Macro

Ο σκορπιός και οι πρόσφυγες

Το μεγαλύτερο ερώτημα για τον φασισμό το διατύπωσε η φιλόσοφος Άννα Άρεντ, γράφοντας δημοσιογραφικές ανταποκρίσεις από τη δική του Άιχμαν. Πόσον καιρό χρειάζεται ένας συνηθισμένος άνθρωπος μέχρι να μετατραπεί σε σαδιστικό κτήνος; Ξεκινήσαμε συνηθίζοντας τη βαρβαρότητα των κέντρων φιλοξενίας, δηλαδή των στρατοπέδων συγκέντρωσης στα οποία στοιβάζαμε τους πρόσφυγες για να πεθαίνουν από το κρύο. Οι ουρές για να φάνε και το γεγονός ότι ζούσαν μέσα στις ακαθαρσίες τους φαίνονται τώρα πταίσματα, αν τα συγκρίνουμε με την τεκμηριωμένη πια, οργανωμένη κρατική πολιτική επαναπροωθήσεων που ασκεί η χώρα μας και τον ανατριχιαστικό αριθμό θανάτων στα νερά του Αιγαίου.

Υπάρχει μία ιστορία που γίνεται γνωστή από τον Κύριο Αρκάντιν του Όρσον Γουέλς: ο σκορπιός τσιμπάει τον βάτραχο που πάει να τον μεταφέρει από τη λίμνη και πνίγεται μαζί του. Όταν τον ρωτά ο βάτραχος γιατί το έκανε αυτό, απαντά ότι έτσι είναι η φύση του. Πάντοτε θεωρούσα ότι το δίδαγμα αυτής της ιστορίας είναι πως αυτή είναι μία εκδοχή του κακού που δεν προϋποθέτει καμία βούληση. Ο σκορπιός τσιμπάει επειδή είναι σκορπιός. Το σκεφτόμουν τώρα στο άκουσμα της είδησης ότι χάθηκε η ζωή ενός παιδιού από τσίμπημα σκορπιού. Αυτό όμως που βρίσκω ανθρώπινα συγκλονιστικό είναι το να περνάνε οι ώρες και οι μέρες για αυτή την ομάδα των προσφύγων και να παραμένουν εγκαταλειμμένοι εκεί από την ελληνική κυβέρνηση. Γιατί σε αντίθεση με τον σκορπιό, που εκπληρώνει τον φυσικό του προορισμό, ο Νότης Μηταράκης είναι ένας άνθρωπος που αντιμετωπίζει ηθικές προκλήσεις, απάντα σε ηθικά διλήμματα και ουσιαστικά αποφασίζει εντελώς συνειδητά ότι δεν τον ενοχλεί να πεθαίνουν παιδιά εξ αιτίας του, ακόμη και από τσίμπημα σκορπιού. (Για να είμαστε δίκαιοι, όχι μόνο: Θα πρέπει να προσθέσουμε τουλάχιστον δύο πνιγμούς και σύμφωνα με καταγγελίες σε μία ακόμη περίπτωση ίσως έχει παίξει ρόλο και ο ξυλοδαρμός από τις ελληνικές και τις τουρκικές αρχές, σύμφωνα με την καταγγελία.)

Μου είχε ήδη φανεί τρομερό όταν συνειδητοποίησα πόσο μικρή είναι η απόσταση που διανύουν οι πρόσφυγες στο Αιγαίο, όπου αναποδογυρίζουν οι βάρκες τους και πνίγονται. Το ίδιο σκέφτηκα και στο άκουσμα της είδησης ότι ένα μικρό κορίτσι πέθανε από τσίμπημα σκορπιού. Είναι πάρα πολύ απλή και ασήμαντη αιτία για να χάνεται η ζωή ενός παιδιού. Και, το κυριότερο, δεν αποτελεί φυσικό φαινόμενο. Και ο πνιγμός και το τσίμπημα σκορπιού είναι εγκλήματα, που συμβαίνουν όσο αφήνουμε αυτούς τους ανθρώπους αβοήθητους. Δεν είναι η φύση, είναι η πολιτική που αφαιρεί αυτές τις ζωές.

Χθες έφτασε στα χέρια μας οπτικό, ηχητικό και οπτικοακουστικό υλικό από τους παγιδευμένους πρόσφυγες που βρίσκονται αυτή τη στιγμή σε μία νησίδα στον Έβρο. Εδώ και αρκετές μέρες η Εφημερίδα των Συντακτών και άλλα Μέσα έχουν αναδείξει ένα ζήτημα για το οποίο έχει ενδιαφερθεί πλειάδα ανθρωπιστικών οργανώσεων και διεθνή μέσα ενημέρωσης.

Ο χρόνος αντίδρασης εδώ είναι το κρισιμότερο ζήτημα από όλα. Δεν πρόκειται μόνο για το άταφο νεκρό παιδί. Πρόκειται και για τη γυναίκα που λέει στο ηχητικό μήνυμα που στέλνει ότι δεν μπόρεσε να το βοηθήσει και ότι αυτή τη στιγμή είναι άλλο ένα παιδί, η μεγάλη αδερφή της πρώτης, που το έχει τσιμπήσει σκορπιός, έχει υψηλό πυρετό και ανησυχούν. Θέλω να πω, ας σκεφτούμε πώς μετρούν τα λεπτά και οι ώρες δίπλα σε ένα άρρωστο παιδί χωρίς ιατρική βοήθεια, όταν λίγα μέτρα παρακάτω υπάρχει ένα νεκρό πεντάχρονο.

Αν αυτά συμβούν σε 10 λεπτά, μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι δεν πρόλαβε να ενημερωθεί. Όταν όμως αυτό το θέμα σέρνεται εδώ και μέρες, η άρνηση της ελληνικής πολιτείας να αναλάβει δράση ή έστω να επιτρέψει να μεταβούν εκεί γιατροί και ανθρωπιστική βοήθεια, αποτελεί έγκλημα.

Ο αρμόδιος υπουργός κρύφτηκε πίσω από την απάντηση της Ελληνικής Αστυνομίας ότι η συγκεκριμένη νησίδα δεν αποτελεί ελληνικό έδαφος, παρότι αυτή η απάντηση έχει ήδη διαψευστεί.

Το μεγαλύτερο ερώτημα για τον φασισμό το διατύπωσε η φιλόσοφος Άννα Άρεντ, γράφοντας δημοσιογραφικές ανταποκρίσεις από τη δική του Άιχμαν. Πόσον καιρό χρειάζεται ένας συνηθισμένος άνθρωπος μέχρι να μετατραπεί σε σαδιστικό κτήνος; Ξεκινήσαμε συνηθίζοντας τη βαρβαρότητα των κέντρων φιλοξενίας, δηλαδή των στρατοπέδων συγκέντρωσης στα οποία στοιβάζαμε τους πρόσφυγες για να πεθαίνουν από το κρύο. Οι ουρές για να φάνε και το γεγονός ότι ζούσαν μέσα στις ακαθαρσίες τους φαίνονται τώρα πταίσματα, αν τα συγκρίνουμε με την τεκμηριωμένη πια, οργανωμένη κρατική πολιτική επαναπροωθήσεων που ασκεί η χώρα μας και τον ανατριχιαστικό αριθμό θανάτων στα νερά του Αιγαίου.

Υπάρχει κάποιο όριο σε αυτό; Υπάρχει κάποια στιγμή κατά την οποία ένας άνθρωπος που δεν ανήκει συνειδητά στον χώρο της Αριστεράς νιώθει ότι δεν τον εκπροσωπεί ο Νότης Μηταράκης; Με άλλα λόγια, πόσα ακόμη εγκλήματα μπορούμε να ανεχθούμε και να εξακολουθήσουμε να ισχυριζόμαστε ότι παραμένουμε άνθρωποι και ότι αυτά δεν είμαστε εμείς;

Κωνσταντίνος Πουλής

the press project