Συνέντευξη του Νίκου Βούτση στην Εφημερίδα των Συντακτών και τον Δημήτρη Τερζή
1. Πώς κρίνετε τις τοποθετήσεις των στελεχών της κυβέρνησης το προηγούμενο τριήμερο στη Βουλή και ειδικά εκείνη του υπουργών των Τεμπών, κ. Καραμανλή;
Οι τοποθετήσεις των κορυφαίων υπουργών και η καταληκτική ομιλία του κ. Μητσοτάκη, ο οποίος κάλυψε πλήρως τον κ. Καραμανλή αλλά και τα σαθρά επιχειρήματα και τις λεκτικές αθλιότητες των υπουργών του είναι ο καθρέπτης μιας κυβέρνησης, ενός καθεστώτος που δοκιμάζεται και παραπαίει με εμφανή τα δείγματα αλαζονείας και κυνισμού.
Ένα καθεστώς εθισμένο να χειραγωγεί με κάθε τρόπο την κοινή γνώμη και υπόλογο για σοβαρά πλήγματα στο κράτος δικαίου σε πολλές περιπτώσεις υπονόμευσης βασικών συνταγματικών προνοιών. Υπονόμευση και ακύρωση των Ανεξάρτητων Αρχών, ευνουχισμό των Εξεταστικών Επιτροπών που εισηγείται η μειοψηφία της Βουλής, ευθείες παραβιάσεις άρθρων για τη δημόσια παιδεία και τη δημόσια υγεία, απροκάλυπτη παραβίαση της αρχής της διάκρισης των εξουσιών, παρεμβάσεις στη λειτουργία των ΜΜΕ, αδιαφανείς οικονομικές συναλλαγές.
2. Πολλοί αναρωτήθηκαν τι ακριβώς θα μπορούσε πραγματικά να προσφέρει μια πρόταση δυσπιστίας, πέρα από το να καταφέρει να συσπειρώσει το κυβερνών κόμμα και μάλιστα λίγους μήνες πριν τις ευρωεκλογές. Η δική σας εμπειρία τι απαντά σε αυτό;
Νομίζω ότι η απάντηση δόθηκε και ήταν πολύ πειστική από την ίδια τη διεξαγωγή αυτής της πολύ χρήσιμης διαδικασίας. Η συζήτηση που έγινε ήταν πλήρως αποκαλυπτική για την κοινή γνώμη και πολιτικά επώδυνη για την κυβέρνηση και τον κ. Μητσοτάκη προσωπικά. Αντί της συνήθους «συσπείρωσης» υπήρξε αποπομπή δύο υπουργών ενώ η κυβέρνηση εκτέθηκε με το διάτρητο αφήγημα που ανέδειξε τη συγκάλυψη για το έγκλημα των Τεμπών. Ταυτόχρονα υπήρξε ενθάρρυνση για την αναζήτηση της αλήθειας πέραν των «στεγανών χειραγώγησης» της κοινής γνώμης την πρόσφατη πενταετία.
Η παράταξη του «Μένουμε Ευρώπη» βρίσκεται στα χαρακώματα απέναντι στους πιο αρμόδιους κοινοβουλευτικούς και δικαστικούς θεσμούς της Ε.Ε, απέναντι σε πλειοψηφικά πορίσματα και ψηφίσματα που αφορούν στις συνθήκες λειτουργίας των ΜΜΕ μέχρι τις πολλαπλές ευθύνες και παραλείψεις για το ναυάγιο- έγκλημα στην Πύλο.
Αποκαλύφθηκαν και έμειναν αναπάντητα τα πολλαπλά πλήγματα που έχει επιφέρει η κυβέρνηση Μητσοτάκη στο κράτος δικαίου. Ο πρωθυπουργός μας παρουσίασε απάντηση του Αρείου Πάγου (!) προς τους Ευρωπαϊκούς θεσμούς, καλύπτοντας ολιγωρίες και προφανή συνέργεια στη συγκάλυψη από πλευράς εισαγγελικών λειτουργών με κορυφαίο το ζήτημα των υποκλοπών για το οποίο επί μία τριετία ουδείς έχει κληθεί ως ύποπτος ή ενεχόμενος για να «λάμψει η αλήθεια».
Η αντιπαράθεση με το ΒΗΜΑ και την ιδιοκτησία του υπήρξε σφοδρή αλλά και αποκαλυπτική γιατί τα παράκεντρα, τα οποία σήμερα μέμφεται και εναντίον των οποίων ξιφουλκεί ο κ. Μητσοτάκης, επί πενταετία προσέφεραν αμέριστη και πρωτοφανή υποστήριξη όπως του υπέμνησε δημόσια η πλευρά του εκδότη-ολιγάρχη χωρίς να αισθανθεί την ανάγκη να το σχολιάσει ο πρωθυπουργός.
3. Το 2018 η τότε αντιπολίτευση κατηγορούσε την κυβέρνηση για συγκάλυψη στην τραγωδία που συνέβη στο Μάτι. Σήμερα, οι ρόλοι έχουν αντιστραφεί και σχεδόν σύσσωμη η αντιπολίτευση κατηγορεί την κυβέρνηση για συγκάλυψη στα Τέμπη. Κάπως έτσι περνάει ένα μήνυμα στην κοινωνία ότι κανείς δεν αναλαμβάνει τις ευθύνες που του αναλογούν, ότι όλοι ίδιοι είναι και απαξιώνεται τόσο η πολιτική όσο και η δικαιοσύνη. Πού οδηγεί αυτό και που σταματάει, αν όντως υπάρχει ένα τέλος σε κάτι τέτοιο;
Μεγαλύτερη τιμή σήμερα από τον λεγόμενο «λαϊκό παράγοντα» που παρεμβαίνει στις εξελίξεις ως κοινωνική αντιπολίτευση είναι η συλλογή περίπου ενάμιση εκατομμυρίου υπογραφών, που πυροδότησε και τις πρόσφατες εξελίξεις για να μην περιπέσει στη λήθη και να μην αποκρυφτούν οι ευθύνες για το έγκλημα των Τεμπών λόγω του εκλογικού 41%.
Οι δυνάμεις της δημοκρατικής Αντιπολίτευσης αφουγκράστηκαν και ακολούθησαν αυτή τη λαϊκή επιταγή, η οποία προφανώς ήταν απέναντι στο πολιτικό σύστημα εν συνόλω και υπερβαίνει τα όρια μιας συστηματικής απαξίωσης τόσο της πολιτικής όσο και της δικαιοσύνης, στην οποία ιδιαίτερα η Δεξιά επιδίδεται για την απρόσκοπτη διαχείριση μιας ακραίας νεοφιλελεύθερης πολιτικής διεθνώς, όχι μόνο στην Ελλάδα.
Η κοινωνία αφυπνίζεται και δεν δέχεται το καλούπι για επιβίωση μέσω των μειωμένων προσδοκιών. Σε αυτό το πλαίσιο όλοι κρίνονται, κόμματα και πολιτικοί μέσα σε ένα περιβάλλον που κυριαρχούν διεθνώς επιμένω, η συγκάλυψη των ευθυνών, η τοξικότητα, η μεταπολιτική που στηρίζεται στην «επικοινωνιακή ατάκα», το λαϊκισμό και την εντυπωσιοθηρία.
Μόνο η ριζοσπαστικοποίηση της κοινωνίας μπορεί να σπάσει αυτό το πολιτικό περιβάλλον, χωρίς «ανάθεση» και χωρίς «παραίτηση» και βεβαίως χωρίς την επιλογή της ακροδεξιάς ως εναλλακτικής διεξόδου.
Υποστηρίζω τη διακριτότητα και την αξιακή-ηθική αναγκαία επιμονή της Αριστεράς για να αλλάξει αυτό το πολιτικό τοπίο και τα στερεότυπά του στη χώρα μας.
4. Θα επικαλεστώ και πάλι την εμπειρία σας για την επόμενη ερώτηση. Πώς γίνεται μια κυβέρνηση με εμπλοκή στο σκάνδαλο των υποκλοπών, με διαρροές προσωπικών δεδομένων πολιτών, που κουβαλάει τα Τέμπη, την μισή Εύβοια καμένη, μια ευρωπαϊκή καταδίκη για το κράτος δικαίου στη χώρα, με την ακρίβεια να σαρώνει τα νοικοκυριά, να παίρνει 41% στις εκλογές αλλά και σε όλες τις δημοσκοπήσεις -να έχει μεν φθορά- αλλά να μην απειλείται από τους αντιπάλους της;
Προσθέτω στα παραπάνω το μεγάλο θέμα του τεράστιου και αδιαφανούς ράλι των εξοπλισμών και την υπονόμευση όλων των δημόσιων περιουσιακών στοιχείων και των δημόσιων πολιτικών, αλλά και των δικαιωμάτων των εργαζομένων στο πλαίσιο των κατακτήσεων που μας κληροδότησε η πενηντάχρονη μεταπολίτευση.
Στην ερμηνεία της κυριαρχίας, παρά τη φθορά της κυβέρνησης, δεν πρέπει να μείνουμε στο προφανές της συγκάλυψης από την πλειοψηφία των συστημικών Μέσων όλων των αδυναμιών και των κυβερνητικών ατοπημάτων. Πρέπει όμως όλοι να διδαχθούν -αυτό αφορά και τη δικιά μας Αριστερά- από τη μελέτη των σύγχρονων κοινωνιών, ιδιαίτερα μετά την πανδημία, και ενόψει των διλλημάτων και του φόβου που ενυπάρχουν στην επενέργεια πολλαπλών κρίσεων στη ζωή και το μέλλον των πολιτών. Επιπλέον βέβαια πρέπει να επισημάνουμε τις μεγάλες ευθύνες των πολιτικών δυνάμεων της δημοκρατικής αντιπολίτευσης που αρνήθηκαν το προφανές, δηλαδή τη συνεργασία στις εκλογές με το σύστημα της απλής αναλογικής. Δεν είμαστε κι εμείς άμοιροι ευθυνών, αλλά εντελώς διαφορετικής τάξης, στη μη αξιοποίηση αυτής της εναλλακτικής διεξόδου διακυβέρνησης.
5. Ποιος είναι ο πήχης της Νέας Αριστεράς για τις ευρωεκλογές; Σε περίπτωση αποτυχίας στην κάλπη τι πρέπει να γίνει ώστε να αντιστραφεί το κλίμα στις επόμενες εθνικές εκλογές;
Είμαι αισιόδοξος ότι η ΝΕΑ ΑΡΙΣΤΕΡΑ θα εκπροσωπηθεί στο Ευρωκοινοβούλιο και ότι θα διαδραματίσει ένα σημαντικό ρόλο για την αναθεμελίωση της Αριστεράς των κινημάτων και της αναζήτησης προγραμματικής διεξόδου στη διακυβέρνηση.
Προτεραιότητες όπου ήδη υπάρχουν δείγματα γραφής είναι η σοβαρή και μαχητική επί της ουσίας αντιπολίτευση, είναι η πολλαπλή ενθάρρυνση για τη στήριξη και ανάπτυξη μαζικών αγώνων, είναι η ιδεολογική και πολιτική παρέμβαση για τη ριζοσπαστικοποίηση της κοινωνίας και τα δικαιώματα των πολιτών.
Είναι εντέλει η εμμονή στις αξίες, στις παραδόσεις, το ταυτοτικό πολιτικό πλαίσιο της σύγχρονης, της Ανανεωτικής και Ριζοσπαστικής Αριστεράς. Μια διακριτή πολιτική δύναμη, ανοικτή σε κοινωνικές αλλά και σε πολιτικές συγκλίσεις, χωρίς περιδίνηση περί το Κέντρο, με μέτωπα προς την πατριδοκαπηλία, το ρατσισμό και την αντιμεταναστευτική και αντιπροσφυγική πολιτική, σε πλήρη αντίστιξη βεβαίως με τις αερολογίες για την ικανοποίηση «του ονείρου όλων των Ελλήνων».
Εφημερίδα των Συντακτών