Σε μια κρίσιμη, για την Αριστερά, καμπή, ο Νίκος Βούτσης αναλύει το πολιτικό σκηνικό και τη θέση της Νέας Αριστεράς σε αυτό, στη συνέντευξη που ακολουθεί. Μιλά, όμως, και για «την “πικρή δικαίωση” για τη ραγδαία μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ μέσα σε συνθήκες πρωτοφανούς τοξικότητας και αποδοχής της μεταπολιτικής και του αρχηγισμού. Ολα αυτά στο όνομα της “πάση θυσία” προσέγγισης του στόχου της εξουσίας και την ανάδειξη του κυβερνητισμού ως κυρίαρχο αξιακό σύστημα», όπως χαρακτηριστικά αναφέρει.
● Πώς θα περιγράφατε την τρέχουσα πολιτική συγκυρία, κύριε πρόεδρε; Κάποιοι υποστηρίζουν ότι αυτό που ζούμε τώρα στη χώρα μας (χαμηλά ποσοστά και πολυδιάσπαση στην Αριστερά και τον ευρύτερο προοδευτικό χώρο, άνοδος της Ακρας Δεξιάς κ.ο.κ.), το έχουμε ήδη δει σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, με κατάληξη ακόμη και την εκλογική επικράτηση της ακροδεξιάς. Συμφωνείτε με την εκτίμηση αυτή;
Το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών με επίκεντρο την πρωτοφανή αποχή από τις εκλογές αποτελεί ένα ορόσημο που μπορεί να εξελιχθεί σε μια καμπή για τις πολιτικές εξελίξεις. Είναι διάχυτη η αίσθηση ότι έχουμε ένα πολιτικό σύστημα σε αναδιαμόρφωση. Η εξέλιξη αυτή αφορά τόσο τη μείωση της επιρροής της κραταιάς κυβερνητικής πλειοψηφίας της Ν.Δ. όσο και στην αναζήτηση πολιτικής εκπροσώπησης της διογκούμενης κοινωνικής πλειοψηφίας. Αυτή η κοινωνική πλειοψηφία χαρακτηρίζεται από κριτική και απορριπτική στάση προς την κυβερνητική πολιτική στο πεδίο της οικονομίας αλλά και προς το καθεστώς συγκάλυψης ευθυνών για σκάνδαλα και ανθρώπινες τραγωδίες. Το εάν αυτή η προϊούσα αμφισβήτηση που αγγίζει όλο το πολιτικό σύστημα θα αποκτήσει ριζοσπαστικό χαρακτήρα με προοδευτικό πρόσημο και θα εμπνεύσει κοινωνικούς αγώνες πέραν και έξω από τη λογική της «ανάθεσης» και της αποδοχής «μικρών προσδοκιών» είναι ζητούμενο.
Η Ακροδεξιά «κάνει τη δουλειά της». Εχει τα παραδοσιακά ερείσματά της. Αυξάνει την επιρροή στο έδαφος της γενικευμένης αίσθησης «ανασφάλειας» των πολιτών. Ενισχύεται εντέλει από την ατζέντα που τροφοδοτεί ιδεολογικά η κυβέρνηση στο πεδίο του ρατσισμού, της ξενοφοβίας και του εθνικισμού ως παρακολούθημα της γενικότερης ευρωπαϊκής τάσης. Στο στόχαστρο βρίσκονται «δικαιωματιστές» και «λαϊκιστές», καθώς ενισχύεται το αναθεωρητικό μέτωπο απέναντι σε κατακτήσεις, δικαιώματα, ελευθερίες και λαϊκές προσδοκίες της πεντηκονταετούς μεταπολιτευτικής περιόδου.
Ως Νέα Αριστερά δίνουμε το «παρών» μαχητικά σ’ αυτά τα μέτωπα, ιδιαίτερα σε αυτό των κοινωνικών διεκδικήσεων με επίκεντρο το εισόδημα, την υγεία, το κοινωνικό κράτος, τα εργασιακά δικαιώματα. Εργαζόμαστε για να συνειδητοποιούν οι εργαζόμενοι, οι ευαίσθητοι πολίτες, ιδιαίτερα η νεολαία ότι «η πολιτική επιστρέφει» και ότι είναι άρρηκτα δεμένα κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα. Η Δεξιά συμμαχεί με την Ακροδεξιά, με την ανοχή και του ακραίου Κέντρου, όπως πρόσφατα έδειξαν οι εξελίξεις στη Γαλλία και τη Γερμανία, για να αποτραπεί η αύξηση της επιρροής της Αριστεράς. Στη χώρα μας είναι ευαγγέλιο αυτή η στρατηγική για το καθεστώς των κυβερνήσεων Μητσοτάκη. Η ανασύσταση ενός νέου συστημικού δικομματισμού είναι προφανές ότι θα προσδώσει «κανονικότητα» σε αυτή την πολιτική.
● Σε αυτή τη συγκυρία, λοιπόν, η Νέα Αριστερά κάνει, σε λίγες ημέρες, το ιδρυτικό συνέδριό της. Ποιες οι ευθύνες;
Είναι επιβεβλημένο στο συνέδριο να βαθύνουμε την αποτίμηση τόσο για τις προφανείς αδυναμίες στη μικρή περίοδο παρουσίας του νέου φορέα που συστήθηκε στην ελληνική κοινωνία με την Κοινοβουλευτική Ομάδα και το ευρωψηφοδέλτιο, όπως επίσης και με την αποτίμηση για τις μακρές περιόδους διακυβέρνησης και αντιπολίτευσης του ΣΥΡΙΖΑ. Εχουμε την ευθύνη να βγάλουμε κάποια ουσιώδη χρήσιμα συμπεράσματα που δυστυχώς δεν εξήχθησαν όταν έπρεπε, καθώς πάντοτε με ηγετική επιλογή ακυρώνονταν αυτές οι συζητήσεις λόγω του «φόβου αξιοποίησης από τον αντίπαλο».
Η διαδικασία αυτή δεν πρέπει να μας εγκλωβίσει σε μία ατέρμονη εσωστρέφεια ως «καλό θραύσμα» από τον ΣΥΡΙΖΑ. Πρέπει να νοηματοδοτεί την ανάληψη ευρύτερης ευθύνης για την αναθεμελίωση και την ενωτική ανασύνθεση της Αριστεράς. Για την αξιοποίηση των πλούσιων πολιτικών εμπειριών, την καλλιέργεια της ικανότητάς μας για μια συνολική αντίληψη του τι συμβαίνει σήμερα στον κόσμο και την κοινωνία μας. Η αναγκαία προγραμματική ανασυγκρότηση, η σαφήνεια της πολιτικής μας και της παρέμβασης για μείζονα ζητήματα, όπως ο πόλεμος και η ειρήνη, αλλά και η αντιμετώπιση της πολυκρίσης συνιστούν εντέλει αυτό που ονομάζουμε ριζοσπαστική και ρεαλιστική πολιτική πρόταση για τη διαμόρφωση κοινωνικών-πολιτικών μετώπων και την ωρίμανση των προϋποθέσεων για εναλλακτική λύση.
● Ενα βασικό κεφάλαιο που αντιλαμβάνομαι ότι απασχολεί στο συνέδριό σας είναι αυτό των συμμαχιών. Με ποιους θα μπορούσατε να καθίσετε στο ίδιο τραπέζι και υπό ποιους όρους;
Οποτε υπήρξε μια σημαντική άνοδος των αριστερών δυνάμεων μέχρι και το όριο της διακυβέρνησης που εμείς βιώσαμε για πέντε χρόνια, η εξέλιξη αυτή ήρθε ως αποτέλεσμα μαζικών κοινωνικών αγώνων και από την αμφισβήτηση με όρους κοινωνίας της κυρίαρχης πολιτικής που είχε οδηγήσει π.χ. στην κρίση της χρεοκοπίας. Η ανάληψη της διακυβέρνησης προϋποθέτει μια πολιτική δημοκρατικών τομών και μεταρρυθμίσεων απέναντι στους καθεστωτικούς μηχανισμούς που έχουν εργαλειοποιηθεί για να λειτουργούν σε κρίσιμες φάσεις στα όρια και έξω από τις συνταγματικές πρόνοιες με μεροληψία υπέρ των μεγάλων συμφερόντων. Αυτή την ιστορική πείρα την έχουμε πάντοτε υπόψη μας ως συστατικό της παρέμβασής μας στα μαζικά κινήματα και τους καθημερινούς αγώνες.
Επιμένουμε στην «ενωτική ανασύνθεση» των δυνάμεων της Αριστεράς και εργαζόμαστε εκ παραλλήλου από θέσεις διακριτής Αριστεράς για ευρύτερες προγραμματικές συγκλίσεις. Αυτή η οπτική των συμμαχιών, παρότι σήμερα δεν υπάρχουν ορατές προϋποθέσεις, μπορεί να επηρεάζει στη θετική προοδευτική αναδιαμόρφωση επιλογών για τα επίδικα της σημερινής εποχής τις άλλες δυνάμεις της Αριστεράς και ευρύτερα του δημοκρατικού τόξου.
Οι προκαταρκτικές αρνήσεις και οι αφοριστικές εκτιμήσεις δεν βοηθάνε σ’ αυτή τη σύνθετη προσπάθεια αναθεμελίωσης της Αριστεράς και της αλλαγής του συσχετισμού πολιτικών δυνάμεων. Εν προκειμένω σημειώνω ότι στο γαλλικό μέτωπο της Αριστεράς και στα υποδείγματα των κυβερνήσεων της Ιβηρικής υπάρχει η συμμετοχή ή η στήριξη από τα κομμουνιστικά κόμματα. Στη χώρα μας έχει γίνει αποδεκτό περίπου ως μοιραίο γεγονός, εξαιρετικά αρνητικό όμως, η έλλειψη οποιασδήποτε διάθεσης συνεργασίας του ΚΚΕ μέσα στα μαζικά κινήματα αλλά και την πολιτική ζωή του τόπου.
● Ανάλογα με τις εξελίξεις στο κόμμα, του οποίου ήσασταν κορυφαίο στέλεχος μέχρι πριν από ένα χρόνο, θα μπορούσε να ανοίξει η πόρτα με τον ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ.;
Δεν υπάρχει έδαφος για την επανασυγκόλληση των θραυσμάτων του ΣΥΡΙΖΑ με όρους «επανένταξης». Νιώθουμε «πικρή δικαίωση» για τη ραγδαία μετάλλαξη αυτού του χώρου μέσα σε συνθήκες πρωτοφανούς τοξικότητας και αποδοχής της μεταπολιτικής και του αρχηγισμού. Ολα αυτά στο όνομα της «πάση θυσία» προσέγγισης του στόχου της εξουσίας και την ανάδειξη του κυβερνητισμού ως κυρίαρχο αξιακό σύστημα. Στην αριστερή ταυτότητα εκτιμώ ότι δεν αρμόζει η ρητορική ότι «είμαστε η Αριστερά της εξουσίας και όχι της διαμαρτυρίας» με την οποία πορευτήκαμε στην προεκλογική περίοδο του ’23 μαζί και με την απολύτως αντιφατική «υποστήριξη» της σωστής πολιτικής πρότασης για εναλλακτική διακυβέρνηση. Η «αδιαμεσολάβητη σχέση» της ηγεσίας με τον «λαό του κόμματος» δεν συγκροτεί σύγχρονο ανοικτό αριστερό κόμμα με κοινωνική γείωση. Η απουσία κοινωνικών αναφορών και η κεντροαριστερή αναζήτηση που προϋπήρξε της λαίλαπας Κασσελάκη δεν εξασφαλίζει πολιτικό και εκλογικό ακροατήριο.
● Κλείνοντας, ποια είναι η αυτοκριτική που κάνετε για την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και για την περίοδο μετά το 2019;
Η αυτοκριτική και η αποτίμηση των μεγάλων πολιτικών περιόδων μέσα από τις οποίες -και ως αποτέλεσμα που δεν ήταν καθόλου νομοτελειακό- οδηγήθηκε ο χώρος μας σε αλλεπάλληλες κρίσεις και τις πρόσφατες διασπάσεις, αποτυπώνεται με τον πλέον ευθύ και συνθετικό τρόπο στα ντοκουμέντα του συνεδρίου. Η αποτίμηση αυτή γίνεται από θέσεις ανάληψης ευθύνης, αλλά δεν είναι ισοπεδωτική. Δεν συμφωνεί δηλαδή με την κριτική που εδράζεται στο ότι τον Σεπτέμβρη του ’15 δεν έπρεπε να γίνει συμβιβασμός και να αναληφθεί εκ νέου κυβερνητική ευθύνη. Ολοι αντιλαμβανόμαστε ότι ο συμβιβασμός για το τρίτο μνημόνιο, στη βάση του ακραίου εξαναγκασμού που υπήρξε τότε από τους δανειστές, βιώθηκε στην κοινή συνείδηση ως μια ήττα. Μετά μάλιστα και το περήφανο αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος.
Το παρόν και το μέλλον της Νέας Αριστεράς θα κριθεί με αυτοπεποίθηση και με όρους συνέπειας και συστηματικής προσπάθειας ώστε να ανακτηθεί η κοινωνική γείωση μέσα από παρεμβάσεις, πρωτοβουλίες και την παρουσία στις ιδεολογικές αντιπαραθέσεις που διαπερνούν τα επίδικα της σύγχρονης εποχής μας. Προφανώς όχι ως συνέχεια του εγχειρήματος του ΣΥΡΙΖΑ αλλά προφανώς επίσης και όχι ως ανιστόρητη παρθενογένεση για τις παραδόσεις και τα στελέχη των γενιών που συγκροτούν τη Νέα Αριστερά.
Νίκος Παπαδημητρίου