Συνεντεύξεις

Νίκος Βούτσης: Καθεστώς «απόρρητης Δημοκρατίας»

Για καθεστώς «απόρρητης Δημοκρατίας» κάνει λόγο στην ΑΥΓΗ της Κυριακής ο τέως πρόεδρος της Βουλής Νίκος Βούτσης. Ο βουλευτής Α΄ Αθηνών επισημαίνει πως η νέα νομοθετική παρέμβαση της κυβέρνησης για τη λειτουργία της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών συγκαλύπτει το σκάνδαλο των υποκλοπών. «Πρόκειται περί πολύχρονης επιχείρησης δημοκρατικής εκτροπής που, αν δεν σταματήσει σύντομα μέσα από την αναγκαία και κυοφορούμενη πολιτική αλλαγή, δεν θα είναι ανατάξιμη» υπογραμμίζει ο Ν. Βούτσης. Παράλληλα, χαρακτηρίζει ενοχική τη στάση και την αποχώρηση του Κυριάκου Μητσοτάκη από την κοινοβουλευτική διαδικασία της Πέμπτης. Εκτιμά ότι ο ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία θα δώσει τη μάχη προκειμένου να είναι πρώτο κόμμα στις επερχόμενες εκλογές, πρωτοστατώντας στον σχηματισμό μιας προοδευτικής κυβέρνησης. Ξεκαθαρίζει δε ότι η Αριστερά πρέπει να ενισχύσει το προγραμματικό της οπλοστάσιο και τις σαφείς δεσμεύσεις της για τη στήριξη των δημόσιων πολιτικών και του κοινωνικού κράτους. Ενώ πιστεύει ότι μπροστά στην άνοδο της Ακροδεξιάς «μόνο η Αριστερά μπορεί να στηρίξει και να ανατροφοδοτήσει αξίες, όπως η συλλογικότητα, η αλληλεγγύη, η κοινωνική ευαισθησία».
 
Ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. υποστηρίζει πως το σκάνδαλο των υποκλοπών θίγει τον πυρήνα του Κράτους Δικαίου και θέτει υπό διακινδύνευση την εθνική ασφάλεια της χώρας. Τι «αποτυπώματα» αφήνει αυτή η υπόθεση στη λειτουργία της Δημοκρατίας;
 
Από την κυβερνητική πλειοψηφία ψηφίστηκε ο νόμος της συγκάλυψης του σκανδάλου και της νομιμοποίησης για το μέλλον ενός πεδίου που θα εμπεδώνει την «απόρρητη Δημοκρατία» και θα είναι ανοιχτό για νέα πλήγματα στο Κράτος Δικαίου και στις συνταγματικές πρόνοιες για μια από τις βασικές ελευθερίες των πολιτών, αυτή της ιδιωτικότητας της επικοινωνίας. Είχε προηγηθεί η σπασμωδική νομοθέτηση προ διμήνου της ΠΝΠ, που βεβαίως δεν θεράπευε τίποτα, πέραν της εισόδου και δεύτερου εισαγγελέα στη διαδικασία. Οι δυο αυτές νομοθετικές παρεμβάσεις επί της ουσίας κατέτειναν στον ευνουχισμό των διαδικασιών ελέγχου από τις δυο ανεξάρτητες Αρχές και τις αρμόδιες κοινοβουλευτικές Επιτροπές, με ενίσχυση του απαράδεκτου χαρακτήρα της ρύθμισης που ήρθε ως τροπολογία τον Μάρτιο του 2021. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη θέλει να εμπεδώσει καθεστώς «απόρρητης Δημοκρατίας». Πρόκειται περί πολύχρονης επιχείρησης δημοκρατικής εκτροπής που, αν δεν σταματήσει σύντομα μέσα από την αναγκαία και κυοφορούμενη πολιτική αλλαγή, δεν θα είναι ανατάξιμη. Επιπροσθέτως, βρίσκεται σε καταφανή αντίθεση με την ΕΣΔΑ (Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου), με όλη προφανώς την επιστημονική κοινότητα της χώρας μας και το θεσμικό ευρωπαϊκό πλαίσιο ελέγχου.
 
Η Δικαιοσύνη κινείται με αργούς ρυθμούς και η επικινδυνότητα, ακόμα και για την εθνική ασφάλεια, είναι μέγιστη, καθώς υπάρχουν προφανώς πολλαπλές καταγραφές συνομιλιών και επαφών που πιστοποιούν τόσο την προσπάθεια πολιτικής χειραγώγησης, όσο και την ομηρία παραγόντων του δημόσιου βίου. Απ’ ό,τι φαίνεται, ωστόσο, έχουν και πολύ ευρύτερη διάσταση.
 
Σε περίοδο έντασης των ελληνοτουρκικών σχέσεων, τι κινδύνους εκτιμάτε πως δημιουργούν οι ενδεχόμενες παρακολουθήσεις στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων;
 
Δεν θέλω ευθέως να θεωρώ ότι συναρτάται αυτό το κορυφαίο ζήτημα Δημοκρατίας που έχει ανακύψει με την περίοδο έντασης στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Πλην όμως, ήταν απολύτως αποκαλυπτική η τελική αντιπαράθεση την Πέμπτη ανάμεσα στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης και στον πρωθυπουργό που αποχώρησε, καλυπτόμενος από απαράδεκτα διαδικαστικά τερτίπια, ενώπιον της σαφούς πρόκλησης να απαντήσει και να πάρει την ευθύνη για τις επισυνδέσεις και από την ΕΥΠ κορυφαίων πολιτικών παραγόντων, ιδιαίτερα δε του αρχηγού ΓΕΕΘΑ. Η εικόνα για όλη την κοινωνία ήταν απολύτως αποκαλυπτική για την ενοχική στάση του κυρίου Μητσοτάκη.
 
Υπάρχει ο κίνδυνος εγκλωβισμού του πολιτικού συστήματος σε έναν «ατέρμονα» κλοιό καταγγελιών; Ποια είναι η διέξοδος; Ειδικότερα μετά και το πλαίσιο που προκύπτει από τη νομοθετική παρέμβαση της κυβέρνησης για την ΕΥΠ.
 
Το πολιτικό σύστημα είναι εγκλωβισμένο εδώ και καιρό από την ισχυρή τοξικότητα που το καθεστώς Μητσοτάκη, ως μέθοδο διακυβέρνησης, πλέον έχει επιφέρει στη λειτουργία των αρμών της εξουσίας. Όταν δυο πρώην πρωθυπουργοί της κυβερνώσας παράταξης, οι πρόεδροι των αρμόδιων ανεξάρτητων Αρχών και όλη η επιστημονική κοινότητα, ανεξαρτήτως πολιτικού προσήμου, έχουν ευθέως πάρει τις αποστάσεις τους και έχουν καταγγείλει ως εχθρική προς το δημόσιο συμφέρον όλη τη διαδικασία συγκάλυψης με επίκεντρο την επίκληση του απορρήτου, δεν μένει καμία αμφιβολία για τη θεσμική και ηθική χρεοκοπία του επιτελικού κράτους που λειτούργησε ως σύγχρονο παρακράτος της νέας Δεξιάς.
 
Επισημαίνω ιδιαίτερα και την επιπλέον ηθική διάσταση της πλήρους έλλειψης ενσυναίσθησης από πλευράς της κυβέρνησης. Πιστοποιείται δε αυτό από το γεγονός ότι όλη αυτή η επιχείρηση στήθηκε μέσα στο χρονικό διάστημα των αλλεπάλληλων πρωτοφανών lockdown λόγω της πανδημίας, με παρόντα τον φόβο των πολιτών, σε συνθήκες «έκτακτης ανάγκης» νομοθέτησης και με την παράλληλη χειραγώγηση από τα ΜΜΕ. Αυτές, δυστυχώς, φαίνεται ότι ήταν οι προτεραιότητες της Μαξίμου Α.Ε. εκείνη την περίοδο.
 
Η ακρίβεια δημιουργεί τεράστια οικονομική πίεση στους πολίτες, ενώ διευρύνονται οι κοινωνικές ανισότητες. Στην Ευρώπη παρατηρείται ραγδαία άνοδος των ακροδεξιών κομμάτων. Υπάρχει τέτοιο ενδεχόμενο στην ελληνική πραγματικότητα, λαμβάνοντας υπόψη ότι έχουν περάσει μόλις δύο χρόνια από την καταδίκη της Χρυσής Αυγής;
 
Δεν είναι τυχαίο ότι και στην πολιτική απόφαση του 3ου Συνεδρίου του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ., αλλά και στις καθημερινές μας παρεμβάσεις τονίζουμε, και αυτό πρέπει να γίνει κατά τη γνώμη μου ακόμα πιο ενεργά και συντονισμένα, τον ιδεολογικό χαρακτήρα που έχει η σκληρή αντιπαράθεση προοδευτικών και ακραίων συντηρητικών δυνάμεων με επίκεντρο τις εναλλακτικές που η Αριστερά και η Δεξιά διαμορφώνουν μέσα στον νέο ιστορικό κύκλο της ανθρωπότητας για την αντιμετώπιση των τεράστιων, παλιών και νέων, ανισοτήτων, σε συνθήκες, μάλιστα, πολέμου και μεγάλης διάχυτης αβεβαιότητας. Η Νέα Δημοκρατία του Κ. Μητσοτάκη συστηματικά έχει ενσωματώσει οργανικά μεγάλο μέρος του πυρήνα της ακροδεξιάς ατζέντας και των προσώπων που διαχρονικά την υπηρετούν.
 
Ως Αριστερά και ευρύτερα ως προοδευτική παράταξη, πρέπει να ενισχύσουμε το προγραμματικό οπλοστάσιο και τις σαφείς δεσμεύσεις μας για τη στήριξη των δημόσιων πολιτικών και του κοινωνικού κράτους. Να ανταποκριθούμε στα νέα επίδικα με τα οποία αναδιαμορφώνονται πολλαπλές ταυτότητες και ανάγκες, ιδιαίτερα μέσα στις λαϊκές τάξεις. Σε αυτό το πεδίο εμφιλοχωρεί, μέσα από την εκμετάλλευση της αβεβαιότητας και του φόβου, ο ακροδεξιός ριζοσπαστισμός. Παράγονται δε συνέπειες ακόμα και στο πολιτικό επίπεδο με τη συντήρηση και την αύξηση της τάσης της αποχής από τις εκλογές, αλλά και από τα κινήματα.
 
Μόνο η Αριστερά μπορεί να στηρίξει και να ανατροφοδοτήσει αξίες, όπως η συλλογικότητα, η αλληλεγγύη, η κοινωνική ευαισθησία. Αξίες που βρίσκονται απέναντι σε ξενοφοβικές, ρατσιστικές συμπεριφορές και στην έξαρση της έμφυλης βίας, της κυριαρχίας πατριαρχικών δομών και της εμπέδωσης νέων ταξικών φραγμών. Στέκονται παράλληλα απέναντι στην κοινωνική κινητικότητα, ακόμα και στις ισχυρές αναθεωρητικές τάσεις της Ιστορίας, που η Άκρα Δεξιά, και όχι μόνο, συστηματικά ενθαρρύνει και οργανώνει.
 
Η επίκληση του μπαμπούλα του λαϊκισμού από πλευράς του Κ. Μητσοτάκη με τη βοήθεια πάντοτε όσων έχουν παραμείνει στο αντιΣΥΡΙΖΑ μέτωπο από την «Κεντρο-αντιΑριστερά», η στοχοποίηση και η καταστολή απέναντι στον «δικαιωματισμό», η αναγωγή της «αριστείας» ως υπέρτατης αξίας και εντέλει η περιφρόνηση και η ιδιωτικοποίηση των βασικών δημόσιων αγαθών μαζί και με την αποστέρηση όλων των εργασιακών δικαιωμάτων και κατακτήσεων είναι προφανή μέτωπα πολιτικών συγκρούσεων, αλλά και ισχυρών ιδεολογικών αντιπαραθέσεων. Θα κριθούν όχι μόνο στο Κοινοβούλιο και στον δημόσιο λόγο, αλλά κυρίως στην ανάπτυξη μαζικών κινημάτων και συλλογικών παρεμβάσεων.
 
Στον ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. τονίζετε πως το κόμμα σας είναι «έτοιμο» να αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας. Οι προκλήσεις πολλές, οικονομικές, πολιτικές, γεωπολιτικές, ειδικότερα σε μία περίοδο αστάθειας λόγω της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία. Μπορεί να υπάρξει μια αριστερή στρατηγική που να δίνει απαντήσεις στα μεγάλα διλήμματα της εποχής;
 
Ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. είναι πλέον ένα κόμμα με εμπειρία διακυβέρνησης και με ικανή προγραμματική πρόταση. Μία πρόταση που βρίσκεται όχι μόνο στον αντίποδα των βασικών νεοφιλελεύθερων κυβερνητικών επιλογών, αλλά και με ικανά εφόδια και αξίες για να αντιπαρατεθεί στις αφόρητες πιέσεις για συστημική προσαρμογή που το ίδιο το σύστημα, επειδή δοκιμάζεται το καθεστώς Μητσοτάκη, προφανώς επιχειρεί προς τον χώρο μας. Θα ήταν καλύτερα τα πράγματα για να μπορούν να εφαρμοστούν άμεσα, πέραν των δεσμεύσεων που έχουμε αναλάβει, ριζοσπαστικά προγράμματα υπέρ των πολλών, αν υπήρχαν ισχυρά και στην Ε.Ε. η πολιτική τάση και ο συσχετισμός σε μια τέτοια κατεύθυνση.
 
Είμαι αισιόδοξος, παρ’ όλα αυτά, ότι η ίδια η ιστορική φάση που έχουμε μπει επιβεβαιώνει και ανατροφοδοτεί αριστερές επιλογές για τη διέξοδο από την κρίση. Ταυτόχρονα πρέπει, ως κεντρική προοδευτική δύναμη του πολιτικού συστήματος, να επιμείνουμε στην ενθάρρυνση και στη στήριξη κοινωνικών αγώνων και αντιστάσεων, στη μορφοποίηση συλλογικοτήτων, στην πλατιά αλληλεγγύη στα πληττόμενα στρώματα και στην αποφασιστικότητά μας για τον θεσμικό εκδημοκρατισμό του κράτους.
 
Ταυτοτικό ζήτημα αποτελεί προφανώς και η ενίσχυση ενός νέου φιλειρηνικού κινήματος και μιας σύγχρονης πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής που θα υπηρετεί τη σταθερότητα στην περιοχή, χωρίς το ατελείωτο κυνήγι των εξοπλισμών και της άκριτης αποδοχής των ΝΑΤΟϊκών και ατλαντικών προτεραιοτήτων στην ευρύτερη γεωπολιτική αναδιάταξη που, έτσι και αλλιώς, έχει αρχίσει να συμβαίνει στην εποχή μας.
 
Εχετε μιλήσει για προγραμματική σύγκλιση των κομμάτων της δημοκρατικής αντιπολίτευσης ήδη πριν τις εκλογές. Πώς μπορεί να γίνει εφικτό κάτι τέτοιο; Υπάρχουν σχετικές διεργασίες προς αυτή την κατεύθυνση;
 
Προφανώς κάθε κόμμα, και μάλιστα σε συνθήκες μιας εκλογικής διαδικασίας με το σύστημα της απλής αναλογικής, λειτουργεί ανταγωνιστικά. Ακόμα και μέσα στους ιδιαίτερους πόλους τόσο της «δεξιάς πολυκατοικίας» όσο και σε αυτούς που συγκροτείται από τις δυνάμεις της Αριστεράς, της Κεντροαριστεράς, της οικολογίας. Με αυτή την έννοια, εργαζόμαστε για ένα αποτέλεσμα που θα φέρει πρώτο στην κάλπη το κόμμα μας. Όχι για προσδοκία αυτοδυναμίας σε δεύτερη κάλπη, όπως είναι το μοναδικό σχέδιο του Κ. Μητσοτάκη, αλλά ως ένα αποτέλεσμα που θα γίνει η μήτρα μιας ευρείας εναλλακτικής προοδευτικής πλειοψηφίας. Με τη συμμετοχή ή στήριξη και άλλων δυνάμεων της δημοκρατικής αντιπολίτευσης. Για να ενθαρρυνθεί, όμως, ο λαός να έρθει να ψηφίσει, πρέπει να γίνουν ορατές και να ωριμάσουν και στην προεκλογική περίοδο οι συγκλίσεις ανάμεσα στις προοδευτικές δυνάμεις, που θα καθιστούν ρεαλιστικό το θετικό αποτέλεσμα το βράδυ των εκλογών.
 
Ιάσονας Σχινάς-Παπαδόπουλος