Μια περιοχή με τη θάλασσα στα πόδια της, αλλά με βαριές υποδομές πάνω στο νερό. Ένα μέρος από το οποίο περνάμε με το αυτοκίνητο, αλλά ποτέ δεν σταματάμε. Ένα τοπωνύμιο συνδεδεμένο σχεδόν αποκλειστικά με τη βιομηχανική δραστηριότητα.
Ο Ασπρόπυργος είναι ένας τόπος έξω από την Αθήνα, αλλά κανείς δεν τον σκέφτεται ως επιλογή απόδρασης. Τον σκέφτεται δίπλα στην Ελευσίνα. Μαζί οριοθετούν μια ξεχωριστή άγονη επικράτεια, όπου καταφέρνουν να ριζώσουν μόνο φουγάρα. Δαιδαλώδη πλέγματα μεταλλικών αγωγών, δεξαμενές και μια εικόνα που δεν μαλακώνει ούτε το σούρουπο. Είναι η στιγμή που ανάβουν τα φώτα σε όλα τα μήκη και τα πλάτη των εγκαταστάσεων, με τις εκτυφλωτικές οροσειρές να υπενθυμίζουν σε εικοσιτετράωρη βάση τον διαφορετικό χαρακτήρα που έχει η περιοχή.
Η αίσθηση για τον Ασπρόπυργο δεν διαφοροποιείται πολύ όσο απομακρύνεσαι από την παραλία του. Σε κάποια φανάρια, τα μόνα οχήματα που σταματούν είναι φορτηγά. Το δρομολόγιό τους καταλήγει στα εργοστάσια που βρίσκονται στην ενδοχώρα. Σε κάποια όμως σημεία, το ίδιο μέρος συνεχίζει να θυμίζει χωριό.
Περνώντας μπροστά από σπίτι στην Γκορυτσά, οικισμό έξω από το κέντρο, δύο άνθρωποι μεγαλύτερης ηλικίας στρέφουν το βλέμμα τους προς το αυτοκίνητο και μας χαιρετούν. Η εικόνα παραπέμπει σε καλοκαιρινό καρτ ποστάλ. Κάθονται σε δύο λευκές καρέκλες ανάμεσα σε άλλες και ακούν μουσική απ’ το ραδιοφωνάκι που έχουν ακουμπήσει στο γραμματοκιβώτιο. Το σπίτι τους είναι χαμηλό. Όπως και το δίπλα. Στις αυλές υπάρχει κληματαριά. Μια φραγκοσυκιά ψηλότερη από τα κάγκελα. Λεμονιές. Χιώτικο γιασεμί. Τα επόμενα σπίτια βρίσκονται αρκετά μέτρα πιο μακριά και μέχρι εκεί έχει μόνο ελαιώνες.
Πλησιάζοντας στο σπίτι, εξηγήσαμε ότι επισκεφθήκαμε την περιοχή για να μιλήσουμε για τα αποτελέσματα των εκλογών. «Για τους Σπαρτιάτες ήρθατε» μας λέει η γυναίκα, καταλαβαίνοντας αμέσως το αντικείμενο της συζήτησης. «Ε, τι, για κουτή με περάσατε;» ρωτάει η κυρία Ελένη, η οποία συστήνεται χωρίς κάποια ιδιαίτερη επιφύλαξη. Ο άντρας της πηγαίνει για λίγο μέσα αποχωρώντας ευγενικά.
Οπως αποκάλυψε από την αρχή, ψήφισε κι εκείνη το νεοσύστατο κόμμα της Ακροδεξιάς. «Από αντίδραση», όπως εξηγεί, και έπειτα από μια συνέντευξη του Ηλία Κασιδιάρη στο ραδιόφωνο, κατά την οποία θεωρεί πως «τα είπε όλα σωστά». Η αντίδραση αφορά τις πολιτικές Μητσοτάκη. «Ξέρεις τι μας έκανε; Δεν έχω λεφτά να ψωνίσω. Εμείς παίρνουμε μία σύνταξη, με την οποία βοηθάμε και τα παιδιά μας. Έχω και μπόλικα, τέσσερα».
«Έφτυναν πάνω στο θρανίο της κόρης μου»
Στην Ελλάδα βρέθηκε τη δεκαετία του ’80. Ανάμεσα σε χιλιάδες βαλίτσες και ανθρώπους που έρχονταν επίσης από τη Σοβιετική Ένωση. Η ίδια γεννήθηκε και μεγάλωσε στο σημερινό Καζακστάν, είχε όμως έναν έμφυτο νόστο. «Εσείς δεν μπορείτε να καταλάβετε τι σημαίνει η Ελλάδα, γιατί μεγαλώσατε σ’ αυτή. Εμείς τη ζούσαμε από μακριά. Για εμάς ήταν ένα όνειρο. Καμαρώναμε. Ξέραμε τα πάντα».
Ερχόμενη στη χώρα, εγκαταστάθηκε στον Ασπρόπυργο. Μια περιοχή προσιτή οικονομικά για να βρεις σπίτι και με πρόσφυγες ήδη εκεί από τη δεκαετία του ’60. Η πρώτη της ψήφος συνδεόταν με τις δυσκολίες που είχε περάσει. «Μόλις ήρθαμε από τη Ρωσία, ψηφίσαμε ΠΑΣΟΚ. Μας είπαν ότι το ΠΑΣΟΚ είναι για τον κόσμο. Για τον φτωχό λαό».
Αρχικά με τον άντρα και τα παιδιά τους έζησαν μαζί με γνωστούς τους στο κέντρο της κωμόπολης. Εκεί είδε την κόρη της να υποφέρει. Στο σχολείο που πήγαινε δεν υπήρχαν άλλα παιδιά από τον Πόντο και οι συμμαθητές της της έκαναν τον βίο αβίωτο για την ξενική, υποτίθεται, καταγωγή της: «Τι κλάματα είχε κάνει! Την τσάντα της την πέταγαν στα σκουπίδια. Έφτυναν πάνω στο θρανίο της. Τη χτυπούσαν κάθε μέρα. Αυτό, ένα ήσυχο κοριτσάκι…».
«Ποιον να ψηφίσω, τον Μητσοτάκη; Γιατί, βοήθησε κανέναν;»
Μετά το ΠΑΣΟΚ, ψήφισε ΣΥΡΙΖΑ. Τόσο τον Ιανουάριο του 2015, όσο και τον Σεπτέμβριο. «Τώρα όμως δεν το έκανα. Ξέρεις γιατί; Ένα καλό έκανε ο Μητσοτάκης. Που έκανε τον φράχτη. Κι ο ΣΥΡΙΖΑ ήθελε να τον γκρεμίσει. Ένας κράτος χωρίς σύνορα τι κράτος είναι, για πες μου;»
Μια γειτόνισσα συμφωνεί. «Ο κόσμος είναι αγανακτισμένος. Λέει “ποιον να ψηφίσω; Τον Μητσοτάκη; Γιατί; Βοήθησε κανέναν;”. Τον πλούσιο βοηθάει. Τον φτωχό τον κόσμο τον βοήθησε; Ο Τσίπρας; Ο Τσίπρας έχασε γιατί υπέγραψε για τη Μακεδονία. Αυτό πείραξε πολύ. Όταν ακούμε στην τηλεόραση να λέει “ν’ ανοίξουμε τα σύνορα”, πώς να το δεχτούμε;».
Διερωτηθήκαμε αν άκουσε τη δήλωση η ίδια. «Εγώ δεν ακούω ειδήσεις. Απλώς το άκουσα από τους άλλους». «Εγώ της το είπα» εξηγεί η κυρία Ελένη, η οποία επίσης δεν είχε ακούσει τη δήλωση απευθείας, πολύ απλά γιατί δεν έγινε ποτέ. Το 2019 η κυρία Ελένη ψήφισε τη Χρυσή Αυγή. Δεν την απέτρεψαν ούτε η αποδεδειγμένη πια από καιρό ναζιστική ιδεολογία του κόμματος, ούτε οι ξυλοδαρμοί στην περιοχή της, ούτε ακόμη οι δικές της μνήμες από τις ημέρες που γυρνούσε το κοριτσάκι της χτυπημένο. «Όταν χτυπούσαν το δικό μου το παιδί, γιατί δεν φώναζαν; Δεν μπορούσε να υπερασπιστεί τον εαυτό της». Μήπως όμως και τώρα δεν υπάρχουν παιδιά τα οποία αδυνατούν να προστατεύσουν τους εαυτούς τους; «Κανένας δεν έχει δικαίωμα να χτυπά τον άλλον, ό,τι και να είναι. Πρέπει να υπάρχει ανθρωπιά. Εγώ δεν πιστεύω όμως ότι άλλοι δεν τα κάνουν. Εκείνοι που χτύπησαν εκείνο το παιδί το καημένο για τις ομάδες, ποιοι ήταν; Ο Κασιδιάρης ήταν εκεί; Αυτοί δεν είναι φασίστες;»
Και ο Κασιδιάρης τι θα κάνει στη Βουλή; «Φασαρίες» απαντά μ’ ένα γέλιο που συνοδεύει την παραδοχή της ότι δεν της αρέσει τελικά και τόσο η στάση του. «Αυτός, όταν χτύπησε την Κανέλλη, τι έδειξε; Αμορφωσιά».
Ενόσω μιλάμε ο ήλιος δύει. Το ραδιοφωνάκι παίζει τραγούδια από την «έντεχνη» σκηνή. «Όλη τη μέρα το έχω. Μ’ αρέσει η μουσική. Ακούω για όλα όσα συμβαίνουν. Ποιοι γιορτάζουν σήμερα. Αυτά μ’ ενδιαφέρουν εμένα». Λίγο πριν φύγουμε, παίζει το «Φλασάκι» των Μπουλά και Μαχαιρίτσα. Από τα ίδια ηχεία που την έπεισε ένα κήρυγμα μίσους ακούγεται ένα δίστιχο μάλλον ταιριαστό για τους ανθρώπους του Ασπρόπυργου, σε όποια κοινότητα κι αν ανήκουν: «Μελαγχόλησες, νιώθεις πεταμένος / Μες στην πόλη σου σαν ξένος…».
«Βρομιάρηδες, ξένοι, φύγετε»
Καθώς βραδιάζει, ο Ασπρόπυργος μοιάζει να ερημώνει. Σαν να βιάζονται όλοι να κουρνιάσουν μετά την αφόρητη βαβούρα της ημέρας από την αδιάκοπη κίνηση των φορτηγών και τα εργοστάσια που χαλάνε τον κόσμο. Ένα ποδήλατο με αναβάτη κάποιον μετανάστη ραγίζει την ησυχία στα σκοτεινά στενά του κέντρου. Σε ένα από αυτά μας ανοίγει την αυλόπορτα ο Ζία. Εργάτης σε αποθήκες, κάνει «ό,τι δουλειά χρειαστεί». Συγκατοικεί με άλλους τέσσερις Πακιστανούς. Κλέβουμε λίγο από τον ελάχιστο χρόνο ξεκούρασης που έχουν μέχρι την επόμενη μέρα.
Τέτοια ώρα περίπου ήταν, 6 χρόνια πριν, όταν 30 άτομα, «νέοι 17-20 χρονών», μπούκαραν στο σπίτι που έμενε ο Ζία στην Γκορυτσά Ασπροπύργου και τους χτύπησαν ανελέητα. «Ενώ κοιμόμασταν, κατά τις 11 τη νύχτα μπήκαν στο σπίτι και μας χτυπούσαν με πέτρες, ξύλα, κλοτσιές, μπουνιές. “Βρομιάρηδες, ξένοι, φύγετε”. Δεν είχε γίνει κάτι πριν. Δεν έλεγαν ποιοι είναι. Μου έσπασαν το δάχτυλο στο χέρι, μου άνοιξαν το κεφάλι, το ίδιο και στους υπόλοιπους τέσσερις. Πήγαμε στο νοσοκομείο. Θα μπορούσε να σκοτωθεί κάποιος. Δεν ήταν για εκφοβισμό, χτυπούσαν με μίσος. Πέσαμε κάτω, αυτοί κάποια στιγμή έφυγαν -χωρίς να κλέψουν τίποτα – και γλιτώσαμε».
Ο Ζία ήταν ένα μόνο από τα δεκάδες θύματα ρατσιστικής βίας στον Ασπρόπυργο την περίοδο 2016-2017. Πάνω από 50 ήταν τα σώματα που χτυπήθηκαν. Και παρότι στις περισσότερες περιπτώσεις έγινε καταγγελία στην αστυνομία, η υπηρεσία κατέγραφε τα συμβάντα ως ξυλοδαρμούς ή ληστείες, παραμελώντας το ρατσιστικό κίνητρο των επιθέσεων. Μεταξύ των δραστών (ορισμένοι συνελήφθησαν για κάποιες από τις επιθέσεις), πολλά παιδιά Πόντιων παλιννοστούντων από την πρώην ΕΣΣΔ – ίσως της ίδιας γενιάς με την κόρη της κ. Ελένης. Θύματα ρατσισμού οι γονείς τους, τυφλωμένοι από μίσος οι ίδιοι. Πέτυχαν τον «στόχο» τους: Οι Πακιστανοί έφυγαν άρον-άρον από την Γκορυτσά για το κέντρο του Ασπρόπυργου.
«Πλέον, φοβάμαι ξανά»
Ο Ζία είναι ήδη 30 χρόνια στην Ελλάδα· μόνο ξένος δεν νιώθει. Από τη δεκαετία του ’70 οι ομοεθνείς του είναι μόνιμο κομμάτι του μωσαϊκού της Δυτικής Αττικής, το διαπιστώνεις από τα παντοπωλεία, τα εστιατόρια, τα κοστούμια σαλβάρ που τραβάνε το βλέμμα.
«Μετά την επίθεση σκέφτηκα όντως να φύγω από την Ελλάδα. Τι θα κάναμε αν μας χτυπούσαν ξανά; Η αστυνομία δεν έκανε πολλά πράγματα. Απλά μετακομίσαμε για να νιώθουμε ασφαλείς. Κάπου κάπου συναντάμε άσχημες συμπεριφορές, βρίσιμο, αλλά έχουμε καιρό να ακούσουμε για ξύλο. Αλλά τώρα που ανεβαίνει η Ακροδεξιά φοβάμαι πάλι».
Οι οργανωμένες επιθέσεις ρατσιστικής βίας, κυρίως στην περιφέρεια του Ασπρόπυργου, σταμάτησαν μετά την καταδίκη της Χρυσής Αυγής – ο ενεργός πυρήνας της οποίας ήταν «ενεργός» και μαζικός ήδη από τα πρώτα μνημονιακά χρόνια. Το κλίμα που διαμορφώνει η εκλογική εκτόξευση του κόμματος-βιτρίνα του Κασιδιάρη εγκυμονεί νέους κινδύνους. Η ΚΕΕΡΦΑ την περασμένη Δευτέρα (10.7) έφερε στο φως δύο επιθέσεις σε βάρος μεταναστών εργατών στα Σεπόλια και στο Περιστέρι, επισημαίνοντας ότι «η παρουσία των Σπαρτιατών του Κασιδιάρη στη Βουλή έχει ανοίξει την όρεξη των φασιστοειδών να βγουν ξανά σε επιθέσεις μίσους».
«Δεν είμαι ρατσιστής αλλά…»
Μόλις «βγεις» από τον πυρήνα της πόλης, εκεί όπου ζει κυρίως η πρώτη (ιστορικά) κοινότητα του Ασπροπύργου, οι «Αρβανίτες», με τη σχετικά καλή ρυμοτομία, τα πεζοδρομημένα κομμάτια αλλά και ορισμένους καλοσυντηρημένους τόπους ιστορικής μνήμης, προσγειώνεσαι σε έναν άλλο κόσμο. Έχουν περισσέψει τα κλισέ στα κατά καιρούς ρεπορτάζ για την «πίσω αυλή της Αττικής».
Απέναντι από το εργοστάσιο, μια παράγκα που κατοικείται. Παραδίπλα ένα χωράφι με αγελάδες, απομεινάρι του παρελθόντος – μεταπολεμικά η περιοχή ανασυγκροτήθηκε χάρη στην αγελαδοτροφία και η Αριστερά διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στην ίδρυση του συνεταιρισμού «ΑΣΠΡΟ».
Δεν σταματάς να μετράς τα φορτηγά που αφηνιασμένα διασχίζουν τη λεωφόρο ΝΑΤΟ. Αυτή που ανεβαίνει καθημερινά με το μηχανάκι του ο «Γιώργος» (τα πραγματικά του στοιχεία είναι στη διάθεση της ΑΥΓΗΣ) για να πάει στο εργοστάσιο. 35 ετών, μια ζωή στη Δυτική Αττική, ήταν «στο τσακ να ψηφίσει Κασιδιάρη» – το έπραξαν πολλοί συνάδελφοί του. Στον Δήμο Ασπροπύργου οι φιλοναζί Σπαρτιάτες πήραν 12,72%, το μεγαλύτερο ποσοστό τους, ενώ 8,40% έλαβε η ακροδεξιά Ελληνική Λύση.
«Μου έχουν επιτεθεί τσιγγάνοι με ξύλα και πέτρες για να με ληστέψουν. Δεν είμαι ρατσιστής, κεντρώος δηλώνω, αλλά είμαι αγανακτισμένος γιατί δεν μπορώ να περπατήσω στη γειτονιά μου». Η συζήτηση αποκαλύπτει τις κοινωνικοπολιτικές «πληγές» στις οποίες βρίσκει έδαφος η μισαλλόδοξη προπαγάνδα.
«Ο κόσμος στη Δυτική Αττική είναι απελπισμένος. Ψηφίζει τους Σπαρτιάτες γιατί νιώθουν ότι ο Κασιδιάρης είναι με το μέρος τους. Καταφέρνει ένας αληταράς, φυλακισμένος, πες ό,τι θέλεις, να πάρει υποστήριξη. Ιδεολογικά ούτε οι μισοί δεν είναι καν δεξιοί! Είναι αγανακτισμένοι. Και ο πόλεμος που έκαναν στον Κασιδιάρη για να μην κατέβει του έδωσε ώθηση».
Ο «Γιώργος» το 2015 είχε ψηφίσει ΣΥΡΙΖΑ για να «δώσει τη ευκαιρία σε έναν νέο άνθρωπο» και είχε κατέβει στη μεγαλειώδη συγκέντρωση του ΟΧΙ (στον Ασπρόπυργο έλαβε 79,2%, το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό στην Ελλάδα). Μετά απογοητεύτηκε. Θεωρεί ότι η υποστήριξη της Αριστεράς στα δικαιώματα των μεταναστών («άλλο πρόσφυγες πολέμου, άλλο μετανάστες») και των Ρομά στρέφει ανθρώπους όπως αυτός στην Ακροδεξιά.
Θυμώνει που «στοχοποιείται ως ρατσιστής» και διαρκώς στρέφει την κουβέντα στην (αν)ασφάλεια λόγω της εγκληματικότητας («η Αστυνομία δεν μπορεί να κάνει τη δουλειά της») για την οποία θεωρεί υπαίτιους κυρίως τους μετανάστες.
Ασφάλεια άραγε σημαίνει, τον ρωτάμε, μόνο πάταξη της εγκληματικότητας; Μήπως η μονομερής αυτή ατζέντα ρίχνει λίπασμα στην Ακροδεξιά; Δεν είναι (αν)ασφάλεια οι απλήρωτες υπερωρίες στο εργοστάσιο; Η πιθανότητα, ολοένα και μεγαλύτερη, ενός εργατικού ατυχήματος; Η έλλειψη ασθενοφόρων και η πιθανότητα να μη βρεις λειτουργικό νοσοκομείο; «Πράγματι, αλλά δεν το είχα σκεφτεί έτσι, γιατί το νοσοκομείο δεν είναι κάτι που με απασχολεί στην καθημερινότητα».
Αναφέρει αυθόρμητα το Μακεδονικό και τον «στιγματισμό όσων διαφωνούσαν με τη Συμφωνία των Πρεσπών ως ακροδεξιών». Ο «Γιώργος» δεν ξέρει «ούτε έναν συνάδελφο ή γνωστό» που να τάσσεται υπέρ της Συμφωνίας.
Γκέτο δεκαετιών προς πολιτική εκμετάλλευση
«Το Μακεδονικό είχε μεγάλο πολιτικό κόστος για τον ΣΥΡΙΖΑ. Καρφώθηκε στο μυαλό του κόσμου, ειδικά στις γειτονιές των Ποντίων, ότι “πούλησαν τη Μακεδονία”. Και δεν βγαίνει με τίποτα», επιβεβαιώνει ο Κώστας Γκολέμης, τέως δημοτικός σύμβουλός και ηλεκτρολόγος. Οργώνει καθημερινά όλες τις συνοικίες του Ασπροπύργου λόγω επαγγέλματος και είναι από τους λίγους που είχε οσμιστεί την «ψυχική απόσταση» του κόσμου από τον ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά δεν μπορούσε να φανταστεί την κατάρρευση (τέταρτο κόμμα με 11,86% στις εκλογές του Ιουνίου). Το ΚΚΕ άγγιξε το 20% (το τρίτο μεγαλύτερό του πανελλαδικά) γιατί, μεταξύ άλλων, είχε στο ψηφοδέλτιο της Δυτικής Αττικής έναν επαγγελματία του Ασπροπύργου, τον Χρήστο Τσοκάνη, που τελικά εξελέγη.
Οι Πόντιοι παλιννοστούντες, πλειονότητα πλέον στην «περιφέρεια» του Ασπροπύργου (Γκορυτσά, Φούσα, Ψάρι, Ρουπάκι), ψήφιζαν τις δεκαετίες του 1980 και 1990 «δημοκρατικά», καθώς «βοηθήθηκαν από το ΠΑΣΟΚ». Σταδιακά, εξηγεί ο Κ. Γκολέμης, η Δεξιά πάτησε στην έντονη θρησκευτική ταυτότητα και ρίζωσε. Οι αλλεπάλληλες τετραετίες συντηρητικών δημάρχων το επιβεβαιώνουν. Η κρίση του 2010 έδωσε ώθηση στη Χρυσή Αυγή, με πυρήνες νέων και «επώνυμους» υποστηρικτές (γιατρούς κ.λπ.) και ποσοστά γύρω στο 15% στις εκλογές του 2012 και του 2015. Πλέον δεν εκδηλώνονται, αλλά το δίκτυο υπήρχε και το αξιοποίησαν «υπόγεια» οι Σπαρτιάτες.
Αν στο «κέντρο» μένουν περίπου 15.000 άνθρωποι, στις εκτός σχεδίου περιοχές κατοικούν άλλοι τόσοι. Στις παρυφές των βιομηχανικών ζωνών, σε Νέα Ζωή και Νεόκτιστα, ζουν, εγκαταλελειμμένοι από την Πολιτεία, οι πληθυσμοί των Ρομά, στο γνωστό σκηνικό σκουπιδότοπων με οσμή από καμένο λάστιχο. Ο νεοναζί Κασιδιάρης είχε αποκαλύψει με ανατριχιαστικό τρόπο την ιδεολογία του αποκαλώντας τους Ρομά «ανθρώπινα σκουπίδια» το 2011, σε ομιλία στον Ασπρόπυργο, ενώ επί χρόνια το τοπικό γραφείο της Χρυσής Αυγής λειτουργούσε ως ορμητήριο των αυτόκλητων «υπερασπιστών» της τάξης.
«Υπάρχει ζήτημα με την παραβατικότητα πέριξ των καταυλισμών. Αντί για τις απαιτούμενες κοινωνικές πολιτικές (εκατομμύρια ευρώ που προορίζονταν για την ένταξη έχουν “χαθεί” στη διαδρομή), οι δημοτικές Αρχές διαχρονικά επέλεξαν τη γκετοποίηση των περιοχών αυτών για να ελέγχουν τον κόσμο, ως πελάτη, στις δημοτικές εκλογές. Στοιχεία γκέτο έχουν και οι περιοχές των παλιννοστούντων. Η δημοτική Αρχή πρωτοστάτησε το 2017 στις διαμαρτυρίες κατά της δημιουργίας κέντρου φιλοξενίας προσφύγων, για να καλοπιάσει το συγκεκριμένο ακροατήριο», επισημαίνει ο Κ. Γκολέμης.
Το χαμηλό βιοτικό επίπεδο συνολικά διαμορφώνει χαρακτήρες και τάσεις «αντισυστημικές» που εύκολα στρέφονται στην Ακροδεξιά και την αντιπολιτική. Με την έλλειψη γείωσης και την πτώση του ΣΥΡΙΖΑ αυτές οι τάσεις «απελευθερώνονται» ξανά…
Δεν ξέρουν Ιστορία, πηγαίνουν εκκλησία, αρνούνται την έκτρωση
Οσο κι αν φαντάζει παράξενο, αρκετές οικογένειες στον Ασπρόπυργο κοιμούνται με τα… παράθυρα ανοιχτά. Στο σπίτι της Θ. στη Γκορυτσά, σε μια μικρή πολυκατοικία, μπήκαμε από την ανοιχτή γκαραζόπορτα. Όπως μας λέει, μένει έτσι σχεδόν όλη τη μέρα – «Ακόμη και την πόρτα στην είσοδο ξεχνάμε να κλείσουμε καμιά φορά».
Αναγνωρίζει, πάντως, ότι υπάρχουν περιοχές, όπως στα Νεόκτιστα, που ο κόσμος δυσκολεύεται να αφήσει κάτι στην αυλή του γιατί την επόμενη στιγμή μπορεί να λείπει. Σίγουρα, όμως, η παραβατικότητα δεν αποτελεί τη μόνη απάντηση στο γιατί πήρε η Ακροδεξιά τόσες πολλές ψήφους. Τουλάχιστον όχι στη δική της γειτονιά.
«Εγώ πιστεύω ότι κερδίζουν τον κόσμο μας με τις λέξεις που χρησιμοποιούν. Πατρίδα-Θρησκεία-Οικογένεια, έννοιες που αγγίζουν τους Πόντιους». Παρατηρεί ότι αρκετοί νέοι ήδη 8 η ώρα το πρωί της Κυριακής βρίσκονται στην εκκλησία για να παρακολουθήσουν τη λειτουργία. «Πηγαίνουν με φούστες μέχρι κάτω, με μαντίλες. Νέες κοπέλες». Επίσης, στην κοινότητά τους είναι εξαιρετικά δύσκολο να κάνει μια γυναίκα έκτρωση, στιγματίζεται.
Την ίδια στιγμή, πολλά είναι τα παραδείγματα με ανθρώπους που τελειώνουν το σχολείο και δεν έχουν ούτε τις βασικές ιστορικές γνώσεις. «Σήμερα ρώτησα την ανιψιά μου μεταξύ ποιων έγινε ο Δεύτερος Παγκόσμιος και πότε. “Δεν ξέρω, δεν είμαι καλή στην Ιστορία” μου απάντησε. Τα παιδιά βλέπουν μόνο κάτι βιντεάκια που λένε ότι τους φασίστες τους νίκησαν οι Αμερικανοί. Για τους Σοβιετικούς ούτε λόγος…».
Στο σαλόνι που καθόμαστε εισβάλλει ο γιος της, 23 χρόνων. Έχει περασμένο στον λαιμό του έναν σταυρό. Πίσω του βρίσκονται κάδρα που έχουν σχέδια με κεντήματα. Ο ίδιος δεν αισθάνθηκε πότε έλξη για τις ιδέες των ακροδεξιών. Άλλο να είσαι πιστός κι άλλο να μισείς. Εκείνο που έχει καταλάβει για τους συνομήλικούς του που στηρίζουν τους Σπαρτιάτες είναι ότι δεν ξέρουν ποια είναι η ιδεολογία του κόμματος. Δεν είναι καν ρατσιστές, πολλοί από τους φίλους τους είναι Αλβανοί.
Πώς όμως οι ναζί, ενώ πλέον δεν έχουν φανερή παρουσία στην περιοχή, κατάφεραν να προσεγγίσουν πάλι τους νέους; «Σχετίζεται με την κουλτούρα». Ο γιος της Θ. πιστεύει ότι η τραπ μουσική έχει επηρεάσει πάρα πολύ. «Ό,τι ακούς σου περνάει στο μυαλό. Κι όλα τα τραγούδια της τραπ λένε για μεγαλεία, βίλες και αμάξια. Αυτά που λείπουν από εμάς». Λένε επίσης για όπλα. Βγάζουν στην επιφάνεια τον τσαμπουκά, τη μάτσο επιβολή. Στιλ απόλυτα συγγενικό με την εικόνα φασιστών, όπως ο Κασιδιάρης.
Στην πραγματική ζωή, βέβαια, οι Ασπροπυργιώτες είναι δύσκολο να γίνουν γκάνγκστερ. Θα ξυπνούν για το μεροκάματο σε μία από τις αναρίθμητες αποθήκες που έχει η περιοχή. Η προοπτική για μια καλύτερη ζωή και κυρίως η πίστη σ’ αυτή απουσιάζουν. Ενώ είναι σίγουρο ότι δεν μπορεί να βρεθεί ούτε στις επιχρυσωμένες αλυσίδες ούτε στα στρατιωτικά άρβυλα.
«Ο ρατσισμός δεν αφορά μόνο τους Ρομά»
Κάποιοι δεν έχουν πρόβλημα να το παραδεχτούν: «Για εμάς εδώ ο ρατσισμός είναι καθημερινή νόρμα», λέει ένας παντοπώλης, επίσης με καταγωγή από τον Πόντο. Αποκαλεί τους Ρομά συνέχεια «γύφτους» και τονίζει ότι είναι οι μόνοι με τους οποίους φτάνει στο σημείο να πιαστεί στα χέρια. Εξηγώντας το γιατί, λέει ότι μπαίνουν μέσα και κάνουν σαν αγρίμια. «Εσύ τι θα έκανες άμα μιλούσαν στη μάνα σου άσχημα; Τους εξηγώ ωραία ότι εδώ είναι μαγαζί, πρέπει να συμπεριφέρονται αλλιώς».
Η Ματίνα Βαβούλη, διευθύντρια στο 7ο Δημοτικό Σχολείο Ασπροπύργου, όπου πηγαίνουν κυρίως παιδιά Ελλήνων και Αλβανών Ρομά, μας καταθέτει από το τηλέφωνο μια άλλη οπτική σε σχέση με τον χαρακτήρα του ρατσισμού: «Οι Ρομά απαντάνε ανάλογα με το πώς τους μιλάνε. Ισχύει ότι μπορεί να γίνουν εριστικοί. Αλλά δεν μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι είναι επιλεκτικός στον ρατσισμό, γιατί είδαμε ότι ένας από τον Ασπρόπυργο σχολίασε σε στέλεχος των Σπαρτιατών που “υποσχέθηκε” να σκοτώσει τον Ιάσονα Αποστολόπουλο ότι “θα του δώσει τις σφαίρες”! Μάλλον ο ρατσισμός τους αφορά και σε όσους ασχολούνται με τους ευάλωτους».
Υπενθυμίζει μάλιστα ότι όταν σχεδιαζόταν δομή προσφύγων στην περιοχή, «είχε γίνει ολόκληρη κινητοποίηση με πρωτοστάτη τον δήμαρχο και είχαν καταλάβει τον χώρο για να μην έρθουν οι πρόσφυγες».
Επανερχόμενη στη συζήτηση για την αντιμετώπιση των Ρομά, τονίζει πως ένας ακόμη μύθος είναι ότι δεν θέλουν την ένταξη. «Θέλουν την ένταξη αλλά ποιος τους νοικιάζει σπίτι; Και να αγοράσουν δυσκολεύονται. Μου λένε “βρες μου ένα σπίτι” και απαντάω “το ξέρετε ότι δεν θα σας το νοικιάσουν”».
Η παραβατικότητα, από την άλλη, είναι μια πραγματικότητα. Ακόμη και μεταξύ τους. «Έδωσα παπούτσια σε ένα παιδί και μετά από τρεις μέρες του τα είχαν κλέψει. Γιατί έτσι είναι η φτώχεια. Δεν είναι άλλοθι ή νομιμοποίηση της πράξης, όμως είναι γεγονός». Αλλά δεν κλέβουν μόνο οι Ρομά. «Στην Γκορυτσά υπάρχουν χρήστες ναρκωτικών. Επίσης στην Γκορυτσά και τη Φούσα όπου μένουν Πόντιοι έχουν εκτελεστεί συμβόλαια θανάτου πολλές φορές. Αυτά δεν τα κάνουν οι τσιγγάνοι».
Μία ακόμη κουβέντα που ακούγεται συνέχεια αφορά το μονοπώλιο στα… λεφτά και τα επιδόματα. «Αν στηθείς έξω από το κοινωνικό παντοπωλείο, οι περισσότεροι που θα δεις να παίρνουν τρόφιμα είναι Πόντιοι. Οι Ρομά λένε “δεν θέλουμε να ζούμε με τα επιδόματα, θέλουμε σταθερή εργασία”».
Με τα χρόνια πάντως, η εκπαίδευση έχει αναβαθμιστεί στο αξιακό σύστημα των Ρομά: «Από εκεί που στην αρχή παιδευόμασταν να φέρουμε τα παιδιά το σχολείο, τώρα έχουμε φτάσει να έχουμε διαρροή μόλις 7% στα 400 παιδιά».
Ακόμα και αρκετοί ενήλικες πάνε στο σχολείο δεύτερης ευκαιρίας για να μπορέσουν να πάρουν άδειες ταξί. «Και δουλεύουν στο ταξί και λειτουργούν ως πρότυπα στην κοινότητα, γιατί όλοι θέλουν να τους μοιάσουν, να μην κυνηγάνε ούτε τα παλιοσίδερα ούτε τα επιδόματα για να ζήσουν».
Τάσος Γιαννόπουλος – Κώστας Παπαντωνίου