Συνεντεύξεις

Νίκος Γιαννόπουλος: «Ανασύνθεση της Αριστεράς: Είναι στραβός ο γιαλός ή στραβά αρμενίζουμε;»

Με κοινή αγωνία την πορεία της Αριστεράς συζητάμε με τον Νίκο Γιαννόπουλο μέλος του Δικτύου για τα Πολιτικά και Κοινωνικά Δικαιώματα, για το σχέδιο “Κεντροαριστερά” που «μοιάζει σαν τυχάρπαστη συνεργασία χωρίς κοινωνική υπόσταση και πολιτικούς αρμούς» και τις ανασυνθέσεις, οι οποίες όπως τονίζει «πέρα από ιδεολογικές, πολιτικές, κινηματικές προϋποθέσεις, χρειάζονται και φρόνημα, υψηλό ηθικό», κάτι που δεν υπάρχει αυτή την περίοδο. Ο ίδιος προκρίνει «έναν συντονισμό του εξωστρεφούς αντικαπιταλιστικού χώρου στο επίπεδο της δράσης και του διαλόγου για να πάνε τα πράγματα μπροστά».
 
Οδεύουμε προς τον έκτο χρόνο διακυβέρνησης της ΝΔ. Παραμένει δημοσκοπικά ισχυρή παρόλο που χάνει προς την άκρα δεξιά, που τώρα έχει φτάσει περίπου στο 20%. Πώς βλέπεις να εξελίσσεται αυτή η πολιτική και ενδεχομένως ιδεολογική ηγεμονία;
 
Μπορούμε να πούμε ότι για πρώτη φορά μετά τη Μεταπολίτευση το δεξιό μπλοκ έχει πολιτικά και κοινωνικά την ηγεμονία. Αυτό οφείλεται και στη γενικότερη διεθνή συγκυρία. Στη συντηρητικοποίηση μεγάλου μέρους της ελληνικής κοινωνίας ρόλο έπαιξε η συνθηκολόγηση του ΣΥΡΙΖΑ μετά το δημοψήφισμα το 2015, που όμως επηρέασε και το κίνημα, αλλά και η πανδημία γιατί δημιούργησε ένα νέο σύμπαν, μια νέα συνείδηση που ευνοεί πολύ τον φόβο και την ατομικοποίηση. Η ΝΔ οπωσδήποτε, φάνηκε και στις πρόσφατες ευρωεκλογές, έχει μια μείωση της επιρροής της, αλλά δεν πιστεύω ότι το “καθεστώς Μητσοτάκη”, αν μπορούμε να το πούμε έτσι, είναι σε κρίση. Αφενός το ευνοούν όσα προανέφερα και αφετέρου έχει δημιουργήσει ένα πλέγμα κοινωνικών συμμαχιών. Η μεσαία τάξη, σε μεγάλο βαθμό, είναι με τον Μητσοτάκη. Η Μητσοτάκης Α.Ε. έχει οργανώσει πια σαν οικογένεια- είναι πρωτοφανές στη Μεταπολίτευση- το οικονομικό πλαίσιο της χώρας. Δεν είναι μόνο οι πέντε – έξι μεγάλοι που τα τρώνε: μέσα από τα έργα, τον τουρισμό, το πλέγμα των αναθέσεων του δημοσίου κ.ο.κ., μοιράζεται η πίτα. Ένας μεγάλος παίρνει ένα τεράστιο έργο, το αναθέτει σε 500 εργολάβους και αυτοί με άθλιους μισθούς σε πολλές χιλιάδες ανθρώπους. Από την ανεργία καλύτερα ένας άθλιος μισθός.
 
 
Μετά τη δεύτερη νίκη της ΝΔ το 2023 παρακολουθούμε να εξυφαίνεται ένα σχέδιο από δημοσιογραφικούς, οικονομικούς και πολιτικούς παράγοντες που αφορά την πολιτική ή, έστω, την εκλογική ενοποίηση, τουλάχιστον του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ. Πώς το βλέπεις;
 
Έχει πολύ λίγες πιθανότητες επιτυχίας, όσο κι αν βοηθηθεί από διάφορους παράγοντες. Τόσο το ΠΑΣΟΚ, όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορούν να αποτελέσουν κορμό, δεν υπάρχουν δυνατότητες κοινού βηματισμού και, παράλληλα, αυτή η ιστορία δεν έχει καμία σχέση με το Νέο Λαϊκό Μέτωπο στη Γαλλία που συσπείρωσε κατά κύριο λόγο δυνάμεις της Αριστεράς, μαζί με τους Σοσιαλιστές και τα συνδικάτα. Εκεί αποτέλεσε μια σοβαρή εναλλακτική διότι υπήρχε και το ζήτημα της ανόδου της Λεπέν στην εξουσία. Εδώ η ισχυροποίηση της ακροδεξιάς δεν μπορεί αυτή τη στιγμή να χρησιμοποιηθεί σαν πρόκριμα για αντιφασιστικό μέτωπο. Το σχέδιο “Κεντροαριστερά” μοιάζει σαν τυχάρπαστη συνεργασία χωρίς κοινωνική υπόσταση και πολιτικούς αρμούς. Βέβαια, πολλοί άνθρωποι λένε “έστω μια ψοφοδεής κεντροαριστερά από τον Μητσοτάκη” και το σέβομαι. Απλώς δεν πιστεύω ότι αυτό μπορεί να ευωδοθεί, να παίξει στοιχειωδώς το ρόλο μιας εναλλακτικής. Στο ΠΑΣΟΚ ο Δούκας κάηκε κατά τη γνώμη μου με τη βιασύνη του. Από την άλλη στον ΣΥΡΙΖΑ, αυτός ο θίασος ποικιλλιών δεν μπορεί να κάνει τίποτα, είναι ήδη πίσω και από την Ελληνική Λύση και το ΚΚΕ. Ο Κασσελάκης είναι ένας αμερικανοτραφής, αυταρχικός νάρκισσος που έχει ένα περιβάλλον που του αξίζει και τους αξίζει και οι 87 – δεν συζητώ για Πολάκη- δεν νομίζω ότι μπορούν να συγκροτήσουν έναν πόλο. Από αυτά προτιμώ μια Αριστερά που θα έχει πάντα στα μάτια της την μεγάλη εικόνα, θα απαντάει σε λαϊκές απαιτήσεις και παράλληλα θα χτίζει, με όλες τις αντικειμενικές και υποκειμενικές δυσκολίες, τις συνθήκες έτσι ώστε να είναι εξωστρεφής, κινηματική, ανοιχτή και προταγματική.
 
 
Βλέπουμε τον εσωτερικό διαγκωνισμό της Αριστεράς να διαμορφώνεται όπως στην αρχή της Μεταπολίτευσης, με ένα κυρίαρχο ΚΚΕ και αισθητά μικρότερες αριστερές δυνάμεις (π.χ. Νέα Αριστερά, ΜέΡΑ25). Πώς μπορούμε να ερμηνεύσουμε το γεγονός πως κατά τη διάρκεια αυτής της μεγάλης κινηματικής ύφεσης το ΚΚΕ ανεβαίνει; Φαίνεται ότι κατά τη διάρκεια της ανόδου οι υπόλοιπες αριστερές δυνάμεις ήταν σε αναβαθμισμένο επίπεδο.
 
Το ΚΚΕ πέρα από τις ταξικές κορώνες είναι βαθιά κόμμα του συστήματος. Γι’ αυτό και σε κινηματικές ανόδους δεν μπορεί και στις καθόδους κάτι κάνει. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Κουτσούμπας, το μόνο που βρήκε να πει μετά τις ευρωεκλογές είναι ότι ανέβηκαν δυο μονάδες. Ούτε ακροδεξιά υπήρχε εκεί, ούτε Μητσοτάκης. Από εκεί και πέρα, τα πράγματα είναι όντως πολύ δύσκολα. Το ΜέΡΑ25 και η Νέα Αριστερά με διαφορετική εκκίνηση αποτελούν δυο πολιτικούς χώρους που, κατά τη γνώμη μου και κατά τη γνώμη πολλών από εμάς, πέραν από το τι έγινε το 2015, πρέπει να βρουν τρόπους κοινού βηματισμού. Δεν μπορεί το ΜέΡΑ25 να ζητάει διαρκώς εξηγήσεις για το 2015. Το 2015 ήταν μια καταστροφή, αλλά έχουν περάσει 9 χρόνια. Η Νέα Αριστερά οφείλει να κάνει μια αυτοκριτική γιατί παρέμεινε στον ΣΥΡΙΖΑ μέχρι το 2023. Δεν λέω για αυτομαστίγωμα, αλλά δεν μπορείς να κοιτάξεις μπροστά αν δεν πεις και κάποια πράγματα για το πριν. Δεν μπορείς να πείσεις. Γι’ αυτό η Νέα Αριστερά, με πολύ καλύτερη οργανωτική υποδομή, με πολύ περισσότερα στελέχη, έμεινε πίσω από το ΜέΡΑ 25 στις ευρωεκλογές.
 
Στην εξωκοινοβουλευτική αριστερά υπάρχουν αντίστοιχα γνωρίσματα, ίσως πιο πρωτόγονα, χωρίς να ερμηνεύονται εκ του σεχταρισμού. Πρόκειται για μια βαθιά ιδεολογική, πολιτική και στρατηγική κρίση. Κρίση αξιοπιστίας και ταυτόχρονα παντελούς έλλειψης αυτογνωσίας που δεν επιτρέπει, στην πλειονότητα των οργανώσεων της, να πάρει κάποιες πρωτοβουλίες που, αν μη τι άλλο, να ανοίξουν λίγο τα πράγματα. Είδαμε, λόγου χάρη, στο Αντιρασιστικό Φεστιβάλ ότι στη δική μας πρόταση να συμμετέχει η Νέα Αριστερά μπήκε σκληρό βέτο. Σε αυτό το πλαίσιο σκεφτόμαστε έναν συντονισμό του εξωστρεφούς αντικαπιταλιστικού χώρου στο επίπεδο της δράσης και του διαλόγου για να πάνε τα πράγματα μπροστά.
 
 
Από το 2014 και έπειτα έχουμε κινηματική ύφεση, ad hoc κινηματικές συμμετοχές μόνο, σε αντίστιξη με τις ευρείες νεολαιίστικες μάζες που εντάχθηκαν σε αγώνες από το 2006 έως το 2014. Οι παραστάσεις για το τι είναι ριζοπαστική πολιτικοποίηση είναι διαφορετικές. Εντούτοις, υπάρχει η αίσθηση πως είναι εν αναμονή ένα κινηματικό δυναμικό που αποζητά άλλους τρόπους συγκρότησης και δράσης από τους παλαιότερους;
 
Σε γενικές γραμμές συμφωνώ με αυτές τις διαπιστώσεις. Παράδειγμα: κάνουμε το Αντιρατσιστικό Φεστιβάλ, το μεγαλύτερο πολιτικοκινηματικό γεγονός κάθε χρονιάς που περνάνε πάνω από σαράντα χιλιάδες άνθρωποι με τους περισσότερους να είναι νέοι/ες κάτω των 30. Η πλειονότητά τους δεν συμμετέχει παρά μόνο σε συγκεκριμένα γεγονότα διαμαρτυρίας, όπως π.χ. οι διαδηλώσεις για τα Τέμπη. Δεν συμμετέχουν στο ετήσιο πρόγραμμα των κινητοποιήσεων μας κι αυτό γιατί δεν εμπνέεται από το συνολικό προφίλ των χώρων που καλούν αυτές τις κινητοποιήσεις. Νομίζω ότι είναι όπως το είπες: ένα διάχυτο δυναμικό το οποίο μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ότι έχει αξίες, αρχές, ευαισθησίες που μπορεί κανείς να τις κατατάξει σε αυτό που λέμε Αριστερά, ωστόσο δεν κουμπώνουν με αυτό που εμφανίζεται οργανωτικά.
 
Ο κόσμος κάνει πράγματα. Έχουμε μια πρωτοφανή έκρηξη θεατρικών σχημάτων, νεανικών περιβαλλοντικών πρωτοβουλιών κ.ο.κ. Εμείς όμως αναπτυχθήκαμε, ωριμάσαμε σε μια άλλη περίοδο με μικρή πιθανότητα αυτομετασχηματισμού έτσι ώστε να μπορέσουμε οργανικά να συνδεθούμε με αυτό το διάχυτο νεανικό δυναμικό. Το έχουμε όμως στο μυαλό μας: προσπαθούμε με την ανοιχτότητα του Φεστιβάλ, γι’ αυτό και στο στήσιμό του συμμετείχαν καθημερινά σε βάρδιες πάνω από 250 άτομα που είναι ανένταχτα.
 
 
Οι ανασυνθέσεις (οργανωτικές, πλαισιώσεων, δράσης) προέκυψαν τον 21ο αιώνα από τις δυο διεθνείς “στιγμές” της αντιπαγκοσμιοποίησης και της εναντίωσης στη λιτότητα. Δε φαίνεται να έχουμε μια τρίτη στιγμή τώρα παρά παγκοσμίως να προκύπτει μια διάχυτη απαισιοδοξία των ανθρώπων των παραγωγικών ηλικιών που τελευταία ονομάζεται “κοινωνία χαμηλών προσδοκιών’. Πώς τα κατανοείς αυτά;
 
Οι ανασυνθέσεις, πέρα από ιδεολογικές, πολιτικές, κινηματικές προϋποθέσεις, κάποια στοιχειωδώς γι’ αυτές ώριμα πολιτικά υποκείμενα, χρειάζονται και φρόνημα, υψηλό ηθικό. Το ηθικό αυτή την περίοδο, κι όχι μόνο εδώ, δεν είναι υψηλό κι αυτό φέρνει δυο ειδών στάσεις. Η μια είναι η επιστροφή στις ρίζες ή “το σύνδρομο του σκαντζόχοιρου”. Μαζευόμαστε, τα λέμε μεταξύ μας, θεωρούμε ότι έχουμε δίκιο και δεν πολυψάχνουμε αν μπορεί να το έχουν κι άλλοι. Η δεύτερη στάση είναι η αντίθετη, δηλαδή το χάος που βλέπεις κόσμο να πέφτει και στη συνωμοσιολογία. Δεν μπορούν να αναγνωρίσουν ότι δεν είμαστε στο μηδέν. Έχουμε μια βάση, έχουμε δίκιο κι ότι αυτό το σύστημα δε θα ανατραπεί σίγουρα αλλά πρέπει να έχει απέναντί του μια μόνιμη, κλιμακούμενη εναντίωση. Με αυτήν την έννοια, οι ανασυγκροτήσεις είναι δύσκολες. Νομίζουμε ότι κάποιες συλλογικότητες που καταλαβαίνουν τι συμβαίνει πρέπει να κάτσουν ανοιχτά, ειλικρινά και να κουβεντιάσουν με αφετηρία ότι δεν είναι στραβός ο γιαλός, εμείς στραβά αρμενίζουμε.
 
 
Η ενδεχόμενη ανασύνθεση περιλαμβάνει και τη ρεφορμιστική αριστερά;
 
Θεωρώ ότι ενιαίο μέτωπο αλλά εξ αυτού και ανασύνθεση χωρίς ρεφορμισμό δεν γίνεται, γιατί αλλιώς είναι μια πολύ στενή και αυτοαναφορική διαδικασία. Ο ρεφορμισμός παίζει σημαντικό ρόλο στην κινηματική δράση, στην ανασύνταξη και επηρεάζει αλλά και επηρεάζεται, όπως φάνηκε στην ιστορία του Φόρουμ. Δηλαδή, δεν νομίζω ότι εμείς χωρίς το Φόρουμ θα είχαμε μια εξωστρεφή λογική, αλλά δεν νομίζω επίσης ότι ούτε ο Συνασπισμός θα είχε τόσο χειραφετηθεί έτσι ώστε να συμμετέχει στο αντιπαγκοσμιοποιητικό κίνημα, τον αντιμνημονιακό αγώνα, στην κυβέρνηση, με κατάληξη, δυστυχώς όμως, την ήττα. Αλλά δεν μπορείς στο όνομα της πιθανής ήττας να μην κάνεις τίποτα. Ο μόνος αγώνας που χάνεται σίγουρα είναι αυτός που δεν δίνεται.
 
Βασίλης Ρόγγας
Η ΕΠΟΧΗ