Κι αν στις δυτικού τύπου κοινωνίες ο ξυλοδαρμός, ας πούμε, διώκεται ποινικά, δεν εκλείπει –ενίοτε δε, αφορμής δοθείσης, επαναηθικοποιείται. Τα, δημόσια και ιδιωτικά, υπαινικτικά ή απροκάλυπτα, εκφρασμένα, «τά ΄θελε», όπως στην αλήστου μνήμης περίπτωση του περιστατικού της χειροδικίας Κασιδιάρη σε Κανέλλη – Δούρου, αποτελούν συχνό φαινόμενο, στερεοτυπική συμπεριφορά ανδρών τε και –δυστυχέστατα– γυναικών.
Αλλά η κακοποίηση έχει πολλές μορφές. Και ξεκινά από κούνιας, όταν τα στερεότυπα αιώνων γίνονται ταυτοτικά χαρακτηριστικά που σημαδεύουν τις ζωές των γυναικείου πληθυσμού στο σύνολό του.
Μια επιβεβλημένη κατανομή ρόλων, που εξυπηρετεί συγκεκριμένες σκοπιμότητες –συντήρηση και αναπαραγωγή της φεουδαρχίας και κατόπιν του καπιταλιστικού συστήματος-, θέτει φραγμούς στην ίδια την ανάπτυξη και την έκφραση της επιθυμίας καθεαυτής. Οργανώνει εξουσιαστικά, άρα βίαια, το φαντασιακό των γυναικών, κάτω από το δίπτυχο «ασθενές – ωραίον», δίχως κανένα, μάλιστα, ταξικό πρόσημο. Η μεγαλοαστή και η υπηρέτριά της υποτάσσονται ομοιοτρόπως στη θέληση του ανδρός, γίνονται σκεύη ιερά (μητρότητα) ή ανίερα, ηδονικά (ερωμένη – πόρνη). Παρενοχλούνται κακοποιητικά εν τη γενέσει, αφού οι ρόλοι προκαθορίζονται και ετεροκαθορίζονται. Η αναπαράσταση του κύκλου της ζωής, μέσα από την κυριαρχία της τηλοψίας και των λοιπών ΜΜΕ και της αγοράς (διαφημίσεις προϊόντων), προτάσσει την «Αγία οικογένεια» ως κυρίαρχο μοντέλο, με τις «μανούλες» σε πρώτο ρόλο. Ταυτόχρονα, καταναγκάζει τη γυναίκα εργαζόμενη, με λευκό ή μη κολάρο, σε δορυφόρο του ανδρός εξουσιαστή.
«Πολύ λίγοι άντρες, ούτε καν οι προλετάριοι ακόμα, συλλογίζονται από πόσους κόπους και πόσα βάσανα θα ελάφρωναν τις γυναίκες αν θέλανε να κάνουν κι αυτοί μερικές από τις γυναικείες δουλειές», αυτά «τα χιλιάδες τιποτένια μικροπράγματα» έλεγε ο Λένιν. Το πρόταγμα θα παραμένει, όσο η βία της καταναγκαστικής οικιακής εργασίας –χιλιάδες οι εργατοώρες στο σπίτι εντός των βιολογικών ορίων μιας γυναίκας– θα αναπαράγεται, καθαγιαζόμενη, μέσα από το συστημικό σεξισμό. Εντός του οποίου και η ίδια η γυναικεία σεξουαλικότητα καθίσταται φαλλοκεντρική, υποταγμένη στις αρσενικές επιθυμίες, με τα αισθητικά κριτήρια να παραμένουν βαθιά προσβλητικά για κάθε γυναίκα. Και να καλλιεργούν, απέναντι στις παρενοχλήσεις, την ενοχή του «τά ’θελε».
Η θεσμική θωράκιση δεν είναι αρκετή
Τα στοιχεία για τη γυναικεία κακοποίηση στη διαφωτισμένη Ευρώπη είναι συντριπτικά, για όσους διατείνονται πως η θεσμική θωράκιση είναι αρκετή: το 33% των γυναικών στην ΕΕ ή αλλιώς 62 εκατομμύρια γυναίκες, έχουν κακοποιηθεί σωματικά ή σεξουαλικά –ή τόσες τουλάχιστον το κατήγγειλαν.
Απέναντι σ’ αυτόν τον, κατά κυριολεξία, ζόφο, ένα νέο ριζοσπαστικό φεμινιστικό κίνημα αποτελεί κάτι παραπάνω από αναγκαιότητα. Ανάγεται σε μια υπόθεση διάσωσης του ίδιου του πολιτιστικού οικοδομήματος του σύγχρονου κόσμου, ο οποίος ακροβατεί, έτοιμος να υποπέσει σε νέα ολισθήματα (νεοδεξιά παλινόρθωση, εκφασισμός κ.ο.κ.).
Και αφορά όλους: εκείνους που μάχονται υπέρ του δικαιώματος στη σεξουαλική αυτοδιάθεση του ανθρώπου και εναντίον των διακρίσεων που απορρέουν από αυτήν, εκείνους που εναντιώνονται σε κάθε λογής τυραννία, από την έμφυλη έως την ταξική, αυτή που ασκεί το αρσενικό στο θηλυκό ή το αφεντικό στη/ον μισθωτή/ό εργάτρια/τη.
Από το #NiUnaMenos (=Ούτε μία λιγότερη), της Αργεντινής, ενάντια στις δολοφονικές σεξουαλικές επιθέσεις, κίνημα που έβγαλε χιλιάδες γυναίκες στους δρόμους, ως το χολιγουντιανό #MeToo εναντίον της σεξουαλικής παρενόχλησης, που όμως πέρασε στα όρια της ενσωματωμένης στο σύστημα αντίδρασης, και το #HomeToVote της Ιρλανδίας για τη νομιμοποίηση των αμβλώσεων –δικαίωμα της γυναίκας να ορίζει το σώμα της–, η αντίδραση των γυναικών λαμβάνει, συχνά, και σήμερα μαζικό χαρακτήρα.
Οι ανισότητες, εξάλλου, από τις μισθολογικές έως τα ποσοστά της ανεργίας και τις εκπροσωπήσεις στη διακυβέρνηση, στο πλαίσιο της καπιταλιστικής κρίσης, διευρύνονται. Οι πολλές μορφές που λαμβάνει η βία καταποντίζει το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση, καθιστώντας τη γυναικεία αφύπνιση επιτακτική.
Ο μετασχηματισμός της κοινωνίας περνά μέσα από την εκρίζωση και της τελευταίας ρίζας της παλιάς κυριαρχικής αντίληψης του άνδρα. Και τούτο εκλαμβάνεται ως πολιτικό καθήκον του καθενός.
Στήριξη και στις προσφύγισσες με εποπτεία του ΚΕΘΙ
«Κατανοώντας οι γυναίκες, μέσω της συμβουλευτικής, που παρέχεται από τις δομές του Δικτύου της Γενικής Γραμματείας Ισότητας Φύλων (ΓΓΙΦ) για την καταπολέμηση της έμφυλης βίας, ότι η έμφυλη βία δεν αποτελεί ιδιωτική υπόθεση αλλά κοινωνική και πολιτική, μείζονος μάλιστα σημασίας, αφού αναπαράγει στην πιο ζοφερή της μορφή την εκμετάλλευση και τη χειραγώγηση ανθρώπου από άνθρωπο, διευκολύνονται να απομακρύνουν τις ενοχές που αισθάνονται και να ξεφύγουν από τον κύκλο βίας που βιώνουν» δήλωσε στην «Εποχή» η πρόεδρος του Κέντρου Ερευνών για Θέματα Ισότητας (ΚΕΘΙ), Ειρήνη Αγαθοπούλου. Οι δυτικές χώρες βρίσκονται μπροστά σε ένα παγκόσμιο φαινόμενο, που λαμβάνει τρομακτικές διαστάσεις και αποτελεί μείζον ζήτημα για την Ελλάδα, μιας και είναι χώρα υποδοχής μεγάλου αριθμού προσφύγων. Το ΚΕΘΙ, προκειμένου να στηρίξει τις γυναίκες πρόσφυγες, παρέχει υπηρεσίες ψυχοκοινωνικής, εργασιακής και νομικής στήριξης, από εξειδικευμένο προσωπικό, που στελεχώνει τα 14 Συμβουλευτικά Κέντρα τα οποία λειτουργούν στις έδρες των Περιφερειών (Αττική: Αθήνα και Πειραιά). Αυτές οι δομές εντάσσονται στο ευρύ δίκτυο υποστηρικτικών δομών της ΓΓΙΦ (συνολικά: 62 δομές / Συμβουλευτικά Κέντρα, Ξενώνες Φιλοξενίας και Τηλεφωνική Γραμμή ΣΟΣ 15900 24ωρης λειτουργίας).
Επιπλέον, το ΚΕΘΙ έχει αναλάβει την επιστημονική επίβλεψη / παρακολούθηση και τον οργανωτικό / διοικητικό συντονισμό των 62 αυτών δομών του Δικτύου της ΓΓΙΦ, όπου ομάδες γυναικών προσφύγων μπορούν να απευθυνθούν είτε για συμβουλευτική στήριξη είτε και για φιλοξενία.
Τέτοιες ομάδες είναι: γυναίκες θύματα βίας ή δυνάμει θύματα βίας και τα παιδιά τους, γυναίκες αρχηγοί μονογονεϊκών οικογενειών που διαβιούν στα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης, στις Δομές Προσωρινής Υποδοχής και στις Δομές Προσωρινής Φιλοξενίας.
Για να μπορέσουν αυτές οι γυναίκες να διαβιώσουν και να υποστηριχθούν, χρειάζεται να παρασχεθεί η δυνατότητα διερμηνείας από ευαισθητοποιημένο προσωπικό. Στόχος του ΚΕΘΙ, η κάλυψη πρόσθετων Περιφερειών με επιτόπια παρουσία των διερμηνέων και ο εμπλουτισμός με άλλες γλώσσες.
Τα στοιχεία σοκ της έμφυλης βίας
Η Γραμμή SOS 15900 είναι ενδεικτική:
* Από τις 5.088 κλήσεις του 2018, οι 4.116 (81%) αφορούσαν καταγγελίες περιπτώσεων έμφυλης βίας. Συγκεκριμένα, οι 2.864 κλήσεις (70%) αφορούσαν καταγγελίες των ίδιων των κακοποιημένων γυναικών, ενώ οι 1.252 κλήσεις (30%), αφορούσαν σε καταγγελίες από τρίτα πρόσωπα (κυρίως από φίλους/-ες 26%, γονείς 11%, άλλους συγγενείς 10%, αδελφός/ή 12%, γείτονας 15% και άλλα άτομα 17%).
* Από τις 2.864 κλήσεις που αφορούσαν καταγγελίες των ίδιων των κακοποιημένων γυναικών, οι 2.519 κλήσεις (87%) αφορούσαν ενδοοικογενειακή βία με δράστη κυρίως το σύζυγο, οι 110 κλήσεις (4%) σε σεξουαλική παρενόχληση, οι 28 κλήσεις (1%) σε περιπτώσεις βιασμού, σε trafficking 2 (0%) σε περιπτώσεις πορνείας και 108 κλήσεις (4%) αφορούσαν σε καταγγελία άλλων μορφών βίας. Τα αιτήματα των κλήσεων αυτών αφορούσαν : 1.621 κλήσεις (41%) σε ψυχοκοινωνική στήριξη, 1.287 κλήσεις (33%) σε νομική συμβουλευτική, 274 κλήσεις (7%) σε νομική βοήθεια, 281 κλήσεις (7%) σε αναζήτηση φιλοξενίας και 22 κλήσεις (1%) σε αναζήτηση εργασίας.
Επίσης, από τις γυναίκες που απάντησαν στην ερώτηση για το μορφωτικό τους επίπεδο, φαίνεται ότι: 5 (0%) είναι τυπικά αναλφάβητες, 41 (1%) έχουν ολοκληρώσει την πρωτοβάθμια ή κατώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, 75 (3%) την ανώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, 39 (1%) τη μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση μη τριτοβάθμιου επιπέδου και 290 (10%) την τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Τέλος, ο αριθμός των ωφελούμενων γυναικών Ελληνίδων, κατοίκων της Ελλάδας ή προσφυγισσών, συνολικά για τα 14 συμβουλευτικά κέντρα του ΚΕΘΙ στην παρούσα προγραμματική περίοδο (1.12.2015 – 30.10.2018) είναι 6.944 γυναίκες θύματα βίας ή/και πολλαπλών διακρίσεων.
Κατέ Καζάντη
Πηγή: Η Εποχή