώσει το 75% της ροής, αλλά θα κρατήσει το υπόλοιπο για να γεμίσει σταδιακά το φράγμα τους επόμενους μήνες.
Ωστόσο παραμένει αδιευκρίνιστο πόσο νερό θα κρατήσουν τα φράγματα του GAP για τις αγροτικές καλλιέργειες. Η διαπραγματευτική δυνατότητα του Ιράκ έχει εξασθενήσει σημαντικά εξαιτίας της αναταραχής και του πολέμου στη χώρα από το 2003. «Το Ιράκ έχει γίνει μια πολύ αδύναμη χώρα» είπε ο υπουργός Αλ Τζανάμπι.
Δεν είναι μόνο η Τουρκία που εξαντλεί τον Τίγρη. Το ίδιο κάνει και το Ιράν. Τα φράγματα σε δεκάδες παραποτάμους έχουν περικόψει περισσότερο από το μισό νερό που έρρεε στο Ιράκ πριν από 20 χρόνια, όπως λένε Ιρακινοί αξιωματούχοι.
Ο Ντουρσούμ Γιλντίζ, πρώην κρατικός αξιωματούχος της Τουρκίας για υποθέσεις ύδατος, νυν επικεφαλής της Ακαδημίας Υδροπολιτικής που έχει την έδρα της στην Άγκυρα, ισχυρίζεται ότι τα φράγματα της Τουρκίας στην πραγματικότητα ωφελούν τους γείτονές της. Η Τουρκία έχει χαμηλότερες θερμοκρασίες και η αποθήκευση του νερού στην επικράτειά της σημαίνει ότι οι άλλες χώρες γλιτώνουν εκατομμύρια κυβικά μέτρα νερού που θα εξατμίζονταν.
«Πρέπει να υπάρχει έλεγχος στο νερό» υποστηρίζει ο Ντουρσούμ Γιλμάζ. «Η βροχή δεν συμπίπτει χρονικά με την ανάγκη για πότισμα. Ο έλεγχος του νερού δεν θα πρέπει να αποτελεί πηγή σύγκρουσης. Είναι η λύση».
Σύμφωνα όμως με τη μελέτη που εκπόνησε ο ΟΗΕ το 2015, η κατακράτηση του νερού από την Τουρκία είχε «τραγικές επιπτώσεις», όπως υψηλότερα επίπεδα αλμυρότητας στις χώρες παρακάτω στο ποτάμι, που έπληξαν τις σοδειές και κατέστρεψαν το ευρύτερο οικοσύστημα. Ιρακινοί περιβαλλοντολόγοι λένε ότι τα επίπεδα αλμυρότητας στους βάλτους του Ιράκ, που ήταν κάποτε περίπου 200 ανά εκατομμύριο, τώρα έφτασαν τα 1.900 ανά εκατομμύριο.
Η Άγκυρα και η Βαγδάτη συμφωνούν ότι η αληθινή λύση θα ήταν ο εκσυγχρονισμός των ξεπερασμένων ιρακινών πρακτικών άρδευσης και γεωργίας: τα κανάλια της εποχής των Σουμερίων θα αντικατασταθούν από τη στάγδην άρδευση (με σταγόνες). Η κυβέρνηση θα μπορούσε να ενθαρρύνει τους αγρότες να προχωρήσουν σε νέες καλλιέργειες αντί του σιταριού, που χρειάζεται πολύ νερό αλλά μπορεί να εισαχθεί φθηνά.
Το υπουργείο του κυρίου Τζανάμπι πρότεινε ένα εικοσαετές σχέδιο για την ανάπτυξη βιώσιμων πρακτικών ύδατος, με κόστος 184 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Αλλά το Ιράκ, που σηκώνει ήδη το βάρος ενός χρέους 71 δισ. δολαρίων και αντιμετωπίζει το πρόβλημα των χαμηλών τιμών του πετρελαίου, δεν μπορεί να ανταποκριθεί. «Χρειάζεται να προσαρμοστούμε, αλλά η προσαρμογή κοστίζει χρήμα, και αυτό το χρήμα δεν είναι διαθέσιμο» είπε.
Για πολλούς κατά μήκος του ποταμού Τίγρη η προσαρμογή δεν αποτελεί καν επιλογή. Στο Χασάνκεϊφ ο Σουλεϊμάν Ανταλγκάι αγωνιά για τη μέρα που θα αναγκαστεί να εγκαταλείψει την πόλη και αναρωτιέται αν η σπηλιά της γιαγιάς του θα βυθιστεί μαζί με την υπόλοιπη κοιλάδα κάτω από το νερό.
Στο πνιγηρό Τσιμπαγίς η Νάσουα Νασρ και τα ανίψια της συζητούν αν θα πρέπει να ακολουθήσουν το παράδειγμα των γειτόνων τους που έφυγαν προς τους βαλτότοπους στην πλευρά του Ιράν προσπαθώντας να γλιτώσουν από την ξηρασία και να κάνουν μια νέα αρχή. «Εμείς δεν μπορούμε να επιβιώσουμε στην πόλη» λέει ο ανιψιός Αχμέντ. «Οι βάλτοι είναι η ζωή μας».
Erica Solomon – Laura Pitel
Πηγή: Η Αυγή από Le Monde Diplomatique