Συνεντεύξεις

Nona Fernandez Silanes: Η “χιλιάνικη άνοιξη” είναι η απαίτηση για μια βαθιά αλλαγή προς μια κοινωνία λιγότερο άδικη

Η εξέγερσή μας είναι μια φωτεινή εκδήλωση αυθόρμητης δημιουργικότητας, ενέργειας και συλλογικής δουλειάς που όμοιά της δεν έχει συμβεί στη Χιλή εδώ και πολλά πολλά χρόνια.

«Γράφω προσπαθώντας να καταλάβω την πραγματικότητα. Την προσκαλώ, την αναλύω, την αμφισβητώ. Φυσιολογικά προκύπτουν διαρκώς όλο και περισσότερες ερωτήσεις και τα πάντα γίνονται πολύ περίπλοκα και δεν υπάρχουν απαντήσεις στα ερωτήματά μου. Τα βιβλία μου είναι μια πρόσκληση να διασχίσει κανείς αυτούς τους συλλογισμούς και να συνεχίσει να αμφισβητεί. Γράφω για τα θέματα που με ξεβολεύουν, που με αποσταθεροποιούν, που με ανησυχούν, που με ενοχλούν, που με γεμίζουν οργή».

Είναι η Νόνα Φερνάντες Σιλάνες, μια δυναμική και ενοχλητική φωνή από τη Χιλή, άγνωστη μέχρι πριν από δύο μήνες στο ελληνικό κοινό, η οποία έχει λειτουργήσει σαν ηλεκτρικός σπινθήρας στην πληγωμένη από την πανδημία κίνηση του ελληνικού βιβλίου, αλλά και στην κίνηση των ιδεών.

Πολυβραβευμένη συγγραφέας της γενιάς που διαδέχτηκε τον Λουίς Σεπούλβεδα, αλλά και ηθοποιός, και δραστήρια σεναριογράφος στην TV, η 49χρονη σήμερα Φερνάντες (Nona Fernandez Silanes) έγινε «χιτ» στο Instagram και σαρώνει στην ανήσυχη νεολαία και στο πολιτικοποιημένο αναγνωστικό κοινό, με ένα σύντομο, πυκνό, χαμηλότονο και καθηλωτικό υβριδικό μυθιστόρημα για τη βαριά κληρονομιά της δικτατορίας στη σύγχρονη καχεκτική δημοκρατία της Χιλής. Πρόκειται για το «Space Invaders», τίτλος δανεισμένος από ένα παλιό ηλεκτρονικό παιχνίδι επιβίωσης ενάντια στους εξωγήινους, που κυκλοφόρησε τον Μάιο από τον Gutenberg, σε μετάφραση του Κώστα Αθανασίου, με δικό του καίριο πολιτικοκοινωνικό επίμετρο.

Η συγγραφέας σχολιάζει εδώ τη λήθη και τη σιωπή γύρω από τη φυσική και συμβολική εξουδετέρωση των δημοκρατικών συνειδήσεων στη Χιλή μετά το 1980, ακόμα και αφού ο πραξικοπηματίας Πινοτσέτ εγκατέλειψε την προεδρία.

Η ίδια η Φερνάντες, τολμηρή και αποφασισμένη, συμμετείχε στις κινητοποιήσεις ενάντια στο καθεστώς Πινιέρα. Και σήμερα μεταφέρει στην «Εφ.Συν.» ένα κλίμα εξέγερσης, το κλίμα της «χιλιάνικης άνοιξης» ενάντια στα προτάγματα και στις πολιτικές του ανεξέλεγκτου νεοφιλελευθερισμού, «που ξεκίνησε από τη Χιλή και θα ήταν ένα υπέροχο συμβολικό κατόρθωμα να τον γκρεμίσουμε επίσης εδώ. Εχω εμπιστοσύνη ότι θα το κάνουμε».

• Εχετε πει ότι είστε συγγραφέας για να τα πρήζετε σε κάποιους. Ποιους εννοείτε;

Μου αρέσει να γράφω για τη σκόνη που κρύβεται κάτω απ’ το χαλί. Για τις ιστορίες που δεν αποτελούν μέρος της επίσημης αφήγησης, για τις ρωγμές αυτής της νεοφιλελεύθερης κοινωνίας που λατρεύει και απαιτεί μόνο την επιτυχία, χαρακτηριστικό της σημερινής Χιλής. Πολλές και πολλούς αυτό μπορεί να τους ενοχλεί, να τους τα πρήζει.

• Οταν ο Νέλσον Μαντέλα αποφυλακίστηκε, συνήθιζε να λέει: «Να συγχωρούμε, αλλά να μην ξεχνάμε». Ο Λουίς Σεπούλβεδα επέμενε «Δεν ξεχνάμε. Δεν συγχωρούμε». Εσείς υποστηρίζετε κάτι εξίσου ριζοσπαστικό: «Δεν συγχωρούμε. Θυμόμαστε». Είναι μια πρόταση αρκετά δύσκολη για μια κοινωνία που θέλει να κάνει μια καινούργια αρχή ή που αναζητά μια κάποια «κανονικότητα»…

Το να ξεκινάμε από την αρχή δεν σημαίνει ότι αρχίζουμε από το μηδέν. Σημαίνει ότι εγκαινιάζουμε μια νέα φάση έχοντας όμως ξεκάθαρο ποιες υπήρξαν οι καλύτερες και οι χειρότερες πράξεις μας. Αν δεν έχουμε καθαρό το παρελθόν μας, αν δεν θυμόμαστε τι έχουμε κάνει, μπορούμε να επαναλαμβάνουμε επ’ άπειρον τα ίδια λάθη χωρίς να βγαίνουμε ποτέ από την παγίδα. Ενα από τα μεγάλα προβλήματα της σημερινής Χιλής είναι αυτό: η λήθη που μας έχει κάνει από τη δικτατορία μέχρι σήμερα να βαδίζουμε σε κύκλο, να μην προχωράμε μπροστά, να επιμένουμε στα ίδια σφάλματα.

• Ως συγγραφέας, δίνετε έμφαση στη μνήμη, όπως και στις φιμωμένες φωνές, στις φιμωμένες καρδιές, στα φιμωμένα μυαλά. Στο «Space invaders», μιλάτε με νύξεις, με υπαινιγμούς, με τη γλώσσα των ονείρων. Αραγε αυτό σημαίνει ότι η αλήθεια είναι πάντα καλυμμένη ή μήπως ότι οι άνθρωποι δεν αντέχουν να την αντιμετωπίσουν;

Οπως πολύ καλά λέτε, η μνήμη είναι μία από τις εμμονές μου. Ζώντας σε τούτη τη χώρα τη χωρίς μνήμη, το να φωτίζω ιστορίες του παρελθόντος, να τις φέρνω στο σήμερα, να τις θυμίζω, έχει γίνει για μένα σχεδόν ένα λάιτ μοτίφ.

Ειδικότερα σε σχέση με το «Space invaders», η προσέγγισή μου έχει να κάνει με το ότι πιστεύω πως είμαστε δοχεία μνήμης. Οι αναμνήσεις βρίσκονται μέσα μας, ακόμα κι αν πολλές φορές δεν το ξέρουμε ή δεν θέλουμε να το αποδεχτούμε. Το ανεξέλεγκτο ασυνείδητο παίζει με όλο αυτό το υλικό που κουβαλάμε μέσα μας και μερικές φορές το απελευθερώνει με τη μορφή των ονείρων. Το «Space…» μιλάει ακριβώς γι’ αυτό: για ένα όνειρο που επανέρχεται διαρκώς από το οποίο δεν μπορεί να ξυπνήσει κανείς.

• Τι πιστεύετε ότι σημαίνουν οι πρόσφατες κινητοποιήσεις στη χώρα σας, αυτή η «χιλιάνικη άνοιξη»; Ελπίδα; Αλλαγή; Οργή; Εξέγερση; Επανάσταση;

Στις 18 Οκτωβρίου του 2019 ξεκίνησε στη Χιλή μια κοινωνική εξέγερση που ποτέ δεν είχα φανταστεί ότι θα ζούσα. Οι πολίτες, κουρασμένοι από δεκαετίες αποχαλινωμένου και καταχρηστικού νεοφιλελευθερισμού, αποφάσισαν να διαδηλώσουν διεκδικώντας αξιοπρέπεια στη ζωή τους. «Η Χιλή ξύπνησε» ήταν το σύνθημα, διότι όλη αυτή η βίαιη και επισφαλής πραγματικότητα της κάθε μέρας είχε γίνει ένας εφιάλτης ανυπόφορος.

Η εξέγερσή μας είναι μια φωτεινή εκδήλωση αυθόρμητης δημιουργικότητας, ενέργειας και συλλογικής δουλειάς που όμοιά της δεν έχει συμβεί στη Χιλή εδώ και πολλά πολλά χρόνια. Η απάντηση της κυβέρνησης Πινιέρα ακολούθησε μια δικτατορική λογική, καθώς επέβαλε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, απαγόρευση κυκλοφορίας, ενώ οι άνθρωποί της έχουν διαπράξει δολοφονίες και μία από τις πιο αδιανόητες βαρβαρότητες – τις σκόπιμες βλάβες στα μάτια. Χιλιάδες θύματα τραυματίστηκαν στα μάτια ή έχασαν την όρασή τους, κάτι που μας παραπέμπει σε σκηνές από ελληνική τραγωδία.

Τώρα, η υγειονομική κρίση έχει αποκαλύψει ακόμη περισσότερο την κοινωνική κρίση. Το κουτί της Πανδώρας έχει ανοίξει, το όνειρο τελείωσε. Η καρτ ποστάλ της “χώρας-σε-τροχιά-ανάπτυξης” βάφτηκε κόκκινη στις ζώνες υψηλής μετάδοσης του ιού, εκεί όπου η επισφάλεια και η εξαθλίωση, κρυμμένες επί δεκαετίες, συσσωρεύονται και παίρνουν τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Εκεί όπου η ανισότητα μας πνίγει σαν κύμα. Και όποιος μέχρι τις 18 Οκτωβρίου προσπερνούσε αυτήν την κατάσταση, σήμερα δεν μπορεί να συνεχίσει να την αγνοεί.

Η «χιλιάνικη άνοιξη», όπως την αποκαλείτε, είναι η απαίτηση για μια βαθιά αλλαγή προς μια διαφορετική κοινωνία, λιγότερο καταχρηστική, λιγότερο άδικη, με ένα κράτος πιο ισχυρό που δεν θα αφήνει τους πολίτες σε αυτή την απόλυτη ορφάνια. Είναι η απαίτηση για μια κοινωνία με μεγαλύτερη ισότητα, περισσότερη δημοκρατία, μια κοινωνία πιο τρυφερή, στην οποία η αξιοπρέπεια θα είναι ο κανόνας και όχι ένα προνόμιο.

• Σε πολλές χώρες της Λατινικής Αμερικής βλέπουμε ωστόσο τις δυνάμεις της Δεξιάς ή και της Ακροδεξιάς να ενισχύονται. Πώς θα εξελιχθούν οι κινητοποιήσεις στη Χιλή;

Θα σας απαντήσω από τη σκοπιά της αισιοδοξίας, επειδή πιστεύω πως είναι ο μοναδικός τρόπος απάντησης για να μην καταρρεύσει αυτή η πιθανότητα ριζικής αλλαγής στην κοινωνία όπου ζω, για να μην την αφήσουμε να χαθεί. Είναι μια πιθανότητα που θα μπορούσε να γίνει ένα μεγάλο παράδειγμα για ολόκληρο τον κόσμο, αν καταφέρουμε να την κάνουμε πράξη.

Η Χιλή υπήρξε το εργαστήριο του νεοφιλελευθερισμού, εδώ έγινε το πείραμα με αυτό το μοντέλο, στη διάρκεια της δικτατορίας, με το «δόγμα του σοκ». Με δολοφονίες, βασανιστήρια και εξαφανίσεις, κατάφεραν να το εγκαθιδρύσουν και η «χιλιάνικη δημοκρατία» το έχει διαιωνίσει και το έχει εμβαθύνει. Είμαστε η πιο νεοφιλελεύθερη χώρα στον κόσμο. Εδώ το κράτος είναι περιορισμένο και η αγορά είναι εκείνη που σχεδιάζει τις κοινωνικές πολιτικές οι οποίες, γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, είναι ανύπαρκτες.

Τώρα, σε τούτη την υγειονομική κρίση, αυτό αποδείχτηκε. Καθαρή εγκατάλειψη, καθαρή ορφάνια, καθαρή έλλειψη προστασίας για τους πολίτες και κυρίως για τα πιο λαϊκά στρώματα. Αυτός είναι ο λόγος που οι διαμαρτυρίες δεν έχουν τελειώσει, απλώς έχουν μεταφερθεί στο πεδίο της ιδιωτικής ζωής και της εικονικής πραγματικότητας για να προστατευτούμε απ’ αυτόν τον ιό.

Σήμερα η ζωή μας είναι γεμάτη από δράσεις ψηφιακές, που προφανώς έχουν μικρότερο αντίκτυπο από τις συνεχείς διαδηλώσεις στον δρόμο οι οποίες είχαν αποσταθεροποιήσει την κυβέρνηση κατά τους πέντε μήνες της εξέγερσης. Ομως αυτό που περιμένουμε είναι να γυρίσουμε στους δρόμους.

Σήμερα συσσωρεύουμε οργή και θλίψη. Είμαστε μια τεράστια συλλογικότητα που περιμένει το τέλος της υγειονομικής κρίσης για να αρχίσει πάλι να δρα με μεγαλύτερη ορμή. Από τη Χιλή ξεκίνησε ο ανεξέλεγκτος νεοφιλελευθερισμός και θα ήταν ένα υπέροχο συμβολικό κατόρθωμα να τον γκρεμίσουμε επίσης εδώ. Εχω εμπιστοσύνη ότι θα το κάνουμε.

• Πιστεύετε πως οι δημιουργοί έχουν κάποιον ειδικό ρόλο στον αγώνα για έναν κόσμο καλύτερο;

Πιστεύω πως όλες και όλοι οι πολίτες αυτού του πλανήτη έχουμε την ευθύνη να κάνουμε τούτον τον κόσμο κάπως καλύτερο. Εμείς που γράφουμε το κάνουμε από το δικό μας μετερίζι, εκείνοι που έχουν άλλο επάγγελμα οφείλουν να το κάνουν από το δικό τους. Οι συγγραφείς, γυναίκες και άνδρες, είμαστε κατά κάποιον τρόπο άνθρωποι της επικοινωνίας κι αυτό μας δίνει μεγαλύτερη ευθύνη, όμως η προσπάθεια να γίνει η μεγάλη στροφή που χρειαζόμαστε είναι συλλογική. Χρειάζεται τη δράση όλων.

«Η γενιά μου είναι πολύ επικριτική απέναντι στο λατινοαμερικάνικο “μπουμ”»

Στη συνέντευξή της, που τη μετέφρασε για την «Εφ.Συν.» ο Κώστας Αθανασίου, η Νόνα Φερνάντες Σιλάνες αποκάλυψε ότι είχε τριγυρίσει στην Ελλάδα για ένα εξάμηνο το 1996 και ότι έχει παρακολουθήσει «με μεγάλο ενδιαφέρον όλη την πρόσφατη πολιτική διαδικασία που έχετε ζήσει.» Οσο για τις καλλιτεχνικές της προτιμήσεις, δηλώνει πως «ένας από τους αγαπημένους μου σκηνοθέτες είναι Ελληνας: ο Γιώργος Λάνθιμος!»

• Το επόμενο βιβλίο σας που μεταφράζεται στα ελληνικά, «Η ζώνη του λυκόφωτος» (εκδ. Gutenberg), πραγματεύεται ένα θέμα πολύ λεπτό με πρωταγωνιστή έναν βασανιστή. Γιατί ασχοληθήκατε μ’ αυτό;

Από τότε που ήμουν μικρό κορίτσι και τον είχα δει στο εξώφυλλο ενός περιοδικού, με είχε υπνωτίσει η μορφή του Αντρές Βαλενσουέλα Μοράλες, του Ελ Παπούδο, του «Ανθρώπου που βασάνιζε», όπως τον αποκαλώ στο βιβλίο. Ηθελα να γράψω γι’ αυτόν τον παράξενο και αινιγματικό άνθρωπο, έναν πράκτορα των μυστικών υπηρεσιών της δικτατορίας του Πινοτσέτ που αποφάσισε να διηγηθεί στους εχθρούς του όλα όσα γνώριζε, μέσα στην καρδιά της δικτατορίας, όταν το να μιλήσει κάποιος και να αποσκιρτήσει συνεπαγόταν θάνατο.

Υπήρχε εκεί μια χειρονομία ανθρωπιάς, διαύγειας μέσα στην καταστροφή, που με γοήτευε να την αφηγηθώ. Κυρίως επειδή η πρόσφατη ιστορία της Χιλής αποτυπώνεται με άσπρο και μαύρο, με πολύ λίγα γκρίζα, έτσι ώστε είναι εύκολο να τακτοποιήσει κανείς τη συνείδησή του και να πάρει αποστάσεις από το κακό, να το βλέπει κάπου έξω, κάπου μακριά, κι αυτό είναι πολύ βολικό, έτσι δεν είναι;

Αυτός ο άνθρωπος είναι κάτι γκρίζο, θύμα και θύτης, αχρείος και ήρωας, ένα πλάσμα αταξινόμητο, μισό τέρας και μισό άγγελος. Στη Χιλή εξακολουθούν ακόμα να ισχύουν πολλές συμφωνίες σιωπής ανάμεσα στους στρατιωτικούς, γεγονός που λειτουργεί σαν εμπόδιο για τη δικαιοσύνη αλλά και για τη γαλήνη των οικογενειών των θυμάτων. Είναι μια τρομακτική πληγή που δεν παύει να πυορροεί. Γι’ αυτό, το να εστιάσω σ’ αυτή την ιστορία του παρόντος μού φάνηκε καίριο και ερεθιστικό. Ετσι πήρα τον δρόμο της «Ζώνης του λυκόφωτος».

• Η Λατινική Αμερική έχει αναδείξει στο παρελθόν ονόματα εμβληματικά για την παγκόσμια λογοτεχνία, διάσημα στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ, με απήχηση στην αγορά. Παρ’ όλα αυτά υπάρχουν συγγραφείς των νεότερων γενεών που προσπαθούν να βγουν από τη σκιά τους. Ποια είναι η δική σας σχέση με αυτή την κληρονομιά;

Είτε μας αρέσει είτε όχι, οι σύγχρονοι συγγραφείς, γυναίκες και άνδρες, είμαστε κομμάτι ενός μεγάλου οικοδομήματος από γνώσεις και γράμματα και αφηγήσεις που ξεκίνησε πριν από πολύ πολύ καιρό. Εγώ αισθάνομαι ένας ακόμα κρίκος σε αυτή τη διαδρομή, δεν με ενδιαφέρει να κόψω αυτούς τους δεσμούς.

Το λατινοαμερικάνικο μπουμ, που υπήρξε και συνεχίζει να είναι το μεγάλο διαβατήριο της λατινοαμερικάνικης λογοτεχνίας, ήταν μια επικοινωνιακή και εμπορική επιχείρηση που κατέληξε να τυποποιήσει τη λατινοαμερικάνικη λογοτεχνία σε συγκεκριμένους κανόνες. Για να μην αναφέρουμε και το ότι άφηνε απ’ έξω τις γυναίκες συγγραφείς, καθώς ήταν μια επιχείρηση βαθιά ανδροκρατούμενη.

Πολλοί περιμένουν κάτι παρόμοιο από τους νεότερους Λατινοαμερικάνους συγγραφείς, γυναίκες και άνδρες, όμως εδώ η λογοτεχνία είναι πολυποίκιλη και πολύ ζωηρή, δεν ακολουθεί ένα μόνο υπόδειγμα ή αισθητικό παράδειγμα. Η γενιά μου είναι λοιπόν πολύ επικριτική απέναντι σ’ αυτή την εμπορική και επικοινωνιακή διαδικασία, την οποία εξακολουθεί να υποστηρίζει και ένα μέρος της κριτικής. Από την άλλη, αυτό σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει πως οι συγγραφείς του μπουμ δεν ήταν μεγάλοι συγγραφείς. Πολλοί απ’ αυτούς έχουν αποτελέσει θεμελιώδεις αναγνώσεις για μένα.

«Λεηλατούν το νερό μας, τα δάση μας, τη θάλασσά μας, τα ορυκτά μας»

Σήμερα η Χιλή οδεύει προς ένα δημοψήφισμα για ένα καινούργιο Σύνταγμα που θα αντικαταστήσει το Σύνταγμα του Αουγκούστο Πινοτσέτ. Αναγκάστηκε να το παραχωρήσει ο νεοφιλελεύθερος πρόεδρος (και εκατομμυριούχος) Σεμπαστιάν Πινιέρα, κάτω από την πίεση των κινητοποιήσεων, και έχει (ξανά) προγραμματιστεί για τις 25 Οκτωβρίου 2020 ως πρώτο στάδιο μιας διαδικασίας που θα ολοκληρωθεί το 2022.

Τι σημαίνει όμως για την καθημερινότητα των Χιλιανών μια δημοκρατία με τόσο βαθιές ουλές από τη δικτατορία; Αραγε η «εύκολη σκανδάλη» (gatillo facil) και η καταστολή είναι μόνο μια κληρονομιά από το παρελθόν της δικτατορίας ή και ένα σκληρό παρόν;

«Θα μπορούσα να γράψω βιβλίο γι’ αυτή την ερώτηση» απαντά η Νόνα Φερνάντες, «αλλά θα αποπειραθώ τουλάχιστον να εξηγήσω γιατί είναι τόσο σημαντική η αλλαγή του Συντάγματός μας. Πρώτον, επειδή είναι ένα Σύνταγμα παράνομο, γραμμένο από τη δικτατορία και ψηφισμένο το 1980 σε ένα δημοψήφισμα γελοίο, χωρίς καμία δημοκρατική εγγύηση. Καμία δημοκρατία που σέβεται το όνομά της δεν μπορεί να διατηρεί ένα δικτατορικό Σύνταγμα. Δεύτερον, διότι είναι ένα Σύνταγμα φτιαγμένο για να εγγυάται και να προστατεύει το νεοφιλελεύθερο σύστημα που αφήνει στο κράτος έναν ρόλο επικουρικό, που σημαίνει ότι το κράτος ενεργεί μόνον όταν δεν ενεργεί η ιδιωτική πρωτοβουλία.

Ετσι, η υγεία, η κατοικία, η παιδεία, οι μεταφορές, οι συντάξεις, για να αναφέρω μόνον ορισμένες από τις βασικές ανάγκες οποιουδήποτε πληθυσμού, βρίσκονται στα χέρια ιδιωτών και η πρόσβαση σ’ αυτές είναι ανέφικτη για το 80% των πολιτών, που ζουν καταχρεωμένοι για να μπορούν να πληρώνουν τους ιδιώτες για τα βασικά δικαιώματα της διαβίωσής τους.

»Το κράτος της Χιλής επενδύει τα ελάχιστα, κι αυτό μεταφράζεται σε έναν δημόσιο τομέα πολύ επισφαλή που δεν είναι σε θέση να φροντίσει ούτε καν τους άπορους που δεν έχουν τη δυνατότητα να χρεωθούν στον ιδιωτικό τομέα. Αυτό μεταφράζεται σε μεγάλες ουρές στα ιατρεία, σε ανθρώπους που πεθαίνουν προτού τους δει γιατρός. Μεταφράζεται στις άθλιες συντάξεις των παππούδων μας και στην καταθλιπτική κατάσταση της δημόσιας παιδείας μας.

Μεταφράζεται στη γελοία συγκέντρωση προνομίων σε μια μικρή ομάδα. Μεταφράζεται στη λεηλασία που υφιστάμεθα όταν παίρνουν το νερό μας, τα δάση μας, τη θάλασσά μας, τα ορυκτά μας, όταν χτίζουν πανεπιστήμια, κολέγια, κλινικές, εμπορικά κέντρα που μας έχουν βυθίσει στα χρέη για όλη μας τη ζωή.

»Και σε όλα αυτά έρχεται να προστεθεί η διαρκής συγκάλυψη-αποσιώπηση της παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που στη Χιλή εφαρμόζεται ως κανονικότητα στην περιοχή του Ουαλμάπου, τη γη των Μαπούτσε, μια περιοχή στρατιωτικοποιημένη ώστε να προστατεύονται οι εταιρείες ξυλείας που παρακάμπτουν τους ιδιοκτήτες της γης για να συνεχίζουν το εμπόριο με τις βιομηχανίες χαρτιού. Αλλά και τους πέντε μήνες της εξέγερσης παρέμειναν αόρατες οι παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων με συλλήψεις, βιασμούς, δολοφονίες και σκόπιμες βλάβες στα μάτια των διαδηλωτών…».

Μικέλα Χαρτουλάρη

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών