Συνεντεύξεις

Νίκος Βούτσης: Ο ωμός καθεστωτισμός δοκιμάζει το αφήγημα της κυβερνητικής πολιτικής

Συζήτηση με τον Μπάμπη Γεωργούλα και τον Παύλο Κλαυδιανό

 

Η συγκυρία κυριαρχείται από δύο ζητήματα που δυσκολεύουν την κυβέρνηση: ελληνοτουρκικές σχέσεις και προσφυγικό. Ξαφνικά, όμως, διογκώθηκαν όσα συμβαίνουν στην προανακριτική. Τι δηλοί;
Δεν είναι ασύνδετα, νομίζω, θέματα αν και προφανώς, εντελώς διαφορετικά. Αυτό που συνδέει τα αδιέξοδα, όπου η ίδια η πολιτική της κυβέρνησης οδήγησε εκεί στο μείζον μεταναστευτικό – προσφυγικό ζήτημα, είναι ότι μια πτέρυγα της ΝΔ προσπαθεί να αξιοποιήσει αυτό το στρίμωγμα, βάζοντας, ενδεχομένως, κάποιους όρους για να αλλάξουν τα δεδομένα, με βάση τα οποία έγινε απλώς προανακριτική επιτροπή για τον κ. Παπαγγελόπουλο και όχι εξεταστική, όπως ζητούσε ο κ. Σαμαράς και μεγάλο μέρος της κοινοβουλευτικής ομάδας, που θα έπιανε το σύνολο, δήθεν, της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ μέχρι και τον πρωθυπουργό. Δεν είναι, λοιπόν, επικοινωνιακός περισπασμός. Η όξυνση για τους προστατευόμενους μάρτυρες θέλει να οδηγήσει σε μια πανηγυρική, υπέρ της κυβέρνησης, συγκάλυψη της υπόθεσης Novartis και των ευθυνών πολιτικών προσώπων. Έχει να κάνει με μια επιδίωξη της ακροδεξιάς πτέρυγας της ΝΔ –με επικεφαλής τον κ. Σαμαρά, αφού δεν υπήρξε ικανοποίησή του σε άλλα θέματα πολιτικής και ρόλους– η οποία επαναφέρει τη γραμμή της διεύρυνσης του κατηγορητηρίου. Βέβαια δεν είναι ακριβώς συγκοινωνούντα δοχεία, δεν μιλάω συνομωσιολογικά. Βλέπουμε, όμως, δύο πολιτικές τάσεις μπροστά στο αδιέξοδο σε ένα κορυφαίο ζήτημα, το προσφυγικό, το οποίο περιμένουμε άνοιξη και καλοκαίρι να επιδεινωθεί. Δύο διαφορετικές γραμμές γι’ αυτό το θέμα συνδυάζονται με την προσπάθεια που γίνεται να αλλάξουν τα δεδομένα για την προανακριτική επιτροπή. Γι’ αυτό είναι άκρως επικίνδυνο ό,τι βλέπουμε, αν το δει κανείς ως ένα συνολικό πακέτο αντιφάσεων της κυβερνητικής πολιτικής.

Άρα το ότι δεν παρεμβαίνει ο Κ. Μητσοτάκης έχει δυο ερμηνείες.
Προφανώς. Η κ. Μπακογιάννη, θυμίζω, είχε πει να μην γίνει καν εξεταστική επιτροπή, ούτε για τον κ. Παπαγγελόπουλο, επειδή δεν είναι πλέον βουλευτής. Γνώριζε, προφανώς, πέραν του ότι δεν είναι σκευωρία του ΣΥΡΙΖΑ, ότι υπάρχουν πολύ διαφορετικές απόψεις για το χειρισμό των θεμάτων σε σχέση με την αντιπολίτευση και σε σχέση με τη δικαίωση κορυφαίων στελεχών της παράταξης για ενδεχόμενες ευθύνες, αν και για τον κ. Σαμαρά η υπόθεση έχει μπει στο αρχείο. Με βάση την ανάλυση που έκανα πριν, η όξυνση απηχεί τις απόψεις μεγάλου μέρους στελεχών της ΝΔ. Γι’ αυτό, πιστεύω, σωστά παρενέβη και η κορυφή του κόμματος, ο Αλέξης Τσίπρας, και ζήτησε από τον πρωθυπουργό να τοποθετηθεί. Ο κ. Μητσοτάκης όλες αυτές τις μέρες δεν υπάρχει. Η ανάλυση, περί συγκοινωνούντων δοχείων που κάναμε είναι, δυστυχώς, αληθής.

Ζητήματα ήθους και ύφους της εξουσίας

Υπάρχει αναταραχή στη ΝΔ λόγω των δυσκολιών που συναντά η πολιτική της; Δημιουργούνται ρήγματα πριν απ’ όλα στο δικό της κόσμο.
Ναι, είναι σωστό. Θα προσθέσω, μάλιστα, στο προσφυγικό και τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και τις Πρέσπες. Συνολικά η διακυβέρνηση έχει, σαφώς, υποχωρήσει απ΄ τη ρητορική και τις φούσκες του επιτελικού κράτους κτλ. Αυτό επιστρέφει στο εσωτερικό της, σε μεγάλο βαθμό, ως πρόβλημα. Διότι το πώς φθάσαμε στη χρεοκοπία προφανώς περιλάμβανε και την έννοια της αδιαφάνειας, της αναξιοκρατίας, του πελατειακού κράτους ως δίδαγμα, με τον ένα ή άλλο τρόπο, έχει κατασταλάξει και εντός της ΝΔ μετά από δέκα χρόνια. Άρα, όταν βλέπω να διπλασιάζεται ο μισθός του προέδρου του ΔΣ της ΕΥΔΑΠ, από 54.000 ευρώ στα 117.000, ή το τι συνέβη με τους διοικητές των νοσοκομείων, την άκρως αντιθεσμική συμπεριφορά με καταργήσεις ανεξάρτητων αρχών, την επαναλειτουργία τους στο όνομα και μόνο του απόλυτου ελέγχου, είναι ζητήματα που αφορούν το ήθος και το ύφος της εξουσίας, κάτι πολύ σημαντικό. Επίσης είναι σαφές ότι αυτούς τους επτά μήνες αυτό που κάνουν, είναι να εξοφλούν γραμμάτια στο αντιΣΥΡΙΖΑ κοινωνικό μέτωπο (μιντιάρχες, ολιγάρχες, σχολάρχες κτλ), δημιουργώντας σύγκρουση συμφερόντων. Έρχονται, δηλαδή, στην επιφάνεια σε ποιους ήδη έχουν εξοφληθεί και σε ποιους όχι γραμμάτια, σε ποιους ανοίγουν δουλειές. Αυτά, εξάλλου, είναι στη λογική της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής. Είναι επιπλέον λόγος, λοιπόν, ο ωμός καθεστωτισμός, ο οποίος αν δεν τορπιλίζει, πάντως δοκιμάζει το αφήγημα της κυβερνητικής πολιτικής.

Υπάρχει, όμως, πέραν του κοινωνικού, και το πολιτικό αντιΣΥΡΙΖΑ μέτωπο. Η ΝΔ επιδιώκει να το συντηρεί. Πώς το αξιολογείς;
Το πολιτικό αντέχει, αλλά δεν πιστεύω, δίνω ελάχιστες πιθανότητες να έχουμε πολιτικές εξελίξεις άμεσα τα επόμενα χρόνια, πχ διπλές εκλογές. Ως πρόβλεψη είναι εντελώς λάθος, πρώτον διότι η ΝΔ έχει 158 βουλευτές συν 10 του κ. Βελόπουλου, εμείς κυβερνήσαμε 4,5 χρόνια στο όριο των 150. Δεν κινδυνεύει άμεσα από ρήξεις τέτοιες που θα την οδηγούσαν σε κάλπες. Δεύτερον, πιστεύω, και οι ίδιοι πείστηκαν, όπως είδαμε από την πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση για την απλή αναλογική, ότι το σχέδιο για διπλές κάλπες είναι εκτός πολιτικής λογικής. Δεν υπάρχει καμία περίπτωση να πάμε σε αιφνίδιες εκλογές, δηλαδή πέραν της συνταγματικής πρόνοιας, και να πεισθεί να πάει ο λαός να ψηφίσει και να δώσει τη δύναμη στον Μητσοτάκη να ξανακάνει εκλογές σε ένα μήνα! Η απλή αναλογική, εν τω μεταξύ, έχει μεγάλη υποστήριξη στους πολίτες.

Τεκμηριωμένη αντιπολίτευση

Επικρίνεται η αντιπολίτευση που κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ ως αποσπασματική, εστιασμένη σε δευτερεύοντα ζητήματα, παρά το ότι, πρόσφατα, έχει πυκνώσει τις παρεμβάσεις του σε κοινωνικά θέματα. Είναι δίκαιο;
Όχι, σε τρία κορυφαία ζητήματα υπήρξαν άμεσα αντανακλαστικά και αντιδράσεις: Αυταρχισμός και καταστολή. Εξωτερικά θέματα, όπως ταξίδι στις ΗΠΑ, απουσία μας από το Βερολίνο, ΑΟΖ κτλ. Τρίτον, κοινωνικά θέματα, που ίσως με μια καθυστέρηση –εδώ μπορεί κανείς να τη συζητήσει– έχουν μπει στην πρώτη γραμμή από τον Αύγουστο με την τροπολογία Βρούτση, που επιχείρησε την κατεδάφιση εργασιακών δικαιωμάτων και διεκδικήσεων. Τώρα ασφαλιστικό, κατώτατος μισθός και γενικά ο εργασιακός μεσαίωνας που οικοδομείται, με ιδιαίτερη πτυχή τις ιδιωτικοποιήσεις σε παιδεία και υγεία, με τα κολέγια και τα ΣΔΙΤ αντίστοιχα. Συμπερασματικά, αν εννοούμε ότι δεν έχουμε σηκώσει πάρα πολύ τους τόνους στο όριο της μη τεκμηριωμένης αντιπολίτευσης ή της ύβρεως…

…Όχι βέβαια, μιλώ για κριτική από την αντίθετη, εντελώς, κατεύθυνση.
Δεν εννοώ αυτούς, υπάρχουν άλλοι πολλοί που χρησιμοποιούν την ίδια φράση -«είναι απών ο ΣΥΡΙΖΑ»- επειδή δεν γίναμε όλοι αμετροεπείς και επικριτές χωρίς τεκμήρια. Διότι τέτοιοι υπάρχουν, ιδιαίτερα σε ΝΔ και ΚΙΝΑΛ, που ασκούνται ακόμα και σήμερα σε λαϊκίστικη αντιπολίτευση προς την αντιπολίτευση!

Ριζοσπαστικό και ρεαλιστικό πρόγραμμα

Εννοώ και αυτούς που επισημαίνουν ότι λείπει ο προγραμματικός λόγος, η προοπτική, όπως και προεκλογικά.
Το προγραμματικό σημείο, είναι σωστή η κριτική, είναι υπό δοκιμασία. Χρειάζεται μια ανασύσταση με όρους ρεαλιστικούς, όμως, διότι λίγους μήνες πριν ήμασταν κυβέρνηση. Δηλαδή, πράγματα που είχαμε τότε νομοθετήσει εμείς, μερικά υπό τον εξαναγκασμό των μνημονίων, δεν είναι τώρα εύκολο να πούμε «δεν μας αφορά». Και εδώ πρέπει να αναδείξουμε ρεαλιστικά, υπεύθυνα και εν όψει της συζήτησης του προγράμματος για το συνέδριο, να βρούμε τις ισορροπίες, στη βάση των δικών μας αξιών και μεροληψίας, που να είναι πειστικό. Όντως, το πρόγραμμά μας πρέπει να είναι και ριζοσπαστικό, έχοντας επίγνωση ότι έχει κλείσει η τυπική μνημονιακή περίοδος, αλλά λαμβάνοντας υπόψη, επίσης, τις δεσμεύσεις και κατακτήσεις μας ως κυβέρνηση. Να είναι ριζοσπαστικό και ταυτόχρονα πειστικό.

Ο απολογισμός με την ειλικρίνεια και ευστοχία του, όπως φαίνεται, παίζει πολύ ευεργετικό ρόλο στις οργανώσεις του κόμματος και τους φίλους του. Το είδαμε και στη συνεδρίαση της Κ.Ε. Παραδόξως, θα λέγαμε, αντιπολίτευση και φιλοκυβερνητικός Τύπος δεν κερδοσκόπησαν πάνω στις κριτικές παραδοχές και δύσκολα σημεία του. Πώς το ερμηνεύεις;
Καταρχάς, να πούμε ότι ήταν σωστή η επιμονή πολλών στελεχών να γίνει απολογισμός χωρίς, βέβαια, προσωποποιήσεις, αλλά και με βαθιά ματιά πάνω στην κρίσιμη εμπειρία της επταετίας. Ένας τέτοιος απολογισμός είναι κατάκτηση. Δεύτερον, είναι έξοχος διότι εμπεριέχει, σε ψηφίδες, όλα τα ζητήματα που το απλό μας μέλος ή ψηφοφόρος τα έχει θέσει στον εαυτό του ως αυταπάτες, ερωτήματα, ιδέες, σκέψεις κτλ. Μπορεί να μην απαντώνται με τον τρόπο που θέλει ο καθένας, αλλά είναι κείμενο που σέβεται αυτή την αγωνία. Η κατάφαση του κόσμου μας, δηλαδή, είναι ακριβώς αυτό: διέκρινε στο κείμενο ένα σεβασμό. Οι αντίπαλοι δεν μπόρεσαν να το επωφεληθούν, διότι είναι –πιστεύω– ηθικοπολιτικό εργαλείο πολύ ουσιαστικό απέναντι στην κρίση του κομματικού φαινομένου που στην ελληνική περίπτωση, λόγω της κρίσης, πήρε και χαρακτήρα χρεοκοπίας του πολιτικού συστήματος. Είναι ένα πολύ μεγάλο μας όπλο απέναντι σε κόμματα, αρχηγικά, με προγραμματικά δάνεια, χωρίς ίχνος αυτοκριτικής για το πώς οδήγησαν τη χώρα σε χρεοκοπία. Το ότι «Βήμα» και «Καθημερινή» το ανέδειξαν πρώτο θέμα δείχνει, ίσως, μια συστημική υπόδειξη: για να σταθεί στα πόδια του το πολιτικό σύστημα, οι αστικές δυνάμεις θα πρέπει με παρόμοιο τρόπο να επιχειρήσουν να δουν το δικό τους απολογισμό, καθώς μάλιστα σε αυτόν εμπεριέχεται και η δραματική ευθύνη χρεοκοπίας της χώρας. Εκεί, όμως, προφανώς αρχίζουν τα δύσκολα για τις ηγεσίες των δύο κομμάτων του μεταπολιτευτικού δικομματισμού…

Η απλή αναλογική και ο κοινωνικο-πολιτικός συσχετισμός δυνάμεων

Πρόσφατα ο ηγετικός λόγος βλέπουμε να αναπτύσσει ικανοποιητικά την πολιτική συμμαχιών μας. Πολύ καιρό είχαμε αφήσει την απλή αναλογική να «κοιμάται». Εσύ πώς το προσεγγίζεις;
Σωστά το παρατηρήσατε. Στην ομιλία μου στη Βουλή υπενθύμισα ότι την αναλογική την ψηφίσαμε το πρώτο εξάμηνο. Από τότε ήταν στη σκέψη μας ότι καθώς τον Αύγουστο του 2018 θα έκλεινε το «μνημόνιο – αντιμνημόνιο», άρα και η συγκυβέρνηση, πόσο μάλλον με τη συμφωνία των Πρεσπών, θα έπρεπε να καλλιεργηθεί η ιδέα και οι σχέσεις έτσι που στη μεταμνημονιακή Ελλάδα να μπορεί η απλή αναλογική να συμπυκνώσει έναν κοινωνικοπολιτικό συσχετισμό δυνάμεων, που θα είχε και την κυβερνητική του προέκταση μέσω συμμαχιών. Σ’ αυτό το ζήτημα είχαμε, πιστεύω, εμφανή καθυστέρηση. Ξαναμπήκαμε στη συζήτηση για το αυτονόητο, ότι απλή αναλογική σημαίνει συμμαχίες, όταν η ΝΔ έθεσε ζήτημα κατεδάφισής της. Δεν ήταν στο λόγο μας, ούτε στις εθνικές, ούτε στις ευρωεκλογές. Τώρα υπάρχουν δύο πεδία, για τη δική μας αριστερά, να καλλιεργηθούν: το ένα είναι η κοινωνία και το άλλο η Βουλή. Παρεμβάσεις, πρωτοβουλίες και συγκλίσεις κοινές κτλ. Έχουμε χρόνο μπροστά μας να εργαστούμε μαζί και με τις νέες δυνάμεις που θα προκύψουν, χωρίς κινήσεις εντυπωσιασμού ή πιέσεις. Οφείλουμε να εμπνεύσουμε την κοινωνία, ότι υπάρχει ένας προοδευτικός πόλος ικανός και ως εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης, με ηγεμονία στον ευρύτερο χώρο. Μιλώντας για ηγεμονία έχω υπόψη μου θέματα, πχ σχέσεις εκκλησίας και κράτους, που μπορεί να υποστηριχθούν, κατά περίπτωση, από φιλελεύθερες δυνάμεις ακόμη και εντός της ΝΔ.

Το ενδιαφέρον του κόμματος, όπως προκύπτει από την καμπάνια, είναι ελάχιστο για τη νεολαία. Τόσες εκδηλώσεις, συγκεντρώσεις, τόσα τραπέζια ούτε ένα νεολαίο ομιλητή δεν βλέπουμε. Γιατί;
Η νεολαία έχει το συνέδριό της την άλλη εβδομάδα. Έχει ήδη υπερτριπλασιαστεί. Το ενδιαφέρον μας πρέπει να το δείξουμε, πρώτον, με μια εμπιστοσύνη στην ατζέντα της, όπως ανισότητες, αυταρχισμός, κλιματική κρίση, κοινωνικά ζητήματα, όραμα για τη νεολαία κ.ά. Δεύτερον, εμπιστευόμενοι τους νέους ανθρώπους να τους βοηθήσουμε στην πορεία του. Έχω διαβάσει τα κείμενά τους, είναι καλά, καλύτερα από προηγούμενα. Χρήζουν, λοιπόν, εμπιστοσύνης, ενθάρρυνσης, στήριξης και κυρίως συμπερίληψης της ατζέντας τους και των ίδιων στις εκδηλώσεις – ομιλίες μας.

 

Ηγεμονία, Αριστερά και Κοινωνία

Το ζήτημα της ηγεμονίας τέθηκε και στην ΚΕ και διατυπώθηκαν ενδιαφέρουσες απόψεις, αλλά και διαφωνίες. Παρενέβεις και εσύ.
Νομίζω ότι η συνεδρίαση της ΚΕ ήταν από τις πιο ουσιαστικές και πολιτικές της τελευταίας περιόδου, σε αρκετά υψηλό επίπεδο προβληματισμού, με αφορμή και το έξοχο κείμενο απολογισμού. Το ίδιο μπορούμε να πούμε και για τα διαδικαστικά, και πιο δύσκολα, ζητήματα –που έχουν, όμως, την ουσία τους, διότι πάμε για τον νέο ΣΥΡΙΖΑ– διότι πλευρές τους είναι αμφιλεγόμενες, που δεν είναι εύκολες οι συνθέσεις. Ήταν και αυτή σοβαρή. Βγήκαμε πιο πλούσιοι και για το ζήτημα που θέσατε. Έγινε κατανοητό, και απ’ ό,τι αντιλήφθηκα έγινε αποδεκτό και από τον πρόεδρο, ότι δεν είναι δύο διαφορετικές διαδικασίες: να ξεπεράσουμε τα εμπόδια, που πράγματι υπάρχουν, με τις διαφορετικές αντιλήψεις και πρακτικές μέσα σε κρίσιμους τομείς της ελληνικής κοινωνίας, πρώτα, και ύστερα να λειτουργήσουμε μ΄ έναν τρόπο θεσμικού εκδημοκρατισμού. Συμφωνήσαμε, νομίζω, ότι είναι μια ενιαία διαδικασία, η οποία ανατροφοδοτείται κιόλας με το ζήτημα της ηγεμονίας, όπως είπαμε προηγούμενα, διότι –αυτό είναι δεύτερο θέμα– αφορά και την κοινωνία. Νομίζω, έχουμε συνεννοηθεί, αλλά θα είναι και πλούσιος ο διάλογος την προσυνεδριακή περίοδο, διότι έχει πολύ μεγάλη σημασία. Προς ώρας έχουμε συνεννοηθεί ότι είναι μια ενιαία διαδικασία στο πλαίσιο του Συντάγματος, των θεσμών με την αντίληψη της Αριστεράς, για να αλλάξουμε τους θεσμούς και με την παρουσία μας, είτε δημιουργώντας και νέους, οι οποίοι εμπλουτίζουν και τη δημοκρατική διαδικασία. Όχι με μια στατική αντίληψη συμμετοχής και προσχώρησης στους συσχετισμούς των θεσμών, αλλά με μάχη η οποία γίνεται μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο και που συμπυκνώνει, ακριβώς, και τις κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις και καταστάσεις.

Η συζήτηση μας υποχρέωσε να ξανανοίξουμε και τα βιβλία του αξέχαστου Νίκου Πουλαντζά. Διότι αυτός πρώτος μίλησε για το κράτος όχι σαν φρούριο που πρέπει να καταλάβουμε απ’ έξω, αλλά ως κοινωνική σχέση που εργαζόμαστε και μαχόμαστε εντός του να το αλλάξουμε, ως συνέχεια της επεξεργασίας του Γκράμσι για «τον πόλεμο θέσεων και τον πόλεμο κινήσεων».
Η συζήτηση αυτή που γίνεται τώρα, δεν είχε γίνει ποτέ στην Αριστερά, διότι ποτέ δεν είχε κυβερνήσει. Όλοι μας, ακόμη και εμείς της Ανανεωτικής Κομμουνιστικής παράδοσης, φθάναμε έως τις επεξεργασίες του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος, που δεν το άφησαν να κυβερνήσει. Λέγαμε, λοιπόν, Bloco Storiko και αναλύαμε τις προϋποθέσεις και τις αναλύαμε στα συνέδριά μας. Το ΚΚΕ δεν έμπαινε σ’ αυτή τη συζήτηση. Καταγραφόταν στις αποφάσεις του ΚΚΕ Εσωτερικού ως «Συνασπισμός Κοινωνικών και Πολιτικών Δυνάμεων», ως αναγκαίος όρος για να πάρεις την κυβέρνηση.

Η μόνη απτή πολιτική πράξη ήταν το κοινό Πρόγραμμα Κομμουνιστών – Σοσιαλιστών στη Γαλλία, αυτό είχε στα χέρια του ο Πουλαντζάς.
Ναι, μέχρι εκεί φθάναμε: ωρίμανση προϋποθέσεων για τη διακυβέρνηση. Ποτέ δεν διανοηθήκαμε ότι θα κληθούμε να κυβερνήσουμε χωρίς την ωρίμανση –με ιδεολογικούς, πολιτικούς και κοινωνικούς ταξικούς αγώνες, βεβαίως– των περισσότερων απ’ αυτές τις προϋποθέσεις, έτσι όπως τις καταγράφαμε και ήταν στις αντιλήψεις, στους θεσμούς του κράτους, στην κοινωνία, στις σχέσεις κτλ. Αλλά μπήκαν σαν έκρηξη στη φάση της κρίσης. Άρα, η συζήτηση τώρα που αποτιμά την εμπειρία 4,5 χρόνων διακυβέρνησης είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και πρωτότυπη σε κλίμακα Ευρώπης και εξαιρετικά χρήσιμη σε μας που θα επιχειρήσουμε τη δεύτερη διακυβέρνηση της Αριστεράς. Σωστά, λοιπόν, αναφέρατε τον Πουλαντζά, αλλά ακόμη πιο σωστά θα πρέπει να βάλουμε επί τάπητος όλη την εμπειρία που ζήσαμε μέσα στους θεσμούς, μέσα στο πώς κάναμε, πχ, την ανάγνωση της Δημόσιας Διοίκησης, των διακριτών εξουσιών, της εξουσίας ή παραεξουσίας των ΜΜΕ κτλ. Την ανάγνωσή μας για όλο το τοπίο και το πώς γίνεται διαπάλη για τον εκδημοκρατισμό του. Έχουμε τα εργαλεία για να κάνουμε μια επιτυχή και ουσιαστική συζήτηση. Σ΄ αυτή την ΚΕ άνοιξε το θέμα. Θεωρώ ότι υπήρξε μια συνεννόηση, ένα πλαίσιο, είναι όμως ένα ενεργό, υπαρκτό θέμα, που θα το συζητάμε έως το συνέδριο.

Πηγή: Η Εποχή