Macro

Ο καθείς και τα όπλα του

Ενας από τους πιο διαδεδομένους μύθους της περιόδου της μεταπολίτευσης επιχειρεί να μας πείσει ότι καμία πολιτική δύναμη δεν μπορεί να υπερισχύσει, αν δεν έχει την υποστήριξη του μιντιακού συστήματος ή, τουλάχιστον, μεγάλου μέρους του. Πρόκειται για έναν ισχυρισμό που φρόντιζαν πάντοτε να διαδίδουν με κάθε τρόπο οι ίδιοι οι ιδιοκτήτες συγκροτημάτων και καναλιών, για τον προφανή λόγο ότι έτσι εμφανίζονται σαν περισσότερο απαραίτητα στα πολιτικά κόμματα απ’ ό,τι στην πραγματικότητα είναι.
Το αποτέλεσμα είναι ότι κάθε πολιτική δύναμη, που επιδιώκει να γίνει πλειοψηφική, να διεκδικήσει με αξιώσεις την κυβέρνηση ή τη συμμετοχή της σ’ αυτή, θεωρεί απαραίτητο να εξασφαλίσει αυτό το… προαπαιτούμενο. Και ανεβάζει έτσι στο επίπεδο του συνδιαχειριστή της εξουσίας έναν ή περισσότερους μεγαλοσχήμονες βαρόνους των μίντια. Με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει, ιδίως για τους νεοεισερχόμενους στην αρένα.
Δεν ξέρω αν αυτός ο μύθος ανταποκρινόταν σε μια πραγματικότητα σε προηγούμενες εποχές, πάντως για την περίοδο στην οποία αναφερόμαστε, υπάρχουν στοιχεία που το αμφισβητούν.

Τι μας διδάσκει η πείρα

Το πιο πρόχειρο, και τρανταχτό ταυτόχρονα, παράδειγμα είναι η ανάκαμψη και επικράτηση του ανδρεοπαπανδρεϊκού ΠΑΣΟΚ, αμέσως μετά τη γενική επίθεση εναντίον του και την εγκατάλειψή του από όλους τους βαρόνους των μίντια. Σε μια στιγμή, μάλιστα, που όλοι το θεωρούσαν ξοφλημένο και έτοιμο να τεμαχιστεί και τα κομμάτια του να δοθούν ως μπόνους στους πολιτικούς αντιπάλους του.
Αντίθετα, το ΠΑΣΟΚ του υιού Παπανδρέου και του Βενιζέλου, παρά τη λυσσώδη υποστήριξή του από τους βαρόνους των μίντια στην εξαετία 2009-2015, δεν απέφυγε τη γνωστή μοίρα. Μάλιστα, στην πτώση του συμπαρέσυρε και τα κραταιά άλλοτε μίντια.
Πιο πρόσφατο ακόμα παράδειγμα, το οποίο συνήθως ξεχνούν ή υποτιμούν στην Κουμουνδούρου και πολύ περισσότερο στο Μαξίμου, είναι το παράδειγμα της εκπληκτικής ανόδου και, τελικά, της εκλογικής επικράτησης του ΣΥΡΙΖΑ, παρά τον απηνή διωγμό, τον ολοκληρωτικό πόλεμο που του επιφύλαξαν οι βαρόνοι των μίντια.
Θέλετε κι ένα ακόμα πιο πρόσφατο; Όσο κι αν μαίνεται η πριμοδότηση από τα μίντια του Κινήματος Αλλαγής (και των παλιότερων προσπαθειών τού κέντρου), οι δημοσκοπικές έρευνες επιμένουν να το καθηλώνουν το πολύ πολύ στο μικρό άθροισμα των συνιστωσών του.
Θα μπορούσαμε να προσθέσουμε κι ένα παράδειγμα από τη γειτονική Ιταλία, όπου ο κατ’ εξοχήν κυρίαρχος των μίντια, παρά την κυριαρχία του σ’ αυτά, έχασε και από τα δύο πλευρά του: από τη Λέγκα του Βορρά και από το Κίνημα των Πέντε Αστέρων (το οποίο είχε και τις χειρότερες σχέσεις με τα μίντια).

Αυτό που χρειάζεται

Όλες αυτές οι περιπτώσεις που αναφέραμε ακροθιγώς, έχουν, βέβαια, τεράστιες διαφορές μεταξύ τους και, οπωσδήποτε, απαιτούν διαφορετικές ερμηνείες. Ωστόσο, ένα είναι βέβαιο: ότι συνηγορούν υπέρ του ισχυρισμού μας. Πέρα από τις διαφορές, υπάρχει ένα κοινό στοιχείο – συμπέρασμα: στις κρίσιμες στιγμές, μπροστά σε κρίσιμες πολιτικές επιλογές, το εκλογικό σώμα κατανοεί σε βασικές γραμμές τι διακυβεύεται και παίρνει τις αποφάσεις του σε πείσμα των επίδοξων διαμορφωτών της κοινής γνώμης. Αυτό δεν σημαίνει ότι έχει το αλάθητο, αλλά ότι και τα λάθη του ακόμα μπορεί να τα διαπράξει σε πείσμα των επιδιώξεών τους.
Αυτό, λοιπόν, που χρειάζεται να κάνει ένα κόμμα που δεν έχει και δεν χρειάζεται την εύνοια των βαρόνων των μίντια, είναι να αναδείξει τα διακυβεύματα, να κάνει κατανοητές τις προτάσεις του γι’ αυτά και να πείσει για την πρόθεσή του να πολιτευτεί με βάση αυτές, όταν έλθει εν τη βασιλεία του. Αυτά τα τόσο απλά, αλλά ταυτόχρονα και τόσο δύσκολα για όποιον τα παπαγαλίζει απλώς, δεν μπορεί να υπηρετηθούν από τρίτους. Όσο ευνοϊκά κι αν είναι κατά καιρούς διατεθειμένοι απέναντί σου. Μπορεί να πουν τα καλύτερα λόγια για σένα και τα χειρότερα για τους αντιπάλους σου, αλλά μπορεί και να… μπουν ξαφνικά στο γήπεδο με το περίστροφο στη ζώνη, ή να σου υπονομεύσουν και το σχεδιασμό σου για συνεννόηση και συμφωνία με τη διαθέσιμη γι’ αυτά σημερινή κυβέρνηση των Σκοπίων. Και, οπωσδήποτε, αποκλείεται να βάλουν την κρίσιμη στιγμή τα δικά τους συμφέροντα σε δεύτερη μοίρα.
Χρειάζεσαι, λοιπόν, τα δικά σου μέσα. Κι όταν λέμε δικά σου, δεν εννοούμε προφανώς κομματικά φερέφωνα. Και, κυρίως, μέσα ανοιχτά στον κόσμο, στα μηνύματά του, στις υποδείξεις του και στις ενστάσεις του. Από αυτή την άποψη, καλύτερο «μέσο» ίσως είναι το ίδιο σου το κόμμα, οι οργανώσεις των μελών, με το λόγο και τη δράση τους. Όποιος νομίζει ότι δεν έχει παρά να ακολουθήσει την πεπατημένη, κατά τη συνήθεια των κομμάτων ως τώρα, σημαίνει ότι δεν αναζητά και δεν έχει διαφορετική, εναλλακτική αντίληψη για το θέμα.
Μα, αν έχεις να αντιμετωπίσεις υπέρτερες δυνάμεις, τότε τι γίνεται; Ας κοιτάξουμε λίγο γύρω μας. Οι υπερδυνάμεις στο χώρο των μίντια έχουν πάψει να υπάρχουν. Ιδίως στον έντυπο Τύπο. Όσο για την αξιοπιστία τους και το βάρος τους στο σχηματισμό τής κοινής γνώμης, είναι πανθομολογούμενη η κατηφορική τους πορεία. Με δεδομένη, μάλιστα, την αναπαραγωγή ειδήσεων και συζητήσεων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που κυριαρχούν στην εποχή μας, το μέγεθος και η επιρροή των φερομένων ως κυρίαρχων έχουν υποστεί σμίκρυνση. Ο θόρυβος που προκαλούν, είναι πολύ μεγαλύτερος από το αποτέλεσμα που φέρνουν.

Τι βαραίνει στην πλάστιγγα

Αυτό που, τελικά, μετράει, είναι τα πραγματικά επιτεύγματα, τα απτά αποτελέσματα, οι αστοχίες και οι αποτυχίες, και όχι η επικοινωνιακή διαχείρισή τους και μάλιστα με μεσάζοντες αστάθμητους. Αυτά θα μετρήσουν, αυτά θα βαρύνουν στην πλάστιγγα και όχι η εύνοια του ενός ή του άλλου καναλάρχη, ή επίδοξου ολιγάρχη.
Στο κάτω κάτω της γραφής, κάθε κυβέρνηση έχει στη διάθεσή της ένα πολύ ισχυρό όπλο για την αλλαγή των δεδομένων στο μιντιακό χώρο: την ΕΡΤ. Όχι για να την «αξιοποιήσει» σαν κομματικό φέουδο, αλλά για να την αναδείξει σε αντάξιο ανταγωνιστή των ιδιωτικών μίντια και, ακόμα περισσότερο, σε παράδειγμα προς μίμηση εκ μέρους τους. Μια ΕΡΤ με κύρος και αξιοπιστία μπορεί να αντισταθμίσει κάθε προσπάθεια επιβολής της κατευθυνόμενης ειδησεογραφίας και προπαγάνδας, της «ηθικής» των φέικ νιους. Και από αυτό το ιδανικό είναι φανερό ότι απέχουμε πολύ ακόμα.

Χαράλαμπος Γεωργούλας

Πηγή: Η Εποχή