Η επιχειρούμενη απομόνωση και απο-νομιμοποίηση της κυβέρνησης και των δυνάμεων της ριζοσπαστικής Αριστεράς από τα ΜΜΕ και μια οργανική διανόηση χωρίς μνήμη και κριτική σκέψη, σε συνδυασμό με τους πολιτικούς και κοινωνικούς κινδύνους που προβάλλουν σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο από την άνοδο μιας πολυποίκιλης Ακροδεξιάς, έχει ορθώς οδηγήσει σε νέες σημαντικές πρωτοβουλίες συμμαχιών. Συμμαχίες που προφανώς δεν μπορεί παρά να έχουν στρατηγικό χαρακτήρα.
Είναι απολύτως αναμενόμενο ο βασικός πυλώνας της στρατηγικής αυτής να είναι η συνάντηση της Ριζοσπαστικής Αριστεράς με δυνάμεις της Σοσιαλδημοκρατίας. Με δυνάμεις, δηλαδή, της σοσιαλιστικής οικογένειας που έμπρακτα πλέον αναστοχάζονται κριτικά τις πολιτικές πρακτικές και επιλογές που τις μετέτρεψαν σε παρακολούθημα της ηγεμονεύουσας νεοφιλελεύθερης Δεξιάς.
Προφανώς στην εν λόγω εξέλιξη, τη συνάντηση δηλαδή της Ριζοσπαστικής Αριστεράς με τις δυνάμεις της Σοσιαλδημοκρατίας, πέρα από τις αναμενόμενες συγκυριακές πολιτικές αναγκαιότητες, έχει συμβάλει και η απο-ευθυγράμμιση της κοινωνικής βάσης της Σοσιαλδημοκρατίας.
Ωστόσο, παρά την άμεση και έμμεση κριτική αντιμετώπιση αυτής της πρακτικής της Κεντροαριστεράς, που οδήγησε και στην «πασοκοποίηση» πολλών σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι εξακολουθούν να εμφορούνται από έξεις και λογικές που χρειάζονται προσοχή. Κατά συνέπεια η αναγκαία, απαραίτητη για τη διαφύλαξη της δημοκρατίας και δυνάμει χρήσιμη για τη λειτουργική ανάδειξη αιτημάτων και συμφερόντων των υποτελών τάξεων συνάντηση με μια «αναστοχαστική Σοσιαλδημοκρατία» δεν θα πρέπει να μετατραπεί σε ένα εγχείρημα χωρίς πολιτικό περιεχόμενο και προοπτική.
Για να μη συμβεί αυτό, θα πρέπει να μην περιοριστεί σε πρωτοβουλίες κορυφής και με όρους κυβερνητικούς ή εκλογικούς, αλλά να επιχειρηθεί και με όρους κινηματικούς, δηλαδή με συνεργασία στο τοπικό επίπεδο και στους χώρους εργασίας. Αν επιλεγεί να υλοποιηθεί η στρατηγική της διεύρυνσης κυρίως με όρους κυβερνητικούς, υπάρχει ο κίνδυνος και τα κόμματα της Ριζοσπαστικής Αριστεράς να κρατικοποιηθούν, αφού κάποιες από τις πολιτικές κληρονομιές των συμμάχων κινούνται σε ένα κρατικοκεντρικό πλαίσιο, που εξ ορισμού απομακρύνεται από την απαραίτητη κοινωνιοκεντρική λογική.
Ας μην ξεχνάμε ότι η εκλογική και πολιτική κατάρρευση των κομμάτων της σοσιαλιστικής οικογένειας δεν είναι απλά το αποτέλεσμα των επιλογών τους κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, αλλά η συνέπεια συγκεκριμένων μετασχηματισμών που χαρακτήρισαν την οργανωτική τους δομή, την ιδεολογία τους και τις κοινωνικές τους αναφορές ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1990. Το κόμμα φαίνεται να υποβαθμίζεται σημαντικά στη διαδικασία παραγωγής και αναπαραγωγής του πολιτικού προσωπικού, όπου και του προγράμματός του. Ολα αυτά εκχωρούνται σε φορείς εξουσίας χωρίς πολιτική νομιμοποίηση και λογοδοσία (ΜΜΕ και τεχνοκράτες).
Ομοίως, στα καθ’ ημάς, ας μην ξεχνάμε ότι η υιοθέτηση του ιδεολογικού προτάγματος του «εκσυγχρονισμού» ή της «επανίδρυσης του κράτους» εμμέσως αποδεχόταν ή απλώς νομιμοποιούσε την άποψη πως «δεν υπάρχει εναλλακτική λύση». Τέλος, οι κοινωνικές τους αναφορές περιορίζονταν μόνο στα δυναμικά στρώματα της μεσαίας και ανώτερης επιχειρηματικής τάξης και με έμφαση στο άτομο, ενώ οι εργαζόμενοι και οι συλλογικοί τους φορείς έρχονταν σε δεύτερη μοίρα, αν δεν τους ήταν τελείως αδιάφοροι. Γι’ αυτό και όταν η διεθνής κρίση χτύπησε και τις ευρωπαϊκές οικονομίες, τα κόμματα της σοσιαλιστικής οικογένειας είχαν ως βασικό μέλημα τις κρατικές και επιχειρηματικές αναγκαιότητες και όχι τις ανάγκες της κοινωνίας. Αυτές οι επιλογές ήταν που οδήγησαν και στην πολιτική και εκλογική τους κατάρρευση.
Για όλους αυτούς τους λόγους οι διευρύνσεις και οι συνεργασίες δεν θα πρέπει να γίνονται με όρους αριθμητικής, εκλογικής, κυβερνητικής λογικής, ούτε φυσικά με το παλαιό πολιτικό προσωπικό που συνέβαλε καθοριστικά στην κρίση εκπροσώπησης. Αναγκαία και πολιτικά και κοινωνικά χρήσιμη η συνάντηση, αλλά χωρίς την προσοχή μας στα παραπάνω ζητήματα θα κινδυνεύσει να μετατραπεί σε «ραντεβού στα τυφλά».
Ο Μιχάλης Σπουρδαλάκης είναι Koσμήτορας Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών, πρόεδρος της επιτροπής για την Συνταγματική Αναθεώρηση – υποψήφιος ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών