Υποθέτω –είμαι βέβαιος, δηλαδή– ότι ο τίτλος οδηγεί τον νου σας αλλού. Κάποιοι, όσοι δεν έχουν βαθιά ιστορικά τραύματα ή είναι ιστορικά λωβοτομημένοι, ίσως υποθέσουν ότι θα διαβάσουν κάτι για τον τρίτο γύρο μέτρων στο επόμενο, τρίτο κύμα, της πανδημίας. Αν τον Απρίλιο είχαμε μετακινήσεις μόνον κατόπιν sms στον Νικ Χαρντ, αν τώρα απαγορεύεται η κυκλοφορία τη νύχτα, τότε τον Γενάρη τι ακριβώς θα γίνει; Καθολικό λοκντάουν;
Αλλά δεν πρόκειται περί αυτού. Φυσικά δεν πρόκειται για τον τρίτο γύρο επιστρεπτέας προκαταβολής, τον τρίτο γύρο παράτασης του ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ ή άλλους τρίτους γύρους αποτυχημένων μέτρων ανάσχεσης της ύφεσης – εκεί μετράμε τέταρτους και πέμπτους γύρους χωρίς αποτέλεσμα. Και, τέλος, δεν πρόκειται περί της εκκρεμούς από το 1949 αναμέτρησης-ρεβάνς, όταν οι «αναρχοκομμουνιστοσυμμορίτες» ηττήθηκαν από το «εθνικό κράτος» κι έτσι δεν πήραν τα σπίτια και τα χωράφια των νοικοκυραίων, όπως απειλούσαν οι νικητές εθνομοναρχοφασίστες.
Ισα ίσα, ήταν το «εθνικό κράτος» που πήρε τα σπίτια και τα χωράφια των εξόριστων και σκορπισμένων σ’ όλη την ανατολική Ευρώπη ηττημένων – οι περιουσίες τους δημεύονταν ή απλώς αρπάζονταν από άσπονδους χωριανούς και συγγενείς. Είναι κι αυτή μια μεγάλη αρπαγή που έχει περάσει στα ψιλά της Ιστορίας. Ας μπούμε στο ψητό που έχει αφορμή το κυβερνητικό Πτωχευτικό τερατούργημα.
Μεταπολεμικά και κυρίως μετεμφυλιακά, οι νεοέλληνες, που υποτίθεται πως γλίτωσαν τα σπίτια τους από τα νύχια των «κόκκινων εχθρών της ιδιοκτησίας», αντιμετώπισαν δυο μεγάλους γύρους ή κύματα αποστέρησης των περιουσιακών στοιχείων τους. Ο πρώτος μεγάλος και μακρόχρονος γύρος ήταν οι σαρωτικές αναγκαστικές απαλλοτριώσεις που άρχισαν από τη δεκαετία του 1950 με εξαιρετική πυκνότητα και συχνότητα, στο όνομα της οικονομικής ανασυγκρότησης και του βιομηχανικού εκσυγχρονισμού.
Νομίζουμε ότι οι απαλλοτριώσεις που γίνονταν, για παράδειγμα, για τα ορυχεία της ΔΕΗ, τα υδροηλεκτρικά φράγματα, οι μονάδες παραγωγής ρεύματος, η Πεσινέ, τα μεταλλεία και ορυχεία στη Στερεά Ελλάδα και στη Μακεδονία, τα εργοστάσια, τα μεγάλα ναυπηγεία της Αττικής, τα διυλιστήρια στον Ασπρόπυργο, στην Ελευσίνα και την Κόρινθο, τα μεγάλα οδικά έργα, όλα αυτά που αποτέλεσαν σήμα κατατεθέν της μεταπολεμικής εκβιομηχάνισης της χώρας, έγιναν ανώδυνα, χωρίς ν’ ανοίξει ρουθούνι;
Κάθε άλλο. Αυτή η ιστορία δεν γραφόταν πάντα ήρεμα στα δικαστήρια που όριζαν το τίμημα ή το αντάλλαγμα της απαλλοτριωμένης ιδιοκτησίας. Η βία με την οποία ολόκληρα χωριά εκατοντάδων κατοίκων χάθηκαν κάτω από όγκους νερού για να γίνει ένα φράγμα ή ισοπεδώθηκαν για να αναπτυχθεί ένα πεδίο εξόρυξης, ο εξαναγκασμός χιλιάδων ανθρώπων να γίνουν από μικροκαλλιεργητές και κτηνοτρόφοι στα χωριά τους ανειδίκευτοι εργάτες στα αστικά κέντρα δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από τις αποκρουστικές μεθόδους της πρωταρχικής συσσώρευσης του κεφαλαίου στην Αγγλία από τον 17ο αιώνα και μετά.
Τότε που αγρότες απογυμνώνονταν από το βιος τους για να γίνουν τα φτηνά εργατικά χέρια σε μανουφακτούρες, ανθρακωρυχεία, βιομηχανίες, και μάλιστα μαζί με τα παιδιά τους. Η διαφορά είναι ότι η Αγγλία έγινε κοιτίδα και πρότυπο του παγκόσμιου βιομηχανικού καπιταλισμού, ενώ η Ελλάδα αποδείχθηκε τελευταίο και καταϊδρωμένο κακέκτυπό του. Τόση αρπαγή, τόση βία, τόσο άφθονη και φθηνή προσφορά γης, κεφαλαίου κι εργατικών χεριών κι όμως, πήγε στράφι γιατί, μεταξύ άλλων, είχαμε την τύχη να διαθέτουμε την πιο άχρηστη, άπληστη, αποτυχημένη και παρασιτική αστική τάξη της Ευρώπης.
Αυτό το τελευταίο το αντιλήφθηκαν ακόμη και οι δανειστές, η τρόικα, οι Ευρωπαίοι εταίροι, οι σύμμαχοι –πείτε τους όπως θέλετε–, που με τα τρία μνημόνια και τον διαβόητο μηχανισμό της εσωτερικής υποτίμησης τροφοδότησαν τον δεύτερο μεγάλο γύρο μαζικής απαλλοτρίωσης ιδιοκτησίας, οικογενειακής και παραγωγικής.
Πέρα από τα χιλιάδες ενυπόθηκα σπίτια που συσσώρευσαν οι τράπεζες, πέρα από τα χιλιάδες διαμερίσματα που εκπλειστηριάστηκαν κι έφυγαν από τα χέρια των υπερχρεωμένων ιδιοκτητών τους, πέρα από τα δεκάδες χιλιάδες ακίνητα που έχουν μπαζώσει το Δημόσιο, η ΕΤΑΔ, το ΤΑΙΠΕΔ, το Υπερταμείο, με προορισμό την πώλησή τους, οι δανειστές μέσω του ελέγχου των τραπεζών και της «δημιουργικής καταστροφής» που προκάλεσε η ύφεση ενορχήστρωσαν μιαν αθόρυβη, μεγάλων διαστάσεων αναδιάρθρωση της παραγωγικής βάσης της χώρας. Κατά κάποιον τρόπο, ενθάρρυναν την απαλλοτρίωση των απαλλοτριωτών του πρώτου γύρου.
Αναρωτηθείτε πού είναι σήμερα τα μεγάλα επιχειρηματικά τζάκια που μεσουρανούσαν τη δεκαετία του 1990 και την επόμενη; Τι έχει απομείνει από τις βιομηχανικές αυτοκρατορίες της κλωστοϋφαντουργίας, της μεταλλουργίας, της ναυπηγοεπισκευής; Πόσα εγκαταλειμμένα βιομηχανικά κουφάρια σε ζώνες χιλιάδων στρεμμάτων έχουν αλλάξει χέρια; (Μαθαίνω ότι η Microsoft θα φτιάξει τα data center της στις εγκαταστάσεις της άλλοτε κραταιάς κλωστοϋφαντουργίας «Αιγαίο», του φοβερού και τρομερού κάποτε Καρέλλα – μακαρίτης πια. Δεν είναι ειρωνεία της ιστορίας;)
Πόσες χιλιάδες ξενοδοχεία έχουν περάσει στον έλεγχο μεγάλων ξένων αλυσίδων και tour operators, ψωνισμένα κοψοχρονιά, ακριβώς την περίοδο της εκτίναξης των τουριστικών αφίξεων στην Ελλάδα; Αυτή είναι ακόμη μια άγραφη ιστορία αναδιανομής πλούτου και περιουσίας που συντελέστηκε μέσω των μνημονίων, με βασικό μοχλό τις τράπεζες. Η διαφορά από τον πρώτο είναι ότι εξελίχθηκε σε μόλις 506 χρόνια.
Ενώ, λοιπόν, δεν έχουμε κάνει καν το ταμείο του δεύτερου γύρου και οι επιτελείς της «Γαλάζιας Πατρίδας» –του Κυριάκου, όχι του Ταγίπ– μας εισάγουν κιόλας στον τρίτο, που πράγματι προμηνύεται τελικός, μοβόρος, νικηφόρος και κομμουνιστικός, κατά το περιπαικτικό σύνθημα της δεκαετίας του 1980, με έναν κομμουνισμό που μόνον ο ακραίος νεοφιλελευθερισμός μπορεί να επιβάλει – τα εμά εμά και τα σα πάλι εμά.
Ο μητσοτάκειος Πτωχευτικός είναι η συμπύκνωση του τραπεζοκρατικού καπιταλισμού, η υπόμνηση ότι η ιδιοκτησία που μας θυμίζει ότι υπάρχουμε (όπως στον «Ρίπλεϊ» της Π. Χάισμιθ) δεν υπάρχει, ή υπάρχει μέχρι να μας την απαλλοτριώσουν. Τίποτε δεν μας ανήκει, ούτε το σπίτι που μένουμε, στην πρώτη στραβή της ζωής –κι ζωή τι άλλο είναι από μια διαδοχή από στραβές κι ανάποδες;–, στο πρώτο βουναλάκι χρέους που σε πνίγει, μπορεί να σου χτυπήσει ένα πρωί κάποιος την πόρτα και σίγουρα δεν θα είναι ο γαλατάς, γιατί δεν υπάρχουν γαλατάδες πια.
Αλλά μπορεί να είναι ο δικαστικός κλητήρας που θα σου ανακοινώσει ότι είσαι και τυπικά πτωχός –με «π», γιατί το ότι είσαι φτωχός, σιγά το νέο, το ήξερες– και έχεις προθεσμία δύο μηνών να τα μαζεύεις, εκτός αν θες να ’σαι νοικάρης στο σπίτι σου. Ναι, τελικά, θα μας πάρουν και τα σπίτια και τα σώβρακα με τον τρίτο γύρο τους, μήπως πρέπει να κάνουμε κάτι με τον δικό μας;
Κίμπι
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών