Χρειάζομαι σίγουρα περισσότερα στοιχεία από το «έπηξε η Πανεπιστημίου» των καναλιών για να κρίνω το μεγάλο περίπατο κι από ακαδημαϊκή και πολιτική εμμονή με τα ζητήματα του χώρου δεν έχω πειστεί για το αχρείαστο των παρεμβάσεων.
Κατά τη διάρκεια της καραντίνας αναδείχτηκε πόσο ζωτικός για την ψυχική και σωματική ανάταση είναι ο δημόσιος, δηλαδή ο ανεμπόδιστος από απαγορεύσεις και εμπορεύματα, χώρος. Η υλοποίηση παρεμβάσεων που τον μεγαλώνουν στην Αθήνα, καταστατικά θα έπρεπε να μας βρίσκει σύμφωνους.
Ακούω και συμφωνώ με όλα τα επιχειρήματα: αποσπασματικότητα και συρραφή ιδεών, προετοιμασία της πόλης έτσι ώστε να καταστεί disneyland για τουρίστες, καθόλου διαβούλευση, ανεπαρκές παρατηρητήριο προβλημάτων που φέρνουν οι παρεμβάσεις, κίνηση, παρέμβαση χωρίς αντίμετρα (διάνοιξη νέων δρόμων, περισσότερα και άρα συχνότερα ΜΜΜ), πανάκριβες ζαρντινιέρες, απευθείας και αδιαφανείς αναθέσεις, κρυμμένες μελέτες που θα εμφανιστούν σε ύστερο χρόνο, κρυμμένη ή και φανερή ταξικότητα κ.ο.κ.
Ένα ζήτημα που πραγματικά δεν τίθεται ωστόσο, είναι εκείνο του ιστορικού ενδοπαραταξιακού ανταγωνισμού. Δήμος και κυβέρνηση κουμαντάρονται από την ίδια πολιτικά (και οικονομικά) κραταιά οικογένεια σε μια συνθήκη που ακόμα κι αν μας έχει συμβεί στο παρελθόν, τέτοιου βαθμού συνάφεια δεν την είχαμε. Η ευνοϊκή αυτή πολιτική ευκαιρία αναγκάζει την Οικογένεια να θέλει να αφήσει το όνομα της στην ιστορία. Κι αν νομίζετε πως αυτά δεν παίζουν ρόλο για τους τόσο και για πάντα πλούσιους πλανάστε διότι καλά τα ναρκωτικά και τα φράγκα, αλλά η δόξα είναι πιο σπουδαία για την εύρεση νοήματος ζωής σε αυτό το επίπεδο. Έτσι, η Οικογένεια πολύ θα ήθελε να συνδέσει το όνομά της με την ευκρινή αποτύπωση χωρικών αλλαγών στην πρωτεύουσα και μάλιστα θα ήθελε αυτή να συγκρίνεται με τις αλλαγές που έκανε ο Καραμανλής στην Αθήνα του 1950.
Για τα κάνω τάληρα, οι αλλαγές Καραμανλή μέσω Πικιώνη στην Ακρόπολη αξιοδοτούνται θετικά από το σύνολο των επισκεπτών τους. Ο γεροκαραμανλής με τον αυταρχισμό και το μακεδονικό του πείσμα πίεζε τον Πικιώνη να τελειώσει, ήθελε να αφήσει έργο και – όντως- άφησε. (βεβαίως μας άφησε και τις πολυκατοικίες και ένα κάρο χωρικές ατασθαλίες). Ο Καραμανλής ήταν ο doer της Δεξιάς και ο Κώστας μας ο Μπακογιάννης μας (καθώς και η Οικογένεια) πολύ θα ήθελε αυτό να αλλάξει υπέρ τους. Αν δείτε τα φιλελέ έντυπα που πουλάνε μπακογιάννη έχουν μια φοβερή αγωνία το χρυσό παιδί τους να οριστεί ως “ο doer”.
Η κωλοπιλάλα τους και ο αναφάνταλος τρόπος υλοποίησης έχει να κάνει πολύ θεωρώ με αυτά. Ωστόσο θα ήθελα πραγματικά να ρωτήσω πολλούς από αυτούς που αντιτίθενται (και ευλόγως) από τη μεριά της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης διάφορα σοβαρά. Πόσα παραπάνω λεωφορεία κυκλοφόρησαν το 2019 στην Αθήνα σε σχέση με το 2015; Και τούτο υπό την υπόμνηση πως οι λαϊκές τάξεις (που στηρίζουν τον συριζα) είναι οι κύριοι χρήστες αυτών των υπηρεσιών. Για ποιο λόγο ο Ελαιώνας (και όχι το Ελληνικό που είχε χαθεί από το 2ο μνημόνιο) δεν έγινε πάρκο υψηλού πρασίνου; Γιατί καθυστέρησε τόσο η δημιουργία της Ανάπλασης Αθήνας; Γιατί δεν υλοποιήθηκαν οι περιορισμοί στον Airbnb που έδιωξε -και θα συνεχίσει να το κάνει από την άνοιξη του επόμενου χρόνου- πολλούς νέους και νέες από το κέντρο; Και ίσως η πιο σημαντική ερώτηση: ο και πολεοδόμος και βέρος Αθηναίος Τσίπρας γιατί δε θέλησε να συνδέσει το όνομά του με εμβληματικές υπέρ των πολλών αλλαγές στην πρωτεύουσα;
Ας πούμε λίγα ακόμα. Η Δεξιά έχει παράδοση στα δημοτικά στην Ελλάδα και συχνά είναι και αποτελεσματική -θεαματική, φολκλόρ και διεφθαρμένη- αλλά συχνά και αποτελεσματική. Σκεφτείτε απλώς τον Παχατουρίδη που κυβερνά το Περιστέρι (κοντά στο 60% πάντα η αριστερά και κεντροαριστερά μαζί) εδώ και 20 χρόνια.
Τούτων δοθέντων, ο Νάσος μου φαίνεται πως μια χαρά κάνει την σοβαρή και προγραμματική του αντιπολίτευση όντας παρών χωρίς βερμπαλιστικά πυροτεχνήματα, με πρόνοιες για τις υποβαθμισμένες γειτονιές και συσσώρευση γνώσης και εμπειρίας από πραγματικούς επαΐοντες, κινηματικούς, εντόπιους και επιστημονικούς. Τον Μπακογιάννη θα τον στοιχειώνει για πάντα η ταξική του καταγωγή: δε θα ενδιαφερθεί ποτέ για τον Κολωνό αλλά θα ενδιαφέρεται για πάντα για το Κολωνάκι, ε και αυτό είναι ντεζαβαντάζ αξεπέραστο.
Όμως ας τεθεί κι αλλιώς. Αν δε μίκραινε η Πανεπιστημίου -που έκανε τζόγο με τα βρισίδια και την κίνηση- θα ασχολούνταν τα ΜΜΕ με το ζήτημα; Γιατί η κυκλοφορία των αυτοκινήτων είναι τόσο σημαντικό πράγμα και όχι τα ποδήλατα, τα ηλεκτρικά ποδήλατα, τα πατίνια, τα λεωφορεία, τα τρένα, το μετρό; Κι ακόμα περισσότερο: γιατί δεν κάναμε ποτέ κινητοποιήσεις υπέρ των δημόσιων μέσων μαζικής μεταφοράς; Θυμάμαι, δηλαδή, ιστορίες από τον Πετρούπολη με τον εμβληματικό κομμουνιστή Παξιμαδά να κατεβαίνει στα υπουργεία και να απαιτεί συγκοινωνία για την πόλη του, αλλά αυτά έγιναν πριν 50 χρόνια και παραμένουν ιστορία και όχι πολιτική ύλη στο σήμερα. Καταλαβαίνω επίσης τη δουλειά που έγινε από το Γιάννη Καλαντίδη και τον Τρίτση, ίσως δείχνουν τον εναλλακτικό δρόμο.
Η μάχη για μια ανανεωμένη αστικότητα, χωρίς τους αποκλεισμούς κοινωνικής διάκρισης που από τη φύση του παράγει ο καπιταλισμός επιβάλλοντας χώρους και χρόνους πάνω μας, απαιτεί φαντασιακό πέρα και έξω από όσα έχουν υπάρξει: «γιατί να μην αντιτάξουμε εφήμερες πόλεις στην αιώνια πόλη και κινούμενες κεντρικότητες στα μόνιμα κέντρα»;*
ΥΓ: φωτογραφία από τη “Συνοικία το όνειρο” του Αλεξανδράκη, 1961.
*ανρί λεφέβρ, στο Ντίνα Βαϊού – Κωστής Χατζημιχάλης (2012), ο χώρος στην αριστερή σκέψη, σελ. 91
Βασίλης Ρόγγας