Macro

Οι «δεξιές λακκούβες» του Κώστα Μπακογιάννη

Οι οραματικές πολιτικές στην αυτοδιοίκηση, από τους μεγάλους ως τους μικρότερους δήμους, είναι στενά συνδεδεμένες με το όραμα που διαθέτει ο καθένας/μια για την κοινωνία εν γένει. Η πολιτική δράση συνδέεται –πώς αλλιώς;- με τη συνείδηση, τον τρόπο δηλαδή που αντιλαμβάνεται ο άνθρωπος τον εαυτό του, αυτοπροσδιοριζόμενος, αυτός και οι αρχές του, ή ετεροπροσδιοριζόμενος, οι αρχές του εν σχέσει με τις αρχές του διπλανού.
Να διοικήσεις, να μοιράσεις, κατά πως λένε, τη δουλειά, δεν είναι στιγμιαία πρακτική. Έχει να κάμει με το ιδεολογικό υπόστρωμα, τη θεωρία, επαναστατική ή όχι, δίχως την οποία δεν υπάρχει, επαναστατική ή όχι, πράξη. Έτσι, ο μακρόπνοος, ή και λιγότερο μακρόπνοος, σχεδιασμός για την πόλη και τον πολίτη δεν είναι έργο της ψυχής και των αισθήσεων, μα του μυαλού. Πολιτικό ζήτημα αποφασιστικής σημασίας.
Πίσω από τα, ενίοτε επιπέδου λάιφ στάιλ, χαμόγελα των υποψηφίων, ο αγώνας είναι αδυσώπητος: ο νεοφιλελευθερισμός, το μοντέλο διακυβέρνησης που προωθεί ένα φονταμενταλισμό της αγοράς, εναντίον του μοντέλου της ενδυνάμωσης του κράτους και των παρεμβάσεών του για την ενίσχυση αναδιανεμητικών πολιτικών. Κοντολογίς, η παλαιά διαμάχη δεξιάς – αριστεράς έρχεται και ξανάρχεται στο προσκήνιο. Και στις αυτοδιοικητικές εκλογές, το διακύβευμα παραμένει σημαντικό.
Ο προγραμματικός λόγος του υποψήφιου για το δήμο της Αθήνας, Κώστα Μπακογιάννη, επί παραδείγματι, είναι ενδεικτικός της ιδεολογίας που εκπροσωπεί: τάξις και ασφάλεια για τον ιδιώτη και την περιουσία του. Η περιβόητη θεωρία των τίτλων, του διανοητή της ακραίας δεξιάς, Robert Nozick, όπου η ιδιοκτησία ιεροποιείται, ο δε ρόλος του κράτους περιορίζεται στο να την προστατεύει, αναπαράγεται, με τρόπο περίπου ατταβιστικό. Το νεοδεξιό στερεότυπο, εμπλουτισμένο με μοδάτες αναφορές –υπέρ, ας πούμε των δικαιωμάτων των μειονοτήτων, μοναχά όμως όταν αυτά δεν έχουν ταξικές αναφορές- τάσσεται στην υπηρεσία του ιδιώτη και των αποκτημένων, ιδιόκτητων, τίτλων του. Περιουσία και προνόμια μένουν ως έχουν, ενώ οποιαδήποτε αναδιανεμητική παρέμβαση είναι απούσα, σε αντίθεση, βεβαίως, με την πανταχού παρούσα, περιώνυμη, «αποτελεσματική ιδιωτική πρωτοβουλία». Ιδιώτες, λοιπόν, δια πάσα νόσον: συμπράξεις, κοινώς εργολαβικές εκχωρήσεις, με διαγωνισμούς βεβαίως βεβαίως, όπου κι αν υπάρχει κρατικό έλλειμμα –στα σκουπίδια, στα σχολεία κ.ο.κ. Όσο για μια αναδιανεμητικού τύπου φορολόγηση των από πάνω, αυτή, κατά τη νεοφιλελεύθερη φιλοσοφία, συνιστά παραβίαση του ηθικού δικαιώματος των ανθρώπων να διαθέτουν τα υπάρχοντά τους με τον τρόπο που εκείνοι θεωρούν καταλληλότερο.

Σαφές πολιτικό πρόσημο

«Για να μην ξεχνιόμαστε, ο κομματισμός και ο κρατισμός είναι οι μεγαλύτεροι εχθροί της τοπικής αυτοδιοίκησης», λέει ο Κώστας Μπακογιάννης (popaganda, 16/4/19), για να συνεχίσει ερωτώντας ρητορικά: «Υπάρχουν αριστερές ή δεξιές ράμπες στα πεζοδρόμια; Αριστερές ή δεξιές λακκούβες στους δρόμους; Αλλά και να πάμε ένα βήμα παραπέρα. Το δικαίωμα στην ασφάλεια είναι αριστερό ή δεξιό;»
Κόμματα, τουτέστιν πολιτική, κράτος, τουτέστιν παρεμβάσεις στην αγορά, για τον υποψήφιο δήμαρχο είναι αυτονόητοι εχθροί. Όσο για το ευφυολόγημα, η δήθεν ντρίπλα δεν είναι παρά η επανάληψη της συστημικής καραμέλας κάθε φερόμενου ανεξάρτητου, δεξιού επί της ουσίας, πολίτη. Και η απάντηση είναι πως ναι, η λακκούβα ή η ράμπα καθαυτές έχουν σαφές πολιτικό πρόσημο: πού, πώς, από ποιον και με ποιο κόστος θα τοποθετηθούν έχει να κάμει με τον τρόπο που αντιλαμβάνεται κανείς το κράτος, την αγορά, την κοινωνία, έχει να κάμει με την πολιτική τοποθέτηση του καθενός άρα. Όσο για το δόγμα της ασφάλειας, τούτο δεν συνδέεται με το δημοκρατικό δικαίωμα των πολιτών να συμβιώνουν, αλλά μάλλον με την καταστολή κάθε αντισυστημικής διαφορετικότητας.
Στο δήμο της Αθήνας, δεκαετίες τώρα, συντελείται εκείνο που ο Καρλ Πολάνυι περιγράφει ως «επανάσταση των πλουσίων εναντίον των φτωχών». Τις φτωχογειτονιές και τις μικροαστικές συνοικίες της Αθήνας διοικούν οι «φτιαγμένοι» των βορείων προαστίων. Αρένα και, ταυτόχρονα, εφαλτήριο εξουσίας, φέρεται ως να είναι «μόνιμο κληροδοτήσιμο ιδιοκτησιακό δικαίωμα» συντηρητικών πολιτικών και δημάρχων. Ο επίσης βαθιά συντηρητικός Κ. Μπακογιάννης, τώρα που ήρθε η σειρά του να κληρονομήσει δεν δείχνει καμιά διάθεση να νεωτερίσει. Συνεπικουρεί τον αρχηγό της ΝΔ και θείο του, Κ. Μητσοτάκη, στη νεοφιλελεύθερη ατζέντα και πολιτεύεται με αοριστολογίες και φληναφήματα. Συγκινεί; Ίσως. Η ψευδής, μη ταξική συνείδηση, εξάλλου, εύκολα παρασύρεται από κοινοτοπίες.
Αλλά, όχι και τόσο σπάνια, οι λαοί έχουν την τάση να κάνουν την έκπληξη.

Κατέ Καζάντη

Πηγή: Η Εποχή