Τιμώντας τα 100 χρόνια από τον θάνατο του Λένιν, που με το έργο και τις πράξεις του σφράγισε την ιστορία του 20 αιώνα, αναρτήσαμε ήδη στην ιστοσελίδα της Εποχής ένα κείμενο του Μιχαέλ Μπρι με τίτλο «Επτά λόγοι για να μην παραδώσουμε τον Λένιν στους εχθρούς μας» (βλ. epohi.gr-23/2024). Σήμερα, δημοσιεύουμε εδώ, με μικρές περικοπές, ένα ακόμα άρθρο το οποίο κάνει μια κριτική ανασκόπηση της λενινιστικής θεωρίας για την σοσιαλιστική επανάσταση, το οποίο αλιεύσαμε από το μπλογκ του γνωστού London School of Economics (LSE). (blogs.lse.ac.uk/europpblog/2020/04/22/revisiting-lenins-theory-of-socialist-revolution-on-the-150th-anniversary-of-his-birth). Συγγραφέας του είναι ο Ντέιβιντ Λέιν, ομότιμος καθηγητής κοινωνιολογίας του πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ.
Χ.Γο.
Ο Λένιν διχάζει τους μαρξιστές. Έχει δεχθεί επιθέσεις από πολλούς κομμουνιστές και πρώην κομμουνιστές, οι οποίοι θεωρούν ότι η σκέψη του, ή το δόγμα του λενινισμού, συνιστά μια απαράδεκτη μετεξέλιξη ή διεύρυνση της μαρξιστικής σκέψης. Αυτή η άποψη έχει μακρά ιστορία που ξεκινά πριν από την Οκτωβριανή Επανάσταση με την κριτική που άσκησε η Ρόζα Λούξεμπουργκ στην έκκληση του Λένιν να δημιουργηθεί ένα συγκεντρωτικό πολιτικό κόμμα με αυστηρή οργανωτική δομή.
Αντίθετα, οι φιλικά προσκείμενοι στα σοσιαλιστικά κράτη μαρξιστές που συμπαθούσαν τα σοσιαλιστικά κράτη είχαν και έχουν μια σαφώς θετικότερη άποψη για το έργο του. Ήδη από το 1924, ο επιφανής ούγγρος φιλόσοφος, Γκεόργκι Λούκατς, είχε χαρακτηρίσει τον Λένιν ως «τον σπουδαιότερο στοχαστή που ανέδειξε το επαναστατικό κίνημα της εργατικής τάξης μετά τον Μαρξ». Αλλά και μετά τη διάλυση των ευρωπαϊκών κομμουνιστικών κρατών, τον εικοστό πρώτο αιώνα, συγγραφείς όπως ο Λαρς Τ. Λι και ο Άλαν Σάντρο, έχουν αξιολογήσει θετικά την ηγετική ικανότητα και την πολιτική ανάλυση του Λένιν. Ο δε σλοβένος φιλόσοφος Σλάβοι Ζίζεκ έχει κάνει έκκληση για «επιστροφή στον Λένιν», και για την «επανεφεύρεση, στη σημερινή παγκόσμια πραγματικότητα, του επαναστατικού λενινιστικού εγχειρήματος που πραγματοποιήθηκε στις τότε συνθήκες του ιμπεριαλισμού και της αποικιοκρατίας».
Η αιτία ύπαρξης τόσο διαφορετικών μεταξύ τους προσεγγίσεων του Λένιν είναι ότι βάζουν στο ίδιο τσουβάλι εντελώς διακριτές φάσεις και διαστάσεις της πολιτικής φιλοσοφίας και της δράσης του. Η σκέψη του Λένιν πρέπει να αποσυνδεθεί από την ιδεολογία και την πρακτική του μαρξισμού-λενινισμού. Η σκέψη του Λένιν (η άποψή του για τις προϋποθέσεις και την τακτική της σοσιαλιστικής επανάστασης) είναι διαφορετική από το λενινιστικό δόγμα που επινοήθηκε στην ΕΣΣΔ μετά την κατάληψη της εξουσίας από τους μπολσεβίκους, και τη συνέχιση της επανάστασης-μετά το θάνατο του Λένιν-υπό την ηγεσία του Στάλιν και του Μάο Τσε Τουνγκ στην Κίνα.
Ενώ η κύρια εμπειρική αναφορά του Μαρξ και του Ένγκελς ήταν η δυτική Ευρώπη, η προσέγγιση του Λένιν βασιζόταν στην παρατήρηση της ρωσικής κοινωνίας στα τέλη του δέκατου ένατου αιώνα, την οποία θεωρούσε ενσωματωμένη στο παγκόσμιο οικονομικό σύστημα. Αυτή η αντίφαση θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί, υποστήριζε ο Λένιν, μόνο με την δράση ενός κινήματος που θα είχε στόχο τον σοσιαλισμό. Εξ αιτίας αυτής της διεύρυνσης της μαρξιστικής μεθόδου και της άμεσης σύνδεσής της με τα ρωσικά προβλήματα, ο μαρξισμός που αναπτύχθηκε στη Ρωσία ήταν διαφορετικός από τον μαρξισμό της δυτικής Ευρώπης.
Η σοσιαλιστική επανάσταση
Η πρώτη σημαντική αλλαγή στον μαρξιστικό προσανατολισμό της σκέψης του Λένιν είναι ότι οι αναπτυσσόμενες και εκμεταλλευόμενες χώρες (η Ρωσία ήταν ένα τυπικό παράδειγμα μιας τέτοιας χώρας) βρίσκονταν στην πρωτοπορία της σοσιαλιστικής επανάστασης. Αυτή η διαπίστωση στηρίχθηκε στη θεωρία της συνδυασμένης και άνισης ανάπτυξης και του ιμπεριαλισμού (βλ. το έργο του Λένιν Η ανάπτυξη του καπιταλισμού στη Ρωσία). Αποτελώντας αναπόσπαστο μέρος της σκέψης του Λένιν, συνδέει τη σοσιαλιστική επανάσταση στην Ανατολή με τις επιπτώσεις του καπιταλισμού στη Δύση.
Το 1917, στην Ευρώπη προέκυψε μια κατάσταση που «μας έδωσε την ευκαιρία να οικοδομήσουμε τις βασικές προϋποθέσεις για τη γέννηση του πολιτισμού με διαφορετικό τρόπο από αυτόν των δυτικοευρωπαϊκών χωρών». Η θεωρία του Λένιν για την επανάσταση είχε ως αποτέλεσμα μια μεγάλη αλλαγή των μέχρι τότε προβληματισμών για το θέμα αυτό. Σύμφωνα με τους ευρωπαίους μαρξιστές, η σοσιαλιστική επανάσταση θα ξεκινούσε από τις πιο ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες, στις οποίες οι καπιταλιστικές αντιφάσεις και η δύναμη της εργατικής τάξης ήταν μεγαλύτερες. Αντίθετα, ο Λένιν στη βάση της άποψής του ότι ο καπιταλισμός ήταν ένα διεθνές σύστημα υποστήριζε ότι η σοσιαλιστική επανάσταση θα γινόταν στον πιο αδύναμο κρίκο της καπιταλιστικής αλυσίδας, δηλαδή σε κάποια από τις χώρες που βρίσκονταν στο στάδιο της μετάβασης στον καπιταλισμό. Οι αντιφάσεις του καπιταλισμού ήταν μεγαλύτερες στις ημιπεριφέρειες του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος. Ο Λένιν προεξοφλούσε επίσης ότι η επανάσταση θα εξαπλωνόταν σε χώρες της Ασίας, όπως η Κίνα. Ως προς αυτό είχε δίκιο: η παγκόσμια ιστορία άλλαξε κατεύθυνση. Το επίκεντρο της σοσιαλιστικής επανάστασης μετατοπίστηκε στην Ανατολή.
Η άποψη του Λένιν ήταν ότι τη ρωσική επανάσταση με πρωτεργάτες τους μπολσεβίκους θα ακολουθούσαν επαναστάσεις στη δυτική Ευρώπη. Κατά τη διάρκεια της Επανάστασης του 1905 είχε πει: «…[Α]ν εμείς τα καταφέρουμε …η επαναστατική πυρκαγιά θα εξαπλωθεί σε όλη την Ευρώπη: ο ευρωπαίος εργάτης που τραβάει τα πάνδεινα στα αντιδραστικά αστικά καθεστώτα, θα ξεσηκωθεί και αυτός, με αποτέλεσμα η επαναστατική έξαρση στην Ευρώπη να επιδράσει και στη Ρωσία και να μετατρέψει μια περίοδο λίγων επαναστατικών ετών σε μια εποχή πολλών επαναστατικών δεκαετιών». Στη σοσιαλιστική επανάσταση, σύμμαχος της ρωσικής εργατικής τάξης (στην οποία ενέτασσε και τους φτωχούς αγρότες) θα ήταν η διεθνής εργατική τάξη.
Η θεωρία του Λένιν συνέδεσε εμπειρικά την άνοδο του καπιταλισμού σε μια μετα-φεουδαρχική χώρα (τη Ρωσία) με τον ιμπεριαλιστικό χαρακτήρα του καπιταλισμού και τις επιπτώσεις του στην ταξική δομή των χωρών τόσο του «πυρήνα» όσο και της «περιφέρειας». Αυτές οι επιπτώσεις ήταν σημαντικές.
Πρώτον, ο ιμπεριαλισμός εκμεταλλεύεται τις αναπτυσσόμενες χώρες, γεγονός που οδηγεί ταυτόχρονα τόσο στην ανάπτυξη του καπιταλισμού στις εξαρτημένες χώρες υποδοχής όσο και στη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των εργατών στις κυρίαρχες χώρες προέλευσης. Ως εκ τούτου, οι εργατικές τάξεις στις προηγμένες χώρες στηρίζουν την αποικιακή πολιτική των κυβερνήσεών τους, καθώς και την προσπάθειά τους να αυξήσουν τις ζώνες επιρροής τους.
Δεύτερον, η ταξική πάλη νοείται σε μια διεθνή προοπτική δεδομένου ότι η εκμετάλλευση υπερβαίνει τα εθνικά σύνορα. Η κατάρρευση του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος θα άρχιζε από τον πιο αδύναμο κρίκο του, όπως για παράδειγμα στη Ρωσία. Η ρωσική επανάσταση θα ήταν η σπίθα που θα άναβε τη φωτιά της προλεταριακής επανάστασης στη Δύση.
Ο Μαρξ και ο Ένγκελς ενδιαφέρονταν κυρίως για την ανατομία και τη δυναμική του καπιταλισμού. Η πολιτική πράξη της μετάβασης στο σοσιαλισμό και ο φορέας της αλλαγής δεν εντάσσονταν στον προβληματισμό τους. Θεωρούσαν αυτονόητο ότι εργαλείο αυτής της αλλαγής θα ήταν τα εργατικά κόμματα, και ειδικότερα το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα. Όμως, η Ρωσία δεν διέθετε μια κοινωνία πολιτών στην οποία θα μπορούσαν να δημιουργηθούν πολιτικά κόμματα και να διεκδικήσουν την πολιτική εξουσία.
Έτσι, ο Λένιν πρότεινε τη δημιουργία ενός συγκεντρωτικού κόμματος αφοσιωμένων σοσιαλιστών επαναστατών. Στην κορυφαία μπροσούρα του Τι να κάνουμε; υποστήριζε ότι: «Η ταξική συνείδηση μπορεί να έρθει στους εργάτες μόνο από τα έξω. Η ιστορία όλων των χωρών δείχνει ότι η εργατική τάξη αποκλειστικά με τη δική της προσπάθεια μπορεί να αναπτύξει μόνο συνδικαλιστική συνείδηση. Δηλαδή, την πεποίθηση ότι οι εργάτες πρέπει να εντάσσονται σε συνδικάτα, να παλεύουν ενάντια στους εργοδότες και να προσπαθούν να αναγκάζουν τις κυβερνήσεις να παίρνουν τα αναγκαία νομοθετικά μέτρα». Η πρόταση του Λένιν ήταν η δημιουργία ενός επαναστατικού μαρξιστικού κόμματος που θα καθοδηγούσε την εργατική τάξη.
Το πιο καινοτόμο χαρακτηριστικό της σκέψης του Λένιν ήταν ο τρόπος με τον οποίο συνδύαζε τη θεωρία με την πράξη σε εθνικό και διεθνές επίπεδο. Ο Λένιν ενδιαφερόταν «να αλλάξει τον κόσμο», όχι να τον εξηγήσει. Όπως χαρακτηριστικά έγραψε ο διάσημος γάλλος φιλόσοφος Λουί Αλτουσέρ, «στα πολιτικά και οικονομικά κείμενα του Λένιν, μπορούμε να δούμε τη μαρξιστική φιλοσοφία στην πράξη … σε “πραγματικές” συνθήκες, μια μαρξιστική φιλοσοφία που μετατρέπεται σε πολιτική, πολιτική δράση, ανάλυση και απόφαση».
Η σοσιαλιστική επανάσταση στη Ρωσία
Ο Λένιν επέφερε μια αποφασιστική αλλαγή στη μαρξιστική ανάλυση. Σύμφωνα με την παραδοσιακή μαρξιστική πρόβλεψη, η μετάβαση σε έναν κομμουνιστικό τρόπο παραγωγής θα γινόταν μόνο όταν οι αντιφάσεις που θα εκδηλώνονταν στις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες θα οδηγούσαν στην κατάρρευση του συστήματος. Υποστηρίζοντας ότι ο καπιταλισμός προέκυψε από διαφορετικούς αλληλένδετους κρατικούς σχηματισμούς με ανόμοια και υβριδικά πρότυπα ανάπτυξης, είχε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι αυτός ήταν περισσότερο ευάλωτος στον πιο αδύναμο κρίκο του (ή στους πιο αδύναμους κρίκους του) παρά στον πιο προηγμένο και ανεπτυγμένο σχηματισμό του.
Κατά τον Λένιν, ένας νέος κοινωνικός σχηματισμός δεν θα προέκυπτε αυτόματα μέσα από τον καπιταλισμό. Για τη μετάβαση στον σοσιαλισμό ήταν απαραίτητη η δράση ενός μαρξιστικού κόμματος. Δίνοντας μεγαλύτερη προσοχή στις αντιφάσεις των κοινωνικών τάξεων από ό,τι στις αντιφάσεις του καπιταλιστικού συστήματος, ο Λένιν εμπλούτισε την οικονομική ανάλυση του Μαρξ με μια κοινωνιολογική κριτική.
Πού είχε δίκιο ο Λένιν και σε ποιες περιπτώσεις η ιστορία έδειξε ότι η σκέψη του ήταν λανθασμένη ή ελλιπής; Η ανάλυσή του για την κοινωνική δομή της Ρωσίας ήταν σωστή. Διέκρινε την αδυναμία της εγχώριας αστικής τάξης να καταστεί επαναστατική δύναμη, και ορθώς διεύρυνε τον ορισμό της εργατικής τάξης πέραν του προλεταριάτου ώστε αυτή να περιλαμβάνει το σύνολο των εργαζόμενων που θα μπορούσαν να συμμετάσχουν σε μια δημοκρατική επανάσταση.
Ο Λένιν, ενώ πίστευε ότι οι πλούσιοι και οι μεσαίοι αγρότες αποτελούσαν ταξικές ομάδες που θα υποστήριζαν την ανατροπή της απολυταρχίας, δεν πρόβλεψε την αρνητική προδιάθεση των μεσαίων και φτωχών αγροτών για μια κολεκτιβιστική οικονομική δομή. Η Οκτωβριανή Επανάσταση, με την αναδιανομή της γης που πραγματοποίησε, οδήγησε μια μεγάλη αύξηση του αριθμού των μεσαίων και φτωχών αγροτών. Όμως, οι μεσαίοι αγρότες είχαν να χάσουν περισσότερα πράγματα από τις αλυσίδες τους. Δεν αποδέχονταν ένα κολεκτιβιστικό σχήμα οικονομικού συντονισμού και γεωργικής μεταρρύθμισης. Την περίοδο της εδραίωσης της επανάστασης, μετά το 1917, υπήρξε απόκλιση μεταξύ των διαφορετικών ταξικών συμφερόντων, η οποία αργότερα οδήγησε σε ανοιχτή σύγκρουση μεταξύ των πόλεων και της υπαίθρου.
Αντίθετα, στην Κίνα (αλλά και στα σοσιαλιστικά κράτη της Ανατολικής Ευρώπης μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο) η μετάβαση στην κολεκτιβοποίηση ήταν πολύ λιγότερο βίαιη και γενικά πιο επιτυχημένη. Σύμφωνα με τον Νόλαν, «…η διαδικασία της κολεκτιβοποίησης πραγματοποιήθηκε με εντελώς διαφορετικούς τρόπους στην Κίνα και τη Σοβιετική Ένωση και είχε εντελώς αντίθετα αποτελέσματα. Στην Κίνα υλοποιήθηκε με πολύ λιγότερη κοινωνική αναστάτωση, χωρίς εκτεταμένη αιματοχυσία και απώλεια ανθρώπινων ζωών και χωρίς καταστροφικές οικονομικές επιπτώσεις».
Στην Κίνα, το Κομμουνιστικό Κόμμα είχε τη βάση του στην ύπαιθρο, ενώ στην ΕΣΣΔ ήταν ένα κόμμα των πόλεων με μέλη και οπαδούς χειρώνακτες και μη χειρώνακτες εργάτες. Στις συνθήκες που επικρατούσαν στη Ρωσία στα τέλη της δεκαετίας του 1920 και στις αρχές της δεκαετίας του 1930, οι αρχές ήταν υποχρεωμένες να «αποσπούν» το σιτάρι από τους αγρότες, ενώ στην Κίνα υπήρξε μια ομαλή μετάβαση σε πιο αποτελεσματικές συλλογικές εκμεταλλεύσεις με αποτέλεσμα την αύξηση της αγροτικής παραγωγής. Στη Ρωσία, η πλειονότητα του αγροτικού πληθυσμού ήταν οι «μεσαίοι αγρότες» που παρήγαγαν κυρίως για τον εαυτό τους στα δικά τους χωράφια τα οποία τους είχε παραχωρήσει η Οκτωβριανή Επανάσταση, (και πουλούσαν το πλεόνασμα). Ήταν υπέρ της ατομικής και όχι της συλλογικής ιδιοκτησίας της γης. Έτσι, όταν οι μπολσεβίκοι πήραν την εξουσία, προκειμένου να αντιμετωπίσουν την άρνηση των κατοίκων των χωριών να αποδεχθούν την κολλεκτιβοποίηση άσκησαν βία εναντίον τους.
Η θέση του Λένιν πως χρειαζόταν μια πολιτική οργάνωση που θα προωθούσε τα συμφέροντα όσων ήταν αντίθετοι στην τσαρική απολυταρχία, ήταν σωστή. Στις συνθήκες της αυστηρής αστυνομικής παρακολούθησης που επικρατούσαν στην τσαρική Ρωσία, η ίδρυση ενός συγκεντρωτικά οργανωμένου «κόμματος νέου τύπου», που θα χάραζε την πολιτική του με δημοκρατικό τρόπο ασκώντας ταυτόχρονα έλεγχο στα μέλη του, εξυπηρετούσε μια πρακτική αναγκαιότητα. Σωστή ήταν επίσης η θέση του για το ρόλο των μέσων μαζικής ενημέρωσης και για την ανάγκη ύπαρξης μιας πανρωσικής εφημερίδας που θα λειτουργούσε τόσο ως εκπαιδευτικό όσο και ως συντονιστικό εργαλείο..
Το αδύνατο σημείο της ανάλυσης του Λένιν ήταν η ανεπαρκής κατανόηση των αυταρχικών αποτελεσμάτων του γραφειοκρατικού ελέγχου, που εκδηλώθηκαν την περίοδο μετά την κατάληψη της εξουσίας στη Ρωσία. Ενώ ακόμα και σοσιαλδημοκρατικά κόμματα (όπως το SPD στη Γερμανία) είχαν υιοθετήσει μορφές οργανωτικές μορφές δημοκρατικού συγκεντρωτισμού, μετά το 1917 αυτός ο συγκεντρωτισμός οδήγησε σε μια διαδικασία συγκεντρωτικής οικονομικής ανάπτυξης και εκσυγχρονισμού. Οι πολιτικές δομές της τσαρικής Ρωσίας ανασυστάθηκαν ως σοσιαλιστική πολιτική γραφειοκρατία. Η εφαρμογή του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού ως μορφής οργάνωσης όλων των κοινωνικών οργανώσεων οδήγησε σε μορφές πολιτικής κυριαρχίας ασύμβατες με το σοσιαλισμό.
Γεωπολιτική και οικονομική ανάλυση
Η γεωπολιτική ανάλυση του Λένιν για τον ιμπεριαλιστικό μονοπωλιακό καπιταλισμό ορθώς διέκρινε την εγγενή σύγκρουση μεταξύ ηγεμονικών καπιταλιστικών και εξαρτημένων κρατών, επισημαίνοντας την αντίφαση μεταξύ των θετικών αποτελεσμάτων της οικονομικής ανάπτυξης των εξαρτημένων χωρών και της οικονομική τους εκμετάλλευσης
Η πολιτική εστίαση του Λένιν στους «ασθενέστερους κρίκους» του καπιταλισμού και η επιτυχής κατάληψη της εξουσίας το 1917 είχαν ως αποτέλεσμα να μετατοπιστεί το ενδιαφέρον για την πραγματοποίηση εθνικών και σοσιαλιστικών επαναστάσεων από τη Δύση στον κόσμο των αποικιών. Το θάρρος του και η ιδιαίτερη ηγετική πολιτική του ικανότητα συνέβαλαν καθοριστικά στην πραγματοποίηση μιας εθνικής επανάστασης που στέφθηκε με επιτυχία. Αυτό ήταν το μεγαλύτερο επίτευγμά του.
Όμως η εκτίμησή του ότι αυτή η εξέλιξη θα οδηγούσε στη συντριβή του παγκόσμιου καπιταλισμού. Επιπλέον, δεν εκτίμησε σωστά τις εθνικές πολιτικές και κοινωνικές σχέσεις μεταξύ των τάξεων στα ανεπτυγμένα καπιταλιστικά κράτη. Στις 20 Οκτωβρίου 1920, μιλώντας στην Κεντρική Επιτροπή της Ένατης Πανρωσικής Συνδιάσκεψης του Κομμουνιστικού Κόμματος, επανέλαβε την πεποίθησή του ότι «στη Γερμανία και την Αγγλία έχουμε δημιουργήσει ένα νέο πεδίο δράσης της προλεταριακής επανάστασης ενάντια στον παγκόσμιο ιμπεριαλισμό». Όμως, παρά τις μεγάλες διαδηλώσεις και τις απεργίες, η ιδέα πρόβλεψή του περί πραγματοποίησης στην Αγγλία μιας εξέγερσης της εργατικής τάξης αποδείχτηκε εντελώς λανθασμένη.
Ο ιμπεριαλιστικός καπιταλισμός θα μπορούσε να παρομοιαστεί όχι με μια συνεχή αλυσίδα, αλλά με ένα μεγάλο δέντρο – που συνεχίζει να υπάρχει ακόμα και όταν του κόψουμε κάποια νέα αδύναμα ή παλιά σάπια κλαδιά του. Ο καπιταλισμός συνέχισε να επεκτείνεται και να μεγεθύνεται. Τελικά, στο τέλος του εικοστού αιώνα, υπέταξε τόσο τη Σοβιετική Ένωση όσο και τα σοσιαλιστικά κράτη της Ανατολικής Ευρώπης. Η πρόβλεψη του Λένιν για τη συμπεριφορά των εργατικών τάξεων στα προηγμένα καπιταλιστικά κράτη ήταν εσφαλμένη. Παρά τις συστημικές οικονομικές κρίσεις, οι καπιταλιστικές κοινωνίες διατηρούσαν ένα υψηλό επίπεδο κοινωνικής και πολιτικής ολοκλήρωσης. Στις αρχές του εικοστού αιώνα οι εργατικές τάξεις της Δύσης εξακολουθούσαν να είναι ενσωματωμένες στην καπιταλιστική κοινωνία, και αυτός ο δεσμός δεν έσπασε ούτε από όσα υπέφεραν κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, ούτε από τη νίκη των Μπολσεβίκων στη Ρωσία.
Ο Λένιν συνδύασε δημιουργικά την οικονομική ανάλυση του Μαρξ για τον καπιταλισμό με μια κοινωνιολογική ανάλυση της Ρωσίας, μια γεωοικονομική ανάλυση του καπιταλισμού και μια ανάλυση του ρόλου της κομματικής ηγεσίας και της πολιτικής δράσης. Δικαίως θεωρούσε ότι η Οκτωβριανή Επανάσταση στη Ρωσία ήταν μια μεγάλη επιτυχία της σοσιαλιστικής υπόθεσης. Όμως, η προσέγγισή του ήταν ατελής και η ανάλυσή του για την αποσύνθεση του ιμπεριαλιστικού καπιταλισμού στις προηγμένες χώρες ήταν λανθασμένη. Η κοινωνική και πολιτική ολοκλήρωση των κοινωνιών σ’ αυτές τις χώρες ήταν πολύ υψηλότερη από όσο είχε προβλέψει και δεν ήταν ο μόνος που είχε κάνει αυτό το λάθος. Η Οκτωβριανή Επανάσταση απείλησε τον καπιταλισμό της Δύσης αλλά δεν τον νίκησε. Η έκκληση του Σλάβοϊ Ζίζεκ να «επανεφεύρουμε» σήμερα το επαναστατικό προσκλητήριο του Λένιν «στις συνθήκες του ιμπεριαλισμού και της αποικιοκρατίας» αποτελεί μια πρόκληση μεγαλύτερη από εκείνη του Οκτωβρίου του 1917. Αυτό που μας λείπει είναι η ανάλυση όχι των «ασθενέστερων» κρίκων του καπιταλισμού, αλλά του ηγεμονικού του πυρήνα.