Χιλιάδες νεκροί, ισοπεδωμένες κατοικίες, μνημεία κατεδαφίστηκαν μετά από αιώνες. Εγκλωβισμένοι σε συντρίμμια, ζώα πέθαναν κι αυτά. Από χθες η Τουρκία και η Συρία θρηνούν. Μαζί τους θρηνούμε κι εμείς.
Δεν είναι, μάλλον, αυτό που θα επέτρεπαν οι «διεθνείς σχέσεις», όπως ορίζονται το τελευταίο διάστημα, σε μια περίοδο τεταμένων σχέσεων με τη γείτονα, εμείς να πονάμε για τους νεκρούς της. Αλλά το κάνουμε, γιατί αυτό που άφησε πίσω του ο σεισμός -οι σεισμοί, για την ακρίβεια- είναι μία από τις περιπτώσεις της Ιστορίας που λες, να, αυτό αλλάζει τη ροή των πραγμάτων.
Όταν είναι χιλιάδες οι νεκροί και ανυπολόγιστες οι απώλειες, η ροή των πραγμάτων αλλάζει. Ιδανικά, αλλάζει και η ψυχή των ανθρώπων.
Η Τουρκία τώρα θα έρθει αντιμέτωπη με μια πολύ σκληρή σελίδα της Ιστορίας της. Πρέπει να θάψει τους νεκρούς της, να ανοικοδομήσει τα σπίτια των ζωντανών, να πενθήσει και να το ξεπεράσει. Η Συρία, η ήδη πενθούσα και ισοπεδωμένη, θα έχει να διώξει ως πρόσφυγες και άλλους από τον λαό της.
Αυτή η λέξη, όμως, μας ενώνει: ο λαός. Λαός εμείς, οι Τούρκοι, οι Σύριοι. Λαοί. Νεκροί. Οπότε, μαζί με τα αδέρφια μας πενθούμε κι εμείς. Έτσι κάνουν οι ανθρώπινες ψυχές, ενώνονται στις τραγωδίες.
Το ίδιο θα απαιτούσαμε και από τις ανθρώπινες πολιτικές, όμως. Να παραμέριζαν τα πάντα, για να στείλουν βοήθεια. Να υποδεχθούν τους πρόσφυγες. Να κατανοήσουν τη συντριβή των δύο λαών. Πρέπει να σε νοιάζουν να νεκρά παιδιά, οι άντρες και οι γυναίκες κάθε ηλικίας. Πρέπει να σε νοιάζουν περισσότερο από τα εθνικιστικά αφηγήματα. Τίποτα δεν έχει μεγαλύτερη αξία από τη ζωή.
Όλγα Στέφου